Ο Σι Τζινπίνγκ έχει πει ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν είναι ο καλύτερος φίλος του. Τώρα, όμως, ο Ρώσος ηγέτης χρειάζεται επειγόντως βοήθεια από την Κίνα. Ο στρατός του Πούτιν έχει προβλήματα στην Ουκρανία και χρειάζεται πυρομαχικά. Θα αποδείξει ο Σι ότι είναι, πράγματι, φίλος του Πούτιν προμηθεύοντάς τον με όπλα; Από την απόφαση της Κίνας θα φανεί πώς βλέπει το μέλλον του πλανήτη.
του Gideon Rachman (*)
Η προμήθεια της Ρωσίας με όπλα θα έδειχνε ότι η Κίνα θεωρεί αναπόφευκτο τον ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ, ίσως, μάλιστα, και να τον επιθυμεί. Αντιθέτως, αν η Κίνα αποφασίσει να μη δώσει όπλα στη Ρωσία θα δείξει ότι πιστεύει πως οι εντάσεις με τις ΗΠΑ είναι διαχειρίσιμες και η παγκοσμιοποίηση μπορεί να σωθεί.
Ένας πρώην συνταγματάρχης του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού, ο Τσου Μπο, είπε την περασμένη εβδομάδα στους Financial Times ότι «αν το Πεκίνο συνταχθεί με τη Μόσχα σε αυτόν τον πόλεμο, τότε θα βρεθούμε στην αρχή του Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου». Κάτι τέτοιο μπορεί να μοιάζει αδιανόητο. Κι όμως, η αμερικανική κυβέρνηση πιστεύει ότι στο Πεκίνο γίνεται μία έντονη συζήτηση για αυτό το θέμα και πως η Κίνα μπορεί τελικά να λάβει αυτήν τη μοιραία απόφαση.
Ο λόγος που μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο παραπέμπει στη «χωρίς όρια» συνεργασία την οποία ανακοίνωσαν οι ηγέτες της Ρωσίας και της Κίνας τον Φεβρουάριο του 2022, τρεις εβδομάδες πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Σημαντικότερη και από αυτήν την ανακοίνωση ήταν η ανάλυση που προηγήθηκε. Ο Πούτιν και ο Σι παρουσίασαν μία κοινή θέση για τον κόσμο. Και οι δύο χαρακτήρισαν τις ΗΠΑ κεντρική απειλή για τις φιλοδοξίες τους και τα καθεστώτα τους. Η απόκρουση αυτής της απειλής ήταν, λοιπόν, μία αποστολή που τους ένωνε.
Ο Σι έχει επισκεφθεί τον Πούτιν περισσότερες φορές από οποιονδήποτε άλλο ηγέτη. Το χειρότερο σενάριο γι’ αυτόν θα ήταν η πτώση του Πούτιν και η αντικατάστασή του από έναν φιλοδυτικό ηγέτη. Ακόμη, όμως, κι αν ο Πούτιν παραμείνει στην εξουσία, μία αποδυναμωμένη Ρωσία θα ενισχύσει τις ΗΠΑ και θα απομονώσει την Κίνα.
Υπάρχουν ακόμη δύο λόγοι για τους οποίους η Κίνα μπορεί να διακινδυνεύσει να πάρει το μέρος της Ρωσίας. Ο πρώτος είναι ότι οι στενοί σύμβουλοι του Σι πιστεύουν πως το Πεκίνο μπορεί να ελέγξει τους κινδύνους της κλιμάκωσης. Κατά την άποψή τους, όταν η Ουάσινγκτον καταλάβει ότι το Πεκίνο δεν θα εγκαταλείψει τη Μόσχα, θα πιέσει την Ουκρανία να αποδεχθεί μία ειρηνευτική συμφωνία με όρους που θα συμφέρουν τη Ρωσία.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι οι εθνικιστές στο Πεκίνο θεωρούν πως η ανοιχτή σύγκρουση με τις ΗΠΑ ήδη έχει ξεκινήσει. Σύμφωνα με τη CIA, ο Σι έχει δώσει οδηγίες στον κινεζικό στρατό να είναι έτοιμος να εισβάλει στην Ταϊβάν μέχρι το 2027. Αν η ανάλυση αυτή είναι σωστή, τότε εξηγείται γιατί το Πεκίνο θα βοηθούσε τις πολεμικές προσπάθειες της Μόσχας. Η προμήθεια της Ουκρανίας με όλο και περισσότερα δυτικά όπλα θα αφήσει τη Δύση με λιγότερα όπλα για να υπερασπιστεί την Ταϊβάν.
Υπάρχουν, όμως, και σαφή μειονεκτήματα σε μία ευθυγράμμιση της Κίνας με τη Ρωσία. Οι περιορισμοί στις αμερικανικές εξαγωγές τεχνολογίας θα γίνουν ακόμη αυστηρότεροι. Οι ελπίδες του Πεκίνου να διασπαστεί το δυτικό μέτωπο, με την ΕΕ να έχει καλές σχέσεις με την Κίνα, θα εξανεμιστούν. Αν το εμπόριο με τη Δύση μειωθεί κατά 30%, για παράδειγμα, η ανεργία στην Κίνα θα αυξηθεί δραματικά.
Ίσως, λοιπόν, εν τέλει, η Κίνα επιλέξει έναν συμβιβασμό. Να εξακολουθήσει, δηλαδή, να εμφανίζεται ως ουδέτερος μεσολαβητής στον πόλεμο, προμηθεύοντας εμμέσως τη Ρωσία με όπλα. Αλλά μία τέτοια πολιτική δεν αποκλείει μία ευθεία σύγκρουση με την Αμερική.
(*) O Γκίντεον Ράχμαν είναι αρθρογράφος των Financial Times
(Πηγή: Financial Times)