Στα δυτικά του λιμανιού του Πόρου, μέσα σε ένα πανέμορφο όρμο-κατάληξη μιας κατάφυτης απ’ το πεύκο μικρής κοιλάδας, είναι αμφιθεατρικά κτισμένος ο Ρωσικός Ναύσταθμος. Το σμαραγδένιο νησάκι Δασκαλιό στολίζει την είσοδο του γραφικού όρμου.
Το ερειπωμένο και χορταριασμένο σήμερα συγκρότημα των κτιρίων του κρύβει το παρακάτω ενδιαφέρον ιστορικό του.
Με τη συνθήκη Κιουτσούκ – Καϊναρτζί το 1774 μεταξύ της τσαρίνας Μεγάλης Αικατερίνης και του Σουλτάνου των Οθωμανών, με την οποία έληξε και ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος του 1770 (Ορλωφικά.), οι νικητές Ρώσοι επέτυχαν μεταξύ άλλων και την ελεύθερη ναυσιπλοΐα του στόλου τους στις θάλασσες της Οθωμανικής επικράτειας. Ρωσικά πλοία από τότε έπλεαν στις Ελληνικές θάλασσες και ναυλοχούσαν στα λιμάνια. Η δραστηριότητα αυτή αυξήθηκε μετά και τον επόμενο και επίσης νικηφόρο για τη Ρωσία πόλεμο του 1788-1792. Διάλεξαν τότε και το ασφαλές λιμάνι το Πόρου για να φτιάξουν σταθμό για υποστήριξη του στόλου τους. Σύμφωνα με μαρτυρίες, από τα πρώτα κιόλας χρόνια του 19ου αιώνα η Ρωσική Ναυτική Υπηρεσία εγκαταστάθηκε στην περιοχή Στενό του Πόρου, στη θέση που σήμερα είναι το ΚΕ/ΠΟΡΟΣ, και έκτισαν τα πρώτα κτίσματα για να στεγάσουν αποθήκες υλικού υποστήριξης των πλοίων τους και φούρνους για να ψήνουν διπυρίτη άρτο (γαλέτα) για τα πληρώματα των πλοίων τους.
Οι εγκαταστάσεις αυτές έμειναν μέχρι το 1830, οπότε ο Καποδίστριας ζήτησε από τους Ρώσους να τις αγοράσει, για την εκεί μεταφορά του Ελληνικού Ναυστάθμου, αφού ο μέχρι τότε χώρος ανάπτυξής του (στη σημερινή περιοχή του Γυμνασίου) ήταν ανεπαρκής και άβολος, αλλά και δημιουργούσε πρόβλημα στον συνεχώς τότε επεκτεινόμενο οικισμό της πόλης του νησιού. Και παραχώρησε σε αυτούς τον μαγευτικό και κατάφυτο από πεύκα όρμο, κοντά στο βορειοδυτικό στόμιο του λιμένα για νέες εγκαταστάσεις, πού από τότε ονομάστηκε όρμος Βλαδίμηρου. Το νέο συγκρότημα που χτίστηκε ήταν μεγαλόπρεπο, και περιείχε περισσότερους και μεγαλύτερους χώρους για αποθήκευση υλικών και τροφίμων, παρασκευή γαλέτας, και αργότερα και αποθήκευση γαιανθράκων για τον ανεφοδιασμό των πρώτων ατμοκίνητων ρωσικών πολεμικών πλοίων.
Ο Ρωσικός Ναύσταθμος έμελλε να παίξει τον δικό ιστορικό ρόλο σε μία αποφράδα περίοδο για το νησί το Πόρου και τους κατοίκους του, που μέσα σε έντονο εμφυλιοπολεμικό κλίμα, σύρθηκαν στον όλεθρο, τη λεηλασία των περιουσιών τους και την καταστροφή. Τα ξημερώματα της 27ης Ιουλίου του 1831 τα Κυβερνητικά στρατεύματα του Καλλέργη και οι άτακτοι του Νικηταρά πέρασαν κρυφά με πλοιάρια των ρωσικών πλοίων που, σπεύδοντας σε βοήθεια του Κυβερνήτου, είχαν καταλάβει και ήλεγχαν το βορειοδυτικό στενό (το Μπογάζι) του λιμένα του Πόρου. Τα στρατεύματα αποβιβάστηκαν στον όρμο του Ρωσικού Ναυστάθμου, προωθήθηκαν αθέατα μέσα απ’ το πευκοδάσος του Νεωρίου και επιτέθηκαν αιφνίδια το πρωί στο οδόφραγμα των Ποριωτών και του οπλαρχηγού του Χρ. Μέξη στο Στενό παρά τη σημερινή διώρυγα του νησιού, με σκοπό να καταστείλουν την ανταρσία του Μιαούλη στα πολεμικά πλοία του Εθνικού Στόλου. Το εγχείρημα δεν πέτυχε και έμελλε να ακολουθήσει την 1η Αυγούστου η μοιραία ανατίναξη των εθνικών πλοίων από τον ίδιο τον ένδοξο ναύαρχο του ’21 Μιαούλη, και η λεηλασία και πυρπόληση των Ποριώτικων σπιτιών από τους Κυβερνητικούς. Κάποιοι μάλιστα αντιφρονούντες στον Κυβερνήτη, Ποριώτες και μη, κρατήθηκαν εκτοπισμένοι από τους Ρώσους στις εγκαταστάσεις του Ναυστάθμου για ένα διάστημα μετά τα θλιβερά συμβάντα.
Οι εγκαταστάσεις διατηρήθηκαν για αρκετό διάστημα, αλλά συν τω χρόνω παρήκμασαν, καθώς η δραστηριότητα των Ρωσικών πλοίων στη Μεσόγειο συνεχώς έφθινε, λόγω της σταδιακής επικράτησης της Βρετανικής ναυτικής κυριαρχίας και της αντίστοιχης εξασθένησης και δυσλειτουργιών του τσαρικού καθεστώτος. Έτσι, τις αρχές του 20ουαιώνα, όταν στις άδειες από πολλών ετών αποθήκες της εγκατάστασης υπήρχε μόνο ένας Ρώσος φύλακας, ο τότε πρέσβης της Ελλάδας στη Ρωσία Αλέξανδρος Τομπάζης εισηγήθηκε στον Τσάρο την παραχώρηση της κυριότητας του χώρου στο Ελληνικό Δημόσιο προς όφελος του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού. Ο Τσάρος συμφώνησε και ο Ρωσικός Ναύσταθμος περιήλθε στη δικαιοδοσία της Ναυτικής Υπηρεσίας που έδρευε τότε στον Πόρο.
Τα επόμενα χρόνια η εγκατάσταση έμεινε σε αχρηστία και έτσι ασυντήρητη άρχισε να ερειπώνεται. Κάποια στιγμή μάλιστα ένα μέρος από το πλούσιο σε πελεκημένες πέτρες, πλάκες και ξυλεία δομικό υλικό της αφαιρέθηκε για να χρησιμοποιηθεί σε κατασκευές νέων κτιρίων στο τότε Κεντρικό Προγυμναστήριο. Και τέλος ήρθε και η χαριστική βολή, όταν το Ελληνικό Δημόσιο με το αρ. 33410/25.2.1935 συμβόλαιο του συμβολαιογραφείου Τροιζηνίας, εκποίησε την περιοχή, πωλώντας την σε ιδιώτη. Αργότερα η περιοχή πουλήθηκε διαδοχικά και σε διάφορους ιδιώτες, κάποιοι από τους οποίους τα τελευταία χρόνια επιδίωξαν την τουριστική αξιοποίησή της, σε βάρος της ιστορικότητας του χώρου και της θαυμάσιας φυσικής καλλονής του ευρύτερου τοπίου. Οι έντονες αντιδράσεις τοπικών φορέων, κυρίως του Πολιτιστικού Συλλόγου Γυναικών «ΠΟΡΙΩΤΙΣΣΑ», ματαίωσαν επί του παρόντος την αλλοίωση, και παράλληλα πέτυχαν με την αριθ. ΥΠΠΟ/ΔΙΛΑΠ/ /1482/25880/5.6.1989 απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού, το χαρακτηρισμό των κτιρίων του Ρωσικού Ναυστάθμου ως ιστορικών και διατηρητέων μνημείων και ορίστηκε ζώνη προστασίας 100 μέτρων γύρω από το περίγραμμα των κτιρίων.
Σήμερα το όλο συγκρότημα αποτελείται από το κυρίως κτίριο και τα παρακείμενα κτίσματα, όλα ερειπωμένα. Το κυρίως κτίριο που δεσπόζει πάνω στην παραλία και θυμίζει κάτι από την παλιά μεγαλοπρέπεια της Ρωσικής αυτοκρατορίας, αποτελείται από τρεις στενομέτωπους, ορθογωνικής κάτοψης χώρους τοποθετημένους στη σειρά, που στεγάζονται με ισάριθμους μεγάλους θόλους. Η όψη τους προς την παραλία είναι σχεδόν διώροφη και χωρίζεται σε δύο ζώνες με μια οριζόντια διακοσμητική ταινία από λείο σοβά, υπογραμμιζόμενη στη βάση της με ελαφρά εξέχουσες σχιστόπλακες. Οι θόλοι κρύβονται με ψηλό στηθαίο που κοσμείται με οριζόντια μαρμάρινη ταινία με γραμμικές κάθετες ραβδώσεις. Τα ανοίγματα τοποθετούνται αξονικά και επαναλαμβάνονται ρυθμικά, ίδια για κάθε θόλο και έχουν γραμμικό πέτρινο υπέρθυρο με διακοσμητικό κλειδί. Στο εσωτερικό ο θόλοι έχουν κατεδαφιστεί και διακρίνονται τα ίχνη τους πάνω στους τοίχους. Η ερείπωση των κτισμάτων τα τελευταία χρόνια έχει δυστυχώς επιταχυνθεί.
Η διατήρηση της φυσιογνωμίας του τοπίου και των μνημείων του είναι η βασική επιδίωξη και η παράκληση όλων εδώ στον Πόρο προς τον νέο ιδιοκτήτη, Ρώσο επιχειρηματία. Με σεβασμό στη Φύση, στην Παράδοση, στην Ιστορία, αλλά και στους κρατικούς θεσμούς της χώρας μας, ευχόμαστε ο Ρωσικός Ναύσταθμος να γίνει όχι σημείο αυθαιρεσιών και προστριβών, αλλά φορέας πολιτισμού, συνεργασίας και ελπιδοφόρας προοπτικής, παράλληλα με μία ήπια και νομότυπη τουριστική ανάπτυξή του. Να γίνει ένα κέντρο Ελληνορωσικής φιλίας που με τις πολιτιστικές του δραστηριότητες θα σφραγίζει και θα προαγάγει τις καλές σχέσεις που από πολύ παλιά διατηρούν αναμεταξύ τους οι δύο λαοί.