Όταν αποδέχτηκα την πρόταση να συμβάλλω με ένα κείμενό μου στη θεματική της οργής, δεν μπορούσα να διανοηθώ ότι θα βρισκόμουν- όπως όλοι οι πολίτες της χώρας- μπροστά σε μια τραγωδία, που μας στιγμάτισε ήδη συλλογικά.
Του Κλέωνα Γρηγοριάδη
Πώς να μιλήσει κανείς για την οργή, όταν ακόμα δεν έχουν στερέψει τα δάκρυα; Άραγε, πρόκειται να στερέψουν κάποτε; Όταν το μούδιασμα δε λέει να φύγει, όταν διαρκώς όλοι σκεφτόμαστε ότι από ένα απλό γύρισμα της τύχης δε βρεθήκαμε εμείς ή οι αγαπημένοι μας άνθρωποι στο μοιραίο τρένο, τη μοιραία στιγμή.
Σε αυτές τις ύστερες μέρες του δυστυχήματος, έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς ότι πλέον ο κόσμος μοιάζει και μάλλον είναι εντελώς «μη ανεκτικός» και καθόλου διαλλακτικός απέναντι στις αντιφάσεις, στα κενά λόγια, στις απόπειρες αποπροσανατολισμού από την ουσία των γεγονότων.
Μετά από το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη, κι αφού άρχισαν να γίνονται γνωστές οι λεπτομέρειες του πλέγματος των εγκληματικών λαθών και παραλήψεων, ένα πλέγμα που ξετυλίγεται εδώ και δεκατρία χρόνια από όλα τα μνημονιακά κόμματα, οι πολίτες, οι κάτοικοι αυτής της χώρας, αυθορμήτως βρέθηκαν αντιμέτωποι με τη θλίψη τους αλλά και, με τη φυσική, σχεδόν σωματική ανάγκη τους να εκφράσουν την οργή τους.
Μια οργή που τρέφεται εδώ και χρόνια από τα μνημόνια, από τη διάψευση του δημοψηφίσματος, από τις ιδιωτικοποιήσεις, από την οικονομική κρίση, από τον κορονοϊό και τις καραντίνες, από τη στυγνή καταστολή, από την κλιματική κρίση. Αυτή είναι η μεγάλη εικόνα, η τεράστια εικόνα που έχει βυθίσει στον πόνο και το σκοτάδι όλη την κοινωνία.
Αλήθεια, αναρωτιέται κανείς γιατί οι νέοι κυρίως άνθρωποι, με τους μεγαλύτερους σε ηλικία ασφαλώς στο πλάι τους, βρίσκονται συστηματικά στους δρόμους τις τελευταίες μέρες;
Εκτός από το κοινό πένθος που βιώνουν και για το οποίο θέλουν να «μιλήσουν», έχει έρθει η ώρα που θέλουν να «φωνάξουν» και για όσα τους πνίγουν και εμποδίζουν το μέλλον τους. Αυτά τα παιδιά, όπως και κάποια άλλα παιδιά που ήταν στην ηλικία τους πριν δεκαπέντε ή είκοσι πλέον χρόνια, κάνουν ό,τι χρειάζεται για να δομήσουν το μέλλον τους σύμφωνα με τα όνειρα, τις επιθυμίες και τις ανάγκες τους. Σπουδάζουν, αναπτύσσουν τα ταλέντα τους, εξερευνούν τις τάσεις τους, υπερασπίζονται με περηφάνια και αξιοπρέπεια τη βούλησή τους, μέσα σε ένα σύστημα εχθρικό, που οι μνημονιακές κυβερνήσεις παλεύουν με νύχια και με δόντια να ιδιωτικοποιήσουν και να μετατρέψουν το εκπαιδευτικό σύστημα σε ένα ακόμα ταξικό πεδίο, όπου οι άριστοι, οι ευνοούμενοι θα έχουν τις περισσότερες και τις καλύτερες ευκαιρίες.
Αυτά τα παιδιά, που είδαν τους φίλους και τους συμφοιτητές τους να αφανίζονται σε μια στιγμή, έχουν χρέος να απαιτήσουν να γίνει πραγματικότητα ένα από τα συνθήματά τους, το «ποτέ ξανά».
Δεν πρόκειται για λόγια κενά, για πράξεις άσκοπες. Πρόκειται για ανάγκη πλέον επιτακτική, για διεκδίκηση της δικαιοσύνης και των καλύτερων συνθηκών, για την ανατροπή των πολιτικών εκπροσώπων των μνημονίων.
Είναι συνταρακτική η εκδήλωση της οργής αυτών των νέων ανθρώπων. Μεστή νοημάτων, με σαφή ορολογία και ακριβές λεξιλόγιο, με ματιά που κοιτάζει κατάματα το στόχο, χωρίς βία απέναντι στο έγκλημα.
Η πραγματικότητα η ίδια δεν αποστασιοποιείται. Γι’ αυτό και αυτά τα παιδιά, αυτοί οι νέοι άνθρωποι, άλλο τρόπο δεν έχουν, παρά να είναι στο δρόμο και να μην κάνουν ούτε ένα βήμα πίσω, ακόμα κι όταν δέχονται αλύπητα χτυπήματα από τους πραιτωριανούς των δυνάμεων καταστολής.
Απέναντι στην κατασταλτική και κρατική βία, όλοι αυτοί οι άνθρωποι, σηκώνουν τις γροθιές και υψώνουν το λάβαρο της συγγένειας, της αφοσίωσης και της αλληλεγγύης, μετοικούν στο δρόμο που ανήκει σε όλους και ζητούν ο ουρανός να μην τους συντρίβει πια.
Σίγουρα θα το καταφέρουν, γιατί έχουν καταφέρει να μη χαθούν από την Αλήθεια.
Κλέων Γρηγοριάδης, βουλευτής Βορείου Τομέα Αθηνών του ΜέΡΑ25