Εχει επικρατήσει εδώ και αρκετά χρόνια στη δημόσια αντιπαράθεση η άποψη πως ένα καίριο χαρακτηριστικό των «λαϊκισμών» –δεξιών και αριστερών– είναι ο αντισυστημισμός τους. Νομίζω πως ο στόχος αυτής της τοποθέτησης είναι να επισημανθεί η κοινότητα ανάμεσα στην Ακροδεξιά και τη ριζοσπαστική Αριστερά. Στο μέτρο, μάλιστα, που υπάρχει και «επιστημονική», μαζί και μιντιακή στο όριο του γελοίου, υποστήριξη αυτής της ασυναρτησίας, η κατίσχυσή της είναι σχεδόν ολοσχερής.
Χρήστος Λάσκος
Για όποιον θέλει να μετρήσει, όχι την αλήθεια, αλλά έστω την ευλογοφάνεια αυτής της ιδέας, έχω την εντύπωση πως η δήλωση της Λεπέν, μετά τη λήξη του πρώτου γύρου των γαλλικών εκλογών είναι αποκαλυπτική. Να τι είπε, λοιπόν, η Λεπέν δείχνοντας την ουσιώδη συνέχεια με το ακραίο Κέντρο του Μακρόν: «Σας καλώ να μην ψηφίσετε αυτούς που θέλουν να σας στερήσουν τα δικαιώματά σας, ούτε αυτούς που θέλουν να σας στερήσουν την περιουσία σας».
Το πρώτο μέρος της δήλωσης είναι σχετικά ασαφές. Τι σημαίνει στέρηση των δικαιωμάτων; Και ποιων δικαιωμάτων; Δεν είναι τόσο εύκολο να διευκρινιστεί την εποχή που το γερμανικό AfD έχει εδώ και χρόνια συμπρόεδρο την Αλις Βάιντελ, μια δηλωμένη λεσβία, και όταν ο ηγέτης της ολλανδικής Ακροδεξιάς Πιμ Φόρτουιν ήταν ανοιχτά ομοφυλόφιλος. Ή όταν, όπως σημειώνει ο Γιάννης Μπαλαμπανίδης («Οι ιδέες της προόδου και της συντήρησης», Πόλις), «η μοντέρνα alt-Right αξιοποιεί όλα τα συμβολικά σημεία της νεανικής υπο(κουλτούρας), την υπερσύγχρονη γλώσσα των εναλλακτικών μίντια, τους ενδυματολογικούς κώδικες, το πίρσινγκ, για να δώσει μια συνεκτική ταυτότητα στους –πάντα λευκούς ή έστω ανοιχτόχρωμους– “γιους και κόρες της Ευρώπης”».
Τελικά, εμφανίζεται, όσο περνούν τα χρόνια, ως μια «κανονικοποιημένη» πολιτική δύναμη, που, κυρίως, επιμένει στην εθνικά προτιμησιακή πολιτική σε ό,τι αφορά τα δικαιώματα, ως προς τα οποία μπορεί να προσαρμόζει τον λόγο της, αλλά και τις στάσεις της. Πρόκειται, λοιπόν, για κόμματα που δεν απέχουν, αν απέχουν, παρά ελάχιστα από τον Σαρκοζί, τον Ραχόι ή τον Μπερλουσκόνι, ενώ και ο Σαμαράς δεν στέκει πολύ μακριά. Δεν αποτελούν, λοιπόν, τομή, αλλά συνέχεια, τμήμα της δεξιάς πολυκατοικίας, για να θυμηθούμε έναν εύστοχο χαρακτηρισμό.
Αν, όμως, το πρώτο μέρος είναι σχετικά ασαφές, το δεύτερο μέρος της δήλωσης είναι απολύτως σαφές και ακριβές. «Μην ψηφίσετε […] αυτούς που θέλουν να σας στερήσουν την περιουσία σας». Το κάλεσμα στον λαό της ιδιοκτησίας είναι άμεσο και επιτακτικό. Ο αντικομμουνιστικός προσανατολισμός είναι στην καρδιά του μηνύματος, τοποθετώντας την Ακροδεξιά στην παράταξη του κτητικού ατομικισμού, με τέτοιον τρόπο που τα κοινοτικά στοιχεία να είναι πάντοτε επικαθορισμένα από αυτόν. Οι δυνάμεις αυτές όχι μόνο δεν είναι, έστω στα λόγια, αντικαπιταλιστικές, αλλά, όταν χρειάζεται ή θα χρειαστεί, θα αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος της καπιταλιστικής αντίδρασης. Σε μικροκλίμακα το ξέρουμε στα καθ’ ημάς, όπου οι χρυσαυγίτες ναζιστές έπαιξαν για καιρό τον ρόλο των εφοπλιστικών μπράβων.
Αλλωστε, το λέει και ο Μακρόν. Αν σε κάποια περιφέρεια βρεθούν αντιμέτωποι υποψήφιοι της Αριστεράς και της Ακροδεξιάς, οι οπαδοί του θα πετάνε αετό σφυρίζοντας. Ετσι, κυρίως, θα δημιουργηθεί το «δημοκρατικό μέτωπο» ενάντια στους κομμουνιστολαϊκιστές.
Οσοι, λοιπόν, μιλούν για «αντισυστημισμό» της τωρινής Ακροδεξιάς λένε συνειδητές ασυναρτησίες. Αντισυστημισμός σημαίνει, πριν απ’ όλα, ριζικός αντικαπιταλισμός. Και, ακόμη περισσότερο, ρητός αντικαπιταλισμός, ο οποίος πρέπει να σφραγίζει και την παραμικρή, αν είναι δυνατόν, διάσταση της αριστερής πολιτικής. Η καθολική αποεμπορευματοποίηση των βασικών αγαθών και υπηρεσιών, από την υγεία και την εκπαίδευση μέχρι τις συγκοινωνίες, τη στέγη και την τροφή, η ενίσχυση της δημόσιας και συλλογικής ιδιοκτησίας, ο δημοκρατικός σχεδιασμός θα πρέπει να είναι διαρκώς στην καρδιά του λόγου της Αριστεράς, ακόμη κι όταν μιλάει για «άσχετα» ζητήματα. Η διαπαιδαγώγηση των πλειοψηφικών εργατικών και ευρύτερα πληβειακών τάξεων είναι καθοριστική παράμετρος της ιδεολογικής δουλειάς που απαιτείται.
Η Αριστερά, στις περισσότερες περιπτώσεις, περί άλλα τυρβάζει. Εχοντας αποδεχθεί πως η καλύτερη εκδοχή της πολιτικής παρουσίας της αφορά την ορθότερη –και κοστολογημένη, βεβαίως βεβαίως– διαχείριση του πανάθλιου υπάρχοντος συστήματος, αδυνατεί όχι μόνο να διαμορφώσει εναλλακτική ατζέντα, αλλά είναι έτοιμη να προσχωρήσει στον σκληρό πυρήνα της κυρίαρχης ιδεολογίας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος, όπου σταθεί κι όπου βρεθεί, διακηρύσσει πως θα μας κάνει και… αξιοκρατία. Αγνοώντας ολοκληρωτικά τα στοιχειώδη της αριστερής αντικαπιταλιστικής κριτικής στην πιο διαβρωτική για την ισότητα και τοξική έννοια και πρακτική του συστήματος.
Γι’ αυτό, όπως σωστά επισήμαινε ο Κώστας Βεργόπουλος, στο τελευταίο του βιβλίο, αυτή η Αριστερά αποτελεί διεύρυνση και αναζωογόνηση του πολιτικού συστήματος, σε καμιά περίπτωση πάντως, ανατρεπτική δύναμη.
* εκπαιδευτικός
Πρώτη δημοσίευση στην Εφ.Συν.