Η Εξεταστική επιτροπή της Βουλής για το σκάνδαλο των υποκλοπών βαίνει προς το μάλλον προεξοφλημένο τέλος της, διολισθαίνοντας σε μία πολιτική οπερέτα. Από την στιγμή που η κυβερνητική πλειοψηφία εξασφάλισε το απόρρητο της διαδικασίας, απέκλεισε ουσιώδεις μάρτυρες, και βασίστηκε στο “δικαίωμα” της εχεμύθειας των Π. Κοντολέοντα, Θεμ. Δεμίρη και της “ανέλεγκτης” εισαγγελέως της ΕΥΠ, η κατάληξη δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική.
Μοναδικές στιγμές φωτός πρόσφερε ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ, ανώτατος δικαστικός Χρ. Ράμμος, ωστόσο όσο σημαντικά κι αν ήταν όσα αποκάλυψε το γεγονός πως δεν ήταν εφικτό να δημοσιοποιηθούν επισήμως επέτρεψε την σύγκρουση των αντιφάσεων -διαφορετικές πληροφορίες από διαφορετικές πηγές (Ν.Δ, από τη μία, και ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ, από την άλλη)-, η οποία τελικά κατάπιε την αλήθεια.
Ακόμα και το βασικότερο επιχείρημα της κυβερνητικής πλευράς, που προκαλεί από την πρώτη στιγμή τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ Νίκο Ανδρουλάκη να προσέλθει στην ΕΥΠ “δια (την) υπόθεσιν του”, να ενημερωθεί, δηλαδή, ποιοί ήταν οι περιβόητοι λόγοι εθνικής ασφάλειας, που επέβαλαν την έκδοση δύο διατάξεων παρακολούθησής του με “νόμιμη επισύνδεση”, κατέρρευσε με την ομολογία Δεμίρη ότι δεν τους γνωρίζει. Έτι, δε περαιτέρω, εφόσον επιβεβαιωθεί πως το αρχείο της παρακολούθησης έχει καταστραφεί, οι δε γραπτές σημειώσεις αναζητώνται σε κάποια σκοτεινά υπόγεια –εάν υπάρχουν ακόμα.
Το μελοδραμάτιο (ελληνικός όρος ισοδύναμος της οπερέτας) της Εξεταστικής λαμβάνει τέλος, είτε προσέλθει, είτε όχι (φαίνεται πως δέχεται αντικρουόμενες εισηγήσεις), ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Τι νόημα έχει, άλλωστε; Μάλλον θα δεχτεί χτυπήματα κάτω από την μέση, αφήστε που, ως φαίνεται, και ο ίδιος είναι αμφίθυμος –και ίσως αμφίσημος– σχετικά με το μείζον θέμα Δημοκρατίας που τον αφορά. Ίσως προτιμήσει να θέτει το ζήτημα στο Ευρωκοινοβούλιο και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και να συνεχίσει να διαχειρίζεται ακόμα και την υπονόμευση που δέχεται από στελέχη της παράταξής του.
Τούτων δοθέντων, η κυβέρνηση έχει αρκετές πιθανότητες να γλυτώσει από το σκάνδαλο που σχεδόν όλα τα μεγάλα διεθνή μέσα αποκαλούν “ελληνικό Watergate”. Βασίστηκε, από την πρώτη στιγμή, στην πρόβλεψη πως ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται για το ποιός παρακολουθούσε ποιόν και γιατί, διότι ιεραρχεί ως πολύ σημαντικότερη την ακρίβεια και την ενεργειακή κρίση. Δημοσκοπικά επιβεβαιώνεται, κάτι που φαίνεται να αντιλαμβάνεται και η αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία χωρίς να παραγνωρίζει ή να υποβαθμίζει το θέμα, επιστρέφει στα θέματα οικονομικής επιβίωσης των πολιτών που θα κρίνουν σε πολύ μεγάλο βαθμό και τις επόμενες εκλογές.
Η κυβέρνηση κατόρθωσε να στήσει σε χρόνο ρεκόρ ένα παρα-θεσμικό οχυρό που δεν κατορθώνουν μέχρις ώρας να πολιορκήσουν επιτυχώς, ούτε η “ντριμ τιμ” των συνταγματολόγων και νομικών υπό την επιστημονικά ισχυρή και ευρηματική επιχειρηματολογία του Ευάγγελου Βενιζέλου, ούτε τα πολιτικά και θεσμικά επιχειρήματα της αντιπολίτευσης, ούτε τα απλά και αυτονόητα για την λειτουργία των θεσμών και του Συντάγματος. Διότι αξιολόγησε πως ο “νοικοκύρης” νοιάζεται για το δικό του νοικοκυριό και όχι για όσα συμβαίνουν στο διπλανό σπίτι. Στο γαλατικό χωριό ο Κακοφωνίξ είναι μία θεμιτή παραφωνία. Ενσωματωμένη και εν τέλει αποδεκτή.
Δεν συμβαίνει, όμως, ακριβώς το ίδιο για τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Δεν είχε συνηθίσει να τριγυρίζει τα διεθνή φόρα και να ερωτάται για ένα τέτοιο θέμα από το Bloomberg και το CNN, ή να βάλλεται από το Politico και τους New York Times. Δεν κατόρθωσε να αρθρώσει μία “λογικοφανή” (…) εξήγηση, η δε επίκληση του…σφάλματος δεν είναι πιστευτή. Ακόμα κι αν κυλήσουν όπως φαίνεται τα πράγματα, μέσα στην μιντιακή ραστώνη που θα γίνει χειμερία νάρκη, το τσουνάμι των παρακολουθήσεων θα σκάσει στις εκλογές. Εκεί όπου, εάν δεν συγκεντρώσει αυτοδύναμη πλειοψηφία (γι αυτό και θα κάνει ότι είναι εφικτό για να την επιτύχει), θα βρεθεί αντιμέτωπος με το φάσμα της πολιτικής αποστρατείας, μη δυνάμενος να βρει κυβερνητικό εταίρο.
Αλλά, ακόμα και τότε, είναι ο αποκαλούμενος και “σοφός” (;;;) λαός που θα αξιολογήσει -πολλούς μήνες μετά- εάν προέχει η διακυβέρνηση της χώρας από την εντιμότητα. Μην είστε σίγουροι πως η αντιπολίτευση διαβάζει καλύτερα τις κοινωνικές τάσεις απ΄ ότι η κυβέρνηση. Και πως (η αντιπολίτευση) θα έχει κατορθώσει να αποτινάξει τεχνητά ή υπαρκτά διλήμματα που την αφορούν.