Προσπαθώ να απαντήσω σε όσο το δυνατόν περισσότερες ερωτήσεις και κριτικές απόψεις, καμιά φορά και σε πολεμικές. Πιστεύω, όμως, ότι το πρόβλημα δεν μπορεί να είναι κύρια ή μόνο η άποψη επί του Ουκρανικού ως τέτοιου, αλλά και τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα ως προς αυτό, τι συμφέροντα έχει και τι πρωτοβουλίες μπορεί και πρέπει να πάρει.
Ως συνήθως στην Ελλάδα κυριαρχεί το σχετικά πιο εύκολο, η τοποθέτηση ανάμεσα στους αντιμαχόμενους και χάνονται εντελώς τα δύο κύρια ερωτήματα και κριτήρια, τι πρέπει και μπορεί να κάνει η Ελλάδα και η εξωτερική πολιτική της χώρας, εντέλει πιο είναι τα συμφέροντά της. Στο άρθρο που ακολουθεί κάνω μια πρώτη προσέγγιση στο ζήτημα
Ουκρανικό: ελληνικά συμφέροντα και πρωτοβουλίες
Μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία θα αλλάξουν πολλά στον κόσμο και ιδιαίτερα στην Ευρώπη. Είναι ανάγκη να προσανατολίσουμε τη δημόσια συζήτηση στην Ελλάδα για το ποια είναι τα συμφέροντα της χώρας και ποιες πρωτοβουλίες οφείλει να αναλάβει με αφορμή τον πόλεμο
Πέντε συμφέροντα της χώρας και η ελληνική διπλωματία
Πρώτον, η Ελλάδα έχει δεκαετίες ως σταθερά στην εξωτερική πολιτική της, την υποστήριξη της ειρήνης, του απαραβίαστου των συνόρων της, την προάσπιση της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητά της. Κατά την προώθηση αυτών των αρχών στηρίζεται στο Διεθνές Δίκαιο. Απαιτεί τον σεβασμό τους από την Τουρκία, καθώς και την πλήρη εφαρμογή τους στο Κυπριακό. Ας συμφωνήσουμε, λοιπόν, ότι αυτές οι αρχές πρέπει να εφαρμόζονται και στην περίπτωση της Ουκρανίας, τις οποίες, όμως, παραβιάζει η Ρωσία με ωμότητα.
Οποιος, μάλιστα, υποστηρίζει τις ρωσικές παραβιάσεις, με «ναι μεν αλλά» υπονομεύει, έστω και άθελά του, την ελληνική διπλωματία καθώς και την διεθνή θέση της Κύπρου. Τα πράγματα με βάση το πρώτο κριτήριο είναι σαφή: Δεν μπήκε η Κύπρος στα χωριά της Τουρκίας, ούτε ισοπέδωσε η Ουκρανία πόλεις στην Ρωσία.
Δεύτερον, όποιος υπερασπίζεται την εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου για κάθε χώρα, δεν σημαίνει ότι υποστηρίζει την ηγεσία της μίας ή της χώρας. Η υπεράσπιση των αρχών μας δεν μπορεί να εξαρτάται από τα σκέρτσα και τις αδυναμίες οποιουδήποτε ηγέτη της Ουκρανίας. Απορρίπτω, όμως, και την ανόητη άποψη ότι ναζί υπάρχουν μόνο στην Ουκρανία, αλλά όχι στην Ρωσία, όταν, μάλιστα, η τελευταία χρηματοδοτεί κάθε ακροδεξιό και νεοφασιστικό μόρφωμα σε όλη την Ευρώπη. Οι αρχές διπλωματίας μας, δηλαδή τα ειρηνικά όπλα μας, δεν μπορούν να εγκαταλείπονται για χάρη οποιουδήποτε ηγέτη της Ρωσίας. Διότι τότε, ανάλογα, μπορεί να επικαλεστεί ο οποιοσδήποτε οτιδήποτε τον ενοχλεί στη χώρα μας ως λόγο εισβολής, όπως, ακόμα, και να καταγράψει ότι υπάρχουν ναζιστές στην Ελλάδα (που φτάσανε, μάλιστα, και στην Βουλή) και να πράξει ανάλογα στη βάση του φιλοπουτινικού δόγματος.
Τρίτον, θα πρέπει να προσέχουμε να μην υιοθετούμε τα ρωσικά προπαγανδιστικά επιχειρήματα που απλά αντιγράφουν εκείνα της Τουρκίας που επιχείρησε στο όνομα «της προστασίας των Τουρκοκυπρίων» να δικαιολογήσει την παράνομη βίαιη εισβολή το 1974 στην Κύπρο,. Η Ελληνική διπλωματία και κοινή γνώμη δεν μπορεί να υπερασπίζεται τέτοιου είδους ρωσική προπαγάνδα, παρά τις πολλαπλές αρνητικές εμπειρίες που έχει από την Δύση.
Τέταρτον, η Ελλάδα πρέπει να κινηθεί με τρόπο που να αναβαθμίζει τον ρόλο της, αντί να υποβαθμιστεί και άλλο. Να προωθήσει έναν χάρτη ειρήνης, ασφάλειας και σταθερότητας για την ΝΑ Ευρώπη και την Ανατολική Μεσόγειο, όπου είχαμε οικοδομήσει την «Πρωτοβουλία της Ρόδου» στην οποία συμμετείχε το σύνολο των αραβικών κρατών, της Παλαιστίνης συμπεριλαμβανόμενης, ο Αραβικός Σύνδεσμος και η Γραμματεία του Κόλπου. Πρωτοβουλία που εγκαταλείφθηκε σε ένα κρίσιμο σημείο μετά το 2018. Επιπλέον, να στηρίξει, στο ίδιο πνεύμα, κάθε ουσιαστική προσπάθεια ορθολογικής και δίκαιης ειρηνικής αρχιτεκτονικής ασφάλειας στην Ευρώπη.
Πέμπτο, η Ελλάδα οφείλει να κινηθεί πολύ προσεκτικά έναντι της προσπάθειας της Ρωσίας να θέσει υπό την επιρροή της μεγάλες ορθόδοξες εκκλησίες στην περιοχή, ακόμα και πατριαρχεία και μητροπόλεις. Και αυτό διότι η εκκλησία είναι για την νεοτσαρική Ρωσία εργαλείο επιθετικής εξωτερικής πολιτικής. Οφείλει, επίσης, να λάβει η Ελλάδα άμεσα όλα τα απαραίτητα μέτρα προστασίας των ομογενών στην Μαριούπολη. Το ελληνικό ΥΠΕΞ έχει αργήσει ασυγχώρητα.
Οι άμεσες πρωτοβουλίες
Η Ελλάδα οφείλει να αναλάβει πρωτοβουλίες περιορισμού των αρνητικών επιπτώσεων της εισβολής στην Ουκρανία για την άμεση περιοχή μας, όπως:
Πρώτον, να αναλάβει πρωτοβουλίες ώστε να επαναλειτουργήσουν οι έξη διαφορετικές συνεργασίες που δημιουργήθηκαν με πρωτοβουλία μου στην Νοτιοανατολική Ευρώπη. Να αρχίσει δε, από την διασυνοριακή (Ελλάδα, Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία και Βουλγαρία) και εκείνη του συντονισμού των κρατών-μελών της ΕΕ στην περιοχή, με στόχο να ληφθούν από κοινού μέτρα και πρωτοβουλίες αποτροπής του να φτάσει ο πόλεμος στην περιοχή μας, καθώς και να περιοριστούν οι αρνητικές συνέπειές του, έχοντας κατά νου ότι μια εν δυνάμει πολιτική κρίση στην Βοσνία ή τυχόν νέες εντάσεις ανάμεσα στο Κόσοβο και την Σερβία, καθώς και τυχόν πρόθεση της Ρωσίας να εισβάλλει στην Μολδαβία όπως είχε «κατά λάθος» ανακοινώσει την 1η Μαρτίου ο πρόεδρος της Λευκορωσίας θα αποσταθεροποιήσουν την ΝΑ Ευρώπη.
Δεύτερον, μαζί με χώρες που συμμετέχουν στις τριμερείς και τετραμερείς συνεργασίες, όπως με Ισραήλ και Σερβία, να αναλάβει πρωτοβουλία διαμεσολάβησης. Δυστυχώς, ενώ η τουρκική διπλωματία έμαθε από τις δικές μας διπλωματικές μεθόδους της περιόδου 2015-8, η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Εξωτερικών εξακολουθεί να παρακολουθεί σε πλήρη αδράνεια τα τεκτενόμενα.
Τρίτο, να αναληφθεί πρωτοβουλία αντιμετώπισης των νέων κυμάτων μετανάστευσης και διαμόρφωσης πλαισίου συνεργασίας με τις ενδιαφερόμενες χώρες της περιοχής. Προετοιμασία, επίσης, της βόρειας Ελλάδας, ιδιαίτερα της Κεντρικής Μακεδονίας και της Θεσσαλονίκης, για την υποδοχή προσφύγων.
Τέταρτον, η χώρα να απαιτήσει από την ΕΕ αντίβαρα ως προς τις κυρώσεις. Η κυβέρνηση θα έπρεπε να είχε καταλάβει ότι στο πακέτο των κυρώσεων που συμφώνησε εξαιρέσεις, ιδιαίτερα προς όφελος των γερμανικών και ολλανδικών τραπεζών. Εξαιρέθηκαν η πρώτη και τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα της Ρωσίας (μέσω των οποίων σίγουρα θα κάνουν συναλλαγές και οι επτά άλλες που εμπίπτουν στις κυρώσεις). Εξαιρέθηκαν, επίσης, οι δυτικές τράπεζες που α) χρηματοδοτούν τις ροές σε φυσικό αέριο και πετρέλαιο, β) μέσω των οποίων πληρώνονται τα ρωσικά χρέη. Τέλος εξαιρέθηκαν οι χρηματοπιστωτικοί θεσμοί προκειμένου να μη διαταραχθούν οι επιχειρηματικές τους δραστηριότητες στη Ρωσία. Η Ελλάδα προκειμένου να συμφωνήσει με τέτοιες εξαιρέσεις, όφειλε να ζητήσει χρηματοδοτικά αντισταθμίσματα προς κάλυψη της απώλειας εσόδων που θα έχει εξαιτίας τους στον τουρισμό και στην εξαγωγή αγροτικών προϊόντων. Δεν μπορεί να δέχεται η χώρα τις εξαιρέσεις προς όφελος των ισχυρών και να μην προασπίζεται, ταυτόχρονα, τα συμφέροντά της.
Πέμπτο, στο όνομα της ουκρανικής κρίσης, ακούγεται όλο και περισσότερο από πολλές πλευρές, ιδιαίτερα στην Γερμανία, αλλά συζητιέται και στην Τουρκία, η παραπέρα διάδοση των ατομικών όπλων. Κάθε φιλειρηνική πολιτική θα πρέπει να έχει σταθερό στόχο την αποτροπή μιας τέτοιας εξέλιξης, την οποία διευκόλυνε ο Πούτιν με τις επιλογές του να ενεργοποιήσει δύο φορές το πυρηνικό οπλοστάσιο της Ρωσίας.
Τέλος, η Ελλάδα οφείλει να στηρίξει εκ νέου τον East-med, από το οποίο παραιτήθηκε τόσο επιπόλαια, καθώς και να πάρει άμεσα μέτρα αποφυγής βαθέματος της ενεργειακής κρίσης, της ενεργειακής φτώχειας και ανισότητας, καθώς της πανταχόθεν προαναγγελλόμενης επισιτιστικής κρίσης.