Του Γιάννη Μπράχου*
Πρώτο μύθευμα: Διεθνώς απομονωμένη Τουρκία.
Το καλοκαίρι του 2020 με αφορμή την συστηματική αμφισβήτηση κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας από την Τουρκία παρουσιάσθηκε το επιχείρημα της διεθνούς απομόνωσης της Τουρκίας. Η κυβέρνηση ωφελήθηκε επικοινωνιακά στο εσωτερικό της χώρας ως ασκούσα υπεύθυνη μετριοπαθή πολιτική, ενώ η παραβιάζουσα το διεθνές δίκαιο Τουρκία de facto άσκησε τα απορρέοντα «δικαιώματα» της από το τουρκο-λιβυκό σύμφωνο στις κατά τον διεθνή παράγοντα «αμφισβητούμενες περιοχές».
Από τότε έως σήμερα, η Τουρκία προχώρησε στην εφαρμογή του τουρκο-λιβυκού συμφώνου, παρενέβη διπλωματικά και στρατιωτικά στη Λιβύη, στο Ιράκ, στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, διαβουλεύεται με τις ΗΠΑ, τη Ρωσία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Πακιστάν και τους Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, ενώ στο Ισραήλ ενισχύεται το οικονομικό λόμπι υποστήριξης αναβάθμισης των σχέσεων των δύο χωρών.
Οι εξελίξεις αυτές δείχνουν χώρα με βάθος και συνέπεια στους στόχους της εξωτερικής πολιτικής. Η Τουρκία είναι συνεπής μεταξύ λόγων και πράξεων στη διεθνή σκηνή και στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου προασπίζοντας τα συμφέροντα της de facto. Η Τουρκία μπορεί να μην επιτυγχάνει το μέγιστο αποτέλεσμα ως προς τους στόχους της, αλλά εμπεδώνει τον ρόλο της ως περιφερειακής δύναμης στην Ευρασία και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Τουρκία μέσω της παρέμβασης της στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ ενίσχυσε τον ρόλο της στους ενεργειακούς διαδρόμους της Ευρασίας, επεκτείνοντας την επήρεια της στην ευρύτερη περιοχή από την οποία αποσύρονται οι ΗΠΑ. Με την τακτική της επιτυγχάνει πέραν σημαντικού έλεγχου σε πόρους την επιβεβαίωση της γεωπολιτικής σημασίας της. Η γείτονα χώρα επανέρχεται στα Βαλκάνια μέσω της ενίσχυσης των σχέσεων με την Αλβανία, την στρατιωτική συμφωνία με την Βόρεια Μακεδονία, την ενδυνάμωση των σχέσεων με την Βουλγαρία.
Δεύτερο μύθευμα: Η κατάρρευση της τουρκικής οικονομίας.
Με αφορμή την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης το 2020 και την διολίσθηση της λίρας διατυπώθηκαν θεωρήσεις κατάρρευσης της τουρκικής οικονομίας, υπονοώντας ότι η Τουρκία θα υποχρεωθεί σε αναδίπλωση του διεθνούς ρόλου της λόγω οικονομικής κρίσης.
Από το καλοκαίρι του 2020 έως σήμερα, η Τουρκία απέφυγε την προσφυγή στο ΔΝΤ, αναδείχθηκε σε περιφερειακά ισχυρό παράγοντα στην Ανατολική Μεσόγειο, με παρεμβάσεις στη Συρία, στη Λιβύη, στο Ιράκ, στην Ουκρανία και στο Νότιο Καύκασο, ενώ αναπτύσσει πρωτοβουλίες στο Αφγανιστάν, αξιοποιώντας τις σχέσεις της με το Πακιστάν.
Η τουρκική οικονομία σταθεροποιήθηκε με την στήριξη των συναλλαγματικών αποθεμάτων της από το Κατάρ, την έμμεση στήριξη της Γερμανίας και της ΕΕ και με τουριστικά ρεύματα από χώρες με τις οποίες είχε γεωπολιτική συνεργασία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Ουκρανία. Τον Απρίλιο του 2021 η Ουκρανία ήταν στο απόγειο υγειονομικής κρίσης, με 60.000 κρούσματα ημερησίως και η Τουρκία υποδέχθηκε 236.000 Ουκρανούς τουρίστες (τριπλάσιο αριθμό από την επόμενη χώρα προέλευσης τουριστών) χωρίς πιστοποιητικό, με κίνδυνο επιτάχυνσης της νόσου στην ευρύτερη περιοχή και στην ΕΕ.
Σημειώνεται ότι σημαντικός παράγοντας στην σταθεροποίηση της τουρκικής οικονομίας είναι η παραοικονομία. Όταν η χώρα αντιμετωπίζει οικονομική επιδείνωση ως αποτέλεσμα υπερχρέωσης, οι χρηματικές ροές από την παράλληλη οικονομία σταθεροποιούν την οικονομία και αυτό διαχέεται στην τουρκική κοινωνία μέσω του παραεμπορίου. Στην παραοικονομία κατευθύνεται επίσης, μεγάλο μέρος των μεταναστευτικών ροών, προσφέροντας φτηνό εργατικό δυναμικό, ενώ αναπτύσσεται το επικερδές κύκλωμα διακίνησης προσώπων.
Τρίτο μύθευμα: Το πρόβλημα θα μας το λύσουν άλλοι.
Στον αντίποδα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, η χώρα μας αδυνατεί να εφαρμόσει συνεκτική εξωτερική πολιτική, ως αποτέλεσμα συνδυασμού πολιτικών και οικονομικών λόγων.
Η παθητική εξωτερική πολιτική της χώρας μας με έμφαση στο διεθνές δίκαιο και τους μηχανισμούς του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, θεωρεί τον διεθνή παράγοντα ως την ικανή συνθήκη για την αντιμετώπιση των κρίσεων στην περιοχή μας. Η ιστορία μας διδάσκει ότι είναι ικανή αλλά όχι αναγκαία συνθήκη.
Μικροκομματικοί υπολογισμοί, όπως στη συμφωνία των Πρεσπών περιορίζουν την παρέμβαση της χώρας στα Βαλκάνια, ενώ υπό την ίδια οπτική προσεγγίζονται οι πιθανές προσφυγικές ροές από το Αφγανιστάν. Αντί την εξέταση της ποιότητας κατασκευής του φράκτη στον Έβρο, οι πολιτικοί ταγοί θα μπορούσαν να επεξεργαστούν πρόταση προς το ΝΑΤΟ και την ΕΕ για την ανάληψη ανθρωπιστικής δράσης ασφαλούς μεταφοράς και κατανομής των προσφύγων από το Αφγανιστάν.
Η απουσία εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας ως ανοικτή οικονομία προσανατολισμένη σε επενδύσεις και εξαγωγές, αποτελεί παράγοντα διαιώνισης των χρεών και της συνεπακόλουθης γεωπολιτικής εξάρτησης. Η ελληνική οικονομία εξαρτάται όλο και περισσότερο από τα κονδύλια της ΕΕ και του κρατικού προϋπολογισμού, δημιουργώντας νέο χρέος και συνεχίζοντας τον φαύλο κύκλο εξάρτησης.
Τόσο στο γεωπολιτικό, όσο και στο οικονομικό πεδίο η χώρα μας μπορεί να αναζητήσει λύσεις μέσω της μετεξέλιξης της σε σύγχρονη περιφερειακή δύναμη στα Βαλκάνια, ανατρέποντας την «κανονικότητα» του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους. Η επιλογή αυτή προϋποθέτει συνεκτική εξωτερική και οικονομική πολιτική με στόχο την αναβάθμιση του κύρους της χώρας, η οποία δεν υποτάσσεται στην εκάστοτε εσωτερική πολιτική συγκυρία και το πελατειακό κράτος.
* Ο Γιάννης Μπράχος είναι Οικονομολόγος – πρώην Γενικός Γραμματέας Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων Υπουργείου Εξωτερικών.
Πρώτη δημοσίευση: ibna.gr