Σε βιντεοσκοπημένο μήνυμα που παραδόθηκε στους παρευρισκόμενους σε μια διεθνή διάσκεψη για την επισιτιστική ασφάλεια που πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο τον περσινό Ιούνιο, ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών Αντόνιο Γκουτέρες προειδοποίησε ότι ο κόσμος θα αντιμετωπίσει μια επικείμενη παγκόσμιας κλίμακας επισιτιστική κρίση.
Άρθρο της Rhodilee Jean A. Dolor στο Starset Society
«Υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να υπάρξουν πολλαπλοί λιμοί και όσο περνούν τα χρόνια θα γίνονται ακόμη χειρότεροι», είπε, προειδοποιώντας ότι οι συγκομιδές σε όλη την Ασία, την Αφρική και την Αμερική θα επηρεαστούν από το αυξανόμενο κόστος των λιπασμάτων και των τιμών της ενέργειας. Καμία χώρα δεν θα είναι άτρωτη στις κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις μιας τέτοιας καταστροφής».
Η προειδοποίηση του Γκουτέρες υποστηρίζεται από δεδομένα του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος (WFP), του μεγαλύτερου ανθρωπιστικού οργανισμού που παρέχει επισιτιστική βοήθεια παγκοσμίως. Σύμφωνα με το WFP, έως και 828 εκατομμύρια άνθρωποι κοιμούνται πεινασμένοι. Ο αριθμός των ανθρώπων που αντιμετωπίζουν οξεία επισιτιστική κρίση αυξάνεται επίσης, από 135 εκατομμύρια το 2019 σε πάνω από 345 εκατομμύρια ανθρώπους το 2023.
Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει την παραγωγή τροφίμων
Αρκετοί παράγοντες προκαλούν επισιτιστικές κρίσεις και πείνα, αλλά η υπερθέρμανση του πλανήτη θεωρείται ότι συμβάλλει σημαντικά. Το WFP αναφέρει ότι η κλιματική αλλαγή, η οποία προκαλεί συχνότερα και πιο έντονα ακραία καιρικά φαινόμενα, είναι μία από τις κύριες αιτίες παγκόσμιας πείνας.
Το 2020, για παράδειγμα, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως οι πλημμύρες, οι καταιγίδες και η ξηρασία, ήταν ο κυρίαρχος παράγοντας επισιτιστικών κρίσεων σε 15 χώρες.
«Τα ακραία καιρικά φαινόμενα μπορούν να προκαλέσουν μη φυσιολογικά εποχιακά μοτίβα βροχοπτώσεων, παρασίτων, ασθενειών και έντονων θερμοκρασιών», ανέφερε το WFP. «Αυτοί οι στρεσογόνοι παράγοντες βλάπτουν τόσο τις καλλιέργειες όσο και τα ζώα που μικρές διαταραχές μπορεί να οδηγήσουν σε τεράστια κρίση».
Σε μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature food τον Νοέμβριο του 2021, ο Jonas Jägermeyr, από το Ινστιτούτο Goddard της NASA και οι συνεργάτες του εξέτασαν πώς η κλιματική αλλαγή θα μπορούσε να επηρεάσει τις μεγάλες καλλιέργειες του κόσμου στο μέλλον.
Η ανάλυση έδειξε ότι ήδη από το 2030, η παραγωγή καλαμποκιού προβλέπεται να μειωθεί 24% ως αποτέλεσμα των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που προκαλούν την υπερθέρμανση της Γης. Οι ερευνητές είπαν ότι η κλιματική αλλαγή θα μειώσει επίσης την παραγωγή της σόγιας και του ρυζιού.
Έρευνα για την Επισιτιστική Ασφάλεια
Σε μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Plant Physiology τον περασμένο Σεπτέμβριο, ερευνητές από το Ινστιτούτο Boyce Thompson και το Πανεπιστήμιο Cornell εξέτασαν τον μοριακό μηχανισμό της ντομάτας που επιτρέπει στον καρπό να ευδοκιμεί ακόμα και όταν δεν παίρνει αρκετό νερό.
Σε μια άλλη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Plant Molecular Biology τον περσινό Ιούνιο, ερευνητές από το RIKEN Center for Sustainable Resource Science ερεύνησαν επίσης έναν τρόπο για τα φυτά να αντέχουν τη θερμική καταπόνηση σε μια προσπάθεια να κάνουν τις καλλιέργειες πιο ανθεκτικές στην υπερθέρμανση του πλανήτη.
Ερευνητές από το Βασιλικό Πανεπιστήμιο Επιστήμης και Τεχνολογίας (KAUST) στη Σαουδική Αραβία βρήκαν επίσης έναν τρόπο να βελτιώσουν την ανοχή των φυτών κατά της ξηρασίας και της αλατότητας. Η μέθοδος βελτιώνει επίσης την ανάπτυξη, την απόδοση και τη θρεπτική αξία των φυτών.
Άλλοι παράγοντες που οδηγούν στην επισιτιστική κρίση
Ενώ η κλιματική αλλαγή συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό στην παγκόσμια πείνα, αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχουν και άλλοι βασικοί παράγοντες. Το πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον (UNEP) αναφέρει ότι το 14% όλων των τροφίμων που παράγονται καταστρέφεται πριν καν φτάσει στους καταναλωτές.
Σύμφωνα με την έκθεση του UNEP, οι υποανάπτυκτες χώρες θα μπορούσαν να παρήγαγαν έως και 144 εκατομμύρια τόνους τροφίμων ετησίως εάν είχαν βιομηχανικές δομές.
Άλλοι παράγοντες που το WFP αναφέρει ως αιτίες επισιτιστικών κρίσεων είναι πόλεμοι και φυσικά η φτώχεια. Η επιστήμη εν τέλει μπορεί να μην έχει τις απαντήσεις αλλά είναι καλό που έστω υπάρχει κάποια έρευνα.
Ελέγχοντας τον πρωτογενή τομέα
Οι κυβερνήσεις και οι εταιρείες μεγάλων βιομηχανικών χωρών πραγματοποιούν μεγάλες επενδύσεις στη γεωργία και δημιουργούν συστήματα που επηρεάζουν τους αγρότες και τους καταναλωτές.
Στην Ολλανδία, η κυβέρνηση εξαγοράζει εκτάσεις από αγρότες με πρόσχημα να κλείσει την κτηνοτροφική παραγωγή σε μια προσπάθεια να μειώσει τις εκπομπές αζώτου που παράγονται από τα ζωικά απόβλητα. Η Κίνα αγοράζει επίσης γεωργικές εκτάσεις σε άλλες χώρες. Στις αρχές του 2020, οι κινεζικές εταιρείες έλεγχαν ήδη πάνω από 192.000 αγροτικά στρέμματα στις ΗΠΑ αξίας 1,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Οι μεγάλες εταιρείες μονοπωλούν τη βιομηχανία στις οποίες συγκεντρώνεται η παραγωγή τροφίμων. Μόνο τέσσερις εταιρείες, για παράδειγμα, ελέγχουν τώρα πάνω από το 60% των σπόρων στην παγκόσμια αγορά.
Οι αγρότες και οι καταναλωτές δεν επωφελούνται από τις κυβερνήσεις και τις μεγάλες εταιρείες που αναλαμβάνουν τον έλεγχο του κλάδου. Ολλανδοί αγρότες διαμαρτύρονται για την κίνηση της κυβέρνησης υποστηρίζοντας ότι θα θέσει πολλούς από αυτούς εκτός λειτουργίας.
Οι ξένες αγορές γεωργικών εκτάσεων ενδέχεται επίσης να αυξήσουν τεχνητά την αξία αυτών των εκτάσεων, γεγονός που θα στερήσει από τους ντόπιους αγρότες να καλλιεργούν αυτές τις εκτάσεις.
Το μονοπώλιο και η κεντρική λειτουργία κάνουν το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού να εξαρτάται από μεγάλες επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών (UNEP), η μεγάλης κλίμακας γεωργία και η εξάρτηση της από τα φυτοφάρμακα έχει ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση του εδάφους, γεγονός που θα μπορούσε να απειλήσει περαιτέρω την επισιτιστική ασφάλεια και την ανθρώπινη υγεία.