Χιλιάδες φορητές συσκευές που θα επιτρέπουν την ταυτοποίηση πολιτών με τη χρήση λογισμικού αναγνώρισης προσώπου και λήψης δακτυλικού αποτυπώματος θα αποκτήσει η Ελληνική Αστυνομία μέχρι το καλοκαίρι του 2021, όπως αποκαλύπτει ρεπορτάζ της Κορίνας Πετρίδη για το Reporters United, σε συνεργασία με το Algorithm Watch και τη HomoDigitalis.
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ, η διαδικασία της ανάθεσης, από την αρχική σύλληψη της ιδέας (2017) μέχρι και την υπογραφή της τελικής σύμβασης το 2019, υλοποιήθηκε εξ’ ολοκλήρου από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, με το συνολικό κόστος του προγράμματος να υπερβαίνει τα 4 εκατομμύρια ευρώ.
Το έργο ανατέθηκε μετά από διεθνή διαγωνισμό στην Intracom Telecom τον Μάρτιο του 2019. Η Intracom Telecom αποτέλεσε για δεκαετίες τον τηλεπικοινωνιακό βραχίονα του ομίλου Intracom, συμφερόντων Σωκράτη Κόκκαλη. Το 2006 σημαντικό μερίδιό της πωλήθηκε στη ρωσικών συμφερόντων Sistema. Το 2014 οι δύο βασικοί μέτοχοι Intracom και Sistema πούλησαν ολόκληρα τα μερίδιά τους σε μη κατονομαζόμενους «επενδυτές από το Ντουμπάι». Σήμερα η εταιρεία ελέγχεται σε ποσοστό 100% από την Intracom Middle East FZ-LLC.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η διαδικασία της ανάθεσης, από την αρχική σύλληψη της ιδέας (2017) μέχρι και την υπογραφή της τελικής σύμβασης το 2019, υλοποιήθηκε εξ’ολοκλήρου από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Αρχικά η αστυνομία θα παραλάβει τουλάχιστον 1.000 φορητές συσκευές, υπάρχει όμως η πρόβλεψη για «κάλυψη μελλοντικών αναγκών για διαχείριση 10.000 φορητών συσκευών».
Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., σε τουλάχιστον «500 εξ’ αυτών θα πρέπει να είναι εφικτή η λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων ή εναλλακτικά θα πρέπει να προσφερθούν για το σκοπό αυτό, στην τεχνική προσφορά, και τουλάχιστον 500 κατάλληλες πρόσθετες συσκευές».
Οι συσκευές θα έχουν τη δυνατότητα αποθήκευσης τουλάχιστον 1.500.000 φωτογραφιών. Ορίζεται, ακόμη, ότι η ληφθείσα φωτογραφία θα καταστρέφεται αυτόματα από το σύστημα με την πάροδο 7 ημερών από την ημερομηνία λήψης αυτής.
Σύμφωνα με όσα είπε αξιωματούχος της ΕΛΑΣ στο Reporters United, «οι έλεγχοι θα είναι οι ίδιοι, απλά θα αλλάξει ο τρόπος που γίνονται. Θα είναι πιο απλοί, πιο πρακτικοί. Και οι πολίτες θα διευκολύνονται. Σκεφτείτε πόσο άχαρο ήταν πριν να παίρνουμε κάποιον και να τον μεταφέρουμε στο ΑΤ. Τώρα δεν θα χρειάζεται αυτό».
Το νέο σύστημα προβλέπει διασυνδέσεις με 20 εθνικές αλλά και υπερεθνικές βάσεις δεδομένων όπως αυτές των υπουργείων Δικαιοσύνης, Μεταφορών, Εσωτερικών και Εξωτερικών, καθώς και σε διεθνείς ευρωπαϊκές ή διεθνείς, όπως η Europol και η Interpol. Ανάμεσα στις βάσεις δεδομένων αναφέρεται και ο γνωστός Τειρεσίας, η διατραπεζική βάση δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς. (Ο Τειρεσίας είναι Ανώνυμη Εταιρεία η οποία έχει ως μετόχους τις τράπεζες. Τα δεδομένα που τηρούνται από την εταιρεία διέπονται από το τραπεζικό απόρρητο.) Εντύπωση προκαλεί τέλος η πρόβλεψη για τη διασύνδεση του νέου συστήματος με το FBI χωρίς να διευκρινίζεται για ποια συγκεκριμένα βάση δεδομένων της αμερικανικής υπηρεσίας πρόκειται.
Στις 27 Ιανουαρίου 2021, μία ημέρα πριν τη δημοσίευση του ρεπορτάζ από το Reporters United, η Διεθνής Αμνηστία ξεκίνησε τη νέα της παγκόσμια εκστρατεία «για την απαγόρευση της χρήσης συστημάτων αναγνώρισης προσώπου». Κατά την οργάνωση πρόκειται για «μορφή μαζικής παρακολούθησης που ενισχύει τη ρατσιστική αστυνόμευση και απειλεί το δικαίωμα στη διαμαρτυρία».
Η εκστρατεία της Διεθνούς Αμνηστίας στοχεύει αρχικά στην απαγόρευση της χρήσης τεχνολογίας αναγνώρισης προσώπου στην πόλη της Νέας Υόρκης, ενώ ήδη οργανώσεις πολιτικών δικαιωμάτων έχουν επιτύχει την απαγόρευσή της σε πόλεις όπως το Όκλαντ, το Σαν Φρανσίσκο και το Σόμερβιλ της Μασαχουσέτης.
Η εκστρατεία #BanTheScan, έπειτα από τη Νέα Υόρκη θα στοχεύσει την απαγόρευση στο Νέο Δελχί της Ινδίας και την Ουλάν Μπατόρ της Μογγολίας.
Σύνδεση με 20 βάσεις δεδομένων και στο βάθος FBI
Το νέο σύστημα προβλέπει διασυνδέσεις με 20 εθνικές αλλά και υπερεθνικές βάσεις δεδομένων όπως αυτές των υπουργείων Δικαιοσύνης, Μεταφορών, Εσωτερικών και Εξωτερικών, καθώς και σε διεθνείς ευρωπαϊκές ή διεθνείς, όπως η Europol και η Interpol. Ανάμεσα στις βάσεις δεδομένων αναφέρεται και ο γνωστός Τειρεσίας, η διατραπεζική βάση δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς. (Ο Τειρεσίας είναι Ανώνυμη Εταιρεία η οποία έχει ως μετόχους τις τράπεζες. Τα δεδομένα που τηρούνται από την εταιρεία διέπονται από το τραπεζικό απόρρητο.) Εντύπωση προκαλεί τέλος η πρόβλεψη για τη διασύνδεση του νέου συστήματος με το FBI χωρίς να διευκρινίζεται για ποια συγκεκριμένα βάση δεδομένων της αμερικανικής υπηρεσίας πρόκειται.
«Λίστες παρακολούθησης»
Παρότι η ΕΛΑΣ λέει πως το κίνητρο του έργου είναι η ταχύτερη ταυτοποίηση των στοιχείων των πολιτών, είναι χαρακτηριστικό πως, σύμφωνα με το τεύχος τεχνικών προδιαγραφών, από τους τρεις σταθμούς εργασίας για την πρόσβαση στην εφαρμογή ο ένας «θα εγκατασταθεί στο κέντρο επιχειρήσεων/πληροφοριών της Διεύθυνσης Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας».
Εντελώς άγνωστη στο πλατύ κοινό, η λεγόμενη ΔΙΔΑΠ έχει χαρακτηριστεί ως «μια δεύτερη ΕΥΠ» (Γιάννης Σουλιώτης, Καθημερινή, 2.9.2017, «Αυτονομείται η υπηρεσία Πληροφοριών της ΕΛ.ΑΣ.») ενώ όπως είχε επισημανθεί σε ρεπορτάζ της Εφημερίδας των Συντακτών και του Investigate Europe («PNR: εκατομμύρια «αθώοι» πολίτες επισήμως φακελωμένοι από τη νέα ΕΥΠ», 26.8.2018) συστήθηκε ως «διυπηρεσιακού χαρακτήρα κεντρικός κόμβος πληροφοριών (Central Intelligence Hub)».
Η εφαρμογή θα δίνει επίσης, τη δυνατότητα δημιουργίας «λιστών παρακολούθησης (watchlist) βάσει κριτηρίων», τα οποία ωστόσο δεν προσδιορίζονται στο σχετικό έγγραφο.
Homo Digitalis: Παραβιάζει η ΕΛΑΣ τη νομοθεσία της ΕΕ;
Τον Μάρτιο του 2020 η Homo Digitalis, οργάνωση που υπερασπίζεται τα ψηφιακά δικαιώματα, υπέβαλε αίτηση γνωμοδότησης στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) εκφράζοντας τις ανησυχίες της για τη νομική βάση του προγράμματος: «Υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο η ΕΛ.ΑΣ. να παραβιάσει τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων στο πλαίσιο της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων και τις διατάξεις του Ν.4624/2019 όταν παραλάβει και θέσει προς χρήση τις εν λόγω έξυπνες φορητές συσκευές λήψης και επεξεργασίας βιομετρικών δεδομένων σε επιτόπιους ελέγχους».
Σε τηλεφωνική συνέντευξη, ο συνιδρυτής της Homo Digitalis Λευτέρης Χελιουδάκης υποστήριξε πως αυτή τη στιγμή «δεν υπάρχει νομικό πλαίσιο, ούτε προεδρικό διάταγμα που να επιτρέπει την επαλήθευση υποκειμένων και την επεξεργασία βιομετρικών δεδομένων».
Ανεξαρτήτως, όμως, της νομιμότητας του προγράμματος, ο Λευτέρης Χελιουδάκης σημείωσε πως «θα έπρεπε να υπάρχει κάποια νομική διάταξη που να προβλέπει λεπτομερώς τα οργανωτικά μέτρα, καθώς και τα μέτρα ασφαλείας: ποιος θα έχει πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα, για ποιο χρονικό διάστημα, για πόσο καιρό αυτά θα αποθηκεύονται και ποιος θα είναι ο σκοπός της επεξεργασίας τους;».
Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα επικοινώνησε με την Homo Digitalis μερικούς μήνες αργότερα, στα τέλη του Αυγούστου του 2020, προαναγγέλοντας ότι θα διερευνήσει το ζήτημα.
Το Reporters United επικοινώνησε με την Αρχή ρωτώντας αν η έρευνα έχει ολοκληρωθεί και αν ναι, ποια είναι τα ευρήματα. Το γραφείο τύπου της Αρχής απάντησε πως η ΕΛ.ΑΣ. «απάντησε σε σχετικό έγγραφο της Αρχής Προστασίας Δεδομένων και παρείχε κάποιες πληροφορίες», χωρίς ωστόσο να μας παράσχει περισσότερες λεπτομέρειες για το περιεχόμενο αυτών των πληροφοριών.
«Η Αρχή παρακολουθεί στενά και συμμετέχει σε συζητήσεις στο πλαίσιο εργασιών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (ΕΣΠΔ) για το σχετικό θέμα της τεχνολογίας αναγνώρισης προσώπου και ταυτοποίησης βάσει βιομετρικών δεδομένων, οι οποίες έχουν ως σκοπό την έκδοση οδηγιών από το ΕΣΠΔ για την προαναφερθείσα χρήση τεχνολογίας από τις αρχές επιβολής του νόμου. Οι εν λόγω οδηγίες (σχέδιο οδηγιών) βρίσκονται στο τελικό στάδιο διαβούλευσης πριν την έγκρισή τους από το ΕΣΠΔ με στόχο την ενιαία και ομοιόμορφη αντιμετώπιση της εν λόγω τεχνολογίας», έγραψε στο πλαίσιο ηλεκτρονικής αλληλογραφίας.
Παρόλα αυτά, αξιωματούχος της ΕΛΑΣ διαβεβαιώνει ότι «υπάρχουν συγκεκριμένοι νόμοι και κάθε μέτρο θα συμβαδίζει με τη σχετική νομοθεσία».
Η τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου θέτει ηθικά ζητήματα που προβληματίζουν τους πολίτες αλλά και τις οργανώσεις πολιτικών ελευθεριών, σε όλο τον κόσμο.
Οι συνήγοροι υπεράσπισης ισχυρίζονται ότι η τεχνολογία βελτιώνει την δημόσια τάξη και ασφάλεια. Αλλά οι επικριτές υποστηρίζουν ότι η συγκεκριμένη τεχνολογία συχνά παρεμβαίνει με αυθάδεια στην ιδιωτικότητα και συχνά είναι ανακριβής, ενώ καλούν για ρύθμιση ώστε να αποτραπεί κατάχρηση από τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου. Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα είναι η «προκατάληψη», δηλαδή η αστοχία του λογισμικού της συγκεκριμένης τεχνολογίας να αναγνωρίσει σωστά άτομα που ανήκουν σε έγχρωμες φυλετικές ομάδες και σε γυναίκες.
Τον περασμένο μήνα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε το προσχέδιο των ρυθμίσεων για τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης στις οποίες περιλαμβάνονται περιορισμοί στις τεχνολογίες αναγνώρισης προσώπου. Επίσης, λέγεται ότι Καναδάς και Ιαπωνία επίσης εξετάζουν σχετικές προτάσεις.
Ήδη, στις Ηνωμένες Πολιτείες, τεχνολογικές εταιρείες συμπεριλαμβανομένων των Microsoft και Amazon έχουν ανακοινώσει ότι προσωρινά σταμάτησαν να παρέχουν στις υπηρεσίες επιβολής του νόμου εργαλεία αναγνώρισης προσώπου. Το 2019, το Σαν Φρανσίσκο έγινε η πρώτη πόλη στις ΗΠΑ που απαγόρευσε τη χρήση τέτοιων τεχνολογιών από τις τοπικές αρχές.
Ωστόσο, στο Ηνωμένο Βασίλειο, μία νέα υπηρεσία ελέγχου των βιομετρικών μέσων – που προχώρησε σε διερεύνηση πώς η αστυνομία και άλλες υπηρεσίες αναπτύσσουν βιομετρικά εργαλεία και κάμερες επιτήρησης – έχει ανακοινώσει ότι η χρήση τεχνολογιών αναγνώρισης προσώπου δεν θα πρέπει να απαγορευτούν.
Ο Φρέιζερ Σάμπσον, επίτροπος της Βρετανίας για τη διατήρηση και χρήση βιομετρικών υλικών, έχει πει ότι η χρήση τέτοιου είδους υλικού θα πρέπει να αφεθεί στη διάθεση των υπηρεσιών επιβολής του νόμου και όχι στους νομοθέτες. Επιπλέον, υποστήριξε ότι οι εγκληματίες ολοένα και περισσότερο βασίζονται στην προηγμένη τεχνολογία και η αστυνομία «πρέπει να αναπτύξει ανάλογες τεχνολογικές ικανότητες». Υπενθυμίζεται ότι η Μητροπολιτική Αστυνομία του Λονδίνου χρησιμοποιεί τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου σε πραγματικό χρόνο.
Στα γραφήματα που ακολουθούν, εμφανίζονται τα πλέον πρόσφατα δεδομένα σχετικά με την άνοδο της τεχνολογίας αναγνώρισης προσώπου, την ακρίβειά της και την κλίμακα της εμπιστοσύνης του κοινού στο συγκεκριμένο θέμα.
Στη Βόρεια Αμερική, η αξία της αγοράς της τεχνολογίας αναγνώρισης προσώπου προβλέπεται να αναπτυχθεί ραγδαία.
Η παγκόσμια ζήτηση επίσης αυξάνεται ραγδαία, και οι εξειδικευμένες εταιρείες, σε αρκετές χώρες, έχουν καταφέρει να συγκεντρώσουν περισσότερα επενδυτικά κεφάλαια τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Η Κίνα, και σε μικρότερη έκταση οι ΗΠΑ, ηγούνται της αγοράς. Η Κίνα έχει πραγματοποιήσει μεγάλες επενδύσεις στην Τεχνητή Νοημοσύνη, συμπεριλαμβανομένης της τεχνολογίας αναγνώρισης προσώπου, και έχει αναπτύξει ραγδαία εφαρμογές που έχουν βοηθήσει την κυβέρνηση να επιταχύνει το πρόγραμμα παρακολούθησης και να επεκτείνει τον έλεγχο του πληθυσμού της. Στις ΗΠΑ, η ανάπτυξη της Τεχνητής Νοημοσύνης είναι αντικείμενο του ιδιωτικού τομέα, με επικέντρωση στις εμπορικές εφαρμογές.
Η εμπιστοσύνη εξαρτάται από το ποιος και που χρησιμοποιεί την αναγνώριση προσώπου. Ορισμένες έρευνες υποστηρίζουν ότι η τεχνολογία μπορεί να λειτουργεί με «προκατάληψη».
Η Αμερικανική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών σε μία δοκιμή το 2018 βρήκε ότι το λογισμικό αναγνώρισης της Amazon (το οποίο αναγράφει ανορθόγραφα Rekognition αντί του Recognition) έκανε λάθος ταυτοποίηση σε 28 μέλη του Κογκρέσου, ταυτίζοντάς τους με άλλα άτομα που είχαν συλληφθεί κατά το παρελθόν. Πάνω από το 1/3 αυτών των λάθος ταυτοποιήσεων αφορούσε έγχρωμα άτομα. Σε μία ανάρτηση η Amazon συμφώνησε ότι η μεθοδολογία της δοκιμής περιείχε σφάλματα.
Μία άλλη μελέτη υποστηρίζει ότι η πιθανότητα λανθασμένης αναγνώρισης από μία φωτογραφία σύλληψης είναι υψηλότερη για τις γυναίκες και τις φυλετικές ομάδες μη-λευκών ατόμων, σε αντίθεση με τα άτομα που είναι άνδρες και λευκοί.
Πηγή: info-war.gr – reportersunited.gr – Οικονομικός Ταχυδρόμος