Όλοι οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ γνωρίζουν ότι η ενεργειακή κρίση στις χώρες της ΕΕ δεν έχει παρέλθει. Οι αβεβαιότητες, παρά την πτώση των τιμών του φυσικού αερίου, τον περιορισμό της ζήτησης και τις γεμάτες μέχρι σήμερα αποθήκες, παραμένουν και μάλιστα σε υψηλό επίπεδο.
Toυ Κώστα Μελά*
Αυτές συνίστανται κυρίως στις παρακάτω.
Η πρώτη πηγάζει από το γεγονός ότι για πρώτη φορά οι Ευρωπαϊκές χώρες τον επόμενο χειμώνα θα έχουν πολύ μειωμένη πρόσβαση στις ρωσικές ροές φυσικού αερίου κάτι που έγινε ολόκληρο το 2022. Οι «κάνουλες» θα παραμείνουν ουσιαστικά σχεδόν κλειστές το 2023, κάτι που σημαίνει πως η Γηραιά Ήπειρος θα αναγκαστεί να στραφεί σε περισσότερες εναλλακτικές -και ακριβότερες- λύσεις. Τα στελέχη της Ε.Ε. ήδη συζητούν τη θέσπιση πλαισίου δημιουργίας κοινής αγοράς φυσικού αερίου και ζητούν τη στήριξη της ΙΕΑ έτσι ώστε να προετοιμαστούν για τον επόμενο χειμώνα.
Η δεύτερη αβεβαιότητα εξαρτάται από τις εξελίξεις των καιρικών συνθηκών στις ευρωπαϊκές χώρες τον επερχόμενο χειμώνα και ειδικά στις κεντρικές και βόρειες χώρες. Οι καιρικές συνθήκες που θα επικρατήσουν θα αποτελέσουν το βασικό προσδιοριστικό παράγοντα της πορείας των τιμών φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη, και καταγράφεται και επισήμως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (ΙΕΑ) ως η βασική αβεβαιότητα για το επόμενο διάστημα. Άλλωστε οι ήπιες καιρικές συνθήκες που επικράτησαν τον χειμώνα του 2022 αποδείχθηκε ότι ήταν ο ισχυρότερος σύμμαχος στη μάχη για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς των αρμοδίων υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από τα 53 δισ. κ.μ. φυσικού αερίου που εξοικονόμησε συνολικά η Ευρώπη το διάστημα Αυγούστου 2022 – Μαρτίου 2023 στο πλαίσιο των μέτρων μείωσης της ζήτησης, τα 18 δισ. κ.μ. αερίου, οφείλονται στις ευνοϊκές καιρικές συνθήκες.
Για τον χειμώνα του 2023 σχεδόν όλοι δεν πιστεύουν ότι αυτό μπορεί να ξανασυμβεί. Η Κομισιόν στις εαρινές προβλέψεις της, παρότι εκτιμά ότι οι τιμές φυσικού αερίου το 2023/2024 θα σταθεροποιηθούν λίγο πάνω από τα 50 ευρώ/MWh, επισημαίνει την αβεβαιότητα των καιρικών συνθηκών. Ο συνδυασμός ενός πολύ θερμού καλοκαιριού, κατά τη διάρκεια του οποίου θα καταναλωθεί σημαντικό μέρος των αποθεμάτων φυσικού αερίου, και με έναν ψυχρό χειμώνα όπου η ζήτηση θα αυξηθεί κατακόρυφα , αποτελεί το κακό σενάριο που μπορεί να προκαλέσει μια νέα εκτίναξη των τιμών μετά πολλούς μήνες συνεχούς αποκλιμάκωσης, σύμφωνα με την Ε.Ε. Η μείωση της ζήτησης μπορεί, μεν, να αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης, αλλά ιδιαίτερα στις κρύες περιοχές της Ευρώπης δεν πρέπει να αντισταθμίσει τη σημασία της υγείας και της επιβίωσης των πολιτών. Παράλληλα ένας κανονικά ψυχρός χειμώνας, σε συνδυασμό με μια πιθανή νέα στενότητα της αγοράς LNG που μπορεί να προκαλέσει η αύξηση της ζήτησης από την Κίνα ή η υποκατάσταση λόγω ξηρασίας πυρηνικής και υδροηλεκτρικής παραγωγής στην Ευρώπη από μονάδες φυσικού αερίου, θα δυσκολέψει τη διαχείριση τόσο της επάρκειας όσο και των τιμών, στις χώρες της ΕΕ.
Παρά την ύπαρξη αυτών των αβεβαιοτήτων η ΕΕ αποφάσισε να θέσει τέλος στα έκτακτα μέτρα που επιβλήθηκαν στην αγορά ηλεκτρικού ρεύματος για την αντιμετώπιση των υψηλών τιμών ενέργειας. Έτσι τίθεται τέρμα στο μέτρο της επιβολής ανώτατης τιμής στα έσοδατων μονάδων ηλεκτροπαραγωγής που παρήγαγαν υπερέσοδα και υπερκέρδη λόγω της υψηλής τιμής φυσικού αερίου. Επίσης τίθεται τέρμα και στα μέτρα ελάφρυνσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων από το υψηλό ενεργειακό κόστος (επιδοτήσεις, φοροελαφρύνσεις, πλαφόν κλπ) οι οποίες προτείνεται να μην παραταθούν πέραν του Ιουνίου. Για την περίπτωση της Ελλάδας αυτό σημαίνει ότι είναι μετέωρη η παράταση του μηχανισμού των πλαφόν στην χονδρεμπορική αγορά και των επιδοτήσεων μέχρι τον Σεπτέμβριο, στην οποία προχώρησε μονομερώς η χώρα. Ακόμη τίθεται τέρμα και τα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας τις ώρες αιχμής κατά 5%.
Για την Ελλάδα τα πράγματα θα είναι δύσκολα δεδομένου ότι η υψηλή εξάρτηση από το φυσικό αέριο στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής καθιστά την ελληνική οικονομία ιδιαίτερα ευαίσθητη στις διακυμάνσεις των τιμών, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Αυτό θα συμβεί ακόμη και στην περίπτωση που οι τιμές κινηθούν στα επίπεδα των 50 ευρώ/MWh. Η χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρισμού της Ελλάδας ήταν το 2022 μια από τις ακριβότερες αγορές της Ευρώπης, μετά την Ιταλία και τη Μάλτα, και η ακριβότερη στο τέταρτο τρίμηνο του έτους με την υποχώρηση της τιμής του φυσικού αερίου. Η εγκατάλειψη των επιδοτήσεων, ώστε οι διαθέσιμοι πόροι να κατευθυνθούν στη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος είναι βέβαιο ότι θα αυξήσουν το κόστος διαβίωσης των ελληνικών νοικοκυριών.
Σε περίπτωση υπέρμετρης αύξησης των τιμών, οι επιδοτήσεις μπορεί να επανέλθουν, αλλά μόνο για τους ευάλωτους καταναλωτές.
Συμπερασματικά οι εξελίξεις στην τιμή του ηλεκτρικού κυριολεκτικά επαφίονται στις καιρικές συνθήκες που θα επικρατήσουν τον χειμώνα καθώς και στην ευχή να μην αυξηθούν οι τιμές του LNG λόγω αυξημένης ζήτησης από την Κίνα.
*Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας