Στα άκρα ωθεί τη σύγκρουσή της με τους εκπαιδευτικούς και τις συνδικαλιστικές τους οργανώσεις η Νίκη Κεραμέως.
Η Υπουργός Παιδείας κατέθεσε “κατεπείγουσα” αγωγή ζητώντας να κριθεί παράνομη και καταχρηστική η απεργία-αποχή των εκπαιδευτικών που αποφασίστηκε ενόψει της διαδικασίας της αξιολόγησης.
Η απόφαση έχει τη μεγάλη πλειοψηφία των εκπαιδευτικών σε όλη τη χώρα και μέσα από αυτήν οι εκπαιδευτικοί προασπίζονται και το δικαίωμά τους στην απεργία.
Με την έναρξη της σχολικής χρονιάς οι εκπαιδευτικές ομοσπονδίες απέστειλαν εξώδικο στο Υπουργείο Παιδείας γνωστοποιώντας ότι οι εκπαιδευτικοί απέχουν από οποιανδήποτε ενέργεια που συνδέεται με την υπουργική απόφαση «Συλλογικός Προγραμματισμός, εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση των σχολικών μονάδων ως προς το εκπαιδευτικό τους έργο», καλώντας τους εκπαιδευτικούς να συμμετέχουν δυναμικά στην απεργία-αποχή.Remaining Time-0:00FullscreenMute
Από την ΟΛΜΕ, επίσης, είχε εκδοθεί την Δευτέρα η ακόλουθη οδηγία:
Η απεργία αποχή που είναι ήδη σε ισχύ, δήλωση της οποίας σας έχουμε αποστείλει, καλύπτει νομικά τόσο τις διαδικασίες κατάθεσης της περυσινής αποτίμησης όσο και την ειδική συνεδρίαση για τις διαδικασίες προγραμματισμού. Με την κατάθεση της δήλωσης αυτής στο πρωτόκολλο του σχολείου όλοι και όλες (εκπαιδευτικοί και διευθυντές/ντριες) είναι πλήρως κατοχυρωμένοι/ες να απέχουν από τις διαδικασίες αυτές. Η υποχρέωση των διευθυντών να προχωρήσουν μόνοι τους τις διαδικασίες προγραμματισμού (άρθρο 97 του ν.4823/21) ενεργοποιείται στις 10 Οκτωβρίου (και μέχρι τις 20 Οκτωβρίου). Μέχρι τότε καλύπτονται από την υπάρχουσα δήλωση απεργίας αποχής. Η ΓΣ των Προέδρων στις 25-09-21 αποφάσισε απεργία-αποχή και από τις προβλέψεις του ν.4823/21 και τις επόμενες μέρες -πριν τις 10 Οκτωβρίου- θα αποσταλεί συμπληρωματική δήλωση και οδηγίες.
Η σχετική ανακοίνωση
Κατεπείγουσα αγωγή κατέθεσε η Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Νίκη Κεραμέως κατά των Διδασκαλική Ομοσπονδία Εκπαιδευτικών (ΔΟΕ), Ομοσπονδία Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ), Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού Ειδικής Αγωγής (ΠΟΣΕΕΠΕΑ) και Ομοσπονδία Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδας (ΟΙΕΛΕ) ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ζητώντας να κριθεί παράνομη και καταχρηστική η «απεργία-αποχή» που στοχεύει στη μη εφαρμογή του ψηφισμένου από τη Βουλή των Ελλήνων νόμου για την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας και του εκπαιδευτικού έργου. Η αγωγή θα εκδικαστεί σήμερα λόγω του επείγοντος στο πλαίσιο των θεσμοθετημένων προθεσμιών των σταδίων της αξιολόγησης.
Οι Ομοσπονδίες τάχθηκαν έναντι κάθε έννοιας αξιολόγησης εξ αρχής, πριν ακόμη την ψήφιση του νόμου 4692/2020 για την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας και του εκπαιδευτικού έργου, αλλά και του νόμου 4823/2021 για αξιολόγηση των στελεχών της εκπαίδευσης, των εκπαιδευτικών και των μελών Ειδικού Εκπαιδευτικού και Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού. Και μετά την ψήφιση των σχετικών νόμων, η συνδικαλιστική ηγεσία των εκπαιδευτικών καλεί τους συναδέλφους τους να τους παραβούν και μάλιστα σε απεργία-αποχή αόριστης διάρκειας, από κάθε ενέργεια που σχετίζεται με μία βελτιωτική διαδικασία αξιολόγησης, που στοχεύει στη συνολική αναβάθμιση της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης.
Συνιστά δε πλέον πάγια πρακτική των οργανώσεων αυτών να κηρύσσουν «απεργία-αποχή» από κάθε νομοθετημένη – από το Ελληνικό Κοινοβούλιο – διαδικασία που απλά δεν είναι της αρεσκείας τους, όπως π.χ. η μόλις χθεσινή εξαγγελία της ΟΛΜΕ για απεργία-αποχή και από την τηλεκπαίδευση σε περιπτώσεις όπου για αντικειμενικούς λόγους δεν είναι δυνατή η δια ζώσης εκπαίδευση (π.χ. σε περίπτωση παρεμπόδισης της πρόσβασης μαθητών στο χώρο του σχολείου).
Το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων ζητά να κριθεί παράνομη και καταχρηστική η «απεργία-αποχή» διαρκείας (η οποία εξαγγέλθηκε χωρίς καν την πλήρωση των απαραίτητων προϋποθέσεων προηγούμενου δημόσιου διαλόγου και ελάχιστου προσωπικού ασφαλείας) και να εφαρμοστεί ο νόμος του Κράτους.
Πιστεύουμε ακράδαντα ότι οι αποφάσεις αυτές της συνδικαλιστικής ηγεσίας των εκπαιδευτικών δεν εκπροσωπούν το σώμα των εκπαιδευτικών, οι οποίοι στην συντριπτική τους πλειονότητα επιτελούν το λειτούργημά τους με συνέπεια και ειλικρινή επιθυμία διαρκούς βελτίωσης, προς όφελος ολόκληρης της εκπαιδευτικής κοινότητας.