Παραμονή της ρωσικής εισβολής η μηνιαία εφημερίδα «Έλληνες της Ουκρανίας», ήταν σχεδόν έτοιμη να εκδοθεί.
Λόγω της εμπόλεμης κατάστασης, όμως, κανένας από τους εργαζόμενους στην εφημερίδα δεν μπόρεσε να φτάσει στο κτίριο της Ομοσπονδίας Ελληνικών σωματείων, στη Μαριούπολη, όπου στεγαζόταν. Και έτσι το τεύχος του Φεβρουαρίου δεν πρόλαβε να τυπωθεί.
Ξεκίνησαν οι ρωσικοί βομβαρδισμοί και οι μάχες στη συνέχεια και η «φωνή» των Ελλήνων στην Ουκρανία, σίγησε. Έως πότε, κανείς δε γνωρίζει, δεδομένου ότι η Μαριούπολη τελεί πλέον υπό ρωσική κατοχή.
«Τα θέματά μας στο τεύχος του Φεβρουαρίου ήταν πολλά. Επρόκειτο να δημοσιεύσουμε και μια νέα, μεγάλη έρευνα για τις παραδόσεις και τη ζωή των Ελλήνων της Αζοφικής. Η κατάσταση χειροτέρευε κάθε λεπτό, στη συνέχεια μάθαμε ότι ούτε ο εξοπλισμός του γραφείου, ούτε το αρχείο με εφημερίδες όλων των ετών, ούτε το φωτογραφικό υλικό – τίποτα δεν μπορούσε να σωθεί», λέει στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η Βικτωρία Πομαζάν, αρχισυντάκτρια -τα δεκατρία τελευταία χρόνια της εφημερίδας «Έλληνες της Ουκρανίας».
Η εφημερίδα «Έλληνες της Ουκρανίας» ερχόταν από μακριά. Ήταν η συνέχεια της πρώτης εφημερίδας των Ελλήνων της Ουκρανίας «Κολλεκτιβιστής», με έδρα τη Μαριούπολη, που εκδιδόταν στην ελληνική γλώσσα, από τις 27 Οκτωβρίου 1930 έως τις 17 Δεκεμβρίου 1937.
«Εκδότης του “Κολλεκτιβιστή” ήταν ο Γεώργιος Κοστοπράβ, συγγραφέας, ποιητής, ιδρυτής της εθνικής λογοτεχνίας των Ελλήνων της Ουκρανίας, σύμβουλος της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Ουκρανίας για τις Εθνικές Μειονότητες», αφηγείται η Βικτωρία Πομαζάν.
«Στο γραφείο της εφημερίδας “Κολλεκτιβιστή”, που στεγαζόταν στο εργοστάσιο Azovstal, ο Γεώργιος Κοστοπράβ ίδρυσε και διηύθυνε δύο λογοτεχνικούς συλλόγους για νέους ποιητές, που έγραφαν στη μητρική ρουμέικη γλώσσα. Μεταξύ των μαθητών του ήταν ποιητές ελληνικής καταγωγής, που έχουν γίνει κλασικοί στην Ουκρανία, ο Βασίλι Γκάλα, ο Άντον Σαπούρμα, ο Λεόντι Κιριάκοφ και άλλοι».
Η ζωή του σημαντικότερου λόγιου Έλληνα της Ουκρανίας είχε τραγικό τέλος. Συνελήφθη τη νύχτα της 24η Ιανουαρίου του 1937 κατά τη διάρκεια της λεγόμενης «Ελληνικής Επιχείρησης» του NKVD (σσ. εκτέλεσης ή φυλάκισης στα γκούλαγκ των Ελλήνων της ΕΣΣΔ). Στις 14 Φεβρουαρίου 1938 καταδικάστηκε σε θανατική ποινή και εκτελέστηκε την ίδια μέρα.
«Το τελευταίο τεύχος της εφημερίδας “Κολλεκτιβιστής” κυκλοφόρησε την ημέρα που συνελήφθη ο εκδότης της, Κοστοπράβ. Ταυτόχρονα με τις καταστολές κατά της πλειοψηφίας των εκπροσώπων της Ρωμαϊκής (ελληνικής) διανόησης, απαγορευτήκαν όλες οι εκδόσεις ελληνικών εντύπων, καθώς και το Ελληνικό θέατρο της Μαριούπολης. Απαγόρευσαν (έκλεισαν) και τα ελληνικά σχολεία σε όλη την επικράτεια».
«Η ειρωνεία της μοίρας μας, στο γραφείο της εφημερίδας υπήρχε έως τώρα ένα πορτρέτο του Γιώργου Κοστοπράβ, και έτσι , όπως το 1937, ο ιδρυτής της πρώτης στην Ουκρανία ελληνικής εφημερίδας, έγινε για άλλη μια φορά βουβός μάρτυρας της καταστροφής της εφημερίδας των “Ελλήνων της Ουκρανίας”», λέει η κ. Πομαζάν.
Για την πορεία και το «τέλος»(;) της ιστορικής εφημερίδας η Πρόεδρος της Ελληνικής Ομοσπονδίας Ουκρανίας, Αλεξάνδρα Προτσένκο -Πισαντζή αναφέρει στο ΑΠΕ ΜΠΕ: «Το 1995 δημιουργήθηκε η Ομοσπονδία Ελληνικών Συλλόγων Ουκρανίας. Τον επόμενο χρόνο (1996), η Ομοσπονδία μας εξέδωσε τη δική της εφημερίδα, με τίτλο “Έλληνες της Ουκρανίας”, και επικεφαλής τον επαγγελματία δημοσιογράφο, Ανατόλη Μπαλτζή, που ανέλαβε τη διεύθυνση και την αρχισυνταξία της οκτασέλιδης έκδοσης. Για πρώτη φορά, μετά από 50 και πλέον χρόνια, η δική μας εφημερίδα μίλησε δημόσια για τους Έλληνες της Ουκρανίας, για τις δραστηριότητες της Ομοσπονδίας και των ελληνικών συλλόγων. Το αξιοσημείωτο ήταν, ότι οι αναγνώστες μας, όχι μόνο τη διάβαζαν, αλλά φύλαγαν τα τεύχη της εφημερίδας ως κειμήλια!».
Από το 2009 επικεφαλής της εφημερίδας ετέθη η Βικτώρια Πομαζάν, πτυχιούχος της ελληνικής φιλολογίας του Πανεπιστήμιου Ανθρωπιστικών Σπουδών της Μαριούπολης, που ήταν, ως Ελληνίδα από το χωρίο Γιάλτα της Αζοφική Θάλασσα, και μέλος της εκτελεστικής επιτροπής της Ομοσπονδίας.
Από αυτή την περίοδο η εφημερίδα έγινε 16σέλιδη και μέχρι τον Φεβρουάριο του 2022 παρέμεινε έτσι. Εμφανίστηκαν νέες στήλες, όπως οι «Συνέντευξη», «Προσωπικότητα», «Η Ιστορία μας», «Λογοτεχνικός Παρνασσός». Οι συντάκτες της εφημερίδας έδωσαν ιδιαίτερη προσοχή στη διάδοση της αυθεντικής κουλτούρας των Ελλήνων της Αζόφ.
«Αρχικά βάλαμε στόχο να πάμε πίσω στην ιστορία των Ελλήνων της Ουκρανίας, να μάθουν οι νέοι για την περίοδο της πολιτικής ιθαγενοποίησης – την πολιτική και πολιτιστική εκστρατεία της σοβιετικής κυβέρνησης για το εθνικό ζήτημα στη δεκαετία του 1920 και στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Για την “Ελληνική επιχείρηση” του 1937, που τερμάτισε όλες αυτές τις προσπάθειες. Μοναδικό αρχείο για την περίοδο εκείνη συγκέντρωσαν η Έλενα Ουζμπέκ και η Μαρία Πύργο, που κυριολεκτικά αποκάλυψαν στους αναγνώστες των νέων γενεών, ονόματα Ελλήνων συγγραφέων, δημοσίων προσώπων, ηθοποιών του ελληνικού θεάτρου της Μαριούπολης, καθηγητών του Ελληνικού Παιδαγωγικού Κολεγίου της Μαριούπολης και πολλά άλλα, που ανέβασαν το σθένος των ξεχασμένων επί μισό αιώνα Ελλήνων», αφηγείται η Βικτωρία Πομαζάν, η οποία βρίσκεται στην Ελλάδα ως πρόσφυγας πολέμου.
Η εφημερίδα «Έλληνες της Ουκρανίας», που εκδιδόταν με άρθρα στην ουκρανική, ελληνική, ρωσική και ρωμαίικη (διάλεκτος) και ουρούμ (διάλεκτος), έθιγε επίσης θέματα υψηλού ενδιαφέροντος, σχετικά με τα προβλήματα διατήρησης της γλωσσικής κληρονομιάς των Ελλήνων του Αζόφ, με δημοσιεύσεις των γνωστών εθνολόγων, του Alexander Rybalko και της Olimpiada Khadzhinova.
Στην ερώτηση, εάν υπάρχει περίπτωση επανέκδοσης εφημερίδας στην Ελλάδα, όπου βρίσκεται ή ίδια, αλλά και η αρχισυντάκτριά της, η Αλεξάνδρα Προτσένκο -Πιτσατζή απαντά: «Το σκεφτόμαστε, αφού το τέλος της εφημερίδας μας ράγισε τις καρδιές των Ελλήνων της Ουκρανίας. Πέρασαν έξι μήνες από την αρχή του πολέμου. Πολλοί συμπατριώτες μας από την Αζοφική, την Μαριούπολη έφυγαν “στα ξένα” ως προσφυγές πολέμου. Θέλει οργάνωση -αυτό είναι στο «χέρι» μας- αλλά και οικονομικούς πόρους. Εξετάζουμε το ενδεχόμενο να εκδώσουμε την εφημερίδα εδώ στην Ελλάδα σε ηλεκτρονική μορφή, έτσι ώστε να την διαβάζουν άμεσα οι συμπατριώτες μας, όπου και αν βρίσκονται, και ταυτόχρονα να επικοινωνήσουμε με όλους τους Έλληνες απανταχού γης».