Ο Αδωνις Γεωργιάδης είναι πάνω απ’ όλα ειλικρινής. Είναι επίσης οραματιστής, εργασιομανής κι ακούραστος. Εχει 24 ώρες το 24ωρο ανοιχτό το κινητό του για να του τηλεφωνούν οι επενδυτές και να τους λύνει τα προβλήματα, έδωσε και δίνει μάχες για να φθάσουν οι big techs της Wall Street να σφάζονται για το ποια θα περάσει πρώτη τα ελληνικά σύνορα, και είναι επίσης ο καλύτερος πρεσβευτής ανάδειξης του εγχώριου αναπτυξιακού μοντέλου στο εξωτερικό.
Είναι το μοντέλο που περιέγραψε με απόλυτη ειλικρίνεια, προ ημερών ο υπουργός Ανάπτυξης σε επιχειρηματικό φόρουμ στην Κύπρο – στο “Famagusta Business Forum”, όπου εξήγησε πως τα κατάφερε η Ελλάδα μέσα στα τρία χρόνια διακυβέρνησης της ΝΔ να γίνει παγκόσμιος πόλος νέων επενδύσεων. Να υπάρχει, όπως είπε, «ασταμάτητο» ενδιαφέρον από κολοσσούς όπως η Amazon, η Cisco, η Meta Platforms – «καθημερινή ροή νέων εταιριών που θέλουν να έρθουν, και δεν τις σταματά ούτε ο πόλεμος».
Ο πρώτος λόγος της επιτυχίας, λέει, ήταν η αλλαγή της νομοθεσίας που παραμέρισε πολλά γραφειοκρατικά εμπόδια. Ο δεύτερος, και κύριος, ήταν η άφθονη προσφορά φθηνού και υψηλής κατάρτισης εργατικού δυναμικού.
Λαμπρό παράδειγμα εδώ, η επένδυση της Pfizer για το call center στην Θεσσαλονίκη. Όταν έκλεισε η συμφωνία, λέει, προέβλεπε την δημιουργία 200 θέσεων εργασίας. Οσο όμως προχωρούσε το project, οι θέσεις εργασίας που άνοιγε η Pfizer αυξάνονταν – πήγαν στις 500, στις 700, και τώρα οδεύουν στις χίλιες.
Κι όταν ρώτησε, λέει, ο υπουργός Ανάπτυξης γιατί αυξάνονται οι θέσεις εργασίας οι managers της εταιρίας δήλωσαν «ενθουσιασμένοι». Ο δε λόγος του ενθουσιασμού τους ήταν ότι «βρήκαν χιλιάδες βιογραφικά ανθρώπων πολύ υψηλής κατάρτισης όπου πληρώνονται για να παράγουν ένα πολύ υψηλής ποιότητας αποτέλεσμα, πολύ λιγότερα χρήματα από ότι εάν είχαν τους ίδιους ανθρώπους στη Βόρεια Ευρώπη ή στη Βόρεια Αμερική».
«Άρα», κατέληξε ο υπουργός Αναπτυξης, «όσους περισσότερους τέτοιους έχουμε εδώ, τόσο περισσότερο χρήματα κερδίζει η Pfizer».
Κατόπιν αυτού, τα κύματα ενθουσιασμού έπνιξαν και τους απανταχού έλληνες εργαζόμενους. Με πρώτους τους 450.000 έλληνες επιστήμονες του brain drain, που δεν βλέπουν πια την ώρα να γυρίσουν στην πατρίδα. Να αφήσουν τον κατώτατο μισθό των 1.775 ευρώ στο Δουβλίνο, των 1.725 στο Αμεστερνταμ και των 2.257 ευρώ στο Λουξεμβούργο και να έρθουν πίσω για να συνδράμουν στην κερδοφορία της Pfizer και του Αλμπερ Μπουρλά. Και του Ζούκερμπεργκ, και του Μπέζος, και του Ελον Μασκ επίσης που – δεν μπορεί – οσονούπω θα ανακαλύψουν κι εκείνοι το ελληνικό Eldorado και θα έρθουν τρέχοντας.
Ο ίδιος ενθουσιασμός κατακλύζει, προφανώς, και το 71,9% των νέων ελλήνων 25 έως 39 ετών που (σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της διαΝΕΟσις) θέλουν να φύγουν για το εξωτερικό για να βρουν δουλειά με καλύτερες αποδοχές. Το αυτό ισχύει και για τους λοιπούς εργαζόμενους της ημεδαπής. Που μένουν εδώ συνειδητά, για να υπηρετήσουν το νέο αναπτυξιακό όραμα, κι ας έχουν αγοραστική δύναμη 5% χαμηλότερη ακόμη και από την Πορτογαλία. Και 45% πιο κάτω από εκείνη της Ιρλανδίας.
Ζούμε στιγμές εθνικού μεγαλείου. Μπορεί να μην γίναμε (ακόμη) τα γκαρσόνια της Ευρώπης, γίναμε όμως φθηνό εργατικό δυναμικό. Υπέρ των ιδεωδών της επιχειρηματικής κερδοφορίας και της γέννησης πλούτου.
Για την ακρίβεια, ζούμε στιγμές ευρωπαϊκής και φιλελεύθερης ανάτασης – τις μεγαλύτερες ίσως, από τότε που ο πρωθυπουργός έμαθε ότι υπάρχουν εργαζόμενοι εξαρτημένοι από τον μισθό τους. Και οι πολυεθνικές όλου του πλανήτη ζουν τον δικό τους μύθο στην Ελλάδα.
Pas mal… Κάποτε ο Γιώργος Παπανδρέου μας υποσχόταν ότι θα γίνουμε Δανία. Προσώρας έχουμε γίνει Ρουμανία και με λίγη ανάπτυξη ακόμη θα χτυπήσουμε στα ίσα την Βουλγαρία. Και το όραμα δεν τελειώνει ποτέ. Οταν, με το καλό πάρουμε και την επενδυτική βαθμίδα, μπορεί να πάμε για ακόμα πιο ψηλά. Υπάρχει πάντοτε και το Μπαγκλαντές…