«Μπορούμε να πούμε με υπερηφάνεια ότι η Ινδία νίκησε την Covid-19 χάρις στην ικανή, ευαίσθητη και εμπνευσμένη ηγεσία του πρωθυπουργού Μόντι… Το κόμμα χαιρετίζει την ηγεσία του, η Ινδία είναι μια υπερήφανη και νικηφόρα χώρα στη μάχη κατά της Covid». Αυτά ανέφερε ένα ψήφισμα του κόμματος που κυβερνά την Ινδία, του Bharatiya Janata, πριν από λίγες εβδομάδες.
του Gideon Rachman (*)
Σήμερα η Ινδία έχει λυγίσει κάτω από το βάρος της πανδημίας. Τα νοσοκομεία δεν έχουν οξυγόνο και κλίνες εντατικής θεραπείας. Μαζικές καύσεις νεκρών γίνονται σε αυτοσχέδιες εγκαταστάσεις. Οι εικόνες που μεταδίδονται από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης είναι συγκλονιστικές. Ερευνες στα νεκροτομεία δείχνουν ότι οι νεκροί ίσως να είναι δύο ως πέντε φορές περισσότεροι από τον επίσημο απολογισμό των 2.000 την ημέρα.
Η πανδημία τιμωρεί την αλαζονεία. Ο Ναρέντρα Μόντι δεν είναι ο πρώτος ηγέτης που πληρώνει το τίμημα επειδή άργησε να δράσει – ή κήρυξε πρόωρα τη νίκη.
Στην Κίνα, απ’όπου ξεκίνησε η πανδημία, η πρώτη καταστροφική αντίδραση της κυβέρνησης του Σι Τζινπίνγκ ήταν να λογοκρίνει τα κακά νέα που έρχονταν από την Ουχάν. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Ντόναλντ Τραμπ επαναλάμβανε ότι ο ιός θα εξαφανιστεί μόνος του. Στη Βραζιλία, ο Μπολσονάρο εκφωνούσε λόγους σε συγκεντρώσεις αρνητών. Στη Βρετανία, ο Μπόρις Τζόνσον άργησε πολύ να επιβάλει καραντίνα. Η ΕΕ τα έκανε θάλασσα με την αγορά εμβολίων.
Αλλά η κυβέρνηση Μόντι έκανε μερικά ιδιαίτερα και καταστροφικά λάθη. Κηρύσσοντας πρόωρα τη νίκη, άνοιξε τη χώρα πολύ νωρίς. Θέλοντας να κερδίσει τον έλεγχο της Δυτικής Βεγγάλης, το BJP οργάνωσε μαζικές συγκεντρώσεις. Την ώρα που τα κρούσματα ανέβαιναν, ο Μόντι μιλούσε στο ενθουσιώδες πλήθος. Το κυβερνών κόμμα ενθάρρυνε τον κόσμο να λάβει μέρος και στο θρησκευτικό φεστιβάλ Kumbh Mela, στο πλαίσιο του οποίου εκατομμύρια προσκυνητές συγκεντρώνονται σε μια πόλη.
Η ινδική κυβέρνηση απέτυχε να αξιοποιήσει τη μείωση των μολύνσεων μετά το πρώτο κύμα για να προετοιμαστεί για το δεύτερο. Τα αποθέματα οξυγόνου ήταν πολύ λίγα. Παρόλο που η Ινδία είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός εμβολίων όλων των ειδών στον κόσμο, η κυβέρνηση άργησε πολύ να κάνει παραγγελίες στους εγχώριους προμηθευτές. Αργησε επίσης να εγκρίνει εμβόλια όπως της BioNTech/Pfizer, προωθώντας ένα πειραματικό ινδικό εμβόλιο.
Η εθνική υπερηφάνεια έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην απόφαση της χώρας να συνεχίσει να εξάγει εμβόλια, παρόλο που οι υπάρχουσες ποσότητες δεν έφταναν για τον πληθυσμό. Η ινδική κυβέρνηση διαφήμισε την ιδέα ότι η χώρα είναι «το φαρμακείο του πλανήτη». Ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός με την Κίνα, που χρησιμοποιεί την εμβολιαστική διπλωματία για να κερδίσει παγκόσμια επιρροή, δεν έκανε καλό. Τώρα η κυβέρνηση απαγόρευσε τις εξαγωγές εμβολίων και επισπεύδει την έγκριση των ξένων εμβολίων.
Για πολλά χρόνια, ο Μόντι συγκέντρωσε στα χέρια του όλες τις εξουσίες. Και τώρα προσπαθεί να επιρρίψει την ευθύνη για την καταστροφή στα κρατίδια.
Οι επιπτώσεις είναι αισθητές σε όλο τον κόσμο. Υπάρχει ακόμη μια τάση στη Δύση να αντιμετωπίζεται η πανδημία ως μια σειρά εθνικών κρίσεων όπου οι χώρες διαγωνίζονται για να δουν ποια τα πάει καλύτερα. Όπως είπε όμως ο επικεφαλής της ΠΟΥ, η Covid-19 είναι μια παγκόσμια φωτιά, αν σβήσεις μόνο ένα μέρος της η υπόλοιπη θα συνεχίσει να καίει. Και στο τέλος η φωτιά θα εξαπλωθεί ξανά σε μέρη που νόμιζαν ότι είχαν γλιτώσει.
Η παροχή ιατρικής βοήθειας στην Ινδία είναι τόσο μια ανθρωπιστική όσο και μια ρεαλιστική ανάγκη. Για τις ΗΠΑ, είναι και μια γεωπολιτική ανάγκη, δεδομένου ότι η Αμερική θεωρεί την Ινδία κρίσιμο σύμμαχό της στον ανταγωνισμό της με την Κίνα.
Το μάθημα της Ινδίας είναι ότι πρέπει να αποφεύγεται η πρόωρη θριαμβολογία ή η αλαζονεία. Οποιαδήποτε βελτίωση της κατάστασης πρέπει να αξιοποιείται ως ευκαιρία προετοιμασίας για μελλοντικά κύματα. Η Ινδία δεν θα είναι η τελευταία χώρα με μια τραγική έξαρση της Covid-19.
(*) O Γκίντεον Ράχμαν είναι αρθρογράφος των Financial Times
(Πηγή: Financial Times)