Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα για το Νερό (22 Μαρτίου), το Παρατηρητήριο Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΕΝΑ δημοσιεύει τη συνέντευξη που παραχώρησε ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Δημόσιων Παρόχων Ύδρευσης, Aqua Publica Europea (ΑPE) και της Δημόσιας Επιχείρησης Ύδρευσης, VIVAQUA (Βέλγιο), Bernard van Nuffel.
Ποια είναι τα διδάγματα της πανδημίας σχετικά με το ρόλο των υπηρεσιών ύδρευσης; Ποιες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής έχουν ήδη γίνει αισθητές στον τομέα του νερού και πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν; Ποια είναι τα οφέλη και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της συστηματικής συνεργασίας μεταξύ δημόσιων παρόχων σε σύγκριση με την ιδιωτικοποίηση και τον ανταγωνισμό; Σε ποιους τομείς πρέπει οι δημόσιοι πάροχοι να εστιάσουν για να βελτιώσουν ταυτόχρονα τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές τους επιδόσεις; Γιατί οι επιχειρούμενες σήμερα μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα στον τομέα της ύδρευσης δε συνάδουν με τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές;
* Η συνέντευξη παραχωρήθηκε στην Ανίτα Παπαχριστοπούλου, Προϊσταμένη Διεθνών Σχέσεων ΕΥΔΑΠ, Liaison officer με την Aqua Publica Europea, για λογαριασμό του Παρατηρητηρίου Βιώσιμης Ανάπτυξης του Iνστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ.
1. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας οι δημόσιες επιχειρήσεις ύδρευσης αναδείχθηκαν σε βασικούς συντελεστές προστασίας της δημόσιας υγείας. Ποιες είναι οι προκλήσεις που αντιμετώπισαν και ποια τα διδάγματα που έχουν αντλήσει από την εμπειρία αυτή;
Από την αρχή της πανδημίας, την περασμένη άνοιξη, οι πάροχοι των υπηρεσιών ύδρευσης κλήθηκαν να διαχειριστούν μια πολύ πιεστική κατάσταση ώστε να εξασφαλίσουν την αδιάλειπτη παροχή μιας απαραίτητης υπηρεσίας, όπως είναι η υδροδότηση, διαφυλάσσοντας παράλληλα την ασφάλεια των εργαζομένων σε ένα περιβάλλον αβεβαιότητας και μεγάλων λειτουργικών περιορισμών συγκριτικά με τα συνήθη δεδομένα. Σε διάστημα λίγων ημερών (μερικές φορές και ωρών), οι επιχειρήσεις έπρεπε να επανασχεδιάσουν ολικά τον τρόπο λειτουργίας τους για να προσαρμοστούν σε αυτή την άνευ προηγουμένου κατάσταση.
Είμαι στην ευχάριστη θέση να πω ότι, χάρη στην αδιάκοπη προσήλωση του προσωπικού και βασιζόμενοι στα υπάρχοντα Σχέδια Διαχείρισης Κινδύνου, οι επιχειρήσεις κατάφεραν να ανταποκριθούν σε αυτές τις προκλήσεις και, τουλάχιστον σε κανένα από τα μέλη της Acqua Publica Europea (APE), δεν παρατηρήθηκε διακοπή της υδροδότησης λόγω δυσκολιών σχετικών με την πανδημία.
Είναι αυτονόητο ότι στην αρχή κανένας δεν ήταν απολύτως σίγουρος για τα μέτρα που λαμβάνονταν καθώς η έκτακτη αυτή συνθήκη ήταν απολύτως πρωτόγνωρη. Για το λόγο αυτό, αμέσως μετά τα μέτρα lockdown στην Ιταλία και έπειτα στην Γαλλία και στην Ισπανία, διοργανώσαμε μια σειρά webinars ως APE ώστε οι πάροχοι να μοιραστούν εμπειρίες και λύσεις σε κοινά προβλήματα. Είμαι σίγουρος ότι αυτά βοήθησαν όλους τους παρόχους να ενδυναμώσουν τα σχέδιά τους για τη διαχείριση της κρίσης και να αποκτήσουν εμπιστοσύνη, κυρίως οι πιο μικροί πάροχοι, καθώς δεν διαθέτουν τον αριθμό ειδικών δεξιοτήτων που απαιτείται στη διαχείριση κινδύνου.
Συγκεντρώσαμε όλη αυτή την εμπειρία και τα σχετικά διδάγματα σε μια έκδοση που διανεμήθηκε δωρεάν με την υποστήριξη των Ηνωμένων Εθνών και σε άλλους παρόχους εκτός Ευρώπης. Στα συμπεράσματα της έκδοσης υπενθυμίζουμε ότι η ελληνική λέξη «κρίση» περιλαμβάνει τις έννοιες και της πρόκλησης και της ευκαιρίας και αυτό σίγουρα ισχύει και στην περίπτωση της πανδημίας. Από τη μία, οι δημόσιες επιχειρήσεις μπορούν να υπερηφανεύονται ότι διαχειρίστηκαν επιτυχώς μία δύσκολη κατάσταση χάρη στο δυναμικό και τις δεξιότητές τους. Επίσης, πολλοί διαπίστωσαν βελτίωση στο επίπεδο ικανοποίησης και εμπιστοσύνης των πολιτών για τις υπηρεσίες τους.
Πιστεύουμε ότι η πανδημία ανανέωσε και ενδυνάμωσε την επίγνωση των πολιτών σχετικά με τη σημασία της καθολικής πρόσβασης σε ασφαλές νερό τόσο για τη δημόσια υγεία όσο και για το συνολικότερο ρόλο των δημόσιων υπηρεσιών.
Από την άλλη, η κρίση κατέδειξε κάποιους τομείς πάνω στους οποίους πρέπει να εργαστούμε και να βελτιώσουμε στο μέλλον: τις επιπτώσεις της εξ αποστάσεως εργασίας στο ρόλο της συμμετοχής των εργαζομένων, τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, την επέκταση της ψηφιοποίησης, την εξέλιξη των μοντέλων χρηματοδότησης. Αυτές οι διαστάσεις θα συνεχίσουν να εξελίσσονται και να επιδρούν στα επιχειρηματικά μοντέλα του τομέα υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης.
Στο μέλλον, όπως και στις πιο δύσκολες στιγμές της πανδημίας, η συνεργασία και η συμμετοχή ανάμεσα στους δημόσιους παρόχους θα διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο για την αντιμετώπιση κοινών προκλήσεων. Ως δημόσιοι οργανισμοί δεν έχουμε κανένα συμφέρον να κρύψουμε ή να κρατήσουμε τις επιτυχίες μόνο για τον εαυτό μας.
2. Πώς αντιμετωπίζουν οι πάροχοι ύδρευσης τα ζητήματα λειψυδρίας λόγω των πρόσφατων φαινομένων ξηρασίας στη Βόρεια και Κεντρική Ευρώπη;
Οι ξηρασίες που έλαβαν χώρα στη Βόρεια και Κεντρική Ευρώπη τα τελευταία χρόνια ήταν τόσο έντονες και σπάνιες που σε κάποιες περιπτώσεις έγινε εισήγηση δραστικών μέτρων έκτακτης ανάγκης συμπεριλαμβανομένης της μείωσης της παροχής νερού σε κάποιες μη απαραίτητες χρήσεις όπως ο αγροτικός τομέας.
«Οι επιχειρήσεις ύδρευσης και οι αρχές διαχείρισης λεκανών ποταμών στη νότια Ευρώπη πιθανόν να είναι περισσότερο προετοιμασμένες για την αντιμετώπιση του ζητήματος της λειψυδρίας. Μάλιστα κάποιοι πάροχοι από τον ευρωπαϊκό Βορρά συμβουλεύθηκαν τους συναδέλφους τους από την περιοχή της Μεσογείου (και την ΕΥΔΑΠ) ως προς τον καθορισμό των πιο αποτελεσματικών μέτρων»
Ωστόσο, ας είμαστε σαφείς ότι αυτά τα μέτρα έκτακτης ανάγκης δεν συνιστούν μία βιώσιμη λύση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ενθαρρύνει –μέσα και από καινούρια νομοθεσία- μέτρα υδατικής αποδοτικότητας συμπεριλαμβανομένης και της επαναχρησιμοποίησης στον αγροτικό τομέα.
Αυτό είναι σίγουρα ένα σημαντικό στοιχείο της στρατηγικής για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στους υδάτινους πόρους μακροπρόθεσμα, αλλά δεν είναι αρκετό.
Ακραία καιρικά φαινόμενα -πλημμύρες και ξηρασίες- ολοένα και περισσότερο θα επιδρούν στις συνθήκες διαβίωσης των κοινωνιών μας. Παρόλο που οι τεχνολογικές και βιομηχανικές λύσεις μπορούν να βοηθήσουν, δεν μπορούν να λύσουν όλα τα προβλήματα. Το μέγεθος αυτών των προβλημάτων απαιτεί μία συλλογική πολιτική αντιμετώπιση και απάντηση.
Οι επιχειρήσεις ύδρευσης έχουν προφανώς σημαντική ευθύνη σε αυτό: οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής πρέπει να ενσωματωθούν πλήρως στις στρατηγικές τους ώστε να εξασφαλίζεται η βιώσιμη χρήση των υδάτινων πόρων μακροπρόθεσμα. Συγκεκριμένα, οι δημόσιες επιχειρήσεις, που δεν δεσμεύονται από βραχυπρόθεσμους κερδοσκοπικούς στόχους, έχουν τη δυνατότητα και το καθήκον να προτείνουν πραγματικές μακροπρόθεσμες λύσεις που είναι οικονομικά αποδοτικές για τις σύγχρονες και τις μελλοντικές γενιές.
Όμως οι προσπάθειες των επιχειρήσεων ύδρευσης δεν επαρκούν αν οι άλλοι τομείς και πολιτικές δεν συμβάλλουν προς αυτήν την κατεύθυνση. Ο αστικός και χωροταξικός σχεδιασμός πρέπει να αλλάξει άμεσα ώστε να μειωθεί η στεγανοποίηση του εδάφους και να υιοθετηθούν μέτρα κατακράτησης υδάτων βασισμένα σε φυσικές λύσεις (αστικό «πρασίνισμα») που μετριάζουν τις επιπτώσεις των πλημμυρών και των κυμάτων καύσωνα. Μερικοί τομείς της οικονομίας, ειδικότερα ο αγροτικός, πρέπει να περιορίσουν την κατανάλωση νερού και οι σχετικές λύσεις υπάρχουν ήδη.
Τέλος, είναι εξίσου σημαντικό όλοι οι βασικοί άξονες πολιτικής να ενσωματώσουν πολύ προσεκτικά τις πιθανές επιπτώσεις τους στους υδάτινους πόρους, συμπεριλαμβανομένων και των πολιτικών αυτών που εξειδικεύονται στην καταπολέμηση της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Για παράδειγμα, η Ε.Ε και πολλές κυβερνήσεις επικεντρώνονται σε επενδύσεις στο «πράσινο» υδρογόνο ως εναλλακτικό των ορυκτών καυσίμων. Όμως το πράσινο υδρογόνο απαιτεί πολύ νερό.
3. Πολλοί διεθνείς Οργανισμοί και θεσμοί εξαίρουν συστηματικά και για περισσότερα από 30 χρόνια την ιδιωτικοποίηση και την απελευθέρωση της αγοράς ως βασικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της οικονομικής αποτελεσματικότητας και της ευημερίας του καταναλωτή. Οι δημόσιες επιχειρήσεις έχουν στιγματιστεί ως ένα παρωχημένο και εγγενώς αναποτελεσματικό μοντέλο του παρελθόντος. Πώς η λειτουργία των δημόσιων επιχειρήσεων απορρίπτει αυτήν την άποψη;
Κατ’ αρχάς να σας πω ότι αυτή η άποψη αντικρούεται συνεχώς από χιλιάδες πολίτες και πολιτικούς σε όλον τον κόσμο που έχουν αποφασίσει τα τελευταία είκοσι χρόνια να επαναφέρουν τη διαχείριση του νερού σε δημόσια χέρια. Από την επαναφορά της διαχείρισης του νερού στους δήμους του Παρισιού και του Βερολίνου, έως το δημοψήφισμα στην Ιταλία που κατήργησε με μεγάλη πλειοψηφία το νόμο που ιδιωτικοποιούσε τις υπηρεσίες ύδρευσης, υπάρχει ένα παγκόσμιο κύμα αντίδρασης σε αυτές τις πολιτικές (είναι διαθέσιμη τεράστια βιβλιογραφία με όλες τις περιπτώσεις απο-ιδιωτικοποίησης).
Πιστεύουμε ότι αυτό το κύμα πυροδοτείται από έναν απλό λόγο: αυτές οι πολιτικές «απελευθέρωσης» αγορών για τον τομέα ύδρευσης απέτυχαν ουσιαστικά να ανταποκριθούν στις υποσχέσεις για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα επειδή έχουν βασιστεί σε λανθασμένες ιδεολογικές υποθέσεις.
Είναι ολοφάνερο ότι το επιχείρημα της «αποτελεσματικότητας μέσω του ανταγωνισμού» δεν λειτουργεί για τον τομέα του νερού καθώς είναι ένα φυσικό μονοπώλιο: το νερό που έρχεται στη βρύση μου είναι ακριβώς το ίδιο με αυτό του γείτονά μου, δε γίνεται αλλιώς.
Αν το φυσικό μονοπώλιο ενός πόρου που είναι απαραίτητος για τη ζωή περιέλθει σε μία ιδιωτική εταιρεία με σκοπό το κέρδος, είναι σχεδόν αδύνατο να διασφαλιστεί η δίκαιη πρόσβαση στον πόρο.
Επιπρόσθετα, αν λάβουμε υπόψη ότι ο αριθμός των «ανταγωνιστικών» ιδιωτικών εταιρειών ύδρευσης είναι εξαιρετικά μικρός και τα συμβόλαια για τη διαχείριση υδάτινων πόρων είναι υποχρεωτικά μακροχρόνια (20 έτη και άνω), το επιχείρημα του ανταγωνισμού είναι πολύ δύσκολο να υποστηριχθεί.
Αυτό όμως δεν σημαίνει φυσικά ότι όλοι οι δημόσιοι πάροχοι είναι εξ ορισμού καλύτεροι και πιο αποτελεσματικοί. Σύμφωνα με την εμπειρία μου ως Πρόεδρος της APE, μπορώ να πω ότι όλοι οι πάροχοι έχουν να μάθουν από τους άλλους παρόχους για πεδία στα οποία μπορούν να βελτιωθούν.
Η Aqua Publica Europea έχει δημιουργηθεί ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο, να βοηθήσει τους παρόχους να μάθουν ο ένας από τον άλλο, να βελτιώνονται μέσω συνεργασιών. Αυτός είναι πολύ πιο αποτελεσματικός τρόπος σ’ έναν τομέα όπως είναι αυτός της ύδρευσης όπου οι δυναμικές ανταγωνισμού δεν μπορούν να λειτουργήσουν.
Αυτό που μπορώ να πω επίσης είναι ότι η δημόσια διοίκηση -συγκρινόμενη με το προσωπικό μεγάλων ιδιωτικών πολυεθνικών- έχει λιγότερες ευκαιρίες να έρθει σε επαφή με διεθνείς καλές πρακτικές και να μάθει τι κάνουν οι ομόλογοί της σε άλλες χώρες. Αυτή η ασυμμετρία επιβάλλεται να διορθωθεί προς όφελος της ποιότητας υπηρεσιών που οφείλει να παρέχει η δημόσια διοίκηση, καθώς η έκθεση σε διεθνείς καλές πρακτικές είναι η απαραίτητη συνθήκη για τη βελτίωση της παραγωγικότητας και της αποδοτικότητας.
4. Ποιοι είναι οι κύριοι παράγοντες και στοιχεία για την προοδευτική αποτελεσματική δημόσια διαχείριση της ύδρευσης που βασίζεται στις βέλτιστες πρακτικές των μελών της APE σε ό,τι αφορά την προσβασιμότητα των υπηρεσιών ύδρευσης, την καινοτομία, τη διαφάνεια, τη λογοδοσία και τη συμμετοχή των πολιτών και του προσωπικού;
Αυτή η ερώτηση θα άξιζε μια πιο μακροσκελή απάντηση. Τα μέλη της APE συνεργάζονται μεταξύ τους μέσω Ομάδων Εργασίας σε ζητήματα όπως η καινοτομία, η αποδοτικότητα, η οικονομική προσιτότητα, η εξυπηρέτηση χρηστών, η ανάπτυξη δεξιοτήτων για τους εργαζόμενους, η ισότητα των φύλων, οι συμμετοχικές προσεγγίσεις και πολλά άλλα.
Όλες αυτές οι σημαντικές διαστάσεις συνεισφέρουν στο να αντιμετωπιστεί η γενικότερη πρόκληση που περιγράψαμε στην έκδοσή μας για τα 10 χρόνια της Aqua Publica Europea, την οποία μπορούμε να συνοψίσουμε με τον ακόλουθο τρόπο: συμφιλιώνοντας τις τρεις δεσμεύσεις που καθοδηγούν τις δράσεις μας, την οικονομική βιωσιμότητα, την περιβαλλοντική βιωσιμότητα και την καθολική πρόσβαση στο νερό και την αποχέτευση. Είναι μια πραγματική πρόκληση καθώς αυτές οι δεσμεύσεις μερικές φορές κινούνται σε διαφορετικές κατευθύνσεις.
Ωστόσο, αν πρέπει να επιλέξω την αληθινή κινητήρια δύναμη που ωθεί τις δημόσιες επιχειρήσεις σε συνεχή βελτίωση της δουλειάς τους, είναι η επίγνωση της καίριας δημόσιας αποστολής που έχουν και η οποία για μία ακόμα φορά αναδείχθηκε στη διάρκεια της πανδημίας. Όπως συνήθιζε να λέει και η προκάτοχός μου, Σήλια Μπλαουέλ, Πρόεδρος της Eau de Paris: «Μέτοχοι των δημόσιων παρόχων ύδρευσης είναι όλοι οι πολίτες».
Το προσωπικό των δημόσιων επιχειρήσεων, από τα ανώτερα διοικητικά στελέχη έως τον πιο νέο υπάλληλο, έχουν επίγνωση ότι εκτελούν μία εργασία που είναι κρίσιμης σημασίας για τη συλλογική ευημερία και υγεία και το κάνουν αυτό για το καλό όλων χωρίς διακρίσεις. Αυτό αποτελεί τεράστια ευθύνη και ταυτόχρονα υπέροχο κίνητρο. Είναι, επίσης, μία συνθήκη που απαιτεί καινοτομικές μορφές λογοδοσίας και συμμετοχής. Οι δημόσιες επιχειρήσεις πρώτα αναφέρονται στους εκλεγμένους αξιωματούχους οι οποίοι είναι πολιτικά υπεύθυνοι για τη διασφάλιση της σωστής διαχείρισης των υδάτινων πόρων.
Όμως είναι ευθύνη των εταιρειών ύδρευσης -ως δημόσιες επιχειρήσεις- να διατηρήσουν τις πόρτες του διαλόγου ανοικτές με την κοινωνία των πολιτών, όχι μόνο ως επιπλέον δίαυλο ελέγχου του έργου τους αλλά και ως πηγή έμπνευσης γι’ αυτό.
5. Η «εκπροσώπηση της φωνής των δημόσιων επιχειρήσεων στην ΕΕ και στους διεθνείς οργανισμούς χάραξης πολιτικής» είναι ένα από τα τρία κύρια πεδία δραστηριοτήτων σας. Ποια είναι η αντιμετώπιση που έχετε σε ευρωπαϊκό επίπεδο και ειδικότερα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και άλλους ευρωπαϊκούς θεσμούς;
Ο στόχος μας είναι η ανάπτυξη διαλόγου με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς στη βάση συγκεκριμένων εμπειριών των μελών μας από το πεδίο.
Προσπαθούμε να παρέχουμε ανατροφοδότηση στις ευρωπαϊκές Αρχές σε νομικές προτάσεις ή ερωτήσεις βασιζόμενοι στην καθημερνή εμπειρία από τις δραστηριότητές μας. Συνεπώς, οι απαντήσεις μας φιλοδοξούν να είναι πραγματολογικές, απαλλαγμένες από «κρυφές ατζέντες» ή οικονομικά συμφέροντα.
Πιστεύω ότι η συνεισφορά μας εκτιμάται από τους θεσμούς και πλέον είμαστε μέλη των κύριων «τεχνικών ομάδων» που συμβουλεύουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και έχουμε επίσης τακτικό διάλογο με άλλους θεσμούς και ενδιαφερόμενα μέρη.
Τέλος, στις Βρυξέλλες βρίσκονται πολλά άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, το καθένα με τη δική του θεώρηση και ενδιαφέροντα και με κάποιους από αυτούς εμπλεκόμαστε ανά διαστήματα σε ωραίες και -ας πούμε- παθιασμένες συζητήσεις. Θεωρούμε ότι όλα τα συμφέροντα είναι νόμιμα όταν τα πλαίσια στα οποία συζητούνται είναι ανοικτά, διαφανή, και η πολιτική τοποθέτηση ή ο στόχος που καθορίζει μια συγκεκριμένη επιλογή των ευρωπαϊκών θεσμών είναι διατυπωμένος με σαφήνεια.
6. Πρόσφατα, η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι η διαχείριση των φραγμάτων και υδραγωγείων της ΕΥΔΑΠ Παγίων θα δοθεί σε ΣΔΙΤ. Ως τώρα αυτό αποτελεί αντικείμενο της ΕΥΔΑΠ ΑΕ η οποία επέβλεψε και σχεδίασε αυτά τα έργα. Πιστεύετε ότι αυτή η επιχειρούμενη μεταρρύθμιση είναι σύμφωνη με τις βέλτιστες πρακτικές στην Ευρώπη; Ποιοι είναι οι κίνδυνοι αν αυτό το καθεστώς εφαρμοστεί στη διαχείριση ενός φυσικού πόρου όπως είναι το νερό;
Δεν έχω συγκεκριμένη γνώση για τις προγραμματιζόμενες μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα ώστε να μπορώ να τις αξιολογήσω.
Αυτό που μπορώ να πω εν γένει είναι ότι πουθενά στην Ευρώπη (και εξ όσων γνωρίζω πουθενά στον κόσμο) οι βασικές υποδομές ύδρευσης (όπως δίκτυα ή φράγματα) είναι στα χέρια ιδιωτών ή, σε κάθε περίπτωση, πουθενά δεν υπάρχει προσδοκία να προκύψει κερδοφορία από τη διαχείρισή τους.
Ακόμα και όταν ιδιωτικοί φορείς δραστηριοποιούνται στη χρηματοδότηση, κατασκευή ή διαχείριση υποδομών ύδρευσης, η ιδιοκτησία αυτών παραμένει πλήρως στο Δημόσιο.
Οι λόγοι για αυτό το ευρέως ισχύον καθεστώς είναι, κατά τη γνώμη μου, πολύ απλοί: οι υποδομές αυτές εξυπηρετούν το γενικό συλλογικό συμφέρον καθώς όλοι χρειαζόμαστε δίκαιη πρόσβαση στους υδάτινους πόρους και, πρωτίστως οι υποδομές αυτές πρέπει να εξασφαλίζουν το ανθρώπινο δικαίωμα στο νερό και την αποχέτευση όπως αυτό αναγνωρίζεται από τα Ηνωμένα Έθνη.
Μόνο μία δημοκρατικά εκλεγμένη πολιτική οντότητα μπορεί και έχει το δικαίωμα να αποφασίζει για τη χρήση και την εκμετάλλευση αυτών των υποδομών για το συμφέρον των πολιτών. Αν αυτές οι υποδομές υπόκεινται σε κερδοσκοπικές λογικές, ελλοχεύει ο κίνδυνος η εκμετάλλευσή τους να προσανατολίζεται σε χρήσεις ή κατηγορίες χρηστών που δύνανται να πληρώσουν περισσότερα. Κατά συνέπεια, το δικαίωμα στο νερό αλλά και η προστασία του περιβάλλοντος μπορεί να απειληθούν πολύ σοβαρά.
Όπως ανέφερα νωρίτερα, δεν γνωρίζω το περιεχόμενο των προτεινόμενων μεταρρυθμίσεων, αλλά θα ήθελα να υπενθυμίσω το γεγονός ότι η Οδηγία-Πλαίσιο για τα ύδατα ορίζει για την Ε.Ε ότι το «Νερό δεν είναι ένα εμπορικό προϊόν όπως άλλα, αλλά αποτελεί κληρονομιά που πρέπει να προστατεύεται και να τυγχάνει της ανάλογης μεταχείρισης ως τέτοιο από όλους τους λαούς της Ευρώπης».