Αν και δεν διαφαίνεται η προοπτική τερματισμού της σύρραξης στην Ουκρανία μέσω διαπραγματεύσεων, οι συσχετισμοί μεταξύ της παγκόσμιας ενεργειακής πολιτικής και του πολέμου γίνονται ολοένα και σαφέστεροι.
Μάικλ Ντέιβις Βεν
Αν και η απόφαση της Ευρωπαϊκής Ενωσης να αγοράσει περισσότερο υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) από τις ΗΠΑ δείχνει να επιλύει βραχυπρόθεσμα τα προβλήματα εφοδιασμού της, εδραιώνει επίσης τις υποδομές ορυκτών καυσίμων της. Ταυτόχρονα, αποδυναμώνει τις υποδομές ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, δημιουργεί ένα ηγετικό κενό για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής και μπορεί κάλλιστα να υπονομεύσει τον τρόπο με τον οποίο η Ε.Ε. εφαρμόζει την Πράσινη Συμφωνία. Είναι σημαντικό να έχουμε κατά νουν ότι το μεθάνιο, το κύριο εκπεμπόμενο αέριο του LNG, είναι το δεύτερο πιο επικίνδυνο αέριο του θερμοκηπίου.
Η συνεχιζόμενη ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη –εν μέρει αποτέλεσμα του πολέμου– είναι ευκαιρία να επιταχύνουν οι Βρυξέλλες την αποδέσμευση των ευρωπαϊκών οικονομιών από τον γαιάνθρακα. Η Ουάσιγκτον λέει και οι Βρυξέλλες συμφωνούν, ότι η πληρωμή των ΗΠΑ για περισσότερο LNG είναι μια βραχυπρόθεσμη λύση για την «ενίσχυση της ασφάλειας εφοδιασμού» για την Ευρώπη. Επί του παρόντος, οι προβλεπόμενες αυξήσεις των εισαγωγών φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ θα είναι πολύ πιθανό να αυξήσουν τη ζήτηση των υπαρχόντων τερματικών LNG της Ευρώπης. Μόλις πριν από έναν χρόνο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε 20 έργα για τη βελτίωση της μεταφοράς φυσικού αερίου. Αυτή τη στιγμή τερματικοί σταθμοί LNG είτε κατασκευάζονται είτε τίθενται σε λειτουργία σε όλη την Ευρώπη. Για την απαλλαγή από τις εκπομπές ρύπων νωρίτερα από τους στόχους της Ε.Ε., τα νυν εγκρινόμενα έργα φυσικού αερίου μειώθηκαν κατά 38% σε σύγκριση με τα αμέσως προηγούμενα. Ομως, οι εισαγωγές αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου είναι πιθανό να αυξηθούν τα επόμενα οκτώ χρόνια και έτσι θα σταματήσουν την πρόοδο. Αντίθετα, οι επενδύσεις για την ανάπτυξη και τη βελτίωση των υποδομών της Ε.Ε. για εισαγωγή και μεταφορά ορυκτών καυσίμων, ώστε να αντεπεξέλθουν στις αυξήσεις του LNG, θα πρέπει να στραφούν στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Η αύξηση εισαγωγών αμερικανικού LNG εδραιώνει τις υποδομές ορυκτών καυσίμων στην Ευρώπη, ενώ αποδυναμώνει τις υποδομές ΑΠΕ.
Οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός φυσικού αερίου στον κόσμο, ενώ η Ε.Ε. η δεύτερη μεγαλύτερη καταναλώτρια, ακριβώς μετά την ίδια την παραγωγό. Οπότε ίσως η Αμερική να είναι και η πρώτη χώρα, που ίσως άθελά της επωφελήθηκε οικονομικά από τον πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Πέρυσι, «οι εξαγωγές LNG προς την Ε.Ε. κατέγραψαν τον υψηλότερο όγκο, φθάνοντας σε περισσότερα από 22 δισ. κυβικά μέτρα, με εκτιμώμενη αξία 12 δισ. ευρώ». Το να είσαι μεγάλη προμηθεύτρια ευνοεί την οικονομία των ΗΠΑ, αλλά όχι και τη μοναδική μεγάλη καταναλώτρια ενός εμπορεύματος, τώρα με τον μειωμένο ανταγωνισμό σε επίπεδο τιμών. Είναι ειρωνεία της τύχης πως πριν από τον πόλεμο η αύξηση του ανταγωνισμού και η διασφάλιση της ενεργειακής ασφάλειας με διαφοροποίηση πηγών προμηθειών θεωρούνταν επιχειρήματα κατά της Ρωσίας ως κορυφαίας προμηθεύτριας της Ευρώπης και τώρα, παρά τους ισχυρισμούς της τελευταίας και των ΗΠΑ, στην πραγματικότητα οι ΗΠΑ φαίνεται να έχουν απλώς αντικαταστήσει τη Ρωσία.
Επιπλέον, ο κόσμος εδώ και χρόνια δεν έχει έναν σταθερό και πειστικό παγκόσμιο ηγέτη για την κλιματική αλλαγή. Οι Βρυξέλλες προσπάθησαν να αναλάβουν τον ρόλο αυτό. Αλλά με τη συμφωνία της για το μεθάνιο η Ε.Ε. φέρνει τον εαυτό της σε μια μάλλον δύσκολη θέση, που υπονομεύει την ηγεσία της στην κλιματική αλλαγή.
*O Μάικλ Ντέιβις Βεν είναι αναλυτής δημόσιας πολιτικής και ειδικός στην επικοινωνία. Το άρθρο δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Ινστιτούτου Φρίντριχ Εμπερτ https://www.ips-journal.eu/.