Στη γενική κατήφεια που έχει προκύψει μετά τις πρόσφατες Ιταλικές εκλογές από την τεράστια άνοδο του ακροδεξιού FdI(Αδέλφια της Ιταλίας) και την αναμενόμενη ανάληψη της πρωθυπουργίας από την πρόεδρό του Τζόρτζια Μελόνι, θα ήθελα να επισημάνω ορισμένα, λιγότερο ίσως επιφανειακά, δεδομένα.
Πάνος Σταθόπουλος
Το πρώτο στοιχείο που προσωπικά θα ξεχώριζα είναι η περίφημη ανάρτηση της Μελόνι με τα πεπόνια. Το μήνυμα δηλαδή ουσιαστικά ότι έρχεται πρώτη φορά στην πρωθυπουργία γυναίκα. Δυνατό μήνυμα, που μπορούσε να παίζει άμεσα και με το όνομά της, προφανώς πολύ καλά επιλεγμένο και όχι γιατί θα προσέθετε κάτι σε ψήφους. Το τελικό αποτέλεσμα άλλωστε έδωσε ό,τι υπολόγιζαν οι δημοσκοπήσεις πριν από τη συγκεκριμένη εικόνα(λίγο πάνω από 1 στους 4 Ιταλούς και Ιταλίδες). Η δουλειά είχε ήδη γίνει και το τελευταίο αυτό μήνυμα συμπύκνωνε απλά τη σωστή προετοιμασία που η Μελόνι είχε κάνει όσο και τη στόχευση του καθησυχασμού που εξέπεμπε η συνολική της καμπάνια. Ότι δηλ. δεν έρχεται κάτι ακραίο, αλλά ένα κορίτσι της διπλανής πόρτας. Μεμία αισθητική άλλωστε συμβατή με την εποχή του διαδικτύου.
Ένα δεύτερο στοιχείο που πρέπει να καταλάβουμε είναι ότι η τρέχουσα εκδοχή της Ιταλικής ακροδεξιάς δεν προέκυψε ξαφνικά και λόγω της γενικότερης σύγχρονης κρίσης, αλλά αποτελεί συνέχεια μίας ριζωμένης παράδοσης. Η ακροδεξιά είχε πάντοτε ρόλο στο Ιταλικό πολιτικό σύστημα. Μεταπολεμικά, το νεοφασιστικό MSI (Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα) μετείχε αδιαλείπτως στις εκλογές με σταθερή κοινοβουλευτική παρουσία.
Στην εποχή μάλιστα της κυριαρχίας του Μπερλουσκόνι μετείχε επίσημα ως συνιστώσα της ForzaItalia, αλλά χωρίς να φτάσει ποτέ σε διψήφια ποσοστά. Το κατάφερε όμως στη δεύτερη φάση της ως AN (Εθνική συμμαχία) με ηγέτη τον Τζιανφράνκο Φίνι (1995-2006) ο οποίος απομάκρυνε το νέο κόμμα από τις φασιστικές του ρίζες, κάτι που ήταν πλέον δεδομένο όταν το 2013 έπιασαν τη συνέχεια του νήματος τα «Αδέλφια της Ιταλίας».
Αν και αμήχανα αρχικά με μόλις 2% που διπλασιάστηκε το 2018 (4,4%) έφτασαν στο 26% το 2022 κυρίως λόγω της ώσμωσης που έτσι ή αλλιώς υπήρχε με τους όμορους τουλάχιστον χώρους. Έχοντας μείνει άλλωστε στην αντιπολίτευση της κυβέρνησης Ντράγκι, μάλλον δεν ήταν και τόσο δύσκολο να υποδεχτούν ψήφους του Σαλβίνι και Μπερλουσκόνι (συνολικά 14,5% μειώθηκαν τα ποσοστά τους σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές) οικειοποιημένοι επίσης και από την ραγδαία μείωση του λαϊκίστικου M5S (Κίνημα 5 αστέρων) από 32,7% το 2018 σε 15,4% το 2022.
Σε κάθε περίπτωση, τρεις δεκαετίες μετά από τα «καθαρά χέρια» και την κατάρρευση του μεταπολεμικού κομματικού της συστήματος, στην Ιταλία δεν έχουν καθιερωθεί ακόμα νέες κοινωνικές αντιστοιχήσεις και κομματικές ταυτίσεις. Αυτό είναι πιστεύω το κύριο θέμα που επιζητά διερεύνηση και ανάλυση. Όσο δεν υπάρχει όμως ένας συνεκτικός ιστός κομματικού συστήματος, ο κόσμος θα ψηφίζει κάθε φορά ό,τι ψηφίζει, μέχρι την επόμενη «έκπληξη».
*Πάνος Σταθόπουλος, Διευθυντής Επιστημονικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής