Μετά τους μετανάστες και το ισλάμ, η ακροδεξιά στη Γερμανία έχει βρει καινούργιο αγαπημένο θέμα: την απόρριψη της περιβαλλοντικής πολιτικής της κυβέρνησης, κάτι που του έχει επιτρέψει να εκτιναχθεί η δημοτικότητά του.
Αν γίνονταν εκλογές αυτό το Σαββατοκύριακο στη Γερμανία, η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) θα έδινε μάχη στήθος με στήθος με τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) του καγκελαρίου Όλαφ Σολτς με τα δύο κόμματα να συγκεντρώνουν ποσοστό περίπου 18%, πίσω από το CDU (29%), αλλά πολύ μπροστά από τους Πράσινους (14%).
Δέκα χρόνια μετά την ίδρυσή του το AfD καταφέρνει να πετύχει τα υψηλότερα ποσοστά του στην πρόθεση ψήφου από το καλοκαίρι του 2018.
Στα κρατίδια της ανατολικής Γερμανίας τα ποσοστά του ξεπερνούν το 20%, γεγονός που σημαίνει ότι το ακροδεξιό κόμμα μπορεί να βρεθεί πρώτο στις τοπικές εκλογές που διεξάγονται το 2024. Στις εκλογές του 2021, το AfD είχε μόλις ξεπεράσει το 10%.
Πώς εξηγείται η άνοδος του κόμματος αυτού, την ώρα που τα στελέχη του επιδίδονται σε εσωτερικές μάχες επιρροής, παρακολουθείται στενά από τις γερμανικές υπηρεσίες Πληροφοριών και δεν παρουσιάζει αντιπροτάσεις;
«Καταστροφή»
Αρχικά το AfD εκμεταλλεύεται την έλλειψη δημοφιλίας του κυβερνητικού συνασπισμού, τις πολιτικές του οποίου — σε ένα πλαίσιο ανόδου του πληθωρισμού, ύφεσης και ανησυχιών λόγω του πολέμου στην Ουκρανία– εγκρίνει μόλις ένας Γερμανός στους πέντε, σύμφωνα με δημοσκόπηση που δημοσίευσε την Πέμπτη το τηλεοπτικό δίκτυο ARD.
Αν και παραμένουν στην πρώτη θέση των δημοσκοπήσεων, οι συντηρητικοί του CDU/CSU, που είναι στην αντιπολίτευση μετά την αποχώρηση της Άγγελα Μέρκελ, δυσκολεύονται να παρουσιάσουν μια εναλλακτική.
«Η Ένωση θα πρέπει να κάνει την αυτοκριτική της και να διερωτηθεί για ποιο λόγο δεν ωφελούμαστε ουσιαστικά από αυτή την τόσο μεγάλη δυσαρέσκεια προς την κυβέρνηση», σχολίασε ο Νόρμπερτ Ρέτγκεν στέλεχος του CDU, ο οποίος χαρακτήρισε «καταστροφή» τη δημοσκόπηση που εμφανίζει το AfD στο 18%.
Αν και δύο ψηφοφόροι του AfD στους τρεις εξακολουθούν να δηλώνουν ότι η μετανάστευση αποτελεί τη μεγαλύτερη ανησυχία τους, το ακροδεξιό κόμμα φαίνεται να ωφελείται από την ολοένα και πιο ανοικτή αντίθεση των Γερμανών στα μέτρα για την προστασία του κλίματος.
«Δεν θέλουμε μια πολιτική προστασίας του κλίματος, διότι το κλίμα πάντα άλλαζε με την πάροδο των ετών», δηλώνει η Μπέατριξ φον Στορχ αντιπρόεδρος του κόμματος.
Η επιθυμία των Πρασίνων να απαγορεύσουν ήδη από του χρόνου τις νέες εγκαταστάσεις θέρμανσης που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα, κάτι στο οποίο υπάρχουν αντιρρήσεις ακόμη και στο εσωτερικό του κυβερνητικού συνασπισμού, δίνει υλικό στο AfD.
Ο συμπρόεδρός του Τίνο Χρουπάλα επικεντρώνει τα πυρά του εναντίον των Πρασίνων, «το μοναδικό» κόμμα με το οποίο δεν θα συμμετείχε σε καμία περίπτωση σε συνασπισμό.
«Οι πολίτες μπορούν να δουν πού οδηγεί η πολιτική των Πρασίνων, δηλαδή στον οικονομικό πόλεμο, τον πληθωρισμό και την αποβιομηχανοποίηση», κατήγγειλε μιλώντας στον δημοσιογραφικό όμιλο Funke.
«Η Στάζι της ενέργειας»
Το AfD βρήκε λοιπόν στον αντικαγκελάριο και υπουργό Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ τον αποδιοπομπαίο τράγο του.
Αυτός ο πιθανός υποψήφιος για την καγκελαρία το 2025 δέχεται επικρίσεις και από τη γερμανική εφημερίδα με τη μεγαλύτερη κυκλοφορία, τη Bild, όπως και από το CDU για τους περιορισμούς που φέρεται να θέλει να επιβάλει στη χρήση αυτοκινήτων και ατομικής θέρμανσης.
Σύμφωνα με τον Μάριο Φόιγκτ, επικεφαλής του CDU στη Θουριγγία, ο Χάμπεκ ενσαρκώνει το «παρεμβατικό κράτος» το οποίο ελέγχεται από «τη Στάζι της ενέργειας», μια αναφορά στη διαβόητη αστυνομία της πρώην Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας.
Σε αυτό το πλαίσιο το AfD «εκμεταλλεύεται το θέμα των μέτρων προστασίας του περιβάλλοντος» και καταφέρνει «να κινητοποιήσει και να δημιουργήσει ατμόσφαιρα» απόρριψης της πολιτικής αυτής, εκτιμά η πολιτική επιστήμονας Ούρσουλα Μουνχ.
Η Μουνχ σημειώνει και τα ευρήματα έρευνας του 2022 που διεξήγαγαν επιστήμονες του πανεπιστημίου της Δρέσδης, σύμφωνα με την οποία υπάρχει σύνδεση μεταξύ των σχεδίων δημιουργίας αιολικών πάρκων και την ψήφο υπέρ του AfD, κυρίως στα κρατίδια της ανατολικής Γερμανίας.
Η προγραμματισμένη αναστολή της λειτουργίας των γερμανικών εργοστασίων που λειτουργούν με άνθρακα το 2030 αποτελεί ένα ακόμη θέμα που χρησιμοποιεί το ακροδεξιό κόμμα, με τους βουλευτές του να έχουν αντιταχθεί στο σχέδιο.
Χαρακτηριστικό είναι ότι μόνο το 18% των ψηφοφόρων στη Γερμανία θεωρεί ότι η κλιματική αλλαγή οφείλεται στον άνθρωπο, έναντι του 73% των υποστηρικτών των Πράσινων, βάσει έρευνας του πανεπιστημίου της Δρέσδης.