Ενα σκηνικό ανείπωτης φρίκης αντίκρισαν μπορούν αστυνομικοί και πυροσβέστες που μπήκαν στο σπίτι του 72χρονου Αντρές Φιλομένο και ανακάλυψαν στο υπόγειό του ανθρώπινα λείψανα, στον δήμο Ατισαπάν ντε Σαραγόσα, στο Μεξικό. Κανίβαλοι τον 21ο αιώνα; Ναι! Γιατί ποτέ δεν έπαψαν να υπάρχουν και να ζουν ανάμεσά μας
Λέγεται ότι οι Αρχές αναζητούσαν μία αγνοούμενη γυναίκα και έφθασαν στο σπίτι με τον μπλε διάδρομο όπου ζούσε ο 72χρονος, ο οποίος συνελήφθη ενώ υπάρχουν φόβοι ότι είχε σκοτώσει και είχε φάει δεκάδες γυναίκες, σε διάστημα 20 ετών.
Σύμφωνα με την Telediario, οι αστυνομικοί έφθασαν στο σπίτι για να τον ρωτήσουν για την εξαφάνιση μίας γυναίκας και βρήκαν ακρωτηριασμένα μέλη να βρίσκονται στο τραπέζι του. Κατά την ανάκριση, φέρεται να παραδέχθηκε ότι είχε σκοτώσει γύρω στις 30 γυναίκες σε διάστημα 20 ετών. Σύμφωνα με τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες, ο άνδρας είχε σε σημειωματάριο λίστα ονομάτων των θυμάτων του, ενώ πέρα από το γεγονός ότι σκότωνε τις γυναίκες, έτρωγε και μέλη από τα πτώματα. Οι αρμόδιοι αξιωματικοί δεν έχουν βρει ακόμη τα υπολείμματα από όλα τα φερόμενα θύματα του κανίβαλου, τόνισαν οι αστυνομικοί. Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, “βρήκαμε ένα υπόγειο που είχε φτιάξει ο ύποπτος όπου υπήρχε ένα φριχτό σκηνικό με ανθρώπινα απομεινάρια. Τουλάχιστον τώρα έχουμε τα λείψανα από αυτό που θα μπορούσε να είναι πέντε άνθρωποι, αλλά υπάρχει και σημειωματάριο, μία λίστα, όπου υπάρχουν ονόματα από διαφορετικούς ανθρώπους, διαφορετικές γυναίκες”.
Επίσης, σύμφωνα με το ειδησεογραφικό site Televisa, η αστυνομία βρήκε μέρη από πέντε περίπου ανθρώπους στο σπίτι του υπόπτου όπως και μαχαίρια που εικάζεται ότι χρησιμοποιήθηκαν για τη δολοφονία και τον διαμελισμό των θυμάτων. Οι αξιωματικοί βρήκαν επίσης αντικείμενα όπως και μία ταυτότητα που ανήκει στη Φλορ Νινέβεχ που εξαφανίστηκε τον Οκτώβριο του 2016. Άλλο ένα φερόμενο θύμα κατονομάζεται ως η Ρουμπισέλα Γκαλέγος Καστίγιο, που εξαφανίστηκε τον Ιούλιο του 2019. Σύμφωνα με τοπικές αναφορές ο ύποπτος δεν άντεχε την απόρριψη των όμορφων και νεαρών γυναικών.
Ο 72χρονος μεταφέρθηκε στη φυλακή Τλαλνεπάντλα για τον φόνο της Ρέινα Ν, της οποίας τα λείψανα βρέθηκαν στην ιδιοκτησία του. Η τελευταία φορά που είχαν δει ζωντανή τη γυναίκα ήταν στις 14 Μαΐου οπότε είχε πάει για ψώνια όταν έπεσε πάνω στον ύποπτο, που ζούσε κοντά. Λέγεται ότι τα μέλη της ήταν αυτά που βρήκαν πάνω στο τραπέζι οι αξιωματικοί. Η έρευνα είναι σε εξέλιξη.
Ενας ήσυχος (αλλά αχόρταγος) άνθρωπος
Ας γυρίσουμε όμως 30 χρόνια πριν.
τις 22 Ιουλίου του 1991, έπειτα από έφοδο της αστυνομίας σ’ ένα διαμέρισμα μιας λαϊκής συνοικίας του Μιλγουόκι, συνελήφθη ο χειρότερος κανίβαλος στην εγκληματολογική ιστορία των ΗΠΑ.
Σύμφωνα με τα λεγόμενα των γειτόνων του ο Τζέφρι Ντάμερ «ήταν ένας ήσυχος άνθρωπος». Το γεγονός αυτό όμως δεν τον εμπόδισε να παρασύρει και να δολοφονήσει «ήσυχα» τουλάχιστον 14 ανθρώπους. Τη στιγμή της σύλληψης του, στο διαμέρισμα του υπήρχαν 11 διαμελισμένα πτώματα και τρία βρασμένα ανθρώπινα κεφάλια! Το θέαμα ήταν φρικιαστικό. Σύμφωνα με την ιατροδικαστική έρευνα ο Ντάμερ βασάνιζε τα θύματα του, τα τεμάχιζε και στη συνέχεια έτρωγε τμήματα τους. Η περίπτωση του δυστυχώς δεν είναι και η μοναδική στην ιστορία του ανθρώπινου είδους.
Οι σπηλαιόβιοι πρόγονοί μας δεν έχαναν την ευκαιρία να κατασπαράζουν ο ένας τον άλλο. Την παλαιολιθική εποχή οι άνθρωποι του Νεάντερταλ συνήθιζαν ν’ αλληλοτρώγονται κατά τη διάρκεια των συγκρούσεών τους. Οι Homo Sapiens δεν εγκατέλειψαν ολοκληρωτικά αυτή την πρακτική. Από τη στιγμή ωστόσο που οι άνθρωποι παράτησαν το κυνήγι και τη νομαδική ζωή κι ασχολήθηκαν με την καλλιέργεια της γης και ιδιαίτερα μόλις δημιουργήθηκαν τα πρώτα οργανωμένα κράτη, ο πατροπαράδοτος κανιβαλισμός πέρασε στην «παρανομία», έγινε ταμπού κι απωθήθηκε από το συλλογικό ασυνείδητο. Και ο λόγος είναι προφανής: οι αιχμάλωτοι πολέμου, που θεωρούνταν ως τότε «δίποδη τροφή», απέκτησαν μεγαλύτερη αξία ως δούλοι, που καλλιεργούσαν τη Γη και πληρωτές φόρων, παρά ως μεσημεριανό γεύμα.
Όσο κι αν «εκπολιτιστήκαμε» όμως ο κανιβαλισμός δεν εξαλείφθηκε ποτέ. Ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί ότι οι κάτοικοι της Σκυθίας ήταν ανθρωποφάγοι, επειδή συνήθιζαν να τρώνε τους εχθρούς τους. Οι Ρωμαίοι κατηγορούσαν τους Κέλτες της Βρετανίας και της Ιρλανδίας ότι επιδίδονταν σε κανιβαλισμό και ανθρωποθυσίες. Το Μεσαίωνα πολλοί έλεγαν ιστορίες για τους τρομερούς Μογγόλους της Στέπας, που έτρωγαν το ωμό κρέας των θυμάτων τους. Την ίδια περίοδο οι Αζτέκοι, που θεωρούνται οι μεγαλύτεροι κανίβαλοι της ιστορίας, θυσίαζαν κατά χιλιάδες τους αιχμαλώτους τους πάνω σε αιμοσταγείς βωμούς και στη συνέχεια, αφού ο αρχιερέας έβγαζε την καρδιά τους για να την προσφέρει στους θεούς, τα σώματά τους κατέληγαν σ’ ένα οργιαστικό κανιβαλιστικό τσιμπούσι!
Ο κανιβαλισμός –η ονομασία κανίβαλος δόθηκε αρχικά από τους Ισπανούς θαλασσοπόρους στους ανθρωποφάγους της Καραϊβικής (Cannibal από το Caribal, που σημαίνει Καραϊβικός)– είναι μια πανάρχαια συνήθεια, που θυμίζει στον άνθρωπο την ταπεινή, ζωώδη καταγωγή του. Είναι ένας «απαγορευμένος καρπός», που προστατεύεται από πανίσχυρα ανασταλτικά ταμπού. Αν και ο πολιτισμός μας τον απαγορεύει ρητά, χρησιμοποιώντας μάλιστα και θρησκευτικές απαγορεύσεις, εντούτοις ο κανιβαλισμός έχει κάνει αισθητή την παρουσία του σε όλη τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας. Δεν είναι μόνον ο Κρόνος που έτρωγε τα παιδιά του, αλλά και πολλές πρωτόγονες φυλές που ζούσαν σε περιοχές, όπου οι πηγές πρωτεϊνών σπάνιζαν. Εκεί ο κανιβαλισμός ήταν μια συνηθισμένη πολεμική πρακτική.
Στα νησιά της Χαβάης η λέξη άνθρωπος σημαίνει ακόμη «όρθιος χοίρος», ενώ μια φυλή της Νέας Γουϊνέας ονομάζει τον εαυτό της Ασμάτ, που σημαίνει «Άνθρωποι», σε αντίθεση με όλους τους άλλους, τους οποίους αποκαλεί Μανόουε, δηλαδή «Φαγώσιμους»! Και πριν από δύο μόλις αιώνες οι ιθαγενείς Μαορί της Νέας Γουϊνέας συνήθιζαν πριν εκστρατεύσουν να μένουν για μέρες νηστικοί, ενώ στο δρόμο για τη μάχη μιλούσαν για τη «γλυκιά γεύση» που θα είχε το κρέας των εχθρών τους. «Η σάρκα σας κόλλησε ανάμεσα στα δόντια μου», φώναζαν οι ίδιοι στους κατατρομαγμένους συγγενείς των θυμάτων τους…
Ακόμη και σήμερα σχεδόν κάθε κάτοικος του νησιωτικού συμπλέγματος της Πολυνησίας γνωρίζει ότι οι πρόγονοι του ήταν kai-tangata, δηλαδή «ανθρωποφάγοι». Κάποιοι μάλιστα αστειεύονται γι’ αυτό, ενώ οι υπόλοιποι ντρέπονται μήπως και τους θεωρήσουν πρωτόγονους και βαρβάρους. Σύμφωνα με τον πάτερ Ρουσέλ ο κανιβαλισμός δεν εξαφανίστηκε από αυτά τα νησιά παρά μόνον μετά την έλευση του χριστιανισμού. Προηγουμένως οι ιθαγενείς έτρωγαν μεγάλο αριθμό ανθρώπων, κυρίως Περουβιανών εμπόρων. Αλλά η κύρια πηγή κανιβαλισμού ήταν οι αιχμάλωτοι πολέμου. Οι πολεμιστές έτρωγαν τα πιο νόστιμα σημεία του σώματος των αιχμαλώτων τους, αφήνοντας τα υπόλοιπα για τα γυναικόπαιδα.
Ο κανιβαλισμός των νησιών του Ειρηνικού δεν υπαγορευόταν από κάποιο θρησκευτικό έθιμο ή απλά από δίψα για εκδίκηση. Περισσότερο υπαγορεύονταν από μια λαχτάρα για ανθρώπινο κρέας, που ωθούσε τους κατοίκους των νησιών να σκοτώσουν μόνο και μόνο για να καταβροχθίσουν –ελλείψει άλλης πηγής πρωτεϊνών, εφόσον ο άνθρωπος είναι το μεγαλύτερο θηλαστικό σ’ αυτά τα νησιά– φρέσκο κρέας. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις οι γυναίκες και τα παιδιά ήταν τα κατεξοχήν θύματα.
Ο κανιβαλισμός, που δεν πρέπει να σχετίζεται με την ανθρωποφαγία, μια πρακτική συχνή στους αποκλεισμένους και πολιορκημένους που έχει να κάνει με την έλλειψη τροφής και με το πανίσχυρο ένστικτο της αυτοσυντήρησης, έδωσε το παρόν του και στη διάρκεια του αιώνα μας. Κύρια αιτία υπήρξε η πείνα. Οι Ρώσοι γνώρισαν καλά αυτή την αιτία. Στα πρώτα χρόνια της κομμουνιστικής διακυβέρνησης η χώρα υπέφερε από τη μεγαλύτερη πεινά, που γνώρισε η Ευρώπη από τον 19ο αιώνα. Το 1921 περίπου πέντε εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν στις περιοχές του Βόλγα και των Ουραλίων, ενώ η Ουκρανία υπέφερε από πείνα το 1931 εξ αιτίας της σταλινικής κολεκτιβοποίησης των αγροκτημάτων. Για να μην πεθάνουν από την πείνα αρκετοί άνθρωποι αναγκάστηκαν τότε να φάνε συνανθρώπους τους. Επίσης κατά τη διάρκεια των 444 ημερών της πολιορκίας από τους Γερμανούς του Λένιγκραντ (Αγία Πετρούπολη), οι υπερασπιστές του αναγκάστηκαν να φάνε πτώματα.
Το 1967 στην επαρχία Guangxi της νότιας Κίνας, κατά τη διάρκεια της λεγόμενης «Πολιτιστικής Επανάστασης», χιλιάδες υποτιθέμενοι αντιφρονούντες φαγώθηκαν από «πρωτεϊνοβόρα» στελέχη του Κόμματος. Το 1997, κατά τη διάρκεια της μεγάλης πείνας στη Βόρεια Κορέα, ένα ζευγάρι εκτελέστηκε επειδή σκότωσε περίπου 50 παιδάκια, για να πουλήσει το κρέας τους παστό στην αγορά!
Περιπτώσεις «δράκων», που δολοφονούσαν κι έτρωγαν τ’ αθώα θύματά τους έχουν εμφανιστεί σχεδόν σε όλες τις περιοχές του πλανήτη μας. Η συχνότερη πάντως στην εποχή μας μορφή κανιβαλισμού είναι ο λεγόμενος «ψυχοπαθολογικός» κανιβαλισμός, που σχετίζεται με ψυχικές διαταραχές και παράνοια. Όλοι μας είμαστε λίγο πολύ «λανθάνοντες κανίβαλοι», που μπορούμε να «ξυπνήσουμε» αν συντρέξουν ειδικοί λόγοι…
Δεν υπάρχουν κανίβαλοι, τον τελευταίο τον … έφαγα εγώ
Ο κατάλογος των σύγχρονων κανίβαλων είναι αρκετά μακρύς. Ας αναφερθούμε σε ορισμένες χαρακτηριστικές περιπτώσεις ξεκινώντας από τον «Χάνιμπαλ Λέκτερ» της Βενεζουέλας. Ο Ντόραντζελ Βάργκας, που καταβρόχθισε τουλάχιστον 10 άνδρες, δήλωσε ατάραχος στους έκπληκτους αστυνομικούς που τον συνέλαβαν τον Φεβρουάριο του 1999: «Φυσικά και τρώω ανθρώπους. Ο καθένας μπορεί να φάει ανθρώπινο κρέας, αλλά πρέπει πρώτα να το πλύνει και να το ψήσει καλά για ν’ αποφύγει τις αρρώστιες. Εγώ τρώω μόνον τα μέρη που έχουν μύες… Κάνω πολύ νόστιμη βραστή γλώσσα και χρησιμοποιώ τα μάτια για να κάνω μια πηχτή υγιεινή σούπα…» Ο ίδιος είπε ότι προτιμά το ανδρικό κρέας από το γυναικείο και ότι δεν τρώει χέρια, πόδια, και όρχεις, μολονότι «θα έμπαινε στον κόπο να τα δοκιμάσει σε περιπτώσεις ανάγκης»! Ο Βάργκας απέρριπτε τους παχύσαρκους άνδρες επειδή είχαν πολύ χοληστερίνη και τους γέρους επειδή το κρέας τους ήταν «μολυσμένο και πολύ σκληρό»!
Ορισμένες χαρακτηριστικές περιπτώσεις ανθρώπων που έχουν υποκύψει στην λεγόμενη «κανιβαλιστική παρέκκλιση», εμφανίστηκαν στην προναζιστική Γερμανία. Όταν ο ναζισμός επικράτησε στη Γερμανία όλοι οι λανθάνοντες κανίβαλοι ενσωματώθηκαν στο σύστημα… Ο Γκέοργκ, ο περιβόητος «τρελός χασάπης», ήταν ένας Γερμανός κανίβαλος που έδρασε μετά τον Α’ Π. Πόλεμο και ζούσε πουλώντας ανθρώπινο κρέας. Ήταν πρώην χασάπης και δεν είχε κανένα ενδοιασμό στα εγκλήματα του. Τις νύχτες, έπειτα από κατανάλωση πολύ αλκοόλ, ο Γκεόργκ έφερνε τις μεθυσμένες πόρνες στο σπίτι του, έκανε μαζί τους σεξ και κατόπιν τις τεμάχιζε! Την επόμενη μέρα πουλούσε το κρέας τους ως βοδινό ή χοιρινό στην ντόπια αγορά. Συνελήφθη τον Αύγουστο του 1921, όταν ο σπιτονοικοκύρης του κάλεσε την αστυνομία αφού είδε τη σκηνή ενός καβγά με μια πόρνη. Μέσα στο δωμάτιο του βρέθηκε ένα φρεσκοκομμένο σώμα, καθώς και ίχνη από τα διαμελισμένα κορμιά τριών κοριτσιών…
Ένας άλλος Γερμανός, που κατοικούσε στη Σιλεσία, έδειξε κι αυτός μια ιδιαίτερη προτίμηση στα «όρθια γουρούνια», στους ανθρώπους. Ο Ντένκε έσφαξε τουλάχιστον 30 συντοπίτες του, κρατώντας μάλιστα τα απομεινάρια τους στο υπόγειο του σπιτιού του. Όταν συνελήφθη το 1924 ομολόγησε στους αστυνομικούς ότι τα τελευταία τρία χρόνια έτρωγε μόνον φρέσκο ανθρώπινο κρέας!
Ο Χέρμαν, ένας ακόμη Γερμανός κανίβαλος της μεσοπολεμικής περιόδου, κυνηγούσε νεαρά αγόρια στους σταθμούς τρένων του Ανόβερο. Ευχαριστιόταν να βασανίζει τα θύματα του μέχρι θανάτου κι έκανε λουκάνικα με τα απομεινάρια τους! Ήταν ένας δολοφόνος-επιχειρηματίας, καθώς πουλούσε το κρέας και το μαλλί των θυμάτων του στην τοπική μαύρη αγορά…
Στη μεταπολεμική Γερμανία πασίγνωστη υπήρξε η περίπτωση του Κρόλ, που δρούσε στη βιομηχανική περιοχή του Ρουρ για πάνω από 20 χρόνια και ήταν υπεύθυνος για τουλάχιστον 14 θανάτους. Ήταν γύρω στα 65 ετών όταν, έπειτα από τον 6ο φόνο του, δοκίμασε για πρώτη φορά ανθρώπινο κρέας κι ανακάλυψε το πάθος του γι’ αυτό. Στις 3 Ιουλίου του 1976 η αστυνομία εισέβαλε στο διαμέρισμα του και βρήκε πλαστικές σακκούλες γεμάτες με ανθρώπινα κρέατα και στον καταψύκτη του μαζί με πάγο, καρότα και πατάτες, βρέθηκε το κεφάλι ενός τετράχρονου κοριτσιού!
Αν και ο Δυτικός πολιτισμός έχει εξορκίσει τον κανιβαλισμό ως το Απόλυτο Ταμπού, ως μια φρικαλεότητα που ταυτίζεται με την επιστροφή σε προγενέστερα στάδια εξέλιξης, δεν κατάφερε εντούτοις να τον ξεριζώσει. Η ιστορία μας είναι διάσπαρτη από περιπτώσεις «πολιτισμένων» ανθρώπων που επιδίδονταν στον κανιβαλισμό. Γιατί ο «πολιτισμός» μας δεν κατόρθωσε, παρά τις όποιες απαγορεύσεις, να δημιουργήσει στα μέλη του μια μόνιμη αποστροφή προς το ανθρώπινο κρέας; Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Γιατί ο άνθρωπος φτάνει σε αυτό το σημείο
Εαν βάλεις στον ίδιο χώρο ένα παιδί, ένα γατάκι και ένα μήλο, το παιδί θα παίξει με το γατάκι και όταν πεινάσει θα φάει το μήλο. Ο άνθρωπος ως είδος ξεκίνησε σαν ένα άκακο χορτοφάγο θηλαστικό, η νοημοσύνη όμως που ανέπτυξε τον βοήθησε να αναπτύξει τεχνικές για την αναζήτηση τροφής οι οποίες τον εξέλιξαν σε σαρκοφάγο και εν τέλει παμφάγο. Τα όπλα τα οποία ανακάλυψε για την αναζήτηση της τροφής, έδωσαν στον άνθρωπο μια τεχνητή δύναμη την οποία δεν είχε βιολογικά, σε αντίθεση με τα σαρκοβόρα ζώα τα οποία την διαθέτουν από κατασκευής.
Τα μεγάλα σαρκοφάγα ζώα όπως τα λιοντάρια οι τίγρεις κτλ, διαθέτουν ένα αντικανιβαλιστικό μηχανισμό που τα αποτρέπει από το σκοτώνουν το είδος τους με σκοπό να τραφούν από αυτό. Ο άνθρωπος με την εξέλιξη του από χορτοφάγο σε παμφάγο ζώο δεν διαθέτει αυτό το μηχανισμό και γι’αυτό στρέφεται συχνά εναντίον του είδους του με αποκλειστικό σκοπό να το σκοτώσει για να το φάει. Αυτό συναντάται μόνο στα παμφάγα ζώα.
Ο κανιβαλισμός υπάρχει από την παλαιολιθική εποχή
Οι πρόγονοί μας που ζούσαν στην παλαιολιθική εποχή, κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων τους, συνήθιζαν να αλληλοτρώγονται. Η πρακτική αυτή συνεχίστηκε και με την εμφάνιση του Homo sapiens. Το φαινόμενο άρχισε να εξασθενεί, όταν ο άνθρωπος άρχισε να καλλιεργεί τη γη και σταμάτησε να τρέφεται αποκλειστικά με το κυνήγι. Τότε έγινε κατανοητό πως οι αιχμάλωτοι των συγκρούσεων ήταν πολύ πιο χρήσιμοι ως εργατικά χέρια που θα παράγουν τροφή παρά ως πηγή τροφής οι ίδιοι.
Η σύσταση οργανωμένων κοινωνιών και αργότερα κρατών, έφεραν το φαινόμενο του κανιβαλισμού στα επίπεδα της παρανομίας χωρίς αυτό να σημαίνει πως εξαλείφθηκε τελείως. Όσο και αν εκπολιτίζοταν ο άνθρωπος, υπήρχαν πάντα κοινωνίες οι οποίες επιδίδονταν σε κανιβαλισμό. Οι Αρχαίοι Σκύθες συνήθιζαν να τρώνε τους εχθρούς τους, οι Κέλτες της Βρετανίας κατηγορούνταν από του Ρωμαίους για ανθρωποφαγία, την εποχή του μεσαίωνα έζησαν οι μεγαλύτεροι ανθρωποφάγοι της ιστορίας, οι Αζτέκοι, οι οποίοι επιδίδονταν σε μαζικές ανθρωποθυσίες και έπειτα κανιβάλιζαν τα πτώματα των θυσιασμένων. Όσο και αν εκπολιτίστηκε ο άνθρωπος, πάντα υπήρχαν κοινωνίες που επιδίδονταν σε κανιβαλισμό, ιδιαίτερα σε περιοχές όπου η εξεύρεση πρωτεϊνών ήταν δύσκολη.
Σήμερα υπάρχει αυτό το φαινόμενο;
Στη σύγχρονη εποχή, ο κανιβαλισμός θεωρείται ταμπού και είναι απαγορευμένος. Έχουν υπάρξει φαινόμενα ανθρωποφαγίας τα οποία σχετίζονται με καταστάσεις έκτακτης ανάγκης και επιβίωσης . Το 1972, ένα αεροπλάνο που μετέφερε μια ομάδα ράγκμπι από την Ουρουγουάη στη Χιλή συνετρίβει στην κορυφή ενός βουνού. Από τους 45 επιβάτες επέζησαν τελικά οι 16, οι οποίοι τους 2 μήνες που χρειάστηκε για να εντοπιστούν, επιβίωσαν τρώγοντας τους νεκρούς συνεπιβάτες τους. Πιο πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί ένα ζευγάρι Βορειοκορεατών οι οποίοι εκτελέστηκαν διότι κατά τη διάρκεια της μεγάλης επισιτιστικής κρίσης της Βόρειας Κορέας το 1997, σκότωσαν και τεμάχισαν 50 παιδιά με σκοπό να πουλήσουν το κρέας τους.
Υπάρχουν όμως και πάμπολες περιπτώσεις κανιβάλων στη σύγχρονη εποχή, που δεν σχετίζονται με το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, αλλά με αυτό που ονομάζεται «κανιβαλιστική περέκλλιση» ή «ψυχοκανιβαλιστικό σύνδρομο». Όλοι κρύβουμε μέσα μας ένα κανίβαλο και υπό προυποθέσεις μπορεί να βγεί στην επιφάνεια. Η τραυματική παιδική ηλικία, η εκδικητική μανία, η σεξουαλική καταπίεση, είναι παράγοντες που μπορεί να οδηγήσουν σε κανιβαλισμό.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Ντόρανζελ Βάργκας από τη Βενεζουέλα, ο οποίος συνελήφθει το 1999 με την κατηγορία ότι σκότωσε και στη συνέχεια έφαγε 10 άνδρες. Η ομολογία του ήταν σοκαριστική «Φυσικά και τρώω ανθρώπους. Ο καθένας μπορεί να φάει ανθρώπινο κρέας, αλλά πρέπει πρώτα να το πλύνει και να το ψήσει καλά για ν’ αποφύγει τις αρρώστιες. Εγώ τρώω μόνον τα μέρη που έχουν μύες…».
Από τον άνθρωπο του Νεάντερταλ μέχρι τον Βάργκας, ο κανιβαλισμός είναι συνοδοιπόρος του ανθρώπου. Αν και απαγορευμένος με νόμους θρησκευτικούς και πολιτειακούς, βρίσκεται πάντα κρυμμένος μέσα μας και περιμένει τις κατάλληλες συνθήκες για να εμφανιστεί και να μας θυμίσει την ταπεινή ζωώδη καταγωγή μας. Σύμφωνα με τον Σίγμουντ Φρόιντ υπάρχουν τρείς παρορμήσεις του ανθρώπου που σχετίζονται με την άρνηση του πολιτισμού, ο φόνος, η αιμομιξία και… ο κανιβαλισμός.
Είμαστε όλοι κανίβαλοι
του Κλωντ Λεβί-Στρως[1]
Μέχρι το 1932, τα όρη στο εσωτερικό της Νέας Γουινέας παρέμεναν η τελευταία τελείως άγνωστη περιοχή του πλανήτη. Περιβάλλονταν από απροσπέλαστα φυσικά εμπόδια. Πρώτοι διείσδυσαν σε αυτά χρυσοθήρες και από κοντά ακολούθησαν ιεραπόστολοι, αλλά ο παγκόσμιος πόλεμος διέκοψε αυτές τις απόπειρες. Μόλις από το 1950 άρχισε να γίνεται αντιληπτό ότι αυτή η τεράστια έκταση κατοικούνταν από περίπου ένα εκατομμύριο ανθρώπους που μιλούσαν γλώσσες διαφορετικές και της ίδιας οικογένειας. Οι λαοί αυτοί αγνοούσαν την ύπαρξη των λευκών, τους οποίους πέρασαν για θεότητες ή φαντάσματα. Τα έθιμά τους, οι πεποιθήσεις τους, η κοινωνική τους οργάνωση επρόκειτο να ανοίξουν ένα απρόσμενο πεδίο μελετών στους εθνολόγους.
Όχι μόνο στους εθνολόγους. Το 1956 ένας Αμερικανός βιολόγος, ο δρ Κάρλτον Γκάιντουσεκ, ανακάλυψε εκεί μία άγνωστη ασθένεια. Σε έναν πληθυσμό τριανταπέντε χιλιάδων μοιρασμένο σε εκατόν εξήντα χωριά μέσα σε μια έκταση διακοσίων πενήντα τετραγωνικών μιλίων, ένα άτομο στα εκατό πέθαινε κάθε χρόνο από έναν εκφυλισμό του κεντρικού νευρικού συστήματος που εκδηλωνόταν με ανεξέλεγκτους σπασμούς (εξ ου και το όνομα της ασθένειας: kuru, που σημαίνει «τρέμω» ή «τουρτουρίζω» στη γλώσσα της αντίστοιχης πληθυσμιακής ομάδας) και έναν προοδευτικό αποσυντονισμό των εκούσιων κινήσεων, που ακολουθούνταν από πολλαπλές μολύνσεις. Αρχικά ο Γκάιντουσεκ θεώρησε την ασθένεια γενετικής προέλευσης, αλλά στη συνέχεια απέδειξε ότι προκαλούνταν από έναν αργό ιό, ιδιαίτερα ανθεκτικό, τον οποίο ακόμη δεν έχουμε καταφέρει να απομονώσουμε. Ήταν η πρώτη φορά που παρατηρούνταν στον άνθρωπο μία εκφυλιστική ασθένεια που προκαλείται από αργό ιό· υπάρχουν όμως ζωικές ασθένειες, όπως η «τρομώδης νόσος» των προβάτων (στα αγγλικά scrapie) και η ασθένεια των τρελών αγελάδων που κάνει θραύση προσφάτως στη Μεγάλη Βρετανία, οι οποίες είναι πολύ παραπλήσιες. Στον ίδιο τον άνθρωπο, μια άλλη εκφυλιστική ασθένεια του νευρικού συστήματος, η νόσος Κρόιτσφελντ-Γιάκομπ, υπάρχει σε σποραδική μορφή σε όλο τον κόσμο. Δείχνοντας ότι η νόσος αυτή, όπως και το kuru, μπορεί να μεταδοθεί σε πιθήκους μέσω εμβολιασμού, ο Γκάιντουσεκ απέδειξε ότι είναι πανομοιότυπη με το kuru (μία γενετική προδιάθεση πάντως δεν αποκλείεται). Για την ανακάλυψη αυτή του απονεμήθηκε το Νόμπελ ιατρικής το 1976.
Στην περίπτωση του kuru, η γενετική υπόθεση δεν ταίριαζε πολύ με τη στατιστική. Η ασθένεια χτυπούσε τις γυναίκες και τα νεαρά παιδιά πολύ συχνότερα απ’ ό,τι τους ενήλικους άνδρες, σε σημείο που, στα χωριά που θίγονταν περισσότερο, αντιστοιχούσε μόλις μία γυναίκα σε δύο ή τρεις άνδρες, ενίοτε τέσσερις. Έτσι, το kuru, που εμφανίστηκε απ’ ό,τι φαίνεται στις αρχές του αιώνα, είχε και κοινωνιολογικές συνέπειες: πτώση της πολυγαμίας, αυξημένη αναλογία αρσενικών αγάμων ή χήρων επικεφαλής οικογενείας, μεγαλύτερη ελευθερία για τις γυναίκες προς επιλογή συζύγου.
Αλλά, εάν το kuru ήταν μολυσματικής προέλευσης, έμενε ακόμα να βρούμε τον ή τους φορείς του ιού, και το λόγο της μη ομαλής κατανομής του ανά ηλικία και φύλο. Αρχικά διερευνήθηκαν οι παράγοντες της διατροφής και της ανθυγιεινής κατάστασης των καλυβιών όπου ζούσαν οι γυναίκες και τα παιδιά (χωριστά από τους συζύγους ή πατεράδες τους, οι οποίοι διαμένουν μαζί σε ένα κοινό σπίτι· οι ερωτικές συναντήσεις λαμβάνουν χώρα στο δάσος ή στους κήπους), χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Όταν οι εθνολόγοι διείσδυσαν με τη σειρά τους στην περιοχή, διατύπωσαν μία άλλη υπόθεση. Πριν περάσουν υπό τον έλεγχο της αυστραλιανής διοίκησης, οι ομάδες που ήταν θύματα του kuru επιδίδονταν στον κανιβαλισμό. Το να τρώνε το πτώμα ορισμένων στενών συγγενών ήταν ένας τρόπος για να τους δείξουν αγάπη και σεβασμό. Οι άνθρωποι αυτοί έψηναν τη σάρκα, τα εντόσθια, τον εγκέφαλο· διευθετούσαν τα οστά στοιβαγμένα μαζί με λαχανικά. Οι γυναίκες, που αναλάμβαναν τον τεμαχισμό των πτωμάτων και τις λοιπές μαγειρικές δραστηριότητες, γεύονταν ιδιαίτερα αυτά τα μακάβρια γεύματα. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι κολλούσαν την ασθένεια καθώς καταπιάνονταν με μολυσμένους εγκεφάλους και, μέσω σωματικής επαφής, την μετέδιδαν και στα νεαρά παιδιά τους.
Φαίνεται ότι οι κανιβαλικές αυτές πρακτικές ξεκίνησαν στην περιοχή την ίδια εποχή που εμφανίστηκε και το kuru· και ότι, αφότου η παρουσία λευκών έθεσε τέρμα στον κανιβαλισμό, το kuru άρχισε να φθίνει τακτικά, μέχρι που σήμερα έχει σχεδόν εκλείψει. Θα μπορούσε λοιπόν να υπάρχει ένας δεσμός αιτίας και αποτελέσματος. Επιβάλλεται ωστόσο επιφυλακτικότητα, διότι οι κανιβαλικές πρακτικές είχαν ήδη εξαφανιστεί όταν άρχιζαν οι έρευνες. Δεν διαθέτουμε καμία άμεση παρατήρηση, καμία επιτόπια εμπειρία, που να επιτρέπει να ισχυρισθούμε ότι το πρόβλημα έχει οριστικά λυθεί.
*
* *
Από την άλλη, εδώ και μερικούς μήνες[2], στη Γαλλία, τη Μεγάλη Βρετανία, την Αυστραλία, διαβάζουμε στον τύπο παθιασμένες αναφορές για περιπτώσεις της νόσου Κρόιτσφελντ-Γιάκομπ (που όπως είπα είναι πανομοιότυπη με το kuru) συνεπεία ενέσεων ορμόνης η οποία προέρχεται από ανθρώπινες υποφύσεις, ή εμφυτευμάτων από μεμβράνες τα οποία λήφθηκαν από ανθρώπινους εγκεφάλους (η υπόφυση είναι ένας μικρός αδένας που βρίσκεται στη βάση του εγκεφάλου). Οι αγωγές αυτές προορίζονται να καταπολεμήσουν, η μεν πρώτη προβλήματα ανάπτυξης σε νεαρά παιδιά, η δε δεύτερη τη γυναικεία στειρότητα. Πολλοί θάνατοι αναφέρθηκαν στη Μεγάλη Βρετανία, τη Νέα Ζηλανδία, τις Ηνωμένες Πολιτείες όσον αφορά τη στειρότητα· άλλοι, πιο πρόσφατα, στη Γαλλία σε παιδιά που δέχθηκαν αγωγή με αυξητική ορμόνη παρμένη από ανθρώπινους εγκεφάλους πιθανόν πλημμελώς αποστειρωμένους. Γίνεται λόγος για ένα σκάνδαλο συγκρίσιμο με εκείνο το οποίο, σε μεγαλύτερη κλίμακα, είχε συνταράξει προ ετών τη γαλλική κοινή γνώμη: την υπόθεση του αίματος που είχε μολυνθεί με τον ιό του AIDS, και, όπως τότε, υπήρξαν προσφυγές στη δικαιοσύνη.
Έτσι λοιπόν, η υπόθεση που πρότειναν οι εθνολόγοι και δέχθηκαν οι γιατροί και οι βιολόγοι, ότι το kuru, ασθένεια προσίδϊα σε κάποιους μικρούς εξωτικούς πληθυσμούς, έχει τη ρίζα του στον κανιβαλισμό, βρίσκει μία θεαματική τεκμηρίωση πολύ κοντά μας: εδώ όσο κι εκεί, αδελφές ασθένειες μεταδίδονται σε παιδιά και γυναίκες στις οποίες, μέσα από διαφορετικές οδούς ίσως, ενσωματώνονται ανθρώπινες εγκεφαλικές ουσίες. Μία περίπτωση δεν αποδεικνύει μία άλλη, αλλά υπάρχει μεταξύ τους εντυπωσιακή αναλογία.
Μπορεί να υπάρξουν διαμαρτυρίες εναντίον μίας τέτοιας συσχέτισης. Ωστόσο, ποια ουσιώδης διαφορά υπάρχει ανάμεσα στη στοματική και την αιματική οδό, ανάμεσα στην κατάποση και την ένεση, προκειμένου να εισαχθεί σε έναν οργανισμό λίγη από την ουσία ενός άλλου; Κάποιοι θα πουν ότι η ζωώδης όρεξη για ανθρώπινη σάρκα είναι αυτή που κάνει τρομερό τον κανιβαλισμό. Αυτοί όμως θα πρέπει να περιορίσουν αυτή την καταδίκη σε ορισμένες ακραίες περιπτώσεις, και να εξαιρέσουν από τον ορισμό του κανιβαλισμού άλλες διαπιστωμένες περιπτώσεις όπου αυτός επιβάλλεται ως θρησκευτικό καθήκον, το οποίο συχνά επιτελείται με αποστροφή, ακόμα και με αηδία, που μεταφράζεται σε δυσφορία και εμετούς.
Η διαφοροποίηση που θα είχαμε τον πειρασμό να κάνουμε ανάμεσα σε ένα έθιμο βαρβαρότητας και δεισιδαιμονίας, αφενός, και μια πρακτική θεμελιωμένη στην επιστημονική γνώση αφετέρου, δεν θα ήταν ούτε αυτή απολύτως πειστική. Πολυάριθμες χρήσεις ουσιών αντλημένων από το ανθρώπινο σώμα, επιστημονικές στα μάτια παλαιών φαρμακοποιών, σήμερα μας φαίνονται δεισιδαιμονίες. Και η ίδια η σύγχρονη ιατρική απαγορεύει μετά από λίγα χρόνια αγωγές που θεωρήθηκαν άλλοτε δραστικές, αλλά τώρα αποδεικνύονται αναποτελεσματικές αν όχι επιβλαβείς. Το όριο εμφανίζεται έτσι λιγότερο σαφές απ’ ό,τι μας αρέσει να φανταζόμαστε.
Ωστόσο, η κοινή δόξα συνεχίζει να βλέπει στην πρακτική του κανιβαλισμού ένα τερατούργημα, μία τόσο αδιανόητη παρέκκλιση από την ανθρώπινη φύση που ορισμένοι συγγραφείς, θύματα της ίδιας προκατάληψης, έφτασαν στο σημείο να αρνηθούν ότι υπήρξε ποτέ κανιβαλισμός. Επινόηση των περιηγητών και των εθνολόγων, λένε. Προς απόδειξη: κατά τη διάρκεια του 19ου και του 20ού αιώνα, όλοι οι παραπάνω προσκόμισαν αμέτρητες μαρτυρίες από όλο τον κόσμο, αλλά πουθενά δεν παρατήρησαν άμεσα οι ίδιοι κάποια σκηνή κανιβαλισμού. (Αφήνω κατά μέρος τις εξαιρετικές περιπτώσεις όπου άνθρωποι, στα όρια της λιμοκτονίας, οδηγήθηκαν να φάνε τους ήδη νεκρούς συντρόφους τους, διότι αυτό που αμφισβητείται εδώ είναι η ύπαρξη του κανιβαλισμού ως εθίμου ή ως θεσμού).
Σε ένα βιβλίο λαμπρό αλλά επιφανειακό, που είχε μεγάλη επιτυχία σε ένα απληροφόρητο κοινό (The Man-Eating Myth, Oxford University Press 1979), ο William Arens στράφηκε εναντίον των γενικώς παραδεκτών ιδεών ιδιαίτερα όσον αφορά το kuru. Αν οι ιστορίες περί κανιβαλισμού είναι μύθοι που προέκυψαν, όπως μας διαβεβαιώνει (σ. 111-112), από μία συμπαιγνία μεταξύ των ερευνητών και των ιθαγενών πληροφορητών τους, τότε δεν υπάρχουν λόγοι να πιστεύουμε ότι στη Νέα Γουινέα ο κανιβαλισμός βρίσκεται στη ρίζα τού kuru περισσότερο απ’ όσο ότι στην Ευρώπη η νόσος Κρόιτσφελντ-Γιάκομπ μεταδίδεται και αυτή μέσω του κανιβαλισμού: υπόθεση παράλογη που κανείς δεν υποστήριξε ποτέ, λέει ο Άρενς.
Όμως, μόλις είδαμε ότι η αναμφισβήτητη αλήθεια του δεύτερου ισχυρισμού είναι ακριβώς αυτή που, χωρίς να κομίζει πλήρη απόδειξη, προσδίδει αυξημένη αληθοφάνεια στον δεύτερο.
*
* *
Κανείς σοβαρός εθνολόγος δεν αμφισβητεί την πραγματικότητα του κανιβαλισμού, αλλά όλοι γνωρίζουν επίσης ότι δεν μπορούν να τον περιορίσουν στην πιο βίαιη μορφή του που συνίσταται στο να σκοτώνουμε εχθρούς για να τους φάμε. Το έθιμο αυτό ασφαλώς υπήρξε, ας πούμε στη Βραζιλία όπου –για να περιοριστώ σε αυτό μόνο το παράδειγμα- κάποιοι παλιοί περιηγητές, και οι Πορτογάλοι Ιησουίτες που το 16ο αιώνα έζησαν για χρόνια ανάμεσα στους Ινδιάνους και μιλούσαν τη γλώσσα τους, υπήρξαν πολύ εύγλωττοι μάρτυρές του.
Δίπλα σε αυτόν τον εξω-κανιβαλισμό, πρέπει να κάνουμε χώρο για έναν ενδο-κανιβαλισμό που συνίσταται στο να καταναλώνουμε, είτε σε μεγάλη είτε και σε πολύ μικρή ποσότητα, άλλοτε φρέσκια και άλλοτε σαπισμένη ή μουμιοποιημένη, ωμή, ψημένη ή απανθρακωμένη, τη σάρκα συγγενών που αποβίωσαν. Στα όρια Βραζιλίας και Βενεζουέλας, οι Ινδιάνοι Γιανομάμι, δυστυχή θύματα βιαιοτήτων από τους χρυσοθήρες που όπως ξέρουμε κατέκλυσαν την περιοχή τους, ακόμα σήμερα στοιβάζουν και εν συνεχεία καταναλώνουν τα οστά των νεκρών τους.
Ο κανιβαλισμός μπορεί να είναι διατροφικός (σε περίοδο λιμού ή από προτίμηση για την ανθρώπινη σάρκα)· πολιτικός (ως τιμωρία εγκληματιών ή από αντεκδίκηση εναντίον εχθρών)· μαγικός (για να αφομοιώσουμε τις ικανότητες των νεκρών ή, αντιθέτως, για να απομακρύνουμε τις ψυχές τους)· τελετουργικός (εάν ανάγεται σε θρησκευτική λατρεία, σε κάποια γιορτή για τους νεκρούς, την ενηλικίωση ή τη γονιμότητα της γης). Μπορεί τέλος να είναι θεραπευτικός, όπως μαρτυρούν πολυάριθμες συνταγές αρχαίας ιατρικής, και στην ίδια την Ευρώπη σε ένα παρελθόν που δεν είναι τόσο μακρινό. Οι ενέσεις από υπόφυση και τα εμφυτεύματα εγκεφαλικών ουσιών, που ανέφερα, οι μεταμοσχεύσεις οργάνων που σήμερα έχουν γίνει τρέχουσα πρακτική, ανήκουν αναμφίβολα σε αυτή την τελευταία κατηγορία.
Τόσο ποικίλες είναι λοιπόν οι τροπικότητες του κανιβαλισμού, τόσο διαφορετικές οι πραγματικές ή υποτιθέμενες λειτουργίες του, που καταλήγουμε να αμφιβάλλουμε αν η έννοια του κανιβαλισμού, σύμφωνα με την τρέχουσα χρήση της, μπορεί να οριστεί κατά τρόπο στοιχειωδώς ακριβή. Μόλις προσπαθήσουμε να την αδράξουμε, διαλύεται ή διασκορπίζεται. Ο κανιβαλισμός καθαυτός δεν έχει κάποια αντικειμενική πραγματικότητα. Είναι μία κατηγορία εθνοκεντρική: υπάρχει μόνο στα μάτια των κοινωνιών που τον αποκηρύσσουν. Κάθε σάρκα, όποια κι αν είναι η προέλευσή της, είναι κανιβαλική τροφή για το βουδισμό που πιστεύει στην ενότητα όλων των μορφών ζωής. Αντιστρόφως, στην Αφρική, στη Μελανησία, υπήρχαν λαοί που θεωρούσαν την ανθρώπινη σάρκα μια τροφή σαν όλες τις άλλες, αν όχι ενίοτε και την καλύτερη, την πιο αξιοσέβαστη, τη μόνη που «είχε όνομα», καθώς έλεγαν.
Οι συγγραφείς που αρνούνται την παρούσα και παρελθούσα ύπαρξη του κανιβαλισμού διατείνονται ότι αποτελεί μια έννοια που επινοήθηκε για να κάνει ακόμα βαθύτερο το χάσμα μεταξύ των αγρίων και των πολιτισμένων. Αποδίδουμε, λένε, στους πρώτους αποκρουστικά έθιμα και πεποιθήσεις προκειμένου να καθησυχάσουμε τη συνείδησή μας και να αυτοεπιβεβαιωθούμε στην πεποίθηση ότι είμαστε ανώτεροι.
Ας αντιστρέψουμε αυτή την τάση και ας επιχειρήσουμε να αντιληφθούμε τα φαινόμενα κανιβαλισμού σε όλη τους την έκταση. Υπό τροπικότητες και προς σκοπούς τεράστιας ποικιλομορφίας ανά τόπο και χρόνο, πρόκειται πάντοτε για την πράξη με την οποία στο σώμα ανθρώπινων όντων εισάγονται εκουσίως μέρη ή ουσίες που προέρχονται από το σώμα άλλων ανθρώπινων όντων. Αν την εξορκίσουμε έτσι, η έννοια του κανιβαλισμού εμφανίζεται πλέον αρκετά κοινότοπη. Ο Ζαν-Ζακ Ρουσσώ έβλεπε την προέλευση της κοινωνικής ζωής στο αίσθημα που μας ωθεί να ταυτισθούμε με τον άλλον. Στο κάτω κάτω, το πιο απλό μέσο για να ταυτίσουμε τον άλλον με τον εαυτό μας, είναι και πάλι να τον φάμε.
Σε τελευταία ανάλυση, εάν οι περιηγητές σε μακρινές χώρες υποκλίθηκαν με ευκολία, και με κάποια αυταρέσκεια, μπροστά στην προφάνεια του κανιβαλισμού, αυτό συνέβη διότι, υπό αυτή τη γενικευμένη μορφή που μόνη αυτή επιτρέπει να εγκολπωθούμε την ολότητα του φαινομένου, η έννοια του κανιβαλισμού και οι άμεσες ή έμμεσες εφαρμογές της απαντούν σε όλες τις κοινωνίες. Όπως δείχνει ο παραλληλισμός που έκανα ανάμεσα στα έθιμα της Μελανησίας και τις δικές μας συνήθειες, μπορούμε να πούμε μέχρι και ότι υπάρχει ανάμεσά μας.
[1] Το παρακάτω κείμενο αποτελεί τη δέκατη ενότητα –και αυτή που έδωσε το συνολικό τίτλο- στην έκδοση Claude Lévi-Strauss, Nous sommes tous des cannibales, Librairie du XXIe siècle, Seuil, Paris 2013 (σ. 163-173). Η έκδοση περιλαμβάνει άρθρα του Γάλλου ανθρωπολόγου που δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά στα ιταλικά στην εφημερίδα Repubblica μεταξύ 1989 και 2000. Μετάφραση: Α.Γ.
[2] Το άρθρο δημοσιεύθηκε στη Ρεπούμπλικα στις 10 Οκτωβρίου 1993 (σ.τ.μ.).