Την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας στη βαθμίδα BB(high) με σταθερό outlook διατήρησε ο οίκος.
Υπενθυμίζεται ότι η Fitch στις 28 Ιανουαρίου είχε αναβαθμίσει την Ελλάδα σε ΒΒ+ από ΒΒ φέρνοντας τη χώρα μας μια βαθμίδα κάτω από την επενδυτική, θέτοντας παράλληλα σταθερό outlook.
Η S&P είχε αναβαθμίσει την Ελλάδα σε BB+ με σταθερό outlook στις 22 Απριλίου. Αντίθετα, η Moody’s διατηρεί την πιστοληπτική αξιολόγηση Βa3 με σταθερές προοπτικές, τρεις βαθμίδες κάτω από την επενδυτική βαθμίδα.
Οπως εξηγεί στην έκθεσή του η DBRS, το σταθερό outlook αντανακλά την άποψη του ότι η Ελλάδα παραμένει προσηλωμένη στη διασφάλιση της βιωσιμότητας των δημοσιονομικών και του χρέους, παρά το πιο δύσκολο μακροοικονομικό περιβάλλον. Λόγω της ισχυρής ανάκαμψης της τουριστικής δραστηριότητας, των συνεχιζόμενων βελτιώσεων στην αγορά εργασίας και των μέτρων στήριξης, η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ ανήλθε κοντά στο 6% το 2022.
Η αποτελεσματική εφαρμογή του Ταμείου Ανάκαμψης (RRP) και τα μέτρα στήριξης θα συνεχίσουν να βοηθούν την οικονομία φέτος, ωστόσο, οι προοπτικές ανάπτυξης υπόκεινται σε καθοδικούς κινδύνους που σχετίζονται με την όξυνση της σύγκρουσης στην Ουκρανία η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω σύσφιξη των νομισματικών πολιτικών και σε ασθενέστερη εξωτερική ζήτηση.
Τα μέτρα για την άμβλυνση του αντίκτυπου του αυξημένου ενεργειακού κόστους οδήγησαν σε πρωτογενές έλλειμμα 1,6% του ΑΕΠ το 2022 από 5% το 2021. Το δημόσιο χρέος αναμένεται να έχει μειωθεί σχεδόν κατά 25 ποσοστιαίες μονάδες το 2022, επωφελούμενο από βελτιωμένα δημοσιονομικά αποτελέσματα και ισχυρή ονομαστική ανάπτυξη. Παρά τη σημαντική βελτίωση των δημοσιονομικών αποτελεσμάτων και του χρέους, η εφαρμογή ενός συνετού σχεδίου σύσφιξης θα είναι κρίσιμη για την Ελλάδα ώστε να αντιμετωπίσει τις συνεχιζόμενες προκλήσεις, με παράλληλη οικοδόμηση ενός μοντέλου βιώσιμης ανάπτυξης.
Η αξιολόγηση της Ελλάδας υποστηρίζεται από τη συμμετοχή της στη ζώνη του ευρώ και από την εφαρμογή στο παρελθόν οικονομικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ενισχύσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας. Η Ελλάδα συνεχίζει να σημειώνει πρόοδο στην εκτέλεση του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Ελλάδα 2.0), το οποίο αποτελείται από μεταρρυθμίσεις που εάν εφαρμοστούν, θα μπορούσαν να τονώσουν την ανάπτυξη και τις επενδύσεις, μειώνοντας το επενδυτικό χάσμα μεταξύ της Ελλάδας και των ομολόγων της στη ζώνη του ευρώ. Η DBRS Morningstar σημειώνει ότι τα κονδύλια θα συνεχίσουν να παρέχουν κίνητρα για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, υποστηρίζοντας παράλληλα την ανάπτυξη των επενδύσεων.
Αντίθετα, η αξιολόγηση της χώρας περιορίζεται από την κληρονομιά που άφησε η παρατεταμένη κρίση της χώρας, δηλαδή από τον πολύ υψηλό δείκτη δημόσιου χρέους και τα ακόμη υψηλά μη εξυπηρετούμενα δάνεια στο τραπεζικό σύστημα. Επιπλέον, οι χαμηλές επενδύσεις επιβαρύνουν τις αναπτυξιακές επιδόσεις της Ελλάδας, με το επενδυτικό κενό προς το παρόν να παραμένει υψηλό. Οι επενδυτικές δαπάνες μειώθηκαν τα χρόνια της κρίσης από 21% του ΑΕΠ το 2009 σε 13,3% το 2021, το χαμηλότερο στη ζώνη του ευρώ και πολύ μακριά από το μέσο όρο του 22,2%.
Οι οδηγοί
Η αξιολόγηση θα μπορούσε να αναβαθμιστεί εάν συμβεί ένας ή συνδυασμός των παρακάτω: (1) Συνεχιζόμενη εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις, βελτιώνοντας έτσι τις μακροπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές (2) Διαρκής δέσμευση για δημοσιονομική εξυγίανση που διατηρεί τον δείκτη δημόσιου χρέους σε πτωτική τροχιά.
Τα κίνητρα για μια υποβάθμιση περιλαμβάνουν: (1) Επίμονα αδύναμες οικονομικές επιδόσεις. (2) Ανατροπή ή αναστολή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. (3) Ανανεωμένη αστάθεια του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Η αιτιολόγηση της αξιολόγησης
Η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί φέτος, αλλά το Ταμείο Ανάκαμψης και τα κυβερνητικά μέτρα θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν την οικονομία. Η ελληνική οικονομία γνώρισε σοβαρή συρρίκνωση το 2020 με το πραγματικό ΑΕΠ να μειώνεται κατά 9%, καθώς η πανδημία έπληξε σοβαρά την εξαιρετικά σημαντική τουριστική βιομηχανία. Το 2021, η οικονομία ανέκαμψε έντονα κατά 8,4%, υποστηριζόμενη από την ισχυρή ανάπτυξη των επενδύσεων και των εξαγωγών. Με την βοήθεια της ισχυρής ανάκαμψης της τουριστικής δραστηριότητας, των συνεχιζόμενων βελτιώσεων στην αγορά εργασίας και των μέτρων κρατικής στήριξης, η οικονομία παρέμεινε ισχυρή το 2022 σημειώνοντας ανάπτυξη 5,9%.