Το πρόγραμμα Τουρκίας του ΕΛΙΑΜΕΠ σχεδίασε μια έρευνα κοινής γνώμης που καταγράφει τις στάσεις και τις απόψεις των πολιτών για τα ελληνοτουρκικά θέματα και τις σχέσεις των δύο χωρών, η οποία έτρεξε ταυτόχρονα σε Ελλάδα και Τουρκία.
Όπως μεταδίδει το Real.gr, Έλληνες και Τούρκοι την ίδια χρονική περίοδο, απάντησαν στις ίδιες ερωτήσεις, για το πώς βλέπουν οι μεν τους δε, πόσα ξέρουν οι μεν για τους δε, πού συμφωνούν και πού διαφωνούν στα θέματα των διμερών σχέσεων, πόσο μοιάζουν, πόσο διαφέρουν. Με τη στήριξη της διαΝΕΟσις, η έρευνα αυτή έτρεξε από την εταιρεία ερευνών MRB στην Ελλάδα και τον ερευνητικό οργανισμό KONDA στην Τουρκία.
Οπως γράφει ο Ιωάννης Ν. Γρηγοριάδης, Αναπληρωτής Καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Μπίλκεντ και Επικεφαλής του Προγράμματος Τουρκίας του ΕΛΙΑΜΕΠ, το 2020 υπήρξε η δυσκολότερη χρονιά για τις διμερείς ελληνοτουρκικές σχέσεις από την κρίση Οτζαλάν του Φεβρουαρίου 1999. Κατά τούτο η αποτύπωση των αντιλήψεων της ελληνικής και τουρκικής κοινής γνώμης είναι πλέον ενδιαφέρουσα και πιο επίκαιρη παρά ποτέ. Η διεξαγωγή ταυτοχρόνων δημοσκοπήσεων με παρόμοιο ερωτηματολόγιο στην Ελλάδα και την Τουρκία επιδιώκει να συμβάλλει στην καλύτερη ενημέρωση της κοινής γνώμης στις δύο χώρες στην ευαίσθητη αυτή συγκυρία. Είναι, κατά μια έννοια, μια άσκηση αλληλοκατανόησης και ταυτόχρονα αμοιβαίας αυτογνωσίας. Έργο της ερευνητικής σύμπραξης διαΝΕΟσις/ΕΛΙΑΜΕΠ, οι δημοσκοπήσεις διεξήχθησαν από δύο διακεκριμένες εταιρείες δημοσκοπήσεων στην Ελλάδα και την Τουρκία, την MRB και την KONDA αντιστοίχως. Έλαβαν χώρα μεταξύ 19 και 21 Φεβρουαρίου 2021, με τη συμμετοχή 1.022 Ελλήνων και 1.163 Τούρκων πολιτών. Ταυτόχρονα, πραγματοποιήθηκαν και δώδεκα εις βάθος συνεντεύξεις με Έλληνες ειδικούς επί των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Τα κύρια πορίσματα των δημοσκοπήσεων μπορούν να συνοψισθούν ως εξής:
1. Η Τουρκία παραμένει παρούσα στον ελληνικό δημόσιο διάλογο με πολύ εντονότερο τρόπο από ό,τι η Ελλάδα στον τουρκικό δημόσιο διάλογο. Η Ελλάδα παραμένει εκτός του οπτικού πεδίου του μέσου Τούρκου πολίτη. Ελάχιστοι έχουν μεγαλώσει ακούγοντας αρνητικές αναφορές για τους Έλληνες, αλλά και ελάχιστοι έχουν επισκεφθεί την Ελλάδα. Μόλις 3% των Τούρκων δηλώνουν ότι έχουν επισκεφθεί την Ελλάδα έναντι 37% των Ελλήνων που έχουν επισκεφθεί την Τουρκία. 47% των ερωτηθέντων Ελλήνων δηλώνουν ότι έχουν γνωρίσει κάποιον Τούρκο, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των ερωτηθέντων Τούρκων που έχουν γνωρίσει κάποιον Έλληνα είναι μόλις 14%. Μια ισχυρή πλειοψηφία και στις δύο χώρες (ισχυρότερη όμως στην Τουρκία) δηλώνει ότι θα μπορούσε να έχει έναν πολίτη της γείτονος για φίλο τους: 60% των Ελλήνων και 74% των Τούρκων δηλώνουν ότι θα μπορούσαν να έχουν ως φίλο έναν Τούρκο ή Έλληνα αντίστοιχα. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι μικρό μόνον μέρος του τουρκικού πληθυσμού διαθέτει διαβατήριο αλλά και τα οικονομικά μέσα για να ταξιδεύσει στο εξωτερικό για λόγους αναψυχής. Από την άλλη, ο μέσος Έλληνας πολίτης είναι περισσότερο εξωστρεφής, έχει ισχυρότερες προσλαμβάνουσες παραστάσεις για την Τουρκία. Μαθαίνει περισσότερα για την γείτονα μέσα στην οικογένειά του αλλά και μέσω των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης. Συχνά όμως η ενημέρωση που έχει είναι αρνητικά φορτισμένη, όπως προκύπτει και από τις εις βάθος ποιοτικές συνεντεύξεις.
2. Οι διμερείς διαφορές στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο προκρίνονται ως το σοβαρότερο πρόβλημα στις διμερείς σχέσεις. Τούτο δεν εκπλήσσει δεδομένων των γεγονότων του τελευταίου έτους, υπογραμμίζει όμως και την ανάγκη για την εμπέδωση της στρατηγικής που θα θέσει ως προτεραιότητα την επίλυση των διαφορών βάσει του διεθνούς δικαίου. Mε αυτό συμφωνεί και η πλειονότητα των ειδικών που συμμετείχαν στις εις βάθος συνεντεύξεις.
3. Αμφότερες οι δημοσκοπήσεις αναδεικνύουν ότι Έλληνες και Τούρκοι πολίτες προκρίνουν την επίλυση των διμερών διαφορών με ειρηνικά μέσα, μολονότι διαφωνούν ως προς τη διάγνωση των ευθυνών για την απουσία λύσης. 59% των Ελλήνων και 70% των Τούρκων ερωτηθέντων θεωρούν ότι οι ελληνοτουρκικές διαφορές μπορούν να επιλυθούν ευκολότερα με διάλογο και συνεννόηση. 68% των Ελλήνων και 73% των Τούρκων θεωρούν ότι οι Τούρκοι/οι Έλληνες είναι γείτονες και πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος φιλικής συμβίωσης μαζί τους.
4. Ενώ η πλειονότητα των πολιτών και στις δύο χώρες εμφανίζεται να ανησυχεί για το ενδεχόμενο θερμού επεισοδίου, αυτή η ανησυχία αποτυπώνεται ισχυρότερη στην ελληνική παρά στην τουρκική κοινή γνώμη. Τούτο εξηγείται και λόγω της υπερέκθεσης της τουρκικής κοινής γνώμης σε ειδήσεις πολεμικής εμπλοκής της Τουρκίας κατά τα τελευταία χρόνια.
5. Σε αμφότερες τις χώρες υπάρχει δυσπιστία ως προς τον μεσολαβητικό ρόλο που μπορεί να παίξει η διεθνής κοινότητα (διεθνείς οργανισμοί και μεγάλες δυνάμεις) για την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών. Κυριαρχεί η αντίληψη ότι η μεσολάβηση θα είναι μεροληπτική υπέρ της άλλης πλευράς. Η δυσπιστία αυτή παραμένει ισχυρή καθ’ όλον τον άξονα αριστεράς-δεξιάς. Αξιοσημείωτη είναι η καλπάζουσα δυσπιστία της τουρκικής κοινής γνώμης προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και αυτή ενός ικανού τμήματος της ελληνικής κοινής γνώμης προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Παρά ταύτα η ελληνική κοινή γνώμη προκρίνει τον διάλογο με τη μεσολάβηση διεθνών οργανισμών, ενώ η τουρκική κοινή γνώμη προτιμά τις διμερείς επαφές χωρίς τη μεσολάβηση τρίτων.
6. Ενώ η πλειονότητα της τουρκικής κοινής γνώμης δηλώνει την υποστήριξή της στην ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η αντίθεση της πλειονότητας της ελληνικής κοινής γνώμης στην ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση δείχνει ότι η στρατηγική που μετέτρεπε την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας σε εργαλείο για την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών δεν θεωρείται πλέον ρεαλιστική. Όπως προκύπτει και από τις εις βάθος συνεντεύξεις, αναζητείται πλέον άλλος μοχλός για την προώθηση της επίλυσης των διμερών διαφορών επί τη βάσει του διεθνούς δικαίου.
7. Ο ιδεολογικός άξονας δεξιάς-αριστεράς φαίνεται ότι λειτουργεί προγνωστικά για τις απόψεις των πολιτών σε αμφότερες τις χώρες αναφορικά με τις διμερείς σχέσεις. Οι πολίτες που αυτοπροσδιορίζονται ιδεολογικώς αριστερά του κέντρου κατά τεκμήριο διακατέχονται από μετριοπαθέστερες απόψεις αναφορικά με τις διμερείς διαφορές και είναι θετικότερα διακείμενοι προς τους πολίτες της γείτονος.
8. Παρά το γεγονός ότι η σημασία που αποδίδουν η ελληνική και τουρκική κοινή γνώμη στο Κυπριακό φθίνει, είναι ενδιαφέρον ότι η πλειονότητα των ερωτηθέντων και στις δύο χώρες συμφωνούν στη λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας. Τούτο έχει ιδιαίτερη σημασία με δεδομένη και την πρόσφατη αναβίωση του διεθνούς ενδιαφέροντος για το Κυπριακό, αλλά και την υπαναχώρηση της Τουρκίας και της τουρκοκυπριακής ηγεσίας στην υποστήριξη λύσης διχοτομικού χαρακτήρα.
9. Οι νέοι, καθώς και οι πολίτες υψηλότερου μορφωτικού επιπέδου σε Ελλάδα και Τουρκία, διάκεινται ευμενέστερα προς τη γείτονα χώρα. Τούτο πιθανόν συνδέεται και με την αποκέντρωση της ενημέρωσης και τον φθίνοντα ρόλο των παραδοσιακών ΜΜΕ για τις δυναμικές ομάδες πληθυσμού, αλλά και στις αυξημένες ευκαιρίες επαφών και γνωριμιών που αυτές οι ομάδες διαθέτουν.
10. Η θρησκεία παραμένει καταλυτικό σημείο ταυτοτικής αναφοράς σε Ελλάδα και Τουρκία και επηρεάζει καίρια και τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις για τη γείτονα.
11. Η τουρκική κοινή γνώμη διατηρεί μια αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση η οποία τελεί σε δυσαρμονία με τα θεμελιώδη μεγέθη της τουρκικής οικονομίας αλλά και τις επιδόσεις του πολιτικού συστήματος κατά τα τελευταία έτη, όπως προέκυψε και από τα πορίσματα των εις βάθος ποιοτικών συνεντεύξεων. Εξηγεί όμως και την παράταση της πολιτικής ηγεμονίας του προέδρου Ερντογάν παρά τα εντεινόμενα προβλήματα εντός και εκτός Τουρκίας.
12. Τα πορίσματα της έρευνας επιβεβαιώνουν την ύπαρξη μιας κατακερματισμένης κοινωνίας στην Τουρκία, γεωγραφικώς και ιδεολογικώς, όπως προέκυψε και από τις εις βάθος ποιοτικές συνεντεύξεις.
Συνοψίζοντας, η έρευνα αναδεικνύει δύο κοινωνίες σε μετάβαση, οι οποίες ενδιαφέρονται να αναπροσδιορίσουν τις μεταξύ τους σχέσεις υπό το βάρος των υπαρκτών χρονιζόντων διμερών προβλημάτων αλλά και των εσωτερικών κοινωνικών δυναμικών.
Πηγή: Real.gr