Παρά το γεγονός ότι το AIDS, το Σύνδρομο της Επίκτητης Ανοσολογικής Ανεπάρκειας, δεν μπορεί να θεραπευτεί, μπορεί να αντιμετωπιστεί πολύ αποτελεσματικά με τα αντιρετροϊκά φάρμακα που χρησιμοποιούνται από τα μέσα της δεκαετίας του ΄90.
Επενεργούν στην καταστολή του ιού στο σώμα και τον εμποδίζουν να αναπαραχθεί. Ο ιός δεν μεταδίδεται πια και βρίσκεται υπό έλεγχο. Οι περισσότεροι ασθενείς παίρνουν έναν συνδυασμό αντιρετροϊκών φαρμάκων σε δισκία με διαφορετική στόχευση στα διάφορα στάδια της νόσου. Επίσης πολύ σημαντικό είναι οι εξετάσεις που πρέπει να γίνονται κάθε τρεις μήνες. Εκείνο που μετράται είναι το ιικό φορτίο στον οργανισμό, δηλαδή πόσο RNA του συγκεκριμένου ιού υπάρχει στο αίμα. «Όσο χαμηλότερο είναι, τόσο καλύτερο» λέει στη Deutsche Welle ο Χέντρικ Στρέεκ, διευθυντής του Ινστιτούτου Ιολογίας της Πανεπιστημιακής Κλινικής της Βόννης, ο οποίος ειδικεύεται στην έρευνα για το AIDS.
Αναστολείς της ιντεγκράσης
Η τελευταία σημαντική ανακάλυψη της επιστήμης ήταν οι λεγόμενοι αναστολείς της ιντεγκράσης. Πρόκειται για ένα ένζυμο που παίζει σημαντικό ρόλο στον πολλαπλασιασμό του ιού HIV και είναι υπεύθυνο για την ενσωμάτωση του ιϊκού γονιδιώματος στον κυτταρο-ξενιστή, όπου και πολλαπλασιάζεται. «Αυτή η δραστική ουσία» λέει ο Χέντρικ Στρέεκ, «είναι απλά εξαιρετικά αποτελεσματική. Αυτοί οι αναστολείς της ιντεγκράσης έχουν σώσει στην κυριολεξία τη ζωή πολλών ασθενών που μπορεί να είχαν ήδη κάποια πολύ ανθεκτική ιογενή λοίμωξη και δεν υπήρχαν άλλες δραστικές ουσίες. Στο μεταξύ αποτελούν κομμάτι κάθε θεραπείας». Η έρευνα για το AIDS επικεντρώνεται στην ανάπτυξη φαρμάκων που να είναι καλύτερα ανεκτά από τα προηγούμενα με τις λιγότερες δυνατές παρενέργειες. Αυτό έχει πλέον καταστεί δυνατόν, διαβεβαιώνει ο Γερμανός καθηγητής.
«Έχουμε όλο και περισσότερες καλές θεραπείες, αλλά το μεγάλο ερώτημα είναι πώς μπορούμε να επιτύχουμε μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα. Στο εγγύς μέλλον θα έχουμε μια ένεση που θα γίνεται μια φορά τον χρόνο, για να μην χρειάζεται ο ασθενής να παίρνει ένα δισκίο κάθε μέρα». Αλλά η μεγαλύτερη πρόκληση της επιστήμης σήμερα είναι το εμβόλιο κατά του AIDS. Ακόμη και μετά 40 χρόνια από την εκδήλωση της ιογενούς νόσου δεν υπάρχει. «Αλλά δεν θα είχαμε εμβόλιο κατά του κορωνοϊού τόσο γρήγοραεάν δεν είχαμε κάνει προηγουμένως όλη την έρευνα για τον ιό του AIDS. Πολλές από τις επιστημονικές προσεγγίσεις που χρησιμοποιήθηκαν, αναπτύχθηκαν στην έρευνα για τα εμβόλια».
Ηθικά ζητήματα
Οι άνθρωποι θέλουν να αναπτυχθεί ένα εμβόλιο γιατί θεωρούν ότι είναι η καλύτερη λύση. Αλλά, όπως λέει ο Χέντρικ Στρέεκ, η επιστημονική κοινότητα δεν το έχει καταφέρει ακόμη, κάθε φορά μια μικρή ερευνητική επιτυχία ακολουθείται από μια απογοήτευση. Και οι τελευταίες δοκιμές εμβολίων σταμάτησαν άδοξα. «Δεν έχουμε αντιληφθεί γιατί δεν μπορούμε να επιτύχουμε μια αποστειρωτική ανοσία» λέει. «Η δυσκολία έγκειται στο ότι ο ιός μεταλλάσσεται συνεχώς δημιουργώντας αμέτρητες παραλλαγές». Εκτός από τα εμβόλια mRNA η παγκόσμια έρευνα για το AIDS επικεντρώνεται επίσης στο λεγόμενο μοριακό ψαλίδι γονιδίων CRISPR-Cas9. Με αυτό «κόβεται» το γενετικό υλικό του HIV από το ανθρώπινο DNA ή επιτρέπει τον επαναπρογραμματισμό των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος. Μια επαναστατική μέθοδος γενετικής παρέμβασης και «διόρθωσης» των «ένοχων» γονιδίων που εγείρει πολλά ηθικά ζητήματα. «Αλλά μέχρις ότου αναπτυχθούν όλες αυτές οι επιστημονικές προσεγγίσεις είναι σημαντικό να χρησιμοποιούμε τις επιλογές που διαθέτουμε» σημειώνει ο Στρέεκ. «Αυτό σημαίνει πρόσβαση όλων στη διαφώτιση, στα τεστ, στην προφύλαξη και στη θεραπεία».
Πηγή: DW – Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου