«Να εκτελεστεί!», «Να τον κρεμάσουν στο Σύνταγμα!», «Να τον βάλουν στο ίδιο κελί με δέκα ποινικούς για να δει τι θα πάθει!». Αυτές είναι κάποιες από τις πιο ήπιες εκφράσεις που πλημμυρίζουν το διαδίκτυο και ακούγονται στα καφενεία και τις γειτονιές της πόλης, κάθε φορά που συλλαμβάνεται ένας ειδεχθής εγκληματίας όπως στην πρόσφατη περίπτωση του κατηγορούμενου για βιασμό ανηλίκου, στον Κολωνό.
Το θέμα της επαναφοράς της θανατικής ποινής επανέρχεται κάθε φορά με μεγαλύτερη σφοδρότητα τα τελευταία χρόνια παρά το γεγονός ότι νομικοί και εγκληματολόγοι παρουσιάζουν στοιχεία ερευνών σύμφωνα με τις οποίες η εσχάτη των ποινών δεν μειώνει ούτε στο ελάχιστο την εγκληματικότητα. Την ίδια στιγμή, μέσα από τις ιαχές του αγανακτισμένου πλήθους, ακούγονται και οι φωνές εκείνων που υπερασπίζονται το Κράτος Δικαίου, τις αρχές και τις αξίες του δυτικού πολιτισμού και του Διαφωτισμού οι οποίες δεν επιτρέπουν την αφαίρεση της ζωής οποιουδήποτε ανθρώπου, ακόμη κι αν αυτός έχει διαπράξει το πιο φρικτό έγκλημα.
Ποιοί είναι όμως αυτοί και κυρίως γιατί ζητούν τον παραδειγματικό θάνατο άλλων ανθρώπων, πέρα από τη δικαιολογημένη οργή την οποία αισθάνονται για τα εγκλήματα βιαστών, παιδοβιαστών, δολοφόνων και βασανιστών; Αρκεί αν πούμε ότι πρόκειται για πολίτες που «δεν έχουν περάσει Διαφωτισμό»; Μπορούμε να τους κατατάξουμε σύμφωνα με την ιδεολογία, την τάξη ή το μορφωτικό τους επίπεδο; Είναι περισσότεροι άντρες; Γυναίκες; Νέοι ή μεγαλύτεροι σε ηλικία;
Σίγουρα πολλοί είναι συντηρητικοί στις αρχές και στις αξίες τους. Ομως δεν είναι μόνο αυτοί. Είναι πολλοί οι φιλελεύθεροι και προοδευτικοί που θα ακούσεις να λένε ότι «υπάρχει μία κόκκινη γραμμή -όπως πχ αυτή του παιδοβιαστή- όπου η θανατική ποινή θα ήταν η μόνη πρέπουσα τιμωρία».
Αν όμως καθίσει κάποιος και συζητήσει με αυτούς τους ανθρώπους θα καταλάβει ότι πίσω από το αίτημα για κρεμάλες και λιντσαρίσματα, υποκρύπτεται η βαθιά τους απογοήτευση για τη λειτουργία της Δικαιοσύνης αλλά και η έλλειψη πολιτικών πρόληψης εγκληματικών πράξεων και συμπεριφορών. Κι εδώ θα ακούσεις επιχειρήματα με τα οποία θα εξηγούν ότι η κατάργηση της θανατικής ποινής αφορά μια κοινωνία όπου η αστυνομία και η δικαιοσύνη δεν θα συγκαλύπτει, δεν θα ρίχνει στα μαλακά, δεν θα αθωώνει ή δεν θα θέτει σε αναστολή βαριές ποινές για όσους έχουν προσβάσεις στην εξουσία, πλούτο ή αναγνωρισιμότητα και θα εξαντλεί την αυστηρότητά της σε γαβριάδες και μικροεγκληματίες. Και εκεί αρχίζουν και αραδιάζουν παραδείγματα από τον Κορκονέα και τον Λιγνάδη μέχρι τους «Χριστοφοράκους» της Siemens και τους πολιτικούς με τις «ανεξακρίβωτες» δωροδοκίες της Novartis.
Και σε αυτό το σημείο η ψυχολογία του όχλου που απαιτεί δημόσιες εκτελέσεις στην κεντρική πλατεία δίνει τη θέση της στη βαθιά απογοήτευση του «πάλι θα το καλύψουν, πάλι δεν θα μάθουμε τίποτα, πάλι θα κυκλοφορεί ελεύθερο το τέρας ανάμεσά μας». Και όχι μόνο αυτό αλλά η κοινωνία θα παρακολουθήσει και τη συνήθη ρητορική αντιπαράθεση των κομμάτων του «εσείς φταίτε που αλλάξατε το νόμο» ανακατεμένη με μεγάλες δόσεις ανακρίβειας και fake news.
Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας πιστεύει ότι η δικαιοσύνη δεν λειτουργεί από το τελευταίο Ειρηνοδικείο της χώρας μέχρι τον Άρειο Πάγο και ότι αν κάποιος δικαστής επιχειρήσει να κάνει τη δουλειά του θα κυνηγηθεί όπως η Τουλουπάκη. Τα ίδια και χειρότερα πιστεύει για την αστυνομία, από το τελευταίο αστυνομικό τμήμα έως το Αρχηγείο στην Κατεχάκη. Και την ίδια στιγμή οι γυναικοκτονίες και οι βιασμοί παιδιών αυξάνοντα μέρα με τη ημέρα…
Η απάντηση, λοιπόν, σε όλους αυτούς που ζητούν την επαναφορά της θανατικής ποινής δεν αρκεί να είναι ηθικολογική στο όνομα ενός Κράτους Δικαίου το οποίο ουσιαστικά δεν υφίσταται. Το Κράτος Δικαίου δεν μπορεί να είναι μία αφηρημένη έννοια. Πρέπει να έχει τα θεμέλιά του στην Παιδεία και στη Δικαιοσύνη. Διαφορετικά, θα συνεχίσουμε να βλέπουμε τον όχλο έξω από το σπίτι της Πισπιρίγκου και τις κάμερες έξω από το σπίτι της 12χρονης. Θα αφήσουμε χώρο σε ένα Κράτος Μαφίας όπου ο εγκληματίας θα δημιουργεί άλμπουμ φωτογραφιών με επώνυμους, με πολιτικούς και παππάδες για χτίσει ασπίδα προστασίας και που με τη σειρά του γεννά φαινόμενα μίσους και αυτοδικίας.
Σε κάθε περίπτωση, σε ένα Κράτος Δικαίου όπου η Δικαιοσύνη πράγματι θα λειτουργεί και όπου τα ισόβια, για τα ειδεχθή εγκλήματα, θα είναι ισόβια, η επαναφορά της θανατικής ποινής είναι εκτός συζήτησης.
Δυστυχώς σε εποχές παρακμής και αποσάθρωσης κάθε αξίας και βαθιάς απογοήτευσης για τους θεσμούς, αυτό το τελευταίο ακούγεται μόνο ως ευχή…