Μόνο θεωρητικά υπάρχει το ενδεχόμενο να ακυρωθεί η είσοδος του κόμματος των «Σπαρτιατών» στη Βουλή, λόγω της διασύνδεσής του με τον καταδικασμένο για την εγκληματική οργάνωση Χρυσή Αυγή Ηλία Κασιδιάρη, εξηγεί μιλώντας στο ERTNEWS η Ιφιγένεια Καμτσίδου, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Τόσο γιατί είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποδειχθεί στο Εκλογοδικείο αυτή η διασύνδεση αλλά ακόμη και στην περίπτωση που αποδειχθεί κάτι τέτοιο και υπάρξει η δυνατότητα να ακυρωθεί η εκλογή τους και να γίνει επανακατανομή των εδρών ακόμη και επαναληπτικές εκλογές «αυτό είναι μία εξαιρετικά πολυτελής λύση στην οποία δεν θα οδηγηθούν οι ανώτατοι δικαστές» όπως εκτίμησε, ενώ ταυτόχρονα «είναι πάρα πολύ δύσκολο για τους ανώτατους δικαστές να έρθουν σε ευθεία αντιπαράθεση με την εκφρασμένη βούληση ενός σημαντικού ποσοστού του εκλογικού σώματος»
Όπως εξηγεί διεξοδικά «οποιοσδήποτε ψηφοφόρος μπορεί να προσβάλει την εκλογή προσώπου στην περιφέρεια στην οποία αυτός διατηρεί τα εκλογικά του δικαιώματα ενώπιον του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου. Θα πρέπει όμως να αποδείξει στο ανώτατο αυτό δικαστήριο, στο Εκλογοδικείο, ότι η πραγματική ηγεσία του κόμματος ανήκε στον Ηλία Κασιδιάρη ή θα προχωρήσει στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο σε έναν εξονυχιστικό έλεγχο της δομής, της οργάνωσης και της λειτουργίας ενός κόμματος. Πρόκειται για κάτι εξαιρετικά δύσκολο, το οποίο καθιστά τη διάταξη αναποτελεσματική»
Αλλά και στην περίπτωση που συμβεί αυτό και αποδειχθεί ότι υπάρχει αυτή η διασύνδεση μεταξύ του κόμματος των Σπαρτιατών και του Ηλία Κασιδιάρη, υπάρχουν δύο δυνατότητες επισήμανε:
« Μπορεί το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο να ακυρώσει τη συμμετοχή του κόμματος και θεωρώντας παράνομη την κατανομή των εδρών σε αυτό, να προχωρήσει στην επανανακατανομή των εδρών, μπορεί ακόμη και να ακυρώσει την εκλογική διαδικασία και να διατάξει την επανάληψή της».
Όπως όμως σημείωσε «αυτό είναι μία εξαιρετικά πολυτελής λύση στην οποία δεν θα οδηγηθούν οι ανώτατοι δικαστές».
Ούτως ή άλλως όμως σημείωσε «είναι πάρα πολύ δύσκολο για τους ανώτατους δικαστές να έρθουν σε ευθεία αντιπαράθεση με την εκφρασμένη βούληση ενός σημαντικού ποσοστού του εκλογικού σώματος».
Υπενθυμίζει ότι οι περισσότεροι συνταγματολόγοι «είχαμε προειδοποιήσει εγκαίρως ότι αυτό που ζούμε σήμερα μπορεί να συνέβαινε, με την τροπολογία της κυβέρνησης Μητσοτάκη».
Ωστόσο ξεκαθαρίζει ότι ο τρόπος αντιμετώπισης του φασισμού είναι πολιτικός. «Για να πολεμήσεις τον ναζισμό πρέπει να αποτρέψεις τον κοινωνικό αποκλεισμό και τις ανισότητες» υπογραμμίζει η ίδια.
Αυτό πρέπει να το λαμβάνουμε υπόψιν μας και να λάβουμε υπόψη ότι μια τέτοια δίκη ούτως ή άλλως θα αποτελέσει μία πληγή επιπλέον για το πολίτευμα.