Η 1η Αυγούστου ίσως μείνει στην ιστορική για τις ΗΠΑ λόγω της ανακοίνωσης της τρίτης και σοβαρότερης ποινικής δίωξης κατά του πρώην Προέδρου Τραμπ για την προσπάθεια του να ανατρέψει το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του 2020 και την εμπλοκή του στην αιματηρή επίθεση στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου του 2021.
Μετά από έρευνα που διενεργήθηκε υπό την επίβλεψη του ειδικού εισαγγελέα Τζακ Σμιθ, ο πρώην πρόεδρος, και υποψήφιος για το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, κατηγορείται για συνομωσία με στόχο την παραμονή του στην εξουσία, μέσω ενός περίτεχνου σχεδίου εξαπάτησης και εκφοβισμού που κατέληξε σε μια από τις πιο σκοτεινές σελίδες της αμερικανικής ιστορίας.
Η αυστηρή δικαστής
Η εκδίκαση της υπόθεσης έχει ανατεθεί στην δικαστή Τάνια Τσάτκαν, η οποία διορίστηκε στο νευραλγικής σημασίας πόστο από τον Μπάρακ Ομπάμα.
Το πρώτο της πόστο ήταν στο Περιφερειακό Δικαστήριο των ΗΠΑ για την Περιφέρεια της Κολούμπια το 2014, γράφει σχετικό άρθρο της Independent.
Γεννημένη στο Κίνγκστον της Τζαμάικα, η δικαστής Τσάτκαν έλαβε το πτυχίο της στα οικονομικά από το Πανεπιστήμιο George Washington και το Juris Doctor (JD), δηλαδή το 3ετές πτυχίο που απαιτείται για να μπορεί κάποιος να δικηγορήσει, από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια.
Μάλιστα, τα χρόνια της στα έδρανα του ήταν επικεφαλής έκδοσης του Law Review και Legal Writing Fellow.
Πολυπράγμων και έμπειρη
Μετά τη νομική σχολή, η δικαστής Τσάτκαν είχε το δικό της δικηγορικό γραφείο για τρία χρόνια, προτού ενταχθεί στην ομάδα δικηγόρων υπεράσπισης της Περιφέρειας της.
Ασχολήθηκε με πολλές υποθέσεις εφέσεων, ενώ δίκασε 30 επιπλέον, ανάμεσα τους πολλές που αφορούσαν σοβαρά αδικήματα.
Έντεκα χρόνια μετά έφυγε και άρχισε να εργάζεται για λογαριασμό της δικηγορικής εταιρείας Boies, Schiller, & Flexner LLP, με ειδίκευση στην ποινική υπεράσπιση υπαλλήλων.
Από τη θέση της στο Περιφερειακό Δικαστήριο κυνήγησε με μεγάλη αυστηρότητα τους συμμετέχοντες στην εισβολή στο Καπιτώλιο.
Οι αποφάσεις που εντυπωσίασαν
Ενδεικτική είναι η υπόθεση του ζεύγους Μπράντον Μίλερ και Στέφανι Μίλερ από το Οχάιο, που σκαρφάλωσαν και μπήκαν μέσα στο Καπιτώλιο από ένα σπασμένο παράθυρο, για να μεταδώσουν ζωντανά βίντεο από την εισβολή.
Κι ενώ ο εισαγγελέας ζήτησε από το Υπουργείο Δικαιοσύνης (DOJ) να τους καταδικάσει σε κατ’ οίκον περιορισμό για μια περίοδο 36 μηνών, η δικαστής Τσάτκαν διαφώνησε και καταδίκασε τον πρώτο σε φυλάκιση 20 ημερών και την δεύτερη σε φυλάκιση 14 ημερών τον Δεκέμβριο του 2021. «Δεν πέρασαν απλά μια πόρτα. Σκαρφάλωσαν από ένα σπασμένο παράθυρο… Ήξεραν καλά για τη βία που προηγήθηκε της εισόδου τους», δήλωσε η ίδια τότε για την απόφαση της.
Ανάλογη αυστηρότητα επέδειξε και στην περίπτωση του Ματ Ματζόκο από το Τέξας τον οποίο καταδίκασε σε 45 μέρες φυλάκιση και 60 ώρες κοινωνικής υπηρεσίας τον Οκτώβριο του 2021 επειδή έβγαλε selfie μπροστά από το Καπιτώλιο με φόντο τους εισβολείς.
Όπως χαρακτηριστικά υπογράμμισε τότε η δικαστής Τσάτκαν «εάν ο κ. Ματζόκο φύγει από το δικαστήριο με μια παρατήρηση και ένα χτύπημα στον καρπό, δεν πρόκειται να αποτραπεί κανείς άλλος από το να πράξει κάτι ανάλογο».
Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα
Να σημειωθεί ότι η Τσάτκαν καταδίκασε 38 άτομα από το σύνολο αυτών που συμμετείχαν στην εισβολή στο Καπιτώλιο και επέβαλε σε όλους ανεξαιρέτως αυστηρές ποινές.
Αυτό από μόνο του δεν προοιωνίζει τίποτα καλό για τον Τραμπ, που έχει έρθει ήδη αντιμέτωπος με την Τσάτκαν στο παρελθόν, όταν εκείνη απέρριψε τη μήνυση του, με σκοπό να εμποδίσει τα Εθνικά Αρχεία να παραδώσουν τα έγγραφα, που σχετίζονταν με την εισβολή της 6ηυς Ιανουαρίου στην Επιτροπή της Βουλής, η οποία είχε αναλάβει σε πρώτη φάση τη διερεύνηση της υπόθεσης.
«Οι πρόεδροι δεν είναι βασιλιάδες και ο ενάγων δεν είναι πρόεδρος», ήταν η ορθή κοφτή απάντηση που εισέπραξε τότε ο Τραμπ, ο οποίος είχε επικαλεστεί το εκτελεστικό προνόμιο των προέδρων για λόγους ασφαλείας, από την δικαστή Τσάτκαν.
«Το δικαστήριο κρίνει ότι το δημόσιο συμφέρον έγκειται στο να επιτραπεί –όχι να επιβληθεί– η συνδυασμένη βούληση της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας να μελετήσει τα γεγονότα που οδήγησαν στην 6η Ιανουαρίου», είχε γράψει χαρακτηριστικά τότε η δικαστής Τσάτκαν στο 39 σελίδων σκεπτικό της απόφασής της. Από τα παραπάνω είναι προφανές ότι τώρα αρχίζουν τα δύσκολα για τον Τραμπ.
Κι αν καταδικαστεί και μετά… εκλεγεί και πάλι Πρόεδρος;
Είναι ασαφές τι θα συνέβαινε αν κέρδιζε ένας φυλακισμένος Τραμπ, ο οποίος φυσικά δεν θα μπορούσε να κυβερνήσει πίσω από τα σίδερα.
Η ευθύνη του αξιώματος καθιστά αδύνατη αυτή την πιθανότητα. Θα έπρεπε λοιπόν ν’ αφεθεί ελεύθερος για ν’ ασκήσει τα καθήκοντά του.
Αλλά δεν υπάρχει νομικός μηχανισμός που να επιτρέπει σ’ έναν καταδικασθέντα να εγκαταλείψει τη φυλακή για πολιτικούς λόγους. Θα μπορούσε να «δώσει χάρη» στον εαυτό του, αλλά κανείς δεν γνωρίζει αν αυτό είναι νόμιμο ή συνταγματικό.