Στις αναλύσεις διεθνολόγων και των περισσότερων δυτικών μέσων ενημέρωσης (των ελληνικών συμπεριλαμβανομένων) εμφιλοχωρούν με αξιωματικό τρόπο ορισμένες “παραδοχές” σχετικά με την καταδικαστέα ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
“Παραδοχή” 1η: Ο Βλαντιμίρ Πούτιν εκτιμούσε πως εισβάλλοντας σε μια ανεξάρτητη χώρα υπό χαλαρή νατοϊκή επιτροπεία (υπό την έννοια της καταχωρημένης στο ουκρανικό Σύνταγμα προσδοκίας για πλήρη ένταξη στο βορειοατλαντικό σύμφωνο) θα έκανε παρέλαση παρόμοια με την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014.
Προδήλως ανακριβές. Υποτιμούν τον στρατηγικό και καλά προετοιμασμένο εδώ και χρόνια σχεδιασμό της Μόσχας, όσοι ισχυρίζονται κάτι τέτοιο. Θα ήταν παράλογο εάν ο Ρώσος πρόεδρος ανέμενε πως θα τον υποδεχθούν στις πλατείες του Χάρκοβο και του Κιέβου ως απελευθερωτή. Η σύνθεση του πληθυσμού στις περιοχές του Ντονμπάς μπορεί να περιλαμβάνει ισχυρό ρωσικό ή και ρωσόφωνο στοιχείο, η ουκρανική εθνοτική συνείδηση, ωστόσο, είχε καλλιεργηθεί έντονα τα προηγούμενα χρόνια και, άλλωστε, η ίδια η Μόσχα υποστηρίζει πως στα εδάφη αυτά λαμβάνουν χώρα εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του τάγματος του Αζόφ και άλλων εθνικιστικών ομάδων υπό την ανοχή της κυβέρνησης του Κιέβου. Πως είναι δυνατόν, ως εκ τούτου, να εκτιμά πως οι δυνάμεις της θα έκαναν παρέλαση;
“Παραδοχή” 2η: Οι ρωσικές δυνάμεις πίστευαν πως θα φτάσουν και θα καταλάβουν το Κίεβο εντός 96 ωρών! Αυτό ήταν, υποτίθεται, το σενάριο σύμφωνα με δημοσιεύματα αμερικανικών και βρετανικών ΜΜΕ που αναπαρήγαγαν τις πρώτες μέρες του πολέμου αρκετοί δυτικοί αναλυτές επικαλούμενοι πληροφορίες των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ. Πρόκειται για σενάριο που εκκινεί από την πρώτη “παραδοχή” του υγιεινού περιπάτου προς την ουκρανική πρωτεύουσα. Ωσάν να μην διαθέτει η Ρωσία τις δικές της μυστικές υπηρεσίες και τις συνεργαζόμενες ρωσικές παραστρατιωτικές δυνάμεις στο ουκρανικό έδαφος. Πιθανώς να είχε υποτιμηθεί -αν και είναι αμφίβολο- η αντίσταση του ουκρανικού στρατού, ή το σθένος των Ουκρανών, ωστόσο είναι μάλλον εκτός πραγματικότητας μια τόσο αφελής αντίληψη εκ μέρους των σχεδιαστών της ρωσικής εισβολής.
“Παραδοχή” 3η: Αρκετοί διατείνονται πως ο Πούτιν εκτιμούσε ότι η Δύση θα αντιμετώπιζε πολύ ηπιότερα την ρωσική εισβολή. Ούτε κάτι τέτοιο επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι -όπως επίσης αναφέρουν εδώ και μέρες δυτικά ΜΜΕ- η Ρωσία είχε προετοιμαστεί με ενεργειακά και συναλλαγματικά αποθέματα ώστε να αντέξει τις τυχόν πιέσεις από οικονομικές και άλλες κυρώσεις. Μπορεί, όντως, η ζημία που προκαλείται στη ρωσική οικονομία να είναι μεγαλύτερη απ΄ ότι είχε προβλεφθεί, είναι, όμως, αφελές να πιστεύουν κάποιοι πως ο Βλαντιμίρ Πούτιν δεν είχε λάβει υπόψιν του και το σενάριο της συμπαγούς αντίδρασης των Ηνωμένων Πολιτειών, η οποία εκ των πραγμάτων θα παρέσυρε έως ένα βαθμό και την Ευρώπη.
Ο Ρώσος πρόεδρος φαίνεται πως προχώρησε στην επιχείρηση της εισβολής έχοντας πλήρη συνείδηση για το πόσο δύσκολη και χρονοβόρα επρόκειτο να είναι. Κι αυτό τον καθιστά ακόμα πιο επικίνδυνο αλλά και πολύ πιό ανθεκτικό, όπως αποδεικνύεται άλλωστε.
Ο Βλαντιμίρ Πούτιν δεν μπορεί να μην ανέμενε πως θα επιβληθούν κυρώσεις που δεν θα είχαν καμία σχέση με τα “χάδια” που υπέστη για την προσάρτηση της Κριμαίας. Το 2014 δεν είναι 2022. Στις Ηνωμένες Πολιτείες υπάρχει μία νέα διοίκηση με εντελώς διαφορετικό γεωπολιτικό δόγμα από εκείνο της σχετικής ανοχής προς την Ρωσία που υπηρέτησε ο Ντόναλντ Τραμπ, η δε Ε.Ε δεν είναι τόσο (αποκλειστικά) προσηλωμένη στην οικονομική κρίση που χτυπούσε την Ευρωζώνη οκτώ χρόνια νωρίτερα. Γι’ αυτό και προσπάθησε να παραπλανήσει, αρχικά, και να διασπάσει τη Δύση. Για να είμαστε ειλικρινείς με τους εαυτούς μας, παρά τις συνέπειες που υφίσταται, αυτό το κατόρθωσε σε κάποιο βαθμό.
Η διακοπή της προμήθειας ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου από τις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν κάτι αυτονόητα αναμενόμενο. Αποδεικνύεται, όμως, πως δεν ήταν αυτό που τον απασχολούσε, δεδομένου ότι οι ΗΠΑ εξαρτώνται μόνο κατά 3% από τις ενεργειακές εισαγωγές από τη Ρωσία. Το μείζον για τη Μόσχα ήταν να μείνει ανοικτή η στρόφιγγα προς την Ευρώπη και αυτό το πέτυχε. Έτσι, για ικανό βάθος χρόνου ακόμα (μέχρις ότου αναζητηθούν εναλλακτικές πηγές) η Ε.Ε εξαρτάται ενεργειακά από τη Ρωσία, την ίδια ώρα που συνεχίζει να “επιδοτεί” την ρωσική οικονομία και τον πόλεμο του Πούτιν.
Έχοντας συναλλαχθεί για πολλά χρόνια με την Άγκελα Μέρκελ και “εξαγοράζοντας” Ευρωπαίους πολιτικούς (από τον Σρέντερ μέχρι τον Ρέντσι) μέσω της Gazprom και της Lukoil, ο Ρώσος πρόεδρος είχε οικοδομήσει στέρεη αντίληψη σχετικά με τις πραγματικές δυνατότητες της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών και το μεγάλο γεωπολιτικό έλλειμμα της Ε.Ε.
Είναι αλήθεια πως η διεθνής κατακραυγή εναντίον του Πούτιν διογκώνεται. Το εγκληματικό χτύπημα στο μαιευτήριο της Μαριούπολης και ο κίνδυνος βιολογικού ή πυρηνικού “ατυχήματος” (ακόμα κι αν έχουν εμφιλοχωρήσει στοιχεία ενός πολέμου προπαγάνδας) έχουν δημιουργήσει εντυπώσεις που δεν μπορεί να υπερβεί η ρωσική πλευρά.
Όμως, όπως ευφυώς, επισημαίνουν ελάχιστοι αναλυτές (ο Κωνσταντίνος Φίλης μεταξύ αυτών), η όποια “επόμενη μέρα” στην ουκρανική κρίση δεν μπορεί παρά να λαμβάνει υπόψιν τα τετελεσμένα που δημιουργεί η ρωσική εισβολή “επί του εδάφους”. Η κρίσιμη παράμετρος σε αυτό είναι πως η όποια διευθέτηση συμφωνηθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων δεν αφορά μόνο τη Μόσχα και το Κίεβο αλλά πρέπει να έχει και την υπογραφή της Ε.Ε και των ΗΠΑ.
Ο Βλαντιμίρ Πούτιν το γνωρίζει αυτό, ο δε Βολοντιμίρ Ζελένσκι έχει νοιώσει ήδη πόσο εύκολα μπορεί να βρεθεί “ηρωϊκά” απομονωμένος. Η Δύση τον αποθεώνει, μόλις, όμως, χθες στη Σύνοδο Κορυφής αντιλήφθηκε πως κανένας από τους “27” δεν έχει ειλικρινές προθέσεις να υποδεχθεί την Ουκρανία στην Ε.Ε, ούτε καν συμβολικά. Πως θα μπορούσε, άλλωστε, να συμβεί κάτι τέτοιο όταν, αφενός, οι μεγάλες χώρες έχουν ήδη μετανοιώσει για την επιπόλαιη διεύρυνση προς Ανατολάς, η οποία δημιούργησε μια μεγάλη ομάδα κρατών που επίμονα απαξιώνουν το ευρωπαϊκό κεκτημένο και συλλέγουν επικρίσεις και πρόστιμα για συνεχείς παραβιάσεις του θεσμικού οπλοστασίου της (ενωμένης) Ευρώπης, αφετέρου κωλυσιεργούν στην ενταξιακή διαδικασία των κρατών των δυτικών Βαλκανίων που, αν μη τι άλλο, είναι μάλλον πολύ πιό έτοιμες από την αχανή και προβληματική Ουκρανία.
Κι από την άλλη, ο Ουκρανός πρόεδρος αντιλαμβάνεται πως ούτε το ΝΑΤΟ είναι σε θέση να υποδεχθεί τη χώρα του, παρότι του καλλιεργείται τα τελευταία χρόνια αυτή η προσδοκία.
Το ερώτημα, λοιπόν, το οποίο τίθεται σχετικά με το “μέχρι που θα φτάσει ο Πούτιν” έχει ήδη απαντηθεί. Ο Ρώσος πρόεδρος δεν σκόπευε και δεν σκοπεύει να κατακτήσει το Κίεβο και να επιτεθεί στην Πολωνία, ή την Μολδαβία. Διακατέχεται, αναμφίβολα, από κάποιον παράφρονα μεγαλοϊδεατισμό και αναθεωρητισμό (ορισμένοι υποστηρίζουν πως θέλει να αναβιώσει την…σοβιετική αυτοκρατορία), μάλλον, όμως, γνωρίζει μέχρι που μπορεί να φτάσει. Το “πέταλο” από το Ντονμπάς μέχρι την Υπερδνειστερία είναι, πιθανότατα, αυτό που επιδιώκει. Και ίσως κατορθώσει να το επιτύχει μέσα από μία μακρά διαδικασία αμοιβαίων συμβιβασμών που θα ξεκινήσει σχετικά σύντομα, όταν θα έχει λήξει η πρώτη επιχειρησιακή φάση της εισβολής (Μαριούπολη και ίσως Κίεβο) και θα έχει συγκλονίσει τη Δύση η ανθρωπιστική κρίση αλλά και οι συνέπειες του ενεργειακού εκτροχιασμού.
Ίσως θα ήταν φρόνιμο να μην αναζητούνται, πλέον, νικητές και ηττημένοι. Και, πάντως, για να υπάρξει διπλωματική διευθέτηση αυτή πρέπει να είναι “πύρρειος ήττα” για τη Μόσχα και “πύρρειος νίκη” για τη Δύση. Και τούμπαλιν. Τα επίχειρα θα τα πληρώσει, δυστυχώς, ο ουκρανικός λαός…