Με πολιτικά και όχι επιδημιολογικά κριτήρια φαίνεται να αποφασίστηκε η άρση της υποχρεωτικής χρήσης μάσκας σε εξωτερικούς χώρους, όπως προκύπτει από όσα περιέγραψε μιλώντας στην πρωινή ενημερωτική εκπομπή του Open η καθηγήτρια Επιδημιολογίας του ΕΚΠΑ Αθηνά Λινού. Σημειώνεται ότι την ίδια περίπου ώρα τον κώδωνα του κινδύνου έκρουαν οι επιστήμονες για τις συνέπειες αυτής της απόφασης στις περιοχές μεγάλης τουριστικής κίνησης.
«Είναι πολύ περίεργο όντως», είπε η κα Λινού ότι την ίδια στιγμή που διεθνώς σημαίνει συναγερμός για την μετάλλαξη Δέλτα, στην Ελλάδα λέμε ότι «βγάζουμε τις μάσκες» σε εξωτερικούς χώρους. Όπως εκτίμησε, «πιέζεται η Πολιτεία να δώσει κάποιες ελευθερίες στους ανθρώπους. Αλλά θα έπρεπε να παραμείνει μία ισχυρή σύσταση. Μπορεί να μην υπάρχει “νομική” υποχρέωση να φοράμε μάσκα, αν η δικαιολογία είναι ότι δεν μπορούμε να το επιβλέψουμε και να το εφαρμόσουμε. Αλλά τουλάχιστον να υπάρχει προς τους πολίτες ισχυρή σύσταση, να κατανοούν ότι δεν λύθηκε το πρόβλημα, ότι συνεχίζει, ότι μπορεί να εξελιχθεί σε σημαντικό πρόβλημα σύντομα». Σε ανοιχτούς χώρους με συνωστισμό και σε όλους τους κλειστούς χώρους «ελπίζω ότι θα βάλουμε μάσκα, γιατί διαφορετικά θα αντιμετωπίσουμε μεγάλο πρόβλημα», προειδοποίησε η κα Λινού.
Σημείωσε μάλιστα ότι «είναι δύσκολο, όταν ξέρεις ότι δεν χρειάζεται να έχεις μάσκα μαζί σου και ξαφνικά βρεθείς σε συνωστισμό». Αναρωτήθηκε μάλιστα «τι ορίζει τον “συνωστισμό”. Μέχρι τώρα λέγαμε για απόσταση 2 μέτρων. Όταν αυτή την στιγμή επιτρέπονται δεξιώσεις με 300 άτομα, πώς δεν θα υπάρξει συνωστισμός; Και εκείνη την ώρα, που χαίρεσαι, που είσαι ευτυχής, που γλεντάς, την ζωή του παιδιού σου, ένα γάμο, θα πεις “πού είναι η μάσκα”; Ενώ αν έχεις ξεκινήσει, από το σπίτι, με την μάσκα, ίσως την κρατήσεις λίγο περισσότερο».
«Δυστυχώς, αυτή την στιγμή πλήρως άνοσα ως προς το καινούργιο στέλεχος Δέλτα, είναι μόνο το ένα τρίτο του ελληνικού πληθυσμού. Και υπάρχουν “θύλακες” όπου δεν είναι κανένας», προειδοποίησε η ίδια. «Υπάρχει και μεγάλος αριθμός, πάνω από 1 εκατομμύριο άνθρωποι, που έχουν κάνει μόνο μία δόση».
Την ίδια ώρα, λόγω του ότι δεν γίνονται μαζικοί αλλά μόνο ενδεικτικοί έλεγχοι κατά την άφιξη τουριστών, η Ελλάδα δεν φαίνεται να είναι ικανή να αντιληφθεί έγκαιρα την άφιξη του νέου, επικίνδυνου στελέχους, παρά μόνο… κατόπιν εορτής. «Δεν γνωρίζουμε πόσο πολλά δείγματα ελέγχονται με αλληλούχηση, δείγματα προερχόμενα από το εξωτερικό. Κάθε μέρα βλέπουμε έναν μικρό αριθμό, μονοψήφιο, από κρούσματα που διαγνώστηκαν κατά την είσοδο στη χώρα. Αυτά τα κρούσματα, καθώς το συγκεκριμένο στέλεχος κυκλοφορεί πλέον σε 90 χώρες, είναι πιθανό να έχουν μεγαλύτερο ποσοστό θετικότητας στην μετάλλαξη Δέλτα. Επομένως, πώς ξέρουμε ότι δεν έχουμε κρούσματα; Και τι κάνουμε για να επιτηρήσουμε αυτούς τους ανθρώπους που λόγω του ταξιδιού τους ήρθαν σε κοντινή επαφή με πιθανό κρούσμα; Όλα αυτά είναι θεωρητικά, αλλά πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε και να το σκεφτόμαστε. Νομίζω ότι ήταν πρόωρο που βγάλαμε τη μάσκα».