Τελευταία μέρα δημοσίευσης των δημοσκοπήσεων σήμερα και το μεγάλο ερώτημα είναι το αν θα πέσουν μέσα ή έξω. Πως κρίνεται αυτό;
Αντιγράφω ένα απόσπασμα από ανάρτηση του πολιτικού αναλυτή, Γιάννη Σκλία στα Social:
«Παρακάμπτω το δημοσιογραφικό ερώτημα της διαφοράς των δύο και τονίζω το ζήτημα του εύρους των κομμάτων. Μια δημοσκόπηση δεν κρίνεται από τη διαφορά των δύο κομμάτων αλλά από το εύρος που δίνει σε κάθε κόμμα.
Η εκτίμηση ψήφου που απορρέει από την ερευνητική μου ασχολία δίνει στη ΝΔ από 33,5 έως 38,5 και στον ΣΥΡΙΖΑ από 28 έως 33%.
Εάν τα δύο κόμματα πέσουν μέσα σε αυτό το εύρος, η έρευνα θεωρείται επιτυχημένη. Αυτό είναι το μόνο κριτήριο! Τώρα θα μου πεις, -“ρε φίλε, δεν μας είπες κάτι καινούριο, η ΝΔ μπορεί να κερδίσει από 0,5 έως 10 μονάδες, δε χρειάζεται να σπαταλήσω 5.000 ευρώ και τρεις μέρες από τη ζωή μου για να το μάθω”,
θα σου απαντούσα, ΈΤΣΙ ΕΙΝΑΙ Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ, τι να κάνουμε, αν θες πήγαινε σε μέντιουμ. Και μάλιστα για τις παραπάνω αναφορές στα ποσοστά είμαι 95% σίγουρος, οχι 100% (95%Confidence Interval).
Στα άλλα, φαίνεται μια αποσύνθεση του ΠΑΣΟΚ που μάλλον με δυσκολία θα φτάσει το 10, το ΚΚΕ ανεβάζει αρκετά τις δυνάμεις του και η έκπληξη της τελευταίας εβδομάδας είναι η Πλεύση της Ζωής που φαίνεται να έχει αυξημένα ποσοστά σε σχέση με το 2019 σημαντικά.
Μεγάλος ο όγκος των αναποφασίστων πάντως και πάντα υπάρχει το περιθώριο του λάθους»
Αν οι δημοσκοπήσεις πέσουν έξω ως προς το παραπάνω εύρος τότε, ναι, θα υπάρξει θέμα αξιοπιστίας τους είτε λόγω ξεπερασμένης μεθοδολογίας είτε λόγω συνειδητής προσπάθειας χειραγώγησης.
Εάν όμως τα αποτελέσματα της κάλπης βρεθούν εντός του εύρους τότε -ανάλογα και με τη διαφορά- θα προκύψουν πολιτικά ερωτήματα το κυριότερο εκ των οποίων αφορά κυρίως το ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ:
Πως είναι δυνατόν, το 2019 να πήρε 32 % με όλο αυτόν τον “πόλεμο” και με ένα ευρύτατο μέτωπο εναντίον και αφού έχουν μεσολαβήσει 4 χρόνια Νέας Δημοκρατίας να βρεθεί στο ίδιο ή κάτω από αυτό το ποσοστό;
Εάν συμβεί κάτι τέτοιο τότε η πιο λογική απάντηση είναι πως ο ΣΥΡΙΖΑ κρίθηκε το 2019 ως κυβέρνηση και το 2023 θα έχει κριθεί ως αντιπολίτευση, πράγμα που κατά συνέπεια θα σημαίνει πως η στρατηγική του αυτά τα τέσσερα χρόνια αλλά και προεκλογικά, ήταν λαθεμένη υπερασπιζόμενος τα έργα του και δικαιολογώντας τα λάθη της περιόδου 2015-2019 αντί να επικεντρωθεί στο παρόν και στο μέλλον.
Θα μπορούσε άλλωστε αυτό να υποστηριχθεί και με το αντίστοιχο παράδειγμα της Νέας Δημοκρατίας η οποία έφτασε στο 39% κάνοντας σκληρή αντιπολίτευση με αιχμές την τραγωδία στο Μάτι και τη Συμφωνία των Πρεσπών ενώ τώρα θα έχει μία φθορά της τάξης του 2-3% ως κυβέρνηση.
Σε αυτή την περίπτωση δεν θα έχουν πέσει έξω οι δημοσκόποι αλλά όσοι δεν αντιλήφθηκαν εγκαίρως ότι οι πολίτες ενδιαφέρονται πολύ περισσότερο για το παρόν και το μέλλον τους παρά για το παρελθόν, με όλα τα θετικά ή αρνητικά του. Ιδιαίτερα οι νέοι…
Κι εδώ που τα λέμε, σπανίως είναι στραβός ο γιαλός. Ευτυχώς το αρμένισμα είναι πιο εύκολο να διορθωθεί. Αν υπάρχει θέληση και αίσθηση της πραγματικότητας.