Άρθρο στον Guardian για το σκάνδαλο των υποκλοπών αναφέρεται ευθέως στις σχέσεις Μητσοτάκη-Μαρινάκη και διερωτάται «ποιος έχει πραγματικά την εξουσία;». Το υπογράφει ο πολυβραβευμενος δημοσιογράφος Αλεξάντερ Κλαπ, το άρθρο του οποίου στους New York Times, με τίτλο «Η σαπίλα στην καρδιά της Ελλάδας είναι πλέον ολοφάνερη» προκάλεσε «σεισμό».
Το δράμα ξεκίνησε πριν από τρεις μήνες με τις καταγγελίες για τις υποκλοπές, γράφει ο Κλαπ αρχικά και συνεχίζει:
«Έχουν περάσει τρεις μήνες και η Ελλάδα έχει εμπλακεί σε μια από τις μεγαλύτερες πολιτικές κρίσεις της πρόσφατης ιστορίας της. Ξεκίνησε ως το σκάνδαλο των υποκλοπών. Τον Αύγουστο, δύο μέλη της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη υπέβαλαν την παραίτησή τους μετά από αναφορές ότι στα τηλέφωνα ενός δημοσιογράφου και ενός πολιτικού του αντιπάλου είχαν σταλεί λινκς με spyware που είχαν σχεδιαστεί για να μεταφέρουν τα δεδομένα τους σε μια σκιώδη εταιρεία στην Αθήνα.
Τα ελληνικά ΜΜΕ ονόμασαν το σκάνδαλο ελληνικό Watergate. «Ο κ. Μητσοτάκης πρέπει να δώσει εξηγήσεις στον ελληνικό λαό», είπε ο Αλέξης Τσίπρας, αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Πολλές από τις ερωτήσεις πρέπει να απαντηθούν επεσήμανε ο πρόεδρος της επιτροπής Pega του ευρωκοινοβουλίου για τις παρακολουθήσεις.
Στη συνέχεια, νωρίτερα αυτόν τον μήνα, τα γεγονότα πήραν μια εκπληκτική τροπή. Μια αριστερή εφημερίδα Documento υποστήριξε ότι, εκτός από τον δημοσιογράφο και τον πολιτικό του αντίπαλο, είχαν γίνει επίσης προσπάθειες για παρακολουθήσεις δεκάδων ακόμα. Μέλη του υπουργικού συμβουλίου του ίδιου του Κυριάκου Μητσοτάκη, συντάκτες εφημερίδων, ακόμα και τη σύζυγο του περιφερειάρχη Αττικής. Μια εβδομάδα αργότερα, το Documento κυκλοφόρησε σχεδόν 40 επιπλέον ονόματα. Η εφημερίδα κατηγόρησε την κυβέρνηση για ανάμειξη – (σ.σ. η κυβέρνηση) αρνήθηκε κατηγορηματικά τις κατηγορίες.
Μεταξύ των υποτιθέμενων στόχων ήταν συνεργάτες του Βαγγέλη Μαρινάκη, ενός άνδρα που συχνά εμφανίζεται περιτριγυρισμένος από ένα γκρουπ μαυροφορεμένων και μιας από τις πιο ισχυρές προσωπικότητες στη διεθνή ναυτιλία και το ποδόσφαιρο. Το βράδυ που δημοσιεύτηκαν τα ονόματα στο Documento, λίγα τετράγωνα από το γραφείο του Μητσοτάκη, ο Μαρινάκης παρακολουθούσε την ομάδα του Ολυμπιακού να δέχεται πέναλτι στο 90ο λεπτό που οδήγησε στην ισοπαλία απέναντι στον ιστορικό του αντίπαλο, τον Παναθηναϊκό.
Λίγη ώρα αργότερα, ο Γιάννης Βρέντζος, μέλος του Δ.Σ. του Ολυμπιακού, έκανε δηλώσεις τονίζοντας μεταξύ άλλων πως «το ελληνικό ποδόσφαιρο διοικείται από ένα φασιστικό παρακράτος που διέπεται από παρανομία και οργανωμένο έγκλημα», σημειώνοντας μάλιστα ότι «αυτό είναι λογικό, όταν στα τελευταία τρία χρόνια λειτούργησε μέσα στην κυβέρνηση ένα καθεστώς παρανομίας στο Μέγαρο Μαξίμου, με επικεφαλής τον Γρηγόρη Δημητριάδη και άλλα λαθραία και παράνομα στοιχεία».
(σ.σ. Ο Κλαπ εκ παραδρομής αποδίδει τις δηλώσεις στον ίδιο τον Βαγγέλη Μαρινάκη).
Στη συνέχεια, αναφέρει, πως για κάθε Έλληνα που παρακολουθούσε, ήταν μια περίεργη επιλογή λέξεων.
Γράφει χαρακτηριστικά, μεταξύ άλλων, ο Κλαπ:
«Εδώ και χρόνια το ελληνικό κράτος ερευνά τον Μαρινάκη με το σκεπτικό ότι το 2014 φέρεται να βοήθησε στη σύσταση εγκληματικής οργάνωσης που διακινούσε τη μεγαλύτερη ποσότητα ηρωίνης που έχει κατασχεθεί ποτέ στην Ευρώπη. Ο Μαρινάκης αρνείται κατηγορηματικά τις κατηγορίες, τις οποίες οι εφημερίδες του χαρακτήρισαν μέρος ενός «παιχνιδιού πολλών ετών». Αγόρασε ένα μεγάλο κομμάτι των μέσων ενημέρωσης στην Ελλάδα, αγόρασε την Nottingham Forest FC στο Ηνωμένο Βασίλειο, συγχώνευσε τον στόλο των τάνκερ του με αυτόν του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ και κέρδισε προσοδοφόρα συμβόλαια για να χειριστεί τη μεταφορά του κρατικού πετρελαίου του Ιράκ από τον Περσικό Κόλπο.»
«Τώρα ο Μαρινάκης στρέφει το σενάριο εναντίον του κράτους που τον ερευνά.»
«Τις επόμενες μέρες ο Μαρινάκης έστρεψε τη σημαντική του ισχύ ενάντια στον Μητσοτάκη, τον οποίο η αυτοκρατορία των μέσων ενημέρωσης του, στήριξε και βοήθησε να κερδίσει τις εκλογές το 2019. Απείλησε να αποσύρει τον Ολυμπιακό από τη Super League της Ελλάδας. Ο σύλλογος φιλάθλων της ομάδας δημοσίευσε ανακοίνωση στα social media, προειδοποιώντας τον Μητσοτάκη για επικείμενο «ραντεβού στις κάλπες». Οι εφημερίδες του Μαρινάκη άλλαξαν στάση και από το ότι το σκάνδαλο των υποκλοπών τελείωσε, στο να επιμένουν ότι μόλις είχε αρχίσει. «Αδυναμία, απορίες, ανικανότητα» ήταν ο πρωτοσέλιδος τίτλος της καθημερινής εφημερίδας του Μαρινάκη «Τα Νέα». Όταν ο Μητσοτάκης απέκρουσε την επίθεση του Μαρινάκη, μιλώντας για απειλές κάποιου που προσπαθούσε να αποσπάσει χάρες από το κράτος, ο Μαρινάκης απάντησε: «Μόνο όσοι εμπλέκονται σε εξωθεσμικές παρακολουθήσεις και στον υπόκοσμο, καταφεύγουν σε τέτοια μέσα».
Ο Κλαπ διερωτάται στη συνέχεια:
«Όλα εγείρουν το ερώτημα: ποιος εκβιάζει ποιον, εδώ; Η κυβέρνηση που χρειάζεται ευνοϊκή κάλυψη από έναν μεγιστάνα των μέσων ενημέρωσης καθώς κατευθύνεται στις εκλογές τον επόμενο χρόνο; Ή ένας ολιγάρχης που προσφέρεται να αποδώσει ευθύνες σε ένα κράτος που τυχαίνει να τον έχει υπό έρευνα για ναρκωτικά; Από ορισμένες απόψεις, το επίκεντρο του σκανδάλου έχει μετατοπιστεί, χωρίς πλέον να αφορά τις υποκλοπές αυτές καθαυτές, αλλά με το πώς λειτουργεί στην πραγματικότητα το ελληνικό κράτος κάτω από το καπλαμά της εκλογικής πολιτικής.»