Χίλιες εφτακόσιες έντεκα ημέρες κατά μέσο όρο χρειάζονται για να επέλθει δικαστική επίλυση διαφορών στην Ελλάδα. 1711 24ωρα που ζεις, αναπνέεις, κυκλοφορείς ελεύθερος (αν και καταδικασμένος πρωτόδικα, για παράδειγμα).
Πίνεις τα καφεδάκια σου, πας τις διακοπούλες σου, ενώ μπορεί να έχεις εμπλακεί σε κάποιο αυτοκινητιστικό ατύχημα. Ακόμα και όταν βρίσκεσαι σε διαθεσιμότητα, στη διάθεση δηλαδή της υπηρεσίας, αλλά κατηγορείσαι για βιασμό εν ώρα υπηρεσίας, μέσα στο ίδιο το κτίριο της υπηρεσίας που, κατ’ ευφημισμό, εκτελείς.
Μέσος όρος επίλυσης δικαστικών διαφορών 1711 ημέρες, στην Ελλάδα.Τέσσερα χρόνια και κάτι δηλαδή. Με το κράτος, την πολιτεία, τη δικαιοσύνη ή όποιον άλλον θέλει να λέγεται ιθύνων, να υποκρίνεται πως δουλεύει σκληρά και αδιάκοπα για να απονεμηθεί δικαιοσύνη και να υπάρξει ευνομία. Σκληρά και αδιάκοπα, βέβαια, εργάζεται όταν, για παράδειγμα, θίγεται ευθέως η φαντεζί εικόνα του ιδίου. Όταν κατηγορηθεί για καμιά δωροδοκία, καμιά απ’ ευθείας ανάθεση κάτω από το τραπέζι, κανένα χρηματισμό για να κλείσουν τα στόματα από πυρκαγιές, κανένα σκάνδαλο φαρμακευτικής που θα βαφτιστεί “μη υπαρκτό”¨για να σωθεί το τομάρι, εαυτών. Τότε ναι, σκληρά και αδιάκοπα και με ζέση θα εργαστούν όλοι για να απονεμηθεί δικαιοσύνη, υποκριτικά.
Το ΑΤ Ομονοίας, με πλήθος “τυχαίων περιστατικών” κατά τη διάρκεια της τελευταίας εικοσαετίας(και βάλε), είχε εντός των τειχών του διορισμένους αστυνομικούς που, σύμφωνα με τις κατηγορίες, βίασαν μια 19χρονη.
Και δεν έχουν πέσει ακόμα οι τοίχοι. Δεν έχουν ξηλωθεί τα γραφεία και οι κοντυλοφόροι τους. Τέθηκαν σε “διαθεσιμότητα” οι δύο αστυνομικοί. Πιθανώς να τους επέπληξαν βαρέως και να εδάρησαν με τον χάρακα στην αριστερή παλάμη. Πιθανώς να είχαν, έως του σημείου της πράξης για την οποία κατηγορούνται, έντιμο βίο. Ίσως να πήγαιναν και στην εκκλησία κάθε Κυριακή, σαν τον Μίχο. Να νήστευαν κιόλας και να μην έλεγαν κακά λογάκια. Και αν αποδειχθεί πως τελικά βίασαν, συμπερασματικά να ξεγέλασαν κι αυτοί με την υποκριτική τους τέχνη, τους ιθύνοντες που βεβαίωσαν πως είχαν άρτια ψυχολογική κράση για να διοριστούν.
Η Ελλάδα γέννησε το θέατρο. Αλλά αναρωτιέται κάποιος, σαν πολλή υποκριτική τέχνη δεν μαζεύτηκε ξάφνου; Σε κάθε γωνία πεζοδρομίου, κάθε καφέ, κάθε διάλογο έξω και μέσα από τα σπίτια ακούγεται το “θανατική ποινή” ως εκδικητικό μέσο απονομής δικαιοσύνης. Για παιδόφιλους, παιδεραστές, βιαστές, δολοφόνους. Εκδικητικά και με ισχνή πλέον την υπομονή ο Ελληνικός λαός δεν αντέχει άλλο την ολιγωρία και την ανεπάρκεια της Δικαιοσύνης. Είναι αβάσταχτο το αίσθημα της αδικίας. Η εντύπωση πως όλοι, αργά ή γρήγορα, θα είναι εκτός φυλακής και θα κυκλοφορούν ανάμεσά μας εξαπατώντας μας, ξανά, με την υποκριτική τους τέχνη.
Η θανατική ποινή δεν είναι λύση. Μετά την εκτέλεση, δεν υπάρχει επιστροφή. Η κοινωνία γίνεται ίδια με τον θύτη. Εκδικείται, δεν αναμορφώνει. Όσο η καρδιά χτυπά, η ελπίδα δεν σβήνει. Κάθε εκτέλεση οδηγεί σε αποκτήνωση και κτηνωδία.
Όμως, η αδιαφορία περί απονομής δικαιοσύνης, αποτελεί και αητή ανεξέλεγκτο και διαχρονικό έγκλημα που αποκτηνώνει το “κοινό περί δικαίου αίσθημα”. Ο κόμπος φτάνει στο χτένι και η υπομονή εξαντλείται. Ας μην ξεχνά κανείς πως, σε περιόδους βαθιάς οικονομικής κρίσης, έγιναν τα χειρότερα εγκλήματα. Όχι στο Κολωνό, όχι στα Γλυκά Νερά και έξω από το σπίτι του Καραϊβάζ, αλλά εκείνα τα παγκόσμια, που πάτησαν επάνω στην αδιαφορία, την αποκτήνωση, την υποκρισία.