Ο «σταρ σεφ» της Γερμανίας Φρανκ Χέπνερ βρίσκεται, σύμφωνα με δημοσίευμα της BILD, μεταξύ των συλληφθέντων στο πλαίσιο της έρευνας για την οργάνωση «Πολίτες του Ράιχ», η οποία είχε ως στόχο την ανατροπή του πολιτεύματος. Ο «Γκόρντον Ράμσεϊ της Γερμανίας», όπως έχει χαρακτηριστεί, θα είχε ως αρμοδιότητα τις καντίνες του «στρατιωτικού βραχίονα» της ομάδας, αλλά και του «νέου» Ράιχ.
Ο αυστριακός σεφ και επιχειρηματίας της εστίασης συνελήφθη, σύμφωνα με την αυστριακή εφημερίδα Die Presse, στο Κίτσμπιουελ και, όπως διέρρευσε, πρόσφατα είχε αγοράσει τροχόσπιτο, γεννήτρια, μαγειρικά σκεύη και τρόφιμα. Η Kronen Zeitung αναφέρει ότι ο κ. Χέπνερ, από κοινού με έναν πρώην αλεξιπτωτιστή, ο οποίος έχει επίσης συλληφθεί, θα αναλάμβανε την ευθύνη λειτουργίας κυλικείων σε διάφορα σημεία για την εξυπηρέτηση των «στρατιωτών».
Η σύλληψη του διάσημου σεφ έγινε στο Κίτσμπιουελ του Τιρόλου, όπου εργαζόταν περιστασιακά ως προσκεκλημένος πολυτελούς ξενοδοχείου.
Η σύλληψη του Φρανκ Χέπνερ έλαβε ακόμη μεγαλύτερη δημοσιότητα στον ταμπλόιντ Τύπο της Γερμανίας, της Αυστρίας, αλλά και της Ισπανίας, καθώς σύντροφος της κόρης του σεφ, της Σαλιμάρ Χέπνερ, είναι ο Ντάβιντ Αλάμπα, ο αρχηγός της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου της Αυστρίας, πρώην παίχτης της Μπάγερν Μονάχου και νυν της Ρεάλ Μαδρίτης.
Ήδη από πολύ νωρίς την περασμένη Τετάρτη φωτογράφοι, τηλεοπτικά συνεργεία και ρεπόρτερ κατέγραφαν επί τόπου με φωτογραφίες, βίντεο και ρεπορτάζ τις εκτεταμένες εφόδους σε σπίτια μελών της τρομοκρατικής ομάδας “Πολίτες του Ράιχ”, στη μεγαλύτερη αντιτρομοκρατική επιχείρηση στην ιστορία της Ομοσπονδιακής Γερμανίας. Η πρωτοφανής αμεσότητα αντίδρασης των γερμανικών ΜΜΕ σε πραγματικό χρόνο, αποτελεί μια ακόμη πτυχή αυτής της υπόθεσης, την οποία καθ΄ ομολογία των ίδιων των αρχών ασφαλείας, σχεδίαζαν πολύ προσεκτικά και με τη δέουσα μυστικότητα. Το ερώτημα που εγείρεται είναι, εάν η προεργασία με τις έρευνες κρατήθηκε όντως “στεγανή”, πώς ήταν δυνατόν να γνωρίζουν οι δημοσιογράφοι τις διευθύνσεις των οικιών σε 11 ομόσπονdα κρατίδια, στα οποία έγιναν οι έφοδοι, κυρίως σε σχέση με τον παρ΄ ολίγον πραξικοπηματία Ερρίκο 13ο, του οποίου η φωτογραφία με τις χειροπέδες στα χέρια να μπαίνει σε αστυνομικό αυτοκίνητο σφράγισε οπτικά τις δραματικές εξελίξεις των ημερών.
“Ήταν ένα ανοιχτό μυστικό”
Ο παρ΄ολίγον πραξικοπηματίας με χειρόπέδες
Φαίνεται ότι οι έφοδοι ήταν ήδη γνωστές σε πολιτικούς και δημοσιογράφους πριν συμβούν. Πολλές συντάξεις ήξεραν μέρες πριν για το τί θα ακολουθούσε. Ίσως να είχαν δοθεί διευθύνσεις και ονόματα. Η Μαρτίνα Ρένερ, βουλευτής του κόμματος “Η Αριστερά”, ανέφερε ότι η ίδια το γνώριζε από τα μέσα της προηγούμενης εβδομάδας, “ήταν ένα ανοιχτό μυστικό”, λέει, και ήξερε μάλιστα ότι και πολλά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης γνώριζαν επίσης. Εκείνο που πρέπει να διερευνηθεί είναι εάν οι διαρροές είχαν φτάσει νωρίτερα και στα αυτιά των συλληφθέντων. “Για να μπορέσουμε να το εκτιμήσουμε, θα πρέπει πρώτα να γίνει αξιολόγηση του υλικού που κατασχέθηκε”, υπογραμμίζει. “Εάν διαγράφηκαν στοιχεία από τους σκληρούς δίσκους με τρόπο εμφανή ή εξαφανίστηκε άλλο υλικό, αυτό αποτελεί ένδειξη ότι οι φερόμενοι τρομοκράτες προφανώς ανάμεναν τις εφόδους” σημειώνει, αλλά “όταν ένα υπουργείο ή μια υπηρεσία φροντίζει να γίνουν γνωστές μια εβδομάδα νωρίτερα ακόμη και οι διευθύνσεις των εφόδων στον τύπο, τότε δύσκολα μπορεί κανείς να υποθέσει ότι κανείς εκ των υπόπτων που δέχθηκαν τις εφόδους δεν το ήξερε. Μήνυμα στο Telegram ενός κατηγορουμένου το επιβεβαιώνει. Μια τέτοια πρακτική θέτει σε κίνδυνο την επιτυχία της επιχείρησης”.
Μαρτίνα Ρένερ: “Ανοιχτό μυστικό”
Αλλά και ο καθηγητής Δημοσιογραφίας Τάνγιεφ Σούλτς στο Πανεπιστήμιο του Μάιντς εμφανίζεται προβληματισμένος. “Εάν τα ΜΜΕ γνώριζαν ήδη την συγκεκριμένη ημερομηνία των εφόδων, αυτό μπορεί να αναδειχθεί σε πρόβλημα». Αναφέρει μάλιστα την περίπτωση με τον Κλάους Τσουμβίνκελ. H υπό δημοσιογραφική κάλυψη σύλληψη του τότε επικεφαλής των Γερμανικών Ταχυδρομείων το 2008 είχε προκαλέσει μεγάλη κριτική. “Εκείνη την εποχή μάλιστα ο μάνατζερ εκτέθηκε ως θέαμα ενώπιον θεατών” λέει ο Σουλτς στη Γερμανική Ραδιοφωνία (Deutschlandfunk). Υπάρχει και ένα άλλο σημείο που προβληματίζει τον Γερμανό καθηγητή. Εάν ορισμένοι δημοσιογράφοι είχαν όντως εσωτερική ενημέρωση, “μήπως αυτό δεν συνεπάγεται μεγαλύτερη εξάρτηση και εγγύτητα με τις αρχές, ως ένα αμοιβαίο δηλαδή δούναι και λαβείν”.
“Συνεργασία” δημοσιογράφων με αρχές;
Προσαγωγή συλληφθέντος στη δικαιοσύνη
Ο Τάνγιεφ Σουλτς, ο οποίος έχει εργαστεί και ο ίδιος ως δημοσιογράφος της αποκαλυπτικής δημοσιογραφίας, μεταξύ άλλων και για την πολύκροτη δίκη της ακροδεξιάς οργάνωσης NSU, θεωρεί πάντως ότι δημοσιογράφοι αυτής της κατηγορίας δεν δίνουν κατά κανόνα τις πληροφορίες τους και εμπιστεύεται την πλειονότητα των δημοσιογράφων που σέβονται την πηγή των πληροφοριών τους και τηρούν εμπιστευτικότητα. Εκτός αυτού στη συγκεκριμένη περίπτωση πρόκειται για ένα θέμα στο οποίο έχει γίνει αρκετά μεγάλη έρευνα και έχουν γραφεί και πολλά. Υπό αυτήν την έννοια “θα μου ήταν σημάδι κακής ποιότητας της γερμανικής δημοσιογραφίας εάν όλα τα ΜΜΕ έπεφταν ξαφνικά από τα σύννεφα”. Αυτό το επιβεβαιώνει η Κάτγια Ρίντελ, ρεπόρτερ της αποκαλυπτικής δημοσιογραφίας στο WDR, που συμμετείχε σε έρευνες για τους “Πολίτες του Ράιχ”.Όπως λέει έχει ξεκινήσει από καιρός έρευνες για αυτήν την ομάδα, και δεν χρειάστηκε καμιά πληροφορία από τις αρχές. Οι απόψεις της έχουν πολύ ενδιαφέρον. Γιατί, όπως λέει στη Γερμανική Ραδιοφωνία, η λέξη συνεργασία με τις αρχές σε κάποιον που ασχολείται με την αποκαλυπτική δημοσιογραφία, δεν παίζει κανένα ρόλο. “Θέτω ερωτήσεις και παίρνω απαντήσεις, άλλες εμπιστευτικά, αλλά που προορίζονται προς δημοσίευση. Τα ΜΜΕ δεν πρέπει να συνεργάζονται με τις αρχές, αλλά μια δημοσιογραφική δουλειά θα μπορούσε να γίνει αφετηρία για ανακρίσεις”, ξεκαθαρίζει.
Ο Κλάους Τζουμβίνκελ, “θέαμα ενώπιον θεατών”
Αλλά πολλές φορές μια δημοσιογραφική αποκάλυψη παραμένει μόνο στο χαρτί της εφημερίδας. Η Κάτια Ρίντελ δίνει μάλιστα ένα παράδειγμα. Μετά τις έρευνές της για την υπόθεση χορηγιών προς το ακροδεξιό κόμμα “¨Εναλλακτική για τη Γερμανία” αναρωτήθηκε γιατί ακολούθησαν τόσο λίγες ανακρίσεις. “Χρειάστηκε πολύς χρόνος μέχρις ότου η εισαγγελία ανοίξει το θέμα αυτό.΄Έρευνα, όπως αυτή της αριστερής εφημερίδας taz για τη ακροδεξιά ομάδα Hannibal, με δίκτυο μελών σε όλη τη Γερμανία, που ήθελε ένοπλη ανατροπή και μαζικές δολοφονίες πολιτικών αντιπάλων, επέστησε την προσοχή των αρχών σε αυτό το πεδίο και αποκάλυψε πολλές λεπτομέρειες”.
Πηγή: DW – Ειρήνη Αναστασοπούλου/FAZ/Deutschlandfunk/dpa