Η ενεργειακή κρίση έχει φέρει πάλι στο προσκήνιο την πυρηνική ενέργεια ως μια πηγή ηλεκτροπαραγωγής, που μπορεί να συμβάλει στην επίλυση του παγκόσμιου ενεργειακού προβλήματος.
Tου Πέτρου Αντωνόπουλου
Τον τελευταίο καιρό έχουν διατυπωθεί διεθνώς, αλλά και στη χώρα μας, διάφορες θετικές και αρνητικές απόψεις για το θέμα. Στον διάλογο αυτό επιχειρώ να προσθέσω και τη δική μου συμβολή επικαλούμενος μια «από πρώτο χέρι» άποψη: ενώ όλα όσα έχουν μέχρι τώρα δημοσιευθεί υπογράφονται από έγκριτους επιστήμονες που έχουν μελετήσει το θέμα στα γραφεία ή τα εργαστήριά τους, η δική μου άποψη έχει διαμορφωθεί, όχι μόνο από πανεπιστημιακή – ερευνητική, αλλά και από μακροχρόνια πρακτική παρουσία σε καίριες θέσεις στον χώρο λειτουργίας πολλών πυρηνικών αντιδραστήρων σε όλη τη διάρκεια της επαγγελματικής μου σταδιοδρομίας.
Θεωρώ ότι η ενεργειακή κρίση στην Ελλάδα είναι μια μεγάλη ευκαιρία, που μπορεί να οδηγήσει τη χώρα να επιλέξει αξιόπιστες πηγές, οι οποίες με ασφάλεια θα παράγουν οικονομική και φιλική προς το περιβάλλον ενέργεια. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, βασιζόμενες στην παρούσα τεχνολογία, δεν μπορούν να ικανοποιήσουν τις ενεργειακές ανάγκες της Ελλάδας διότι δεν είναι, προς το παρόν τουλάχιστον, δυνατόν να αποθηκευθεί αρκετή ηλεκτρική ενέργεια, ώστε ανά πάσα στιγμή να εφοδιάζει ένα μεγάλο ποσοστό του βασικού φορτίου της χώρας.
Είναι γεγονός, ότι πλέον των τετρακοσίων πυρηνικών μονάδων ενέργειας λειτουργούν σήμερα στον κόσμο. Η Ευρώπη σκέπτεται να αυξήσει την εξάρτησή της στην πυρηνική λύση των ενεργειακών προβλημάτων. Η Γερμανία ανέβαλε την απόφαση για τους υπόλοιπους πυρηνικούς αντιδραστήρες που σχεδίαζε να κλείσει μέχρι το τέλος του 2023. Η Γαλλία σκέπτεται να αυξήσει την πυρηνική της παραγωγή. Πυρηνοηλεκτρικοί σταθμοί εγκαθίστανται στην Κορέα, στην Κίνα, στην Τουρκία και τις αραβικές χώρες.
Τα νέα μοντέλα μικρών πυρηνικών αντιδραστήρων, που αποτελούνται από αυτοτελείς συναρμολογούμενες μονάδες, υπόσχονται ενεργειακή ανεξαρτησία. Η πυρηνική βιομηχανία έχει αποκτήσει τεράστια εμπειρία τα τελευταία 60 χρόνια, πείρα ασφαλούς λειτουργίας. Εχει μελετήσει όλα τα ατυχήματα που έχουν συμβεί, και ό,τι έμαθε έχει ήδη συμπεριληφθεί στον σχεδιασμό και τη λειτουργία των πυρηνικών μονάδων και κατά αυτόν τον τρόπο έχει βελτιώσει περαιτέρω την ασφαλή λειτουργία τους. Ως αποτέλεσμα της τήρησης των κανονισμών, οι σαφώς καθορισμένες ευθύνες, η συνεχής εκπαίδευση και η προσοχή στις λεπτομέρειες έχουν βελτιώσει σημαντικά την πυρηνική ασφάλεια και έχουν μειώσει το κόστος.
Mερικές από τις σημαντικές βελτιώσεις είναι:
1. Ο συντελεστής δυναμικότητας της μονάδας, που έχει αυξηθεί από τον μέσο όρο του 50% τη δεκαετία του 1970 σε περίπου 92% φέτος (εξαιρουμένων των εγκαταστάσεων παρακολούθησης φορτίου). 2. Η μείωση του προσωπικού υποστήριξης μονάδας 1.000 MWe, από πάνω από 1.200 άτομα τη δεκαετία του 1970 σε περίπου 450 τώρα. 3. Η χρήση προηγμένων σχεδίων καυσίμων, που είναι πιο ανεκτικά σε σφάλματα. 4. Η επιλογή υλικών πιο ανεκτικών σε εφαρμογές υψηλής πίεσης και θερμοκρασίας. 5. Η μείωση της διάρκειας διακοπής λειτουργίας για ανεφοδιασμό.
Η πλήρης ενημέρωση του ελληνικού λαού για τους κινδύνους και τα οφέλη από την εγκατάσταση πυρηνικής μονάδας είναι απαραίτητη, προκειμένου μια πυρηνική μονάδα να εγκατασταθεί και να λειτουργήσει. Ενα τέτοιο πρόγραμμα είναι αναγκαίο να δώσει απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα, όπως, για παράδειγμα: α) πώς αντιμετωπίζεται το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι μια από τις πλέον σεισμογενείς χώρες του κόσμου και β) πώς επιλύεται η διαχείριση των υψηλού επιπέδου πυρηνικών αποβλήτων. Η απάντηση του πρώτου ερωτήματος είναι πολύ απλή. Οπως γίνεται σε όλες τις σεισμογενείς χώρες, όλες οι κατασκευές γίνονται βασιζόμενες στη σεισμική επιτάχυνση (g-factor), η οποία καθορίζεται από τον δυνατότερο καταγεγραμμένο σεισμό της περιοχής (στα τελευταία 100 ή 200 χρόνια), αυξημένη κατά έναν παράγοντα ασφαλείας. Η εν λόγω μέθοδος απαντάει στις σεισμικές ανησυχίες, διότι οι κατασκευές αυτές θα αντέξουν σε πολύ πιο δυνατούς από τους καταγεγραμμένους σεισμούς, οι οποίοι βέβαια έχουν ελάχιστη πιθανότητα να συμβούν.
Η απάντηση του δευτέρου ερωτήματος συνίσταται στο ότι τα υψηλού επιπέδου πυρηνικά απόβλητα είναι διαχειρίσιμα, πρώτον γιατί η ποσότητά τους είναι πολύ μικρή και δεύτερον γιατί υπάρχουν μέθοδοι που υαλοποιούν τα υψηλού επιπέδου πυρηνικά απόβλητα, καθιστώντας τα αδιάβροχα, εξαλείφοντας έτσι τον κίνδυνο εξάπλωσης των ραδιενεργών στοιχείων στο περιβάλλον.
Η πυρηνική λύση, όχι μόνο θα σταθεροποιήσει την παραγωγή και το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά συγχρόνως:
1. Θα δημιουργήσει χιλιάδες θέσεις εργασίας. 2. Θα αναβαθμίσει το τεχνικό δυναμικό της Ελλάδας σε όλα τα επίπεδα τεχνικών και μηχανικών κλάδων, ειδικότερα δε στους κλάδους των πολιτικών, ηλεκτρολόγων, μηχανολόγων, πυρηνικών και της επιστήμης των υλικών. 3. Θα αναγκάσει τη μέση και ανώτατη εκπαίδευση να εστιάσει εξίσου στην εφαρμογή όσο και την έρευνα. 4. Θα δημιουργήσει νεοφυείς επιχειρήσεις που θα προσφέρουν υποστηρικτικές υπηρεσίες στις πυρηνικές μονάδες. 5. Θα θεσπιστούν κανονισμοί για την κατασκευή και λειτουργία των πυρηνικών μονάδων, για την εμπέδωση της πυρηνικής ασφάλειας και της βιομηχανικής ασφάλειας. Θέλω να ελπίζω ότι ίσως αυτές οι βασικές σκέψεις αποτελέσουν το έναυσμα ώστε να δρομολογηθεί η συζήτηση για την πυρηνική λύση του ενεργειακού προβλήματος της Ελλάδας.
* Ο κ. Πέτρος Θ. Αντωνόπουλος είναι απόφοιτος του ΜΙΤ.
Πρώτη δημοσίευση στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ