Το αποτέλεσμα των εκλογών της περασμένης Κυριακής μπορεί να μην ήταν το αναμενόμενο τα σημάδια όμως πως ο ΣΥΡΙΖΑ δε θα πήγαινε καλά υπήρχαν εδώ και καιρό. Δεν ξάφνιασε η ήττα λοιπόν, αλλά το μέγεθός αυτής, η κατάρρευση. Οι λόγοι της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ ξεκινούν από τις εκλογές του 2019, τις οποίες έχασε με 8 μονάδες διαφορά.
Εκεί ο Αλέξης Τσίπρας είχε να επιλέξει ανάμεσα σε δυο δρόμους: να επιμείνει στο να υπηρετεί τους σκληροπυρηνικούς ψηφοφόρους ΣΥΡΙΖΑ και να κρατήσει τις εσωκομματικές υπηρεσίες ή να οδηγήσει το κόμμα σε μετατόπιση στην εκλογική αγορά και σε θέσεις και σε ύφος.
Του Απόστολου Πιστόλα, Σύμβουλος στρατηγικής, ιδρυτής της Mastermind Analytics
Αυτό θα σήμαινε πως θα άφηνε πίσω την τοξική αντιπολίτευση καθώς και ακραίες θέσεις σε διάφορα θέματα. Επέλεξε την, λανθασμένη όπως αποδείχθηκε, εύκολη λύση: να μείνει ως έχει.
Γιατί η επιλογή ήταν λανθασμένη; Επειδή τα χαρακτηριστικά που τον ανέδειξαν στην εξουσία σε μια εποχή βαθιάς κρίσης είχαν χάσει τη σημασία τους σε μια εποχή εκτός μνημονίων.
Όχι εκτός κρίσης καθώς συνεχίζουμε να ζούμε μέσα σε διαφόρων ειδών κρίσεων, αλλά σίγουρα με όχι τόσο δυνατές επιπτώσεις στους ψηφοφόρους.
Με αυτήν την επιλογή, σε συνδυασμό με την ύπαρξη ενός αποδυναμωμένου ΠΑΣΟΚ, άφησε ελεύθερο το κέντρο στον Κυριάκο Μητσοτάκη ο οποίος, κάνοντας μετατόπιση στο κόμμα του και μη έχοντας αντίπαλο, το άλωσε. Ο ΣΥΡΙΖΑ την τελευταία τετραετία πορεύτηκε με αντιπολίτευση όχι ουσίας αλλά θεάματος προσπαθώντας να πιαστεί από κάθε κρίση και να δημιουργήσει θυμό στους ψηφοφόρους, στρέφοντας τους απέναντι στην κυβέρνηση.
- Το γεγονός πως έκανε τη συγκεκριμένη επιλογή τον έκανε να μη μπορεί να λάβει ψήφους απευθείας από ΝΔ, αφού οι ψηφοφόροι της δε θεωρούσαν το ΣΥΡΙΖΑ αξιόπιστη κυβερνητική εναλλακτική (γεγονός που αποδείχθηκε όταν μετά την τραγωδία των Τεμπών η ΝΔ έχανε τρεις μονάδες και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν επωφελούνταν από αυτό).
Όσον αφορά την προεκλογική καμπάνια, ο στόχος της πρώτης Κυριακής και της δημιουργίας κυβέρνησης συνεργασίας ήταν σωστός (αυτός ήταν άλλωστε και ο λόγος της ψήφισης της απλής αναλογικής).
Η τακτική (δε θα το πω στρατηγική) για να τον πετύχει όμως ήταν λανθασμένη. Αντί να σταθεί στην ουσία των πραγμάτων, ο ΣΥΡΙΖΑ αναλώθηκε καθόλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου στο παρασκήνιο, το οποίο έφερε στο προσκήνιο. Αναφέροντας συνεχώς διαφορετικές εκδοχές μιας κυβέρνησης συνεργασίας ο Αλέξης Τσίπρας έμοιαζε όχι με διεκδικητή της εξουσίας αλλά με κάποιον που προσπαθούσε από κάπου να πιαστεί.
Ακόμα, οι πολλές διαφορετικές θέσεις στο συγκεκριμένο θέμα θόλωσαν το μήνυμα του ΣΥΡΙΖΑ προς τους ψηφοφόρους, τους μπέρδεψε αλλά και, σε συνδυασμό με την «αντιμητσοτακική» ρητορική έφερε στο προσκήνιο σενάρια μιας κυβέρνησης ηττημένων που μάλλον φόβισαν ψηφοφόρους και τους έκαναν να ψηφίσουν ΝΔ. Επίσης, μπαίνοντας σε διαμάχη με το ΠΑΣΟΚ για το ποιος είναι το πραγματικό παιδί του Ανδρέα Παπανδρέου, κάνοντας ουσιαστικά μια συζήτηση για το παρελθόν, άφηνε τον Κυριάκο Μητσοτάκη να είναι ο μόνος που παρουσιάζει στους ψηφοφόρους ένα σχέδιο για το μέλλον.
Όλα αυτά συνδυαστικά, έκαναν τον πρόεδρο της ΝΔ να μοιάζει ως να είναι ο μόνος που «τρέχει» για τη θέση του πρωθυπουργού. Έτσι, οι πολίτες του κέντρου που ενδιαφέρονται για την καθημερινότητά τους και για λύσεις στα προβλήματά τους και δεν εστιάζουν στο παρασκήνιο είχαν μια μοναδική κυβερνητική πρόταση στην ουσία. Αυτή του Κυριάκου Μητσοτάκη. Και την αγόρασαν. Οι δηλώσεις των τελευταίων προεκλογικών ημερών από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ουσιαστικά έβαλαν το κερασάκι στην τούρτα της κατάρρευσης.
Πλέον ο ΣΥΡΙΖΑ έχοντας χάσει το δικαίωμα να αποκαλεί εαυτόν κυβερνητική εναλλακτική οφείλει να βρει νέο αφήγημα στη μάχη ζωής και θανάτου με το αναγεννημένο ΠΑΣΟΚ για την ηγεσία της κεντροαριστεράς. Οι τάσεις μπορεί να μην είναι μαζί του, όμως είναι στο χέρι της ηγετικής ομάδας του κόμματος να τις αναστρέψουν και να κρατηθούν σε απόσταση από το ΠΑΣΟΚ και στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.