Ο Μάικλ Τσιμίνο είναι σίγουρα ένας από τους πλέον αμφιλεγόμενους σκηνοθέτες, καταφέρνοντας να έχει φανατικούς θαυμαστές για το ιδιοφυές σκηνοθετικό του βλέμμα, την αιρετική του προσωπικότητα, αλλά και εχθρούς και ειδικά στο Χόλιγουντ για την αμετροέπεια του χαρακτήρα του, τη μεγαλομανία του, ακόμη και για την αντιφατικότητα των ιδεών του, γκρεμίζοντας τη φήμη που απέκτησε ως “παιδί θαύμα” στο Χόλιγουντ.
Μπορεί να ήταν αυτοκαταστροφικός, να άκουγε μόνο τις φωνές που είχε στο κεφάλι του, αλλά η αιτία της αποπομπής του από το κινηματογραφικό στερέωμα οφείλεται σε ένα φιλμ, στο επικό δραματικό γουέστερν “Οι Πύλες της Δύσης”. Ένα φιλμ, πραγματικά κινηματογραφικό παράδοξο, αφού κατάφερε να οδηγήσει σε χρεοκοπία τη United Artists, ένα από τα μεγαλύτερα στούντιο της εποχής. Βγήκε στις αίθουσες το 1980, μετά από δυο χρόνια γυρισμάτων, αποσύρθηκε άμεσα, για να ξαναμονταριστεί και να προβληθεί τελικά το 1981, φέρνοντας πίσω το ένα δέκατο του κόστους του! Είχε κόστος 44 εκατομμύρια δολάρια, ποσό ρεκόρ για την εποχή του, και έκανε εισπράξεις περίπου 3,5 εκατομμύρια δολάρια. Η κριτική το απαξίωσε, το Χόλιγουντ το μίσησε. Η διάρκειά του ήταν εξαντλητική (πάνω από τέσσερις ώρες αρχικά, για να συρρικνωθεί μετά από απαίτηση τής εταιρείας παραγωγής σε 3,5 ώρες), ενώ ευθύνη για το ναυάγιο είχε και η Gaumont που μπήκε συγχρηματοδότης για την προώθηση της ταινίας στην Ευρώπη και επέβαλε την Ιζαμπέλ Ιπέρ στον ρόλο της μοιραίας, μία απίστευτα αποτυχημένη επιλογή. Όμως τα παράδοξα συνεχίζονται, και αυτό γιατί μετά από χρόνια η κριτική ανακάλυψε την αξία της ταινίας, αναγνωρίστηκε ως μία σπουδαία δουλειά, αν και άνιση, και μάλιστα το BBC την συμπεριέλαβε ανάμεσα στις 100 σπουδαιότερες ταινίες όλων των εποχών!
Συμπληρώνοντας 40 χρόνια από την προβολή της ταινίας και 5 χρόνια από το θάνατο του φαινομένου Τσιμίνο, είναι μια ευκαιρία να θυμηθούμε το ακατανόητο κινηματογραφικό σύμπαν του ιδιοφυούς σκηνοθέτη, αλλά και την ταινία που από τη μια είναι μία απόλαυση εικόνων, πλάνων και ιδεών και απ’ την άλλη προκαλεί τουλάχιστον ερωτηματικά για τα εξόφθαλμα σφάλματα που έχουν γίνει και που οδήγησαν τη United Pictures και τον Τσιμίνο στην καταστροφή.
Από τη γλυπτική στον “Ελαφοκυνηγό”
Ο Μάικλ Τσιμίνο, γεννήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου του 1939 στη Νέα Υόρκη από γονείς Ιταλούς μετανάστες. Γρήγορα βρήκε την κλίση του στις τέχνες (γλυπτική, μουσική, λογοτεχνία) μπήκε στο Γέιλ για να σπουδάσει γλυπτική και το 1971 θα βρεθεί ως “παιδί θαύμα” στο Χόλιγουντ. Θα ασχοληθεί με την τηλεόραση και τα ντοκιμαντέρ, ενώ ο Κλιντ Ίστγουντ θα αναγνωρίσει το ταλέντο του και θα του αναθέσει το 1973 το σενάριο για το “Ένα Μάγκνουμ 44 για τον Επιθεωρητή Κάλαχαν” και τον επόμενο χρόνο θα του εμπιστευτεί τη σκηνοθεσία για το δυνατό αστυνομικό δράμα “Η Μεγάλη Ληστεία της Μοντάνα”. Το 1978 θα έρθει η ώρα για τη μεγαλύτερη επιτυχία του, τον “Ελαφοκυνηγό”, ακόμη μια ταινία που θα προκαλέσει σάλο, καθώς θα παρουσιάσει απάνθρωπους τους Βιετκόνγκ με την περίφημη σκηνή της “ρώσικης ρουλέτας”. Η ταινία θα χαρακτηριστεί φιλοπόλεμη και το ριζοσπαστικά προοδευτικό Χόλιγουντ θα τον βάλει στο στόχαστρο. Ωστόσο, η ταινία έκανε τεράστια επιτυχία, γιατί πέρα από την αμφιλεγόμενη σκηνή με τη “ρώσικη ρουλέτα”, στην οποία βασίζεται όμως όλο το στόρι, είναι ένα συνταρακτικό έργο. Με τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο, τον Κρίστοφερ Γουόκεν και την Μέριλ Στριπ στα καλύτερά τους.
Οι Πύλες της… Κόλασης
Αμέσως μετά θα ξεκινήσει το μεγαλεπήβολο σχέδιο “Οι Πύλες της Δύσης”, που γυρίστηκε στα υπέροχα φυσικά τοπία της Μοντάνα και του Αϊντάχο, κάτω από περίεργες συνθήκες (πρώτα γύριζε και μετά συμπλήρωνε το σενάριο ο ίδιος ο Τσιμίνο) και ανεβάζοντας το κόστος παραγωγής στο τετραπλάσιο, οδηγώντας τη United Pictures στη χρεοκοπία. Μια εταιρεία που δημιούργησαν το 1919 θρύλοι του παγκόσμιου κινηματογράφου, όπως οι Τσάρλι Τσάπλιν, Μαίρη Πίκφορντ, Ντέιβιντ Γουόρκ Γκρίφιθ και Ντάγκλας Φέρμπανκς, για να μην εξαρτώνται από τα μεγάλα στούντιο της εποχής.
Ας επιστρέψουμε όμως στην περιβόητη ταινία, στην οποία έκανε θαύματα με τα σπουδαία πλάνα του ο μάγος της εικόνας Βίλμος Ζίγκμοντ και την εξαίσια μουσική συνοδεία από τον Ντέιβιντ Μάνσφιλντ. Το στόρι περιγράφει την απάνθρωπη στάση των βαρώνων γαιοκτημόνων έναντι της δεύτερης γενιάς αποίκων, που κατέφθαναν απ’ όλο τον κόσμο στο Γουαϊόμινγκ. Ο Τσιμίνο, που είχε κατηγορηθεί από τους προοδευτικούς της Αμερικής, εδώ βγαίνει από τα αριστερά και με τη γνώριμη ωμότητά του, με το αίμα να ρέει, αναδεικνύει το μίσος των πλουσίων ευγενών, γόνων μιας ιεράς ελίτ, το έρεβος του αμερικάνικου κατεστημένου, τα ζοφερά υλικά με τα οποία χτίστηκαν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, ο Τσιμίνο χάνει τον έλεγχο, επικρατεί χάος και η τεράστιας διάρκειας ταινία δείχνει αποσπασματική και φορτωμένη από επαναλαμβανόμενα πλάνα. Αν εξαιρέσουμε την αλαζονική μεγαλομανία του Τσιμίνο, η ταινία διαθέτει αριστουργηματικά κομμάτια, σκηνές σπάνιας ομορφιάς και δείχνει ακόμη και σήμερα φρέσκια και κυρίως επίκαιρη.
Πρωταγωνιστεί ο ολιγομίλητος, βαρύς, έμβλημα απαισιοδοξίας, Κρις Κριστόφερσον, μια καλή επιλογή, που, τότε, όμως, ίσως δεν είχε την εμπορική αποδοχή. Δίπλα του η Ιζαμπέλ Ιπέρ -είπαμε, μια οικτρή αποτυχία- και οι Κρίστοφερ Γουόκεν, Τζεφ Μπρίτζες, Τζον Χαρτ, Σαμ Γουάτερστον που τα καταφέρνουν θαυμάσια. Για λίγα λεπτά στην αρχική σεκάνς εμφανίζεται και ο Τζόζεφ Κότεν, ο εμβληματικός ηθοποιός του Όρσον Γουέλς.
Πρόωρο τέλος
Η συνέχεια για τον Τσιμίνο, μετά τη μεγαλύτερη αποτυχία όλων των εποχών, ήταν στα όρια της κατάθλιψης. Μπορεί το θρίλερ “Η Χρονιά του Δράκου” να ανανέωσε το ενδιαφέρον για το όνομά του για λίγο, αλλά οι δύο επόμενες επιλογές του (“The Sicilian” και “Sunchaser”) ήταν πραγματικά ο καλλιτεχνικός του τάφος.
Ο Τσιμίνο θα πεθάνει στις 2 Ιουλίου 2016, αφήνοντας πίσω του μόλις οκτώ ταινίες και ένα όνομα συνώνυμο της αυτοκαταστροφής, αλλά και της έντονης αντιπαράθεσης γύρω από το έργο του, ακόμη και σήμερα. Ωστόσο, δεν είναι λίγοι οι ιστορικοί του Χόλιγουντ που υποστηρίζουν ότι αυτό που ενόχλησε περισσότερο το σύστημα του Χόλιγουντ δεν ήταν η εμπορική αποτυχία, αλλά το στόρι της ταινίας, που χαρακτηρίστηκε αντιαμερικανικό, αλλά και η ευκαιρία για να ξεπαστρέψουν μία ενοχλητική κινηματογραφική εταιρεία…