Στα πολιτικά και δημοσιογραφικά γραφεία ίσως το πιο δημοφιλές ερώτημα, με αφορμή την τελευταία διάσπαση και την δημοσκοπική καθίζηση του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ που συνεχίζεται, είναι “τι θα κάνει ο Τσίπρας;”. Στον ιστορικό ηγέτη του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τον πολιτικό που υλοποίησε επιτυχώς το δόγμα της “κυβερνώσας αριστεράς” και μεσουράνησε για πάνω από μία δεκαετία, αποδίδονται σχεδόν “μεταφυσικές” ιδιότητες. Μπορεί να νεκραναστήσει, όμως, ο Αλέξης Τσίπρας κάτι που φαίνεται πως έχει κλείσει τον ιστορικό του κύκλο;
Ο ίδιος, με την ίδια ευκολία που είπε στην τελευταία συνεδρίαση της Κ.Ο (όπου καταχειροκροτήθηκε) πως “ένα είναι το κόμμα” -κάτι που εκλήφθηκε ως μία τονωτική ένεση στον Στέφανο Κασσελάκη και ένα μήνυμα στους βουλευτές και τα στελέχη που αποχώρησαν-, παραδέχεται σε συνομιλητές του πως ο πολιτικός βίος του κόμματος εξουσίας που κυβέρνησε για 4,5 χρόνια έχει πιθανότατα παρέλθει.
Από τον τρίτο όροφο της παλαιάς κλασικής αθηναϊκής πολυκατοικίας στον αριθμό 32 της Λεωφόρου Αμαλίας και με θέα στον Εθνικό Κήπο και τους Στύλους του Ολυμπίου Διός μοιάζει με “νεφεληγερέτη” ( …αυτός που συγκεντρώνει σύννεφα, κατά το προσωνύμιο που έδωσε ο Όμηρος στον Δία). Τα σύννεφα πάνω από τον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, άλλωστε, είναι πολλά και βαριά.
Επισήμως, όταν ερωτάται περιγράφει τον νέο πολιτικό του διάδρομο ως εξής: πρώτα – πιθανότατα στις αρχές του νέου έτους– θα ιδρύσει ένα Ινστιτούτο που, με την συνδρομή διαφόρων “δεξαμενών σκέψης” (επιστήμονες, ερευνητές, τεχνοκράτες και πολιτικά στελέχη από την Ελλάδα και το εξωτερικό), θα επεξεργαστεί προτάσεις και πολιτικές για μείζονα θέματα, από την οικονομία και την εργασία, μέχρι θέματα Κράτους Δικαίου και Δημοκρατίας και, φυσικά, εξωτερική πολιτική με έμφαση στα ελληνοτουρκικά. Στον πυρήνα των δράσεών του και με αφετηρία, συχνά, την προνομιακή (ως πρώην πρωθυπουργός και ηγέτης του μεγαλύτερου κόμματος που γνώρισε εδώ και πολλά χρόνια η ευρωπαϊκή αριστερά) συμμετοχή του στο Συμβούλιο της Ευρώπης θα βρεθεί το υπαρξιακό ερώτημα σχετικά με την ευρωπαϊκή (κεντρο)αριστερά, τις συνεργασίες των προοδευτικών δυνάμεων και την εφιαλτική άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη.
Στην συνέχεια, αυτό το Ινστιτούτο θα μετεξελιχθεί σε Ίδρυμα με παρόμοιο χαρακτήρα αλλά και με εντονότερη διεθνή δράση (συστηματικά, άλλωστε, κρατά ζωντανές τις επαφές του με Ευρωπαίους ηγέτες και κορυφαία πολιτικά στελέχη σε πολλές χώρες), ενώ εντός του 2024 θα φτάσουν πιθανότατα στα βιβλιοπωλεία ένα ή και δύο βιβλία. Το πρώτο ως ένας απολογισμός της κυβερνητικής θητείας του (πριν και μετά το 2015), όπου θα αποτυπώνεται η αλήθεια γα σειρά μεγάλων γεγονότων που σημάδεψαν εκείνη την περίοδο, ωστόσο ίσως υπάρξει και ένα δεύτερο σχετικά με την Συμφωνία των Πρεσπών.
Όλα αυτά τα συζητά, άλλωστε, με αρκετούς πολιτικούς παράγοντες εκτός ΣΥΡΙΖΑ, όπως με τον Γιώργο Παπανδρέου με τον οποίο διατηρούν πλέον εξαιρετική σχέση και συναντώνται ή μιλούν τηλεφωνικά τόσο στην Αθήνα, όσο και στο Στρασβούργο στο περιθώριο των συνεδριάσεων του Συμβουλίου της Ευρώπης. Ως προς τα του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, πέραν της επικοινωνίας (όχι τακτικής, πάντως) που έχει με τον νέο πρόεδρο του κόμματος, συναντά αρκετά στελέχη, ωστόσο ο επίσημος δίαυλος επικοινωνίας και αλληλοενημέρωσης περιλαμβάνει την Όλγα Γεροβασίλη και τον Αλέκο Φλαμπουράρη. Δίπλα του είναι πάντοτε, ο χαμηλών τόνων Μιχάλης Καλογήρου, ως διευθυντής του πολιτικού του γραφείου, ο διπλωματικός του σύμβουλος Βαγγέλης Καλπαδάκης, και η γραμματέας και συντονίστρια των δραστηριοτήτων του Γιάννα Πεπέ.
Η (άλλη) πολιτική αρχίζει στα 50;- “Δεν θα γίνω Καραμανλής”
Γεννημένος το 1974, ο Αλέξης Τσίπρας γίνεται αισίως 50 ετών, μια ηλικία στην οποία οι περισσότεροι Έλληνες αλλά και αρκετοί Ευρωπαίοι πολιτικοί σκέπτονται και οργανώνουν τα βήματά τους για ηγετικές θέσεις. Μπορεί η αλληλουχία των εκλογικών συντριβών του Μαϊου και Ιουνίου να τον οδήγησαν στην παραίτηση, είναι, όμως, σαφές πως αυτή δεν συνιστά παροπλισμό. “Δεν θα γίνω Καραμανλής” (τον οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, συμπαθεί και εκτιμά), λέει με νόημα στους συνομιλητές του, υποδηλώνοντας πως δεν έχει ροπή προς τον αναχωρητισμό και την μακρά σιωπή. Θα βρίσκεται εντός πολιτικής παιδιάς, θα παρεμβαίνει και θα δίνει το παρών. Προς το παρόν, οργανώνεται, διαβάζει πολύ, ενισχύει τις επαφές του στο εξωτερικό, βλέπει ελάχιστα τηλεόραση και παρακολουθεί τους αγώνες του αγαπημένου του Παναθηναϊκού με τους γιούς και έναν πολύ στενό φίλο επιχειρηματία, τον οποίο εμπειστεύεται απόλυτα.
Σχετικά με το εάν υπάρχει πολιτική ζωή για τον Αλέξη Τσίπρα μετά την μακρά ηγεσία στον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, ο ίδιος αποφεύγει να δώσει ευθεία απάντηση, από μόνη της, όμως, η οργάνωση της παρουσίας του εφεξής τείνει προς το ότι από το μυαλό του περνούν πολλά πράγματα. Υπάρχει, όμως, μία βασική αρχή από την οποία δεν αποκλίνει. “Ένας πολιτικός που έγινε πρωθυπουργός και κυβέρνησε για 4,5 χρόνια δεν επιστρέφει ως αρχηγός ενός μικρού κόμματος, επιστρέφει μόνο εάν υπάρχει ορατό και εφικτό ενδεχόμενο να ξαναγίνει πρωθυπουργός“, λένε συνεργάτες του ίσως μεταφράζοντας τις σκέψεις του.
Και μόνο εφόσον μπορεί να σηματοδοτήσει την αναγέννηση ενός χώρου (κεντροαριστερά) που σήμερα είναι κατακερματισμένος χωρίς άμεση προοπτική νίκης επί του Κυριάκου Μητσοτάκη και επιστροφής στην εξουσία, προσθέτουν όσοι μπορούν να τον αποκωδικοποιήσουν.
Τα “δικά του” παιδιά και η στήριξη στον Κασσελάκη
Ως προς τα συμβαίνονται στον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, είναι προφανές πως (ως ιστορικός ηγέτης και βουλευτής του κόμματος) δεν θα μπορούσε παρά να στηρίξει την νέα ηγεσία, αν και οι συνομιλητές του “διαβάζουν” την ανησυχία, ακόμα και την δυσφορία του, για επιλογές, στρατηγικές και πρόσωπα. Ακόμα και για το ότι κάποιοι περιφέρουν το όνομά του ως “τοτέμ”, αν και επί των ημερών του είτε ηθελημένα, είτε άθελα, τον δυσκόλεψαν, ακόμα και τον υπονόμευσαν. Από την άλλη, στην απέναντι όχθη, αυτή των “11”, υπάρχουν δικά του παιδιά, υπάρχουν, όμως, και πρόσωπα που έδρασαν εξίσου υπονομευτικά.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι ενεργοποιήθηκε την ύστατη ώρα για να πείσει να μην αποχωρήσουν οι Έφη Αχτσιόγλου, ο Αλέξης Χαρίτσης και ο Νάσος Ηλιόπουλος. Δεν έπραξε το ίδιο, λίγο νωρίτερα, όταν προέκυψε το θέμα των διαγραφών και σήκωναν το λάβαρο κατά του Στέφανου Κασσελάκη και αποχωρούσαν ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, και πριν οι Νίκος Φίλης, Δημήτρης Βίτσας, Πάνος Σκουρλέτης κ.ά. Ίσως επειδή αντιλαμβάνεται πως στο μέλλον τα πρόσωπα που μπορούν να διαδραματίσουν ρόλο στον χώρο της κεντροαριστεράς είναι αυτά της νεότερης γενιάς. Και μόνο αυτά.
Αναμένει με ενδιαφέρον να δει πως θα εξελιχθεί η περίπτωση Κασσελάκη, εάν και πότε θα απογαλακτιστεί από επικοινωνιακές συμπεριφορές και θα αποκτήσει πολιτικό βάθος, και πώς θα κατορθώσει να αυτονομηθεί από εκείνους που μιλούν εξ ονόματός του και γκριζάρουν την πολιτική περιοχή του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ μετά την διάσπαση. Αναγνωρίζει, άλλωστε, πως κανένα από τα υπάρχοντα σχήματα, ούτε το ΠΑΣΟΚ, μπορεί να νικήσει από μόνο του την Ν.Δ, και αφήνει να εννοηθεί πως χρειάζεται μια γενναία σύμπραξη των προοδευτικών δυνάμεων. Ωστόσο, ενώ διαπιστώνει κι αυτός πως οι απώλειες προς τα αριστερά είναι σημαντικές, είναι πιθανό να υπάρξουν εισροές υπέρ Κασσελάκη από ένα νέο, άγνωστο και ίσως αδιαμόρφωτο εκλογικό κοινό.
Η εκρηκτική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ και η αποδοχή της πρότασης εξουσίας που παρουσίασε υπήρξε, όπως συνηθίζει να λέει, προϊόν και αποτέλεσμα μιας έντονα πολιτικοποιημένης περιόδου (μνημόνια), η κυριαρχία Μητσοτάκη, από την άλλη, σημαδεύτηκε με την κόπωση της κοινωνίας λόγω της κρίσης, την αναζήτηση της κανονικότητας και την αποπολιτικοποίηση. Σε αυτή την φάση, την οποία ακόμα διανύουμε, ο Αλέξης Τσίπρας πιστεύει πως μπορεί να προκύψουν ρεύματα και τάσεις που να προσφέρουν εισροές στο “νέο” του Στέφανου Κασσελάκη. Μπορεί, όμως, να προκύψουν και μικρές ή μεγάλες τερατογεννέσεις, ιδιαίτερα επειδή η ακροδεξιά καραδοκεί.
Επιστρέφοντας στο ερώτημα της εισαγωγής, ένα είναι βέβαιο. Εάν το καλοκαίρι του 2023 ήταν η συντριβή και η θλίψη που συνόδευσαν τον Αλέξη Τσίπρα και την οικογένειά του στο μακρύ ταξίδι στην δυτική ακτή των ΗΠΑ, το καλοκαίρι του 2024 ίσως αποδειχθεί εφαλτήριο για διεργασίες που είτε θα τις παρακολουθήσει, είτε θα τις καθοδηγήσει. Υπό προϋποθέσεις μπορεί να έχει και πολύ ενεργό ρόλο. Σε ένα πιθανό ερώτημα (ως επιμύθιο) εάν το Ινστιτούτο που θα μετεξελιχθεί σε Ίδρυμα μπορεί να γίνει και νέος πολιτικός φορέας που θα ενοποιήσει προοδευτικές δυνάμεις, απάντηση ακόμα δεν υπάρχει. Ή, τουλάχιστον, δεν είναι έτοιμος να την δώσει ο ίδιος.