Κρύωσε ο καιρός. Σαν να έφυγε το σκέπασμα που προστάτευε την Ελλάδα, την πλάση, με ζεστασιά, σιγουριά κι ελπίδα. Η αποψινή νύχτα είναι λίγο πιο μοναχική. Ωθεί σε περισυλλογή και αναδρομές. Χωρίς τις φτερούγες του Μίκη που πάντα τις άπλωνε, θαρρείς όχι για να διευθύνει, αλλά για να αγκαλιάσει και να συσπειρώσει σε αγώνες και ιδέες.
Στο δεύτερο όροφο του δημοτικού σχολείου η κυρία Νίτσα μας μάθαινε την ώρα της μουσικής λίγο από Ελύτη και Θεοδωράκη. “Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ” ακουμπώντας όλοι τις πλάτες μας κυκλικά στους τοίχους για να ακούγεται στεντόρεια η μελωδία. Και μας εξηγούσε τι σημαίνει “μη λησμονάτε τη χώρα μου” με απλά λογάκια που τα άγουρα ακόμα αυτιά μας μπορούσαν να κατανοήσουν.
Γυρνώντας πίσω στο σπίτι κάποιο απόγευμα πήγα στο ξύλινο σύνθετο με τα τζαμένια ντουλάπια. Εκεί η συλλογή βινυλίων του πατέρα, πλούσια και γεμάτη με διάφορα περίεργα εξώφυλλα πάντα με γοήτευε. Εκείνο το εξώφυλλο με τις περίεργες μαντηλοφορεμένες γυναίκες και τον Ισπανικό τίτλο με τα κόκκινα γράμματα. Το άλλο με έναν κύριο με φουντωτό μαλλί σε μπλέ φόντο να τεντώνει περίεργα τα χέρια του μπροστά και να φωνάζει.
Στο Γυμνάσιο πια, η κυρία Εύα, φιλόλογος, είχε φέρει το ραδιοκασετόφωνό της μια μέρα γιατί μας είχε υποσχεθεί ότι τα βαρετά Κείμενα που διαβάζαμε και αναλύαμε ήταν τραγούδια που σίγουρα τα είχαμε ακούσει. Και να ‘σου που ακούσαμε την “Άρνηση”. Και μάθαμε και τι σημαίνει η άνω τελεία. Μας είπε δε πως στη γιορτή του Πολυτεχνείου θα τραγουδούσαμε όσοι θέλαμε μέσα σε άλλα και το “Πάλης ξεκίνημα”. Μελωδίες που δεν ήταν άγνωστες. Και οι συνάψεις μας τότε συνέδεαν τη μουσική και το συνθέτη της με τους αγώνες για Δημοκρατία.
Αλλά το πιο σημαντικό μας το είπε μια μέρα που είχε φέρει πάλι το ραδιοκασετόφωνό της. “Έφερε κοντά στους πολλούς την ποίηση που διαφορετικά θα άγγιζε μόνο λίγους”. Νομπελίστες ποιητές επέλεγε να μας διδάξει η κυρία Εύα. Και ο Μίκης.
Κάποτε σε κανένα ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ έβλεπα εκείνον τον κύριο με το φουντωτό μαλλί σαν μανιτάρι να μιλάει ήρεμα και με πραότητα και να μεταμορφώνεται ξαφνικά σαν κάποιο εξωτικό πουλί όταν διηύθυνε την ορχήστρα του. Γνώριμα τα τραγούδια που έπαιζε εκείνη η ορχήστρα. Αναφορές σε εξορίες και φυλακίσεις, σε αγώνες στο εξωτερικό και σε διεθνή επιρροή που είχε αυτός ο κύριος με τα χέρια σαν φτερούγες που αγκάλιαζε όλο τον κόσμο.
Γέμισαν πάλι τα μάτια.
Για το χθες που ενέπνευσε.
Για το παλιό που κατέκτησε.
Για το προγονικό που έφυγε.
Για το αύριο που δεν θα έχει βράχο –
βράχο –
και θα μετράμε τον καημό.
#Μίκης