Έναν απολογισμό του έργου της Βουλής στο πλαίσιο της ΙΗ’ Κοινοβουλευτικής περιόδου – από τον Ιούλιο του 2019 έως και τις 7 Απριλίου του 2023, κάνουν ο τέως Πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης (2015 – 2019) και ο Α’ Αντιπρόεδρος της Βουλής Νικήτας Κακλαμάνης (2019 – 2023).
Και οι δύο αναφέρονται στις ιδιαίτερες δυσκολίες και προκλήσεις που αντιμετώπισαν τα μέλη της Βουλής λόγω του πρωτόγνωρου φαινομένου της πανδημίας.
Ωστόσο ο τέως Πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης τονίζει ότι «η διακυβέρνηση έγινε με καθεστώς πράξεων νομοθετικού περιεχομένου, στις οποίες συμπεριλαμβάνονταν πλήθος ζητημάτων, ενεργειών και παρεμβάσεων της εκτελεστικής εξουσίας, πολύ πέραν των απολύτως αναγκαίων για τον τομέα της υγείας που προφανώς ήταν στο επίκεντρο των δημόσιων πολιτικών εκείνης της περιόδου».
Από την πλευρά του ο Α’ Αντιπρόεδρος της Βουλής Νικήτας Κακλαμάνης, αναφερόμενος στο μέλλον υποστηρίζει ότι «μπροστά υπάρχουν κι άλλα στοιχήματα. Στοιχήματα, που πρέπει να κερδίσουμε τα κόμματα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Όλα μαζί. Χωρίς εκπτώσεις. Γιατί -δυστυχώς- υπάρχουν κι άλλες πλευρές του λόφου. Εκεί όπου βρίσκονται εξωθεσμικά ‘’καρκινώματα’’, που έχουν ως μοναδικό στόχο την απαξίωση του πολιτικού μας συστήματος».
«Η Ν.Δ., ήθελε να αξιοποιήσει την πανδημία για την στήριξη ενός ιδιότυπου καθεστώτος με την ταμπέλα του «Επιτελικού Κράτους»
ΝΙΚΟΣ ΒΟΥΤΣΗΣ
τ. Προέδρος της Βουλής, βουλευτής Α’ Αθήνας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
Κλείνει η τετραετής σχεδόν, παρούσα περίοδος του Κοινοβουλίου και έχει σημασία για το παρόν και το μέλλον να καταγράψουμε δημόσια τις ιδιαίτερες μας απόψεις για το πολιτικό αποτύπωμα που αφήνει αυτή η περίοδος, πέραν βεβαίως των μη αμφισβητούμενων αριθμητικών στοιχείων, που έχουν και αυτά τη σημασία τους και τα οποία παρέθεσε ο Πρόεδρος της Βουλής, κ. Τασούλας στο δημόσιο απολογισμό.
Η παρούσα Βουλή, που ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2019 τις εργασίες της, ήταν η πρώτη μετά από τρεις περιόδους, που δεν είχε στη σύνθεση της το πολιτικό απόστημα της εκπροσώπησης της Χρυσής Αυγής και επίσης ήταν η πρώτη με καθεστώς αυτοδυναμίας του κυβερνώντος κόμματος, της Ν.Δ., μετά τον Μάιο του 2012.
Ενώ, πολύ σωστά, δεν έκλεισε ούτε μια μέρα η Βουλή μέσα στο ιδιαίτερο καθεστώς περιορισμών, που επέβαλε τουλάχιστον για μια διετία η πανδημία, ταυτόχρονα και εκ των πραγμάτων, η περίοδος αυτή, άφησε εμφανές το αποτύπωμα στην ποιότητα του κοινοβουλευτικού έργου για πολλούς λόγους. Ένας εκ των οποίων και ο κυριότερος, είναι ότι η διακυβέρνηση έγινε με καθεστώς πράξεων νομοθετικού περιεχομένου, στις οποίες συμπεριλαμβάνονταν πλήθος ζητημάτων, ενεργειών και παρεμβάσεων της εκτελεστικής εξουσίας, πολύ πέραν των απολύτως αναγκαίων για τον τομέα της υγείας που προφανώς ήταν στο επίκεντρο των δημόσιων πολιτικών εκείνης της περιόδου.
Στο πλαίσιο μάλιστα αυτό σημειώθηκαν τεκμηριωμένα, πολλές αδιαφανείς, διοικητικές και οικονομικές πράξεις σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος, καθώς η κυβέρνηση της Ν.Δ., ήθελε να αξιοποιήσει την πανδημία για την στήριξη ενός ιδιότυπου καθεστώτος με την ταμπέλα του «Επιτελικού Κράτους». Αρκεί να επισημάνουμε ότι το μεγαλύτερο χρονικά μέρος του τεράστιου σκανδάλου των υποκλοπών, που συνιστά αντιδημοκρατική εκτροπή, δρομολογήθηκε εκείνη την περίοδο.
Στην ίδια ακόμη τετραετή περίοδο, καταγράφηκαν αρκετές και εφ’ όλης της ύλης, σκληρές αντιπαραθέσεις σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων, καθώς μια σειρά από βασικά νομοθετήματα είχαν ισχυρό ιδεολογικό, νεοφιλελεύθερο πρόσημο και κατά τη γνώμη μας βεβαίως, αντικοινωνικό χαρακτήρα. Ενώ εκ παραλλήλου διαμορφωνόταν μια ισχυρή ατζέντα για αναγκαίες συζητήσεις στο ανώτατο επίπεδο, λόγω των επάλληλων κρίσεων και πέραν της πανδημίας, με εξωγενή μεν προέλευση, αλλά και με σαφή προστιθέμενη, αρνητική κοινωνική επιβάρυνση, λόγω των πολιτικών του κ. Μητσοτάκη. Η ατζέντα αυτή, περιελάμβανε πολύ σοβαρά ζητήματα, όπως το ενεργειακό και το καρτέλ της κερδοσκοπίας που έχει στηθεί, όπως επίσης την καλπάζουσα ακρίβεια και τη συνεχή μείωση της αγοραστικής δύναμης των λαϊκών νοικοκυριών και βέβαια ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, με επίκεντρο τον πόλεμο στην Ουκρανία, τις διακρατικές συμφωνίες της χώρας και τα υπέρογκα εξοπλιστικά προγράμματα.
Τέλος, έχει σημασία να καταγραφεί το χρονικό της αντικοινοβουλευτικής πρακτικής που κατέτεινε στην ακύρωση της κατά το Σύνταγμα δυνατότητας πρωτοβουλίας της Αντιπολίτευσης, για την συγκρότηση δύο εξεταστικών επιτροπών κατά περίοδο. Τόσο για την λίστα Πέτσα και τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ, όσο και κυρίως για το μείζον ζήτημα που επέφερε πλήγμα στο Κράτος Δικαίου, με επίκεντρο τις παρακολουθήσεις της ΕΥΠ και την αξιοποίηση παράνομων λογισμικών, με ενορχηστρωτή την ίδια την Κυβέρνηση και το Μαξίμου.
Η δε προσπάθεια για συγκάλυψη του σκανδάλου, που έγινε μέσω σειράς μεθοδεύσεων ακόμα και στο πλαίσιο των κοινοβουλευτικών εργασιών, με βασικό στοιχείο την επίκληση του απορρήτου και τη σαφή υποβάθμιση του ίδιου του Κοινοβουλίου και των αρμόδιων Ανεξαρτήτων Αρχών, έδωσε το μέτρο της «μη ευθύνης» της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Την ίδια ώρα βεβαίως, το μέτρο της προφανούς ενοχής, αλλά και της αλαζονείας που έφτασε, στην παρούσα περίοδο στα όρια της περιφρόνησης της Δημοκρατίας και κρίσιμων θεσμικών λειτουργιών, αλλά και δικαιωμάτων των πολιτών κατοχυρωμένων από το ελληνικό Σύνταγμα.
«Η δημοκρατία βγήκε πιο ενισχυμένη. Οι δύσκολοι καιροί όμως δεν έχουν τελειώσει»
ΝΙΚΗΤΑΣ ΚΑΚΛΑΜΑΝΗΣ
Α’ Αντιπρόεδρος Βουλής / Βουλευτής Α’ Αθηνών, ΝΔ
Θα μου επιτρέψετε να ξεκινήσω με κάτι προσωπικό. Κάτι για το οποίο για μένα αποτελεί μοναδικό τίτλο τιμής στη κοινοβουλευτική μου διαδρομή. Είναι το 98% των συναδέλφων μου (295 στους 298), που με ψήφισαν για τη θέση του Α’ Αντιπροέδρου της Βουλής των Ελλήνων. Ήταν ένα γεγονός, που με γέμισε τεράστια ευθύνη και την αισθανόμουν κάθε φορά, που ανέβαινα στην έδρα.
Ήθελα και πιστεύω, ότι κατάφερα να ανταποκριθώ στην «απαίτηση», ώστε να είμαι πρόεδρος όλων των κομμάτων, χωρίς ίχνος μεροληψίας εσκεμμένα εναντίον κανενός και καμίας συναδέλφου.
Υπήρχαν αναμφίβολα δύσκολες και κρίσιμες στιγμές, γιατί η χώρα δοκιμάστηκε από αλλεπάλληλες κρίσεις. Πρώτα το μεταναστευτικό, στη συνέχεια η πανδημία κι ακολούθησαν ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ενεργειακή κρίση.
Παρ’ όλα αυτά, η Βουλή όχι μόνο λειτούργησε με ομαλότητα αυτή τη τετραετία (2019-2023) αλλά κατάφερε να πετύχει ρεκόρ των 40 τελευταίων ετών σε νομοθετικό και κοινοβουλευτικό έργο. Ένα στοιχείο, που φανερώνει και τη δημοκρατική «μεγέθυνση» η οποία υπήρξε.
Μία σύγκριση με την προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο πιστεύω, ότι είναι καταλυτική:
-Ψηφίστηκαν από την Ολομέλεια 423 νομοσχέδια, έναντι 284
-Οι συνεδριάσεις των Διαρκών Επιτροπών ανήλθαν σε 1.304, έναντι 996
-Τα νομοσχέδια που ψηφίστηκαν με τη διαδικασία του «κατεπείγοντος» περιορίστηκαν σε 10, έναντι 47
-Οι τροπολογίες που κατατέθηκαν σε νομοσχέδια περιορίστηκαν σε 717, έναντι 1442
-Οι υπουργοί και οι υφυπουργοί της κυβέρνησης της ΝΔ έδωσαν το παρών στον κοινοβουλευτικό έλεγχο συζητώντας 2.553 Επίκαιρες ερωτήσεις, το 76% όσων κατατέθηκαν, έναντι 1.687 της προηγούμενης κυβέρνησης, το 51% όσων κατατέθηκαν
Πιστεύω, ότι ο κοινοβουλευτικός πήχης ανέβηκε αρκετά.
Η δημοκρατία βγήκε πιο ενισχυμένη.
Οι δύσκολοι καιροί όμως δεν έχουν τελειώσει.
Μπροστά υπάρχουν κι άλλα στοιχήματα. Στοιχήματα, που πρέπει να κερδίσουμε τα κόμματα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Όλα μαζί. Χωρίς εκπτώσεις. Γιατί -δυστυχώς- υπάρχουν κι άλλες πλευρές του λόφου. Εκεί όπου βρίσκονται εξωθεσμικά «καρκινώματα», που έχουν ως μοναδικό στόχο την απαξίωση του πολιτικού μας συστήματος.
Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να υπηρετήσουμε πιο σωστά και πιο έντιμα την εντολή του ελληνικού Λαού, που οφείλουν να υπηρετούν οι εκπρόσωποι της Πατρίδας του…