«Ο Ερντογάν θα πρέπει να καταλάβει ότι η πρόκληση μιας περιπέτειας με την Ελλάδα ενέχει πολύ περισσότερα ρίσκα και κινδύνους για τον ίδιο σε σχέση με την θέση του στο εσωτερικό, τονίζει ο διεθνολόγος Κωνσταντίνος Φίλης στη συνέντευξη που ακολουθεί.
Συνέντευξη στον Χρόνη Διαμαντόπουλο
Ο Κ. Φίλης εξηγεί πως «οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις είναι πολύ ισχυρές» και σημειώνει με έμφαση ότι «αν αποφασίσει να κάνει μια περιπέτεια με την Ελλάδα πολεμική και χάσει τον πόλεμο – ένα σενάριο που είναι πολύ πιθανό – τότε κινδυνεύει ακόμη και με κρεμάλα».
Η Τουρκία το επόμενο διάστημα, σύμφωνα με την εικόνα που έχουμε, θα διεθνοποιήσει την επιθετική της πολιτική και θα φτάσει μέχρι τον Ο.Η.Ε. Η Ελλάδα πώς οφείλει να απαντήσει;
Η Ελλάδα έχει διάφορα επίπεδα απάντησης. Το ένα είναι, προφανώς, ο ίδιος ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών. Σε αυτή την περίπτωση, πρέπει να σταθμίσουμε το κατά πόσο είναι προς το συμφέρον μας να μπούμε σε μια λογική ανταλλαγής απόψεων και νομικών επιχειρημάτων δια αλληλογραφίας μέσω του Ο.Η.Ε. Και το λέω αυτό διότι κάθε φορά η Τουρκία εξειδικεύει τα,έτσι κι αλλιώς, αίολα επιχειρήματά της, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να είναι υποχρεωμένη να απαντάει σε αυτά. Στο μέλλον, θα μπορούσε η Άγκυρα να επικαλεστεί αυτή την ανταλλαγή επιστολών κι απόψεων σε μια διαπραγμάτευση για να ισχυριστεί ότι η Ελλάδα, κατά κάποιον τρόπο, αποδέχεται ως ατζέντα– ή αποδέχεται να συμπεριληφθούν στην ατζέντα αυτά τα ζητήματα. Θα πρέπει, λοιπόν, να δούμε πώς θα συνεχιστεί αυτή η φάμπρικα των επιστολών στον Ο.Η.Ε. ή πρέπει κάποια στιγμή να σταματήσει με μια ρητή και κατηγορηματική δήλωση από ελληνικής πλευράς. Το δεύτερο επίπεδο έχει να κάνει, προφανώς, με την ενημέρωση των εταίρων μας. Και η Ελλάδα, μετά από πολύ καιρό, έκανε το αυτονόητο. Δηλαδή, άρχισε να ενημερώνει με χάρτες και στοιχεία, με αδιάψευστους μάρτυρες κι αδιάσειστα στοιχεία δηλαδή για τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας και μάλιστα πώς αυτός ο αναθεωρητισμός κλιμακώθηκε τα τελευταία σχεδόν πενήντα χρόνια, από τις αρχές δεκαετίας του 1970. Κι από εκεί και πέρα, υπάρχει και το ζήτημα της ενημέρωσης των εταίρων μας, θα έλεγα με την υιοθέτηση ενός οδικού χάρτη από δικής μας πλευράς, ο οποίος θα προταθεί προς τους εταίρους και προς την Τουρκία. Ίσως τώρα να μην είναι η κατάλληλη στιγμή, θα πουν κάποιοι, επειδή είμαστε σε πολύ μεγάλη ένταση.
Αλλά ένας οδικός χάρτης από δικής μας πλευράς είναι απαραίτητος, με βήματα τα οποία θα γίνουν για να μπορέσουμε να φτάσουμε στο επιθυμητό σημείο. Που επιθυμητό σημείο ανάμεσα σε δύο γείτονες δεν είναι να βρίσκονται σε μια πολεμική κατάσταση, που δεν ωφελεί κανέναν. Δεν ωφελεί την Ελλάδα που είναι μια κανονική χώρα, μια δημοκρατική χώρα. Προκειμένου να αποφύγουμε τα χειρότερα, θεωρώ, λοιπόν, σημαντική την υιοθέτηση ενός οδικού χάρτη από πλευράς μας. Τον χάρτη αυτόν θα προβάλλουμε προς Τούρκους και συμμάχους, στον οποίο, επίσης, θα έχουμε τα βήματα, τα σταθερά βήματα που θα γίνουν για την αποκλιμάκωση της έντασης. Εν συνεχεία. για την εμπέδωση της αποκλιμάκωσης και τέλος για την εμπέδωση ενός κλίματος εμπιστοσύνης, το οποίο θα μπορούσε να μας οδηγήσει, κάποια στιγμή, προφανώς όχι άμεσα, στην έναρξη ενός ουσιαστικού και κανονικού διαλόγου –με περιεχόμενο- με την Τουρκία. Αυτή τη στιγμή, δεν υπάρχει τίποτε από όλα αυτά. Ακόμη και οι διερευνητικές, που είναι προθάλαμος διαλόγου, γίνονται για το θεαθήναι από πλευράς Τουρκίας, αποτελώντας παράλληλους μονόλογους. Πιστεύω, λοιπόν, ότι κάποια στιγμή -άμεσα- πρέπει να παρουσιάσουμε αυτόν τον οδικό χάρτη.
Η κλιμάκωση της ρητορικής των Τούρκων αξιωματούχων εναντίον της Ελλάδας μπορεί να συγκριθεί με τη στάση των Ρώσων απέναντι στους Ουκρανούς πριν ξεκινήσουν την επίθεσή τους;
Υπάρχουν, έτσι κι αλλιώς, αναλογίες ανάμεσα σε Ρωσία και Τουρκία, οι οποίες έχουν επισημανθεί από την αρχή του πολέμου. Αυτή τη στιγμή η Τουρκία, μέσω του προέδρου της, μέσω τιτιβισμάτων στα ελληνικά κιόλας, απείλησε την Ελλάδα ουσιαστικά με την χρήση στρατιωτικής βίας. Κάτι το οποίο έκανε η Ρωσία, για πολύ καιρό, σε βάρος της Ουκρανίας. Πέρα από τις αναλογίες, κάποιες από τις οποίες, όπως είπα, είναι εμφανείς, υπάρχουν και διαφορές. Η Ελλάδα δεν είναι Ουκρανία. Οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις είναι πολύ ισχυρές, η Ελλάδα είναι κράτος -μέλος του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. Είναι άλλα τα συμφέροντα σε σχέση με την χώρα μας και είναι πολύ λογικό ότι η Τουρκία ζυγίζει τα δεδομένα και αντιλαμβάνεται το άτοπο, αν θέλετε, της όποιας προσπάθειας να μπει σε περιπέτεια με την Αθήνα. Από εκεί και πέρα, και στην ρητορική μπορούμε πράγματι να βρούμε αρκετές αναλογίες δύο αναθεωρητικών -μεγαλύτερων σε μέγεθος- γειτόνων. Οι οποίοι θέλουν να επιβάλλουν την επιθυμία τους. Αρχικά μέσα από την απειλή χρήσης βίας κι εν συνεχεία, -αν δεν καταφέρουν ο αντίπαλος να συνθηκολογήσει- ακόμη και με τη χρήση βίας. Όμως είναι δύο διαφορετικές περιπτώσεις γιατί Ελλάδα και Τουρκία είναι κράτη – μέλη του ΝΑΤΟ και γιατί, όπως σας είπα, η Ελλάδα έχει άλλες δυνατότητες σε σχέση με την Ουκρανία, παρά την έως τώρα αποτελεσματική αντίσταση των Ουκρανών έναντι των Ρώσων.
Η οικονομική κατάσταση της Τουρκίας μπορεί τελικά να είναι ο λόγος της επιθετικής πολιτικής των γειτόνων; Δηλαδή, όσο αυξάνεται η οικονομική κρίση εντός της Τουρκίας, γίνεται μια προσπάθεια συσπείρωσης των πολιτών της μέσω της επίθεσης – ρητορικής για την ώρα -εναντίον της Ελλάδας. Πόσο ευσταθεί αυτή η πιθανότητα;
Είναι ένας εκ των λόγων. Δεν είναι ο βασικός. Δηλαδή είναι μονοσήμαντο και μονοδιάστατο να πούμε ότι η Τουρκία συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο απέναντι στην Ελλάδα μόνο και μόνο επειδή η οικονομία της δεν πηγαίνει καλά κι ο Ερντογάν θέλει να αποπροσανατολίσει την κοινή γνώμη ή θέλει να βρει έναν τρόπο να κερδίσει κάτι στο εθνικό πεδίο για να αλλάξει το αποτέλεσμα των εκλογών. Είναι μονοδιάστατο. Υπάρχουν κι άλλοι λόγοι που σχετίζονται με τον πάγιο και τον διαρκή, θα έλεγα, τουρκικό αναθεωρητισμό εναντίον της Ελλάδας , τουλάχιστον τα τελευταία πενήντα χρόνια. Είναι μονοσήμαντο να αποδίδουμε στην κακή πορεία της οικονομίας και στην ανάγκη του Ερντογάν να αποπροσανατολίσει την κοινή γνώμη ή να κερδίσει πόντους συσπειρώνοντας το εθνικιστικό του ακροατήριο ή ακόμη και να προσδοκά ότι θα κερδίσει τις εκλογές συσπειρώνοντας το εθνικιστικό ακροατήριο γύρω από αυτόν, στοχεύοντας ή στοχοποιώντας την Ελλάδα. Διότι υπάρχουν κι άλλοι λόγοι για τους οποίους η Τουρκία κινείται με αυτόν τον τρόπο, το τελευταίο χρονικό διάστημα. Από την άλλη, ο Ερντογάν θα πρέπει να καταλάβει ότι η πρόκληση μιας περιπέτειας με την Ελλάδα ενέχει πολύ περισσότερα ρίσκα και κινδύνους για τον ίδιο σε σχέση με την θέση του στο εσωτερικό. Γιατί η Ελλάδα προφανώς δεν πρόκειται να δεχτεί η κρίση αυτή να είναι σημειακή. Θα την επεκτείνει, άρα θα του μεγαλώσει πολύ το κόστος. Συνεπώς, το ρίσκο που συνεπάγεται για τον ίδιο και την θέση εντός της χώρας –είναι πολύ μεγαλύτερο. Να διατηρεί την κατάσταση της οικονομίας στο στάτους που βρίσκεται σήμερα. Το οποίο είναι προβληματικό για τον ίδιο. Αλλά αν ο Ερντογάν πρόκειται να κερδίσει τις εκλογές χωρίς να αναταχθεί η οικονομία, δεν μπορεί να ρισκάρει, πιστεύοντας ότι θα κερδίσει την Ελλάδα σε μια πολεμική αναμέτρηση. Διότι αν χάσει τις εκλογές, μπορεί να έχει εξασφαλίσει τα σημεία. Από την άλλη όμως, αν αποφασίσει να κάνει μια περιπέτεια με την Ελλάδα πολεμική και χάσει τον πόλεμο –ένα σενάριο που είναι πολύ πιθανό- τότε κινδυνεύει ακόμη και με κρεμάλα.