Με την επίσκεψη του υπουργού Εθνικής Άμυνας Ν. Παναγιωτόπουλου (4/4) στην Τουρκία μετά από σχετική πρόσκληση του Τούρκου συναδέλφου του Χ. Ακάρ συνεχίζεται η διαδικασία προσέγγισης ανάμεσα στις δύο χώρες.
Ιδιαίτερα σημαντική όμως για τη διαδικασία αυτή είναι η απόφαση του πανίσχυρου Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας της Τουρκίας η οποία τονίζει, μεταξύ άλλων, ότι «η συνέχιση της θετικής ατμόσφαιρας στις σχέσεις μας με την Ελλάδα θα είναι επωφελής και για τις δύο χώρες αλλά και για την περιοχή μας».
Εάν συγκρίνει κάποιος την τοξική γλώσσα που χρησιμοποιούσε αυτό το όργανο, αντιλαμβάνεται τη βαρύτητα της εν λόγω δήλωσης /απόφασης. Απόφαση που επενδύει με θεσμική διάσταση στην πολιτική εξομάλυνσης που ακολουθεί ο πρόεδρος Ερντογάν. Σε συνδυασμό με την πρόοδο που σημειώθηκε στην τελευταία συνάντηση για την προώθηση της θετικής ατζέντας Ελλάδας – Τουρκίας με τη διεύρυνσή της μάλιστα σε πρόσθετα πεδία πέρα από τα εικοσι-πέντε (ενέργεια, μεταφορές, ναυτιλιακά θέματα, επικοινωνίες, κλπ.) γίνεται εμφανές ότι η εξομάλυνση προχωρεί παρά την προεκλογική περίοδο στην Τουρκία (και Ελλάδα) και τα προβλήματα επανεκλογής που φαίνεται να συναντά ο πρόεδρος Ερντογάν. Σύμφωνα με τον Economist, ο Ταγίπ Ερντογάν αντιμετωπίζει δυσκολίες επανεκλογής καθώς «το οικονομικό του μοντέλο πάνω στο οποίο στήριξε την πολιτική του επιτυχία τα προηγούμενα χρόνια έκλεισε τον κύκλο του».
Ωστόσο η άβολη αλήθεια για την Ελλάδα είναι ότι από την οπτική της προσέγγισης η επανεκλογή Ερντογάν εμφανίζεται ως η σχετικά καλύτερη περίπτωση εάν λάβει κάποιος υπόψη (και) τις μάλλον δηλητηριώδεις αντιδράσεις του τύπου της κεμαλικής αντιπολίτευσης πάνω στις πρόσφατες θετικές εξελίξεις (αν και οι γενικότερες θέσεις Κιλιτσντάρογλου/αντιπολίτευσης για εκδημοκρατισμό, προσέγγιση με ΕΕ, Δύση μπορεί να προσφέρουν ευκαιρίες) . Χωρίς αμφιβολία αρκετοί σε Τουρκία και Ελλάδα θα ήθελαν να εκτροχιάσουν τη διαδικασία εξομάλυνσης και να καταστρέψουν το νέο κλίμα που έχει επικρατήσει στις σχέσεις των δύο χωρών . Γι’ αυτό χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή ειδικά αυτή την παράλληλη προεκλογική περίοδο μέσα στην οποία κάθε τι που λέγεται, το timing αποφάσεων, κλπ μπορεί και να αξιοποιηθεί πολιτικά (προκειμένου να εκτροχιασθεί η εξομάλυνση).
Στη βάση αυτή εύλογο είναι το ερώτημα εάν σ’ αυτή τη δεδομένη στιγμή θα έπρεπε η Αθήνα να προχωρήσει στην αγορά των οπλικών πυραυλικών συστημάτων SPIKENLOS από το Ισραήλ. Η κίνηση αυτή θα μπορούσε να πάει μετά τις εκλογές χωρίς ιδιαίτερες συνέπειες όπως λένε οι γνωρίζοντες. Η αντίδραση του Τουρκικού τύπου, ιδιαίτερα του κεμαλικού, υπήρξε οργιώδης («η Ελλάδα δεν χορταίνει όπλα», κλπ.). Από την άλλη μεριά η Λευκωσία δεν χάνει την ευκαιρία για να πυροβολήσει τα πόδια της. Ανακοίνωσε ότι δεν δεσμεύεται από την απόφαση της Ελλάδας να στηρίξει την Τουρκική υποψηφιότητα για τη θέση του Γενικού Γραμματέα του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού – ΙΜΟ. Δεν αντιλαμβάνεται, ως φαίνεται, ότι η ανάληψη της θέσης αυτής θα αποτελέσει ένα πρώτο αποφασιστικό βήμα για την προσχώρηση της Τουρκίας στη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) και την άρση των περιορισμών που επιβάλλει στην Κυπριακή ναυτιλία;
Ο αείμνηστος Β. Θεοδωρόπουλος έλεγε ότι εάν στην Ελλάδα ή Τουρκία βγει ένας υπέρ της προσέγγισης, θα βγουν δέκα να τον υπονομεύσουν. Άρχισαν ήδη…
(Ο καθηγητής Παναγιώτης Κ. Ιωακειμίδης είναι πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος ΥΠΕΞ, μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ και Research Associate LSE. Από τις εκδόσεις Παπαζήση κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του «Ελλάδα: Ορίζοντας 2030. Οι Προκλήσεις Τουρκίας και Ευρώπης»-Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Τα Νέα»)