Ο ορυμαγδός των μαζικών απολύσεων, ο οποίος λαμβάνει χώρα στους ομίλους υψηλής τεχνολογίας ένθεν και ένθεν του Ατλαντικού, δεν αφήνει αλώβητο τον χώρο των εφημερίδων, οι οποίες ανήκουν σε αυτούς.
Συγκεκριμένα, την προηγούμενη εβδομάδα υπό συνθήκες έντονης φημολογίας για το αντίθετο, ο δισεκατομμυριούχος Τζεφ Μπέζος και ιδιοκτήτης της εφημερίδας Washington Post επιδίωξε να κατευνάσει τους εργαζομένους ότι δεν προτίθεται να την πουλήσει, όπως αναφέρει σε σχετικό δημοσίευμά της η βρετανική εφημερίδα The Guardian. Οι εν λόγω εικασίες τροφοδοτήθηκαν από άλλες φήμες ότι ένας άλλος μεγιστάνας, ο Μάικ Μπλούμπεργκ, φέρεται να ενδιαφέρεται να αποκτήσει την Washington Post. Το άγχος και η αγωνία των δημοσιογράφων της κορυφώθηκαν πριν από ένα δεκαήμερο, όταν ο Μπέζος επισκέφθηκε την Post και επιβεβαίωσε τη δέσμευσή του στη δημοσιογραφία. Ωστόσο, πριν από τέσσερις ημέρες η εφημερίδα ανακοίνωσε κύμα απολύσεων. Επιφανειακά, τίποτα δεν είχε αλλάξει, αλλά η ιστορία χρησίμευσε για να καταδείξει τις παρενέργειες από τους «γάμους» των μεγιστάνων της υψηλής τεχνολογίας και των αμερικανικών ΜΜΕ μετά τη χορεία των πλούσιων ανδρών (και γυναικών), οι οποίοι απέκτησαν προβληματικά ειδησεογραφικά πρακτορεία – σε ορισμένες περιπτώσεις αυτά τα Μέσα περιήλθαν στην κατοχή τους ενώ επί δεκαετίες ανήκαν σε οικογενειακές επιχειρηματικές δυναστείες.
Τα προβλήματα στον κλάδο της τεχνολογίας εκτιμάται ότι θα επηρεάσουν τα ΜΜΕ που απέκτησαν οι μεγιστάνες της νέας οικονομίας.
Με τις αποτιμήσεις των εταιρειών τεχνολογίας να υποχωρούν σήμερα σε όλο το εύρος του κλάδου, αναμένεται σοβαρό πλήγμα στα Μέσα που αγόρασαν οι δισεκατομμυριούχοι ιδιοκτήτες των πρώτων. Ορισμένοι ειδικοί πιστεύουν ότι τα τελευταία χρόνια ήταν μια αδέξια αφύπνιση για τη νέα άρχουσα τάξη των ΜΜΕ των ΗΠΑ. «Πιστεύω ότι ο Μπέζος ήρθε στον κλάδο της ενημέρωσης, νομίζοντας ότι κατανοούσε την τεχνολογία με τρόπο που δεν καταλαβαίνουν οι πιο παλιοί», είπε ο Ελι Νόαμ, καθηγητής Τηλεπληροφορίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια και συγγραφέας του βιβλίου, που κυκλοφόρησε το 2015, με τίτλο «Ποιος κατέχει τα ΜΜΕ του κόσμου;». Στη συνέχεια, «ανακάλυψε ότι η τεχνολογία δεν λειτουργεί πραγματικά για να ξεπεράσει τα δομικά προβλήματα της βιομηχανίας του Τύπου. Ή αν το κάνει, λειτουργεί ευνοϊκά και για όλους τους άλλους στον ανταγωνισμό». Τα τελευταία δέκα χρόνια, η εισροή κεφαλαίων από τον κλάδο της υψηλής τεχνολογίας στα μέσα ενημέρωσης ήταν τεράστια και εντυπωσιακή. Συγκεκριμένα, ο Μπέζος αγόρασε την Post από την οικογένεια Γκράχαμ το 2013 για 250 εκατ. δολάρια. Ο ιδρυτής του eBay, Πιερ Ομιντιάρ, κατέβαλε αντίστοιχο ποσόν για τη First Look Media. Η Λορίν Πάουελ Τζομπς αγόρασε πλειοψηφικό μερίδιο στην εφημερίδα Atlantic αντί 160 εκατ. δολαρίων. Ο δισεκατομμυριούχος της βιοτεχνολογίας Πάτρικ Σουν-Σιονγκ απέκτησε την εφημερίδα του Λος Αντζελες, Los Angeles Times, αντί 500 εκατ. δολαρίων. Ο δε ιδρυτής της Salesforce, Μαρκ Μπενίοφ, αγόρασε τα δικαιώματα του εμπορικού σήματος «Time» για 190 εκατ. δολάρια.
Ο Τύπος στις ΗΠΑ παλεύει με χρόνια προβλήματα, όπως η μείωση των εφημερίδων και των περιοδικών, το πώς να βγάλει χρήματα στο Διαδίκτυο, αλλά και όξυνση του ανταγωνισμού από τους ψηφιακούς του αντιπάλους, σύμφωνα με τον Guardian. Πάντως, και αυτοί έχουν ζητήματα να επιλύσουν. Λόγου χάριν, η Vice Media, η οποία έλαβε επενδύσεις από την Disney και την 21st Century Fox και κάποτε αποτιμήθηκε στα 5,7 δισ. δολάρια, τώρα εκτιμάται σε κάτω από 1 δισ. δολάρια. Τέλος, τον Δεκέμβριο, η ζημιογόνος εταιρεία ενημέρωσης Buzzfeed ανακοίνωσε ότι θα περικόψει το 12% των 1.500 και πλέον υπαλλήλων της.