Στο θέμα της έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις αναφέρεται ο γερμανικός Τύπος ενώ γίνεται ιδιαίτερη μνεία στην επικείμενη επίσκεψη του Όλαφ Σολτς στην Ελλάδα.
Όπως αναφέρει η DW, μια γερμανική εβδομάδα στην Ελλάδα ξεκινά σε λίγες ημέρες και όσοι διαθέτουν γερή μνήμη, δεν θα θυμούνται σε επισκέψεις δύο ανώτατων αξιωματούχων της γερμανικής κυβέρνησης στη χώρα σε απόσταση λίγων μόνο ημερών. Ελάχιστες ακόμη οι σχετικές αναφορές, προς το παρόν μόνο σε διαδικτυακές ενημερωτικές σελίδες.
Στον απόηχο των ελληνοτουρκικών όμως το περιοδικό Spiegel στη διαδικτυακή του έκδοση επανέρχεται αναλυτικά στην επικοινωνιακή επίθεση ενημέρωσης του Έλληνα πρωθυπουργού στο έκτακτο Συμβούλιο Κορυφής των Βρυξελλών και το τετ α τετ με τον Όλαφ Σολτς για την τελευταία κλιμάκωση των λεκτικών επιθέσεων και απειλών από την πλευρά της Τουρκίας.
Και ο συντάκτης διερωτάται: «Απειλείται στρατιωτική αντιπαράθεση στη Μεσόγειο; Ούτε οι Βρυξέλλες αλλά ούτε και το Βερολίνο θεωρούν πιθανό ότι Τουρκία και Ελλάδα θα κάνουν πόλεμο μεταξύ τους, θα είχαν να χάσουν πολλά και οι δύο σε μια τέτοια διένεξη.Αλλά ότι οι εντάσεις σύντομα θα μειωθούν, ούτε αυτό φαίνεται πιθανό. Και οι δύο χώρες βρίσκονται σε προεκλογικό ρυθμό. Βέβαια επίσημα οι εκλογές θα γίνουν το 2023, αλλά θα μπορούσαν να μεταφερθούν για φέτος. Κυρίως ο Ερντογάν θα πρέπει να φοβάται για την επανεκλογή του μετά από 20 χρόνια στην εξουσία λόγω της οικονομικής κρίσης. Οι εθνικιστές ψηφοφόροι και από τις δύο πλευρές θα μπορούσαν να κινητοποιηθούν παίρνοντας σκληρή στάση απέναντι στον ορκισμένο εχθρό τους. Ελπίδα για αποκλιμάκωση έρχεται προς το παρόν μόνο από τον τουρισμό. Τόσο η Ελλάδα όσο και η Τουρκία ελπίζουν ότι θα αγγίξουν επίπεδα ρεκόρ το φετινό καλοκαίρι. Πολεμικά στο Αιγαίο δεν θα ήταν η σωστή διαφήμιση» σχολιάζει ο αρθρογράφος.
Εισβολή» πλούσιων Ρώσων στην Αττάλεια
Η Αττάλεια είναι ένας θελκτικός προορισμός για τουρίστες, αλλά όχι μόνο. Όπως γράφει η Frankfurter Allgemeine Zeitung πλούσιοι Ρώσοι αγοράζουν καλοκαιρινά θέρετρα, κάτι που ωθεί προς τα πάνω τις πληθωριστικές πιέσεις. «Από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία η ρωσική ζήτηση για ακίνητα έχει εκτοξευτεί στα ύψη» γράφει ο Γερμανός αρθρογράφος. «Για πρώτη φορά οι Ρώσοι βρίσκονται στην κορυφή των αγοραστών που παραδοσιακά μονοπωλούνταν από Ιρανούς και Ιρακινούς. Από τον Ιανουάριο μέχρι τον Απρίλιο ολοκληρώθηκαν 2.687 πωλήσεις σε Ρώσους αγοραστές, πάνω από τις μισές σε σχέση με ολόκληρη την προηγούμενη χρονιά … Μεσίτες αναφέρουν ότι πλούσιοι Ρώσοι φέρνουν χρήματα για να τα ασφαλίσουν, ορισμένοι ακόμη έρχονται και οι ίδιοι με τις οικογένειές τους. Έτσι η Τουρκία, που θέλει να διατηρήσει καλές σχέσεις με την Ουκρανία και τη Ρωσία και δεν διακόπτει τα αεροπορικά ταξίδια με τη Μόσχα, προσφέρει και την τουρκική υπηκοότητα ως πρόσθετο κίνητρο, εάν η επένδυση σε ακίνητα υπερβαίνει τα 250.000 δολάρια. Σύμφωνα με δημοσιεύματα στα τουρκικά μέσα ενημέρωσης, ωστόσο, το όριο πρόκειται να αυξηθεί στα 400.000 δολάρια – ο πληθωρισμός δεν σταματά ούτε μπροστά στην υπηκοότητα. Η υποτίμηση της λίρας εξυπηρετεί τους ξένους, αφού πρέπει να υπολογίζουν λιγότερα δολάρια και ευρώ για τις επενδύσεις τους σε λίρες.
100 ημέρες πολέμου για εξοπλισμό 100 δις ευρώ
Τόσες ημέρες χρειάστηκε η γερμανική κυβέρνηση μέχρις ότου περάσει χθες με συντριπτική πλειοψηφία το ειδικό ταμείο 100 δις ευρώ για τον οπλικό εκσυγχρονισμό των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων, κάτι το αδιανόητο πριν από 100 ημέρες. Ο επιθετικός πόλεμος της Ρωσίας προκάλεσε μια νέα πραγματικότητα στην Ευρώπη, είπε η υπουργός Εξωτερικών Ανναλένα Μπέρμποκ.
Αυτήν την πραγματικότητα σχολιάζει ο τύπος σε όλες τις πτυχές της. «Όχι μόνο επί καγκελαρίας Σρέντερ αλλά και επί εποχής Μέρκελ η γερμανική πολιτική ήταν τόσο πολύ προσηλωμένη στο μέρισμα ειρήνης, ώστε οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις κατάντησαν πτωχοκομείο» σχολιάζει ενδεικτικά η Frankfurter Allgemeine Zeitung. „Στο τέλος ήρθε η αποκαλυπτική έκθεση του επιθεωρητή του γερμανικού στρατού με τη διαπίστωση ότι ‘μας τελείωσαν τα χρήματα’. Ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας εγκρίθηκε με ευρεία πλειοψηφία. Ο εγκληματικός πόλεμος εξόντωσης του Πούτιν δυσκολεύει ακόμη και τους πρώην ειρηνιστές να συνηγορήσουν υπέρ του αφοπλισμού».
Το δίλημμα περιγράφει πολύ γλαφυρά ο σχολιαστής της Neue Osnabrücker Zeitung. «100 δις ευρώ για πυρομαχικά και βομβαρδιστικά; Τόσα σχολεία θα μπορούσαν να ανακαινιστούν με τα χρήματα, τόσες ερειπωμένες γέφυρες θα μπορούσαν να επισκευαστούν, τόσο νοσηλευτικό προσωπικό θα μπορούσε να πληρωθεί καλύτερα. Αρκετοί βουλευτές εξέφρασαν ενδοιασμούς για τη δαπάνη τόσων χρημάτων για εξοπλισμούς. Ποιος δεν θα συμφωνούσε μαζί τους … Κι όμως η απόφαση είναι σωστή, γιατί είναι η μόνη κατάλληλη απάντηση στη νέα πραγματικότητα. Δεσπότες του διαμετρήματος του Πούτιν μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο με ισχύ. Είναι αυτός που κάνει πόλεμο, και όχι εκείνοι που σπεύδουν να βοηθήσουν την Ουκρανία. Η λυπηρή αλλά ρεαλιστική απάντηση σε αυτό δεν μπορεί παρά να είναι η χρήση αποτρεπτικής δύναμης. Τα 100 δισεκατομμύρια ευρώ είναι, θα λέγαμε, μια συμβολή ασφάλειας στην ελευθερία στην Ευρώπη, χωρίς την οποία ακόμη και τα σύγχρονα σχολεία και οι γέφυρες θα ήταν άχρηστα.
Πηγή: DW