«Οι κρίσεις δεν ήταν ποτέ για πολύ καιρό απούσες από την διάδραση μεταξύ των δύο χωρών» τονίζει στη συνέντευξή του στο AnatropiNews ο διεθνολόγος Κώστας Υφαντής. Όπως εξηγεί ο ίδιος «ο στόχος ήταν να υπάρχουν μηχανισμοί που να μειώνουν τις πιθανότητες ατυχήματος και κυρίως μη σκόπιμης κλιμάκωσης».
Ο ίδιος, θεωρεί ότι η Τουρκία κάνει αναγκαστικές προσαρμογές, όπως αυτή με το Ισραήλ, σε μια προσπάθεια να ελέγξει τις εξελίξεις στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου και της βόρειας Αφρικής, κάτι που θα φανεί στο μέλλον εάν θα επιτευχθεί.
Συνέντευξη στον Χρόνη Διαμαντόπουλο
Κύριε Υφαντή, η Τουρκία συνεχώς κλιμακώνει τη ρητορική της εναντίον της Ελλάδας. Ισορροπεί μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας και τελευταία προσπαθεί να επαναπροσδιορίσει τις σχέσεις της με το Ισραήλ. Ανεξάρτητα από το πώς βλέπουμε την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας δημιουργείται η αίσθηση ότι βρίσκεται συνεχώς σε μια κινητικότητα. Μπορεί να βοηθήσει την Τουρκία αυτού του είδους η πολιτική;
Η περιγραφή σας της συγκυρίας και της τουρκικής συμπεριφοράς είναι ακριβής. Εδώ και αρκετό καιρό η Τουρκία προσπαθεί να ελιχθεί μεταξύ διαφορετικών επιλογών και να ισορροπήσει μεταξύ των περιορισμών συμμετοχής της στο δυτικό θεσμικό σύστημα και της στρατηγικής της σχέσης και σε κάποιες περιπτώσεις ισχυρής εξάρτησής της από τις Ρωσικές επιδιώξεις στον ευρύτερο γεωπολιτικό χώρο της Ανατολικής Μεσογείου και της βόρειας Αφρικής. Η προηγούμενη προσπάθεια μιας πραγματικά ηγεμονικής παρουσίας σε αυτή την περιοχή με την επιβολή των προτιμήσεών της (κυβερνήσεις Αδελφών Μουσουλμάνων, ανατροπή καθεστώτος Άσσαντ, υποστήριξη Χαμάς κλπ) φαίνεται να προσαρμόζεται επιχειρώντας να επιστρέψει διπλωματικά στην περιοχή. Η προσέγγιση με το Ισραήλ και οι εν εξελίξει συζητήσεις με την Αίγυπτο προς παρόν σε χαμηλό, υπηρεσιακό επίπεδο αλλά και η αναδίπλωση σε σχέση με την Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είναι προϊόντα της ανάγκης απεγκλωβισμού από την μαξιμαλιστική στρατηγική κουλτούρα του καθεστώτος Ερντογάν όπως αυτή διαμορφώθηκε και επικράτησε τα τελευταία δέκα χρόνια στην Τουρκική εξωτερική πολιτική. Η κινητικότητα αυτή και η προσπάθεια οι διπλωματικό συσχετισμοί να αλλάξουν επί το ευνοϊκότερο θα συνεχιστεί. Αυτή η αναδίπλωση δεν πρέπει, βεβαίως, να εκλαμβάνεται ως στρατηγική επιλογή αλλά ως αναγκαστική τακτική προσαρμογή. Το καθεστώς Ερντογάν δεν θα εγκαταλείψει το όραμα μιας Τουρκίας να επηρεάζει τις εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή σύμφωνα με τα συμφέροντά της. Και βεβαίως δεν φαίνεται ότι θα αλλάξει η πολιτική της έναντι της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ειδικά με την προσπάθεια εξομάλυνσης των σχέσεών με το Ισραήλ τι μπορεί να κερδίσει η Τουρκία;
Αν και θα πρέπει να θεωρείται δύσκολη η πλήρης αποκατάσταση της εμπιστοσύνης απέναντι στην Τουρκία του καθεστώτος Ερντογάν, η επιχειρούμενη εξομάλυνση θα επαναφέρει στην περιφεριακή ατζέντα με μεγαλύτερη ένταση μια σειρά από ζητήματα το κυριότερο εκ των οποίων είναι η μεταφορά των ενεργειακών πόρων του Ισραήλ στην Τουρκία, που είναι και μεγαλύτερη αγορά στην Ανατολική Μεσόγειο και από εκεί στην Ευρώπη. Στο ενδεχόμενο αλλαγής φρουράς στην Άγκυρα είναι εξαιρετικά πιθανό η διαδικασία επαναπροσέγγισης να εντατικοποιηθεί. Η ελληνοϊσραηλινή στρατηγική συνεργασία θα παραμείνει ισχυρή αλλά είναι αναμενόμενο η πτυχή που αφορά στην αντιμετώπιση της Τουρκίας να συρρικνωθεί. Οι φιλοϊσραηλινές ομάδες πίεσης στην Ουάσιγκτον θα είναι πιο διακριτικές ως προς τις παρεμβάσεις τους.
Κλιμάκωση στην πράξη, μ’ ένα θερμό επεισόδιο υπάρχει πιθανότητα να αντιμετωπίσει η χώρα μας; Και σε αυτή την περίπτωση θα είμαστε μόνοι μας ή θα βρεθούν σύμμαχοι να μας υπερασπιστούν;
Μια κλιμάκωση εκτός ελέγχου ήταν πάντοτε ένα ενδεχόμενο στο πλαίσιο της ελληνοτουρκικής διελκυνστίνδας. Οι κρίσεις δεν ήταν ποτέ για πολύ καιρό απούσες από την διάδραση μεταξύ των δύο. Γι’ αυτό άλλωστε έχουν γίνει τόσες προσπάθειες οικοδόμησης μέτρων εμπιστοσύνης. Ο στόχος ήταν να υπάρχουν μηχανισμοί που να μειώνουν τις πιθανότητες ατυχήματος και κυρίως μη σκόπιμης κλιμάκωσης. Πέρα από αυτό όμως, η πιθανότητα ενός θερμού επεισοδίου ήταν πάντοτε ενταγμένη στα σενάρια κρίσης και των δύο πλευρών. Η λογική, όμως, ήταν ότι μια στρατιωτική αντιπαράθεση ακόμη και περιορισμένης κλίμακας, έντασης και διάρκειας δεν θα ήταν σκόπιμη. Η συγκυρία όμως, με ευθύνη της Άγκυρας, είναι πρωτοφανής. Η τοξικότητα και το απροκάλυπτο των απειλών που εκπέμπεται από το υψηλότερο δυνατόν επίπεδο δεν έχουν προηγούμενο ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές των ελληνοτουρκικών σχέσεων μετά το 1974. Μπορεί να αποδοθεί και να ερμηνευθεί μόνο ως απότοκα των εσωτερικών δυσκολιών που αντιμετωπίζει ο Πρόεδρος Ερντογάν; Κατά την άποψή μου όχι! Οι εσωτερικές σκοπιμότητες είναι μέρος της γενικότερης πολιτικής συνθήκης αλλά θα ήταν αφέλεια να πιστεύει κανείς ότι αν δεν υπήρχαν η οικονομική κρίση και η εκλογική αποσυσπείρωση μέρους του πολιτικού ακροατηρίου του Προέδρου Ερντογάν, η πολιτική της Άγκυρας έναντι της Ελλάδος και της Κύπρου θα ήταν διαφορετική. Η «Γαλάζια Πατρίδα» ενσωματώνει την στρατηγική αντίληψη του καθεστώτος Ερντογάν για την Τουρκία σήμερα και για την θέση της στον κόσμο αύριο.
Η πιθανή αλλαγή ηγεσίας στην Τουρκία μετά τις εκλογές πόσο πρέπει να μας προβληματίζει; Μήπως ο Ταγίπ Ερντογάν είναι η καλύτερη από τις επιλογές των Τούρκων πολιτών για την Ελλάδα;
Αυτή την στιγμή το δημοσκοπικό φάσμα της ήττας είναι ισχυρό. Όμως δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι ο Πρόεδρος Ερντογάν είναι σε θέση να ελέγξει τις διαδικασίες με τρόπους που να κάνουν την ζωή και τις προοπτικές των πολιτικών του αντιπάλων εξαιρετικά αμφίβολες. Πάντως πάρα την γενική εντύπωση ότι η αντιπολίτευση θα είναι χειρότερη εγώ θα ήμουν συγκρατημένος στις εκτιμήσεις μου. Είναι αλήθεια ότι σε αρκετές περιπτώσεις στελέχη της αντιπολίτευσης υπερακοντίζουν σε ανθελληνικού περιεχομένου δηλώσεις. Όμως αυτό είναι περισσότερο ένας πολιτικός τακτικισμός που στόχο έχει να εκθέσει τον υπερεθνικιστικό ζήλο του καθεστώτος. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι Κεμαλικές δυνάμεις δεν υιοθετούν την αναθεωρητική ατζέντα του καθεστώτος Ερντογάν. Άλλωστε αυτές την διαμόρφωσαν από την δεκαετία του 1970. Όμως αν επικρατήσουν θα επικρατήσουν εξαιτίας της οικονομικής κατάστασης και δραματικής αύξησης της φτώχειας που πρωτίστως πλήττει την κοινωνική βάση του AKP. Θεωρώ ότι η προτεραιότητα θα είναι η οικονομία και σε αυτή την περίπτωση ίσως υπάρξει ένα παράθυρο ευκαιρίας να αποκατασταθεί τουλάχιστον η επικοινωνία χωρίς την χυδαιότητα, τις απειλές και τις ad hominid επιθέσεις της σημερινής κυβερνητικής πλειοψηφίας. Δεν είναι φυσικά τόσο απλό και τόσο ευθύγραμμο όπως ίσως ακούγεται αλλά δεν συμμερίζομαι την άποψή “better the devil we know”. Στην Τουρκία υπάρχουν δυναμικού επιθυμούν ειλικρινά την επαναπροσέγγιση. Είναι σαφώς μειοψηφικές αλλά σίγουρα δεν βρίσκονται στο Προεδρικό παλάτι σήμερα.
Σε σχέση με τα Βαλκάνια, ο πόλεμος στην Ουκρανία τι αλλαγές μπορεί να φέρει. Υπάρχει το ζήτημα του Κοσσυφοπεδίου και μια ένταση που είναι κοντά μας. Υπάρχει φόβος ανάφλεξης;
Στα δυτικά Βαλκάνια έχουμε ως διεθνή κοινότητα αποτύχει οικτρά να βοηθήσουμε στην δημιουργία συνθηκών υπέρβασης της ιστορικής αντιπαράθεσης. Το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης χωρίς αμφιβολία το φέρουν οι ίδιοι οι λαοί και οι ηγεσίες της περιοχής. Δεν θεωρώ ότι υπάρχει φόβος γενικευμένης ανάφλεξης αλλά συνθήκες διαρκούς κρίσης ευνοούν κάποιους και εντός και εκτός. Για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλο μας η αστάθεια συμφέρει μόνο την Ρωσία που της επιτρέπει να ελέγχει σε κάποιο βαθμό τις εξελίξεις χειραγωγώντας το Βελιγράδι και ακυρώνοντας την ευρωπαϊκή και ΝΑΤΟικη προοπτική της Σερβίας.