Η Ελλάδα στο PISA 2022 κατατάσσεται στην ομάδα των χωρών που σημειώνουν χαμηλότερες επιδόσεις από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ στα Μαθηματικά, την Κατανόηση Κειμένου και τις Φυσικές Επιστήμες.
Σήμερα ανακοινώθηκαν από τον ΟΟΣΑ τα αποτελέσματα της έρευνας PISA 2022, στην οποία συμμετείχε και η Ελλάδα, όπως και σε όλους τους προηγούμενους κύκλους. Το ΙΕΠ, ως το Εθνικό κέντρο της Ελλάδας για την έρευνα PISA, δίνει στη δημοσιότητα σύντομη παρουσίαση των κυριότερων αποτελεσμάτων.
Βασικές πληροφορίες για το PISA 2022
Για πρώτη φορά από το 2000 που ξεκίνησε το PISA, ο τελευταίος κύκλος δεν διήρκησε τρία χρόνια, αλλά διευρύνθηκε κατά ένα έτος, λόγω της πανδημίας. Στην κύρια έρευνα PISA 2022 έλαβαν μέρος περίπου 690.000 μαθητές από 81 χώρες (38 χώρες- μέλη του ΟΟΣΑ και 43 επιπλέον χώρες) εκπροσωπώντας περίπου 29 εκατομμύρια 15χρονων μαθητών.
Το περιεχόμενο
Η έρευνα PISA 2022 είχε ως κύριο γνωστικό αντικείμενο τα Μαθηματικά, ενώ οι Φυσικές Επιστήμες, η Κατανόηση Κειμένου και το νέο πεδίο ‘Δημιουργική Σκέψη’ αποτελούσαν τα δευτερεύοντα αντικείμενα της αξιολόγησης.
Η συμμετοχή της Ελλάδας
Την Ελλάδα εκπροσώπησαν στην κύρια έρευνα 6578 μαθητές γεννημένοι το 2006, από 242 σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Γυμνάσια, Γενικά Λύκεια και ΕΠΑΛ) όλης της χώρας.
Η αξιολόγηση
Το κύριο αντικείμενο της αξιολόγησης για το PISA 2022 ήταν τα Μαθηματικά. Οι μαθητές απάντησαν σε κλειστές ερωτήσεις (πολλαπλής επιλογής ή σωστού – λάθους) και ανοικτές ερωτήσεις σύντομης απάντησης και αιτιολόγησης. Οι ερωτήσεις εστίαζαν στον μαθηματικό εγγραμματισμό, ο οποίος, σύμφωνα με το πλαίσιο του PISA για τα Μαθηματικά, συνδέεται με τον μαθηματικό συλλογισμό και την επίλυση προβλήματος.
Εκτός από τις ερωτήσεις που αφορούν το γνωστικό μέρος της έρευνας, οι μαθητές απάντησαν και σε ένα Ερωτηματολόγιο, το οποίο συλλέγει πληροφορίες σχετικά με το κοινωνικό και δημογραφικό υπόβαθρο του καθενός, τις στάσεις και τις πεποιθήσεις τους για το σχολείο γενικότερα αλλά και ειδικά για τα Μαθηματικά, που αποτελούσαν το κύριο αντικείμενο σε αυτόν τον κύκλο. Επίσης, οι μαθητές απάντησαν σε Ερωτηματολόγιο που αφορούσε την εξοικείωσή τους με τις νέες τεχνολογίες.
Οι Διευθυντές των σχολείων του δείγματος συμπλήρωσαν το δικό τους Ερωτηματολόγιο, το οποίο κάλυπτε θέματα διοίκησης και οργάνωσης του σχολείου, παρείχε πληροφορίες για το μαθησιακό περιβάλλον και τη συμμετοχή σε δραστηριότητες εκτός του επίσημου σχολικού ωραρίου.
Τόσο στο Ερωτηματολόγιο του μαθητή όσο και στο Ερωτηματολόγιο του διευθυντή υπήρχαν ερωτήσεις σχετικά με την οργάνωση της μάθησης κατά την περίοδο της πανδημίας που τα σχολεία παρέμεναν κλειστά, σε μια προσπάθεια να συλλεγούν πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο οι διάφορες χώρες αντιμετώπισαν τις δυσκολίες που προέκυψαν.
Τι γνωρίζουν και τι μπορούν να κάνουν οι μαθητές – PISA 2022
- Η Σιγκαπούρη πέτυχε σημαντικά υψηλότερες επιδόσεις από όλες τις υπόλοιπες συμμετέχουσες χώρες και στα τρία γνωστικά αντικείμενα.
- Στα Μαθηματικά, έξι Ασιατικές χώρες –η Σιγκαπούρη, το Μακάο (Κίνα), η Ταϊπέι (Κίνα), το Χονγκ Κονγκ, η Ιαπωνία και η Κορέα– πέτυχαν τις υψηλότερες επιδόσεις από όλες τις συμμετέχουσες χώρες.
- Από τις χώρες της Ευρώπης, τις υψηλότερες επιδόσεις πέτυχαν η Εσθονία, η Ελβετία και η Ολλανδία.
- Η Ελλάδα στο PISA 2022 κατατάσσεται στην ομάδα των χωρών που σημειώνουν χαμηλότερες επιδόσεις από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ στα Μαθηματικά, την Κατανόηση Κειμένου και τις Φυσικές Επιστήμες. Συγκεκριμένα κατατάσσεται στην 44η θέση στα Μαθηματικά με επίδοση 430, στην 41η θέση στην Κατανόηση Κειμένου με επίδοση 438 και στην 44η θέση στις Φυσικές Επιστήμες με επίδοση 441.
- Τα αποτελέσματα του PISA 2022 δείχνουν ότι στις περισσότερες χώρες σημειώθηκε μια σημαντική πτώση στις επιδόσεις στα Μαθηματικά και την Κατανόηση Κειμένου σε σχέση με το 2018. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου στις χώρες του ΟΟΣΑ σημειώθηκε, κατά μέσο όρο, πτώση 15 μονάδων στα Μαθηματικά και 10 μονάδων στην Κατανόηση Κειμένου. Η εντυπωσιακή αυτή πτώση, η οποία είναι πρωτόγνωρη για το PISA, οφείλεται αναμφίβολα κατά έναν μεγάλο βαθμό στην πανδημία και την επίδρασή της στο εκπαιδευτικό γίγνεσθαι όλων των χωρών που συμμετείχαν.
- Στην Ελλάδα, η πτώση της βαθμολογίας είναι μεγαλύτερη από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ. Πιο συγκεκριμένα, η βαθμολογία για τα Μαθηματικά είναι χαμηλότερη κατά 21 μονάδες και για την Κατανόηση Κειμένου κατά 19 μονάδες, σε σχέση με το 2018. Όμως, υπάρχει πτώση 11 μονάδων και στις Φυσικές Επιστήμες.
Γενικότερα, κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας η πτώση της βαθμολογίας για την Ελλάδα είναι 9 μονάδες στα Μαθηματικά, 12 μονάδες στην Κατανόηση Κειμένου και 21 μονάδες στις Φυσικές Επιστήμες.
- Στις χώρες του ΟΟΣΑ, κατά μέσο όρο το 13,7% των μαθητών τους επιτυγχάνουν επιδόσεις που τους κατατάσσουν στα επίπεδα 5 ή 6, τα οποία αποτελούν τα υψηλότερα επίπεδα στις κλίμακες εγγραμματισμού σε κάθε γνωστικό αντικείμενο. Αντίθετα, κατά μέσο όρο το 16,4% των μαθητών στις χώρες του ΟΟΣΑ κατατάσσονται χαμηλότερα από το Επίπεδο 2.
- Τα αντίστοιχα ποσοστά για την Ελλάδα είναι 3,9% για τους μαθητές οι οποίοι επιτυγχάνουν επιδόσεις που τους κατατάσσουν στα επίπεδα 5 ή 6 και 25, 7% για τους μαθητές οι οποίοι κατατάσσονται χαμηλότερα από το Επίπεδο 2.
Ίσες ευκαιρίες στην εκπαίδευση
- Στις χώρες του ΟΟΣΑ οι μαθητές που προέρχονται από ευνοϊκό κοινωνικο- οικονομικό-πολιτισμικό περιβάλλον πέτυχαν, κατά μέσο όρο, βαθμολογία κατά 93 μονάδες υψηλότερη στα Μαθηματικά από τους μαθητές που προέρχονται από μη-ευνοϊκό κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον.
Να σημειωθεί ότι η διαφορά στις επιδόσεις στα Μαθηματικά, η οποία οφείλεται στο κοινωνικο-οικονομικό-πολιτισμικό περιβάλλον, έχει παραμένει σταθερή στις 51 από τις 68 χώρες/οικονομίες που έχουν έγκυρα δεδομένα για το 2022. Η διαφορά αυτή μεγάλωσε σε 12 χώρες/οικονομίες και μειώθηκε σε 5. Στην Ελλάδα η διαφορά υπέρ των μαθητών που προέρχονται από ευνοϊκό κοινωνικο- οικονομικό-πολιτισμικό περιβάλλον είναι 76 μονάδες.
- Στις χώρες του ΟΟΣΑ, τα αγόρια πέτυχαν, κατά μέσο όρο, υψηλότερες επιδόσεις στα Μαθηματικά κατά 9 μονάδες από ό,τι τα κορίτσια. Αντίθετα η διαφορά υπέρ των κοριτσιών στην Κατανόηση κειμένου είναι 24 μονάδες.
Η διαφορά στις επιδόσεις στα Μαθηματικά η οποία σχετίζεται με το φύλο παρέμεινε σταθερή μεταξύ του 2018 και 2022 στις περισσότερες χώρες/οικονομίες (στις 57 από τις 72 που έχουν συγκρίσιμα δεδομένα). Αντίθετα, η διαφορά μεγάλωσε σε 11 χώρες/οικονομίες και μειώθηκε σε τέσσερις. Στην Ελλάδα η διαφορά μεταξύ κοριτσιών και αγοριών είναι 6 μονάδες, με τα αγόρια να σημειώνουν τη υψηλότερη επίδοση.
- Στις χώρες του ΟΟΣΑ, οι γηγενείς μαθητές πέτυχαν, κατά μέσο όρο, υψηλότερες επιδόσεις κατά 29 μονάδες στα Μαθηματικά από τους μαθητές με μεταναστευτικό υπόβαθρο. Η διαφορά αυτή αντιστοιχεί περίπου σε ένα έτος φοίτησης στο σχολείο, όμως δεν είναι στατιστικά σημαντική. Η διαφορά αυτή μειώθηκε στις 5 μονάδες υπέρ των γηγενών, μετά τον συνυπολογισμό της επίδρασης του κοινωνικο-οικονομικού περιβάλλοντας και της γλώσσας που μιλούν οι μαθητές στο σπίτι τους.
- Στις χώρες του ΟΟΣΑ, κατά μέσο όρο, το 8% των μαθητών ανέφεραν ότι δεν έφαγαν τουλάχιστον μία φορά τις προηγούμενες 30 ημέρες επειδή δεν υπήρχαν χρήματα για φαγητό. Σε 18 από τις συμμετέχουσες χώρες/οικονομίες περισσότερο από το 20% των μαθητών τους ανέφεραν ότι τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα δεν υπήρχαν χρήματα για φαγητό.
Με αφορμή τις επιδόσεις των μαθητών των ελληνικών σχολείων, Δημόσιων και Ιδιωτικών, στο διαγωνισμό αξιολόγησης PISA και τον δημόσιο διάλογο που αναπτύχθηκε (και ο οποίος αδικεί κατάφωρα μαθητές και εκπαιδευτικούς), η ΟΙΕΛΕ και το Κλαδικό της Ινστιτούτο απέστειλαν χτες στον Πρωθυπουργό, στους αρχηγούς κομμάτων και στους Τομείς Παιδείας τους, στις εκπαιδευτικές συλλογικότητες και στους εκπροσώπους του κόσμου της εργασίας την πρότασή τους για την επανέναρξη του Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία. Ενός διαλόγου που είναι «παγωμένος» εδώ και 15 χρόνια, γεγονός πρωτοφανές για ευρωπαϊκή χώρα.
Οι επεξεργασίες της ΟΙΕΛΕ και του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ έχουν διαχρονικά επισημάνει τις βαρύτατες παθογένειες και ανάγκες του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Οι παθογένειες αυτές δεν ευθύνονται απλώς για τα αρνητικά μαθησιακά αποτελέσματα σε έναν μεθοδολογικά αδύναμο διαγωνισμό, αλλά για το brain waste γενεών νέων Ελλήνων.
Συνοπτικά, η έκθεση-πρόταση αναφέρεται στις 9 κύριες παθογένειες και αρρυθμίες του συστήματος:
- Στην χαοτική και κακή νομοθέτηση που καθιστά το νομοθετικό πλαίσιο της εκπαίδευσης δαιδαλώδες και στην πράξη ακατάληπτο για τους εκπαιδευτικούς και στον πολίτη.
- Στον μεγάλο ασθενή της εκπαίδευσης, στα αναλυτικά προγράμματα και τα εγχειρίδια που υπακούουν σε μια αναχρονιστική, αντιπαιδαγωγική λογική.
- Στις δαπάνες της γενικής κυβέρνησης για εκπαίδευση στην Ελλάδα που διαχρονικά υπολείπονται σημαντικά του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
- Στο σημαντικό πρόβλημα των κτηριακών υποδομών που επιδρά, όπως μαρτυρούν ερευνητικά δεδομένα, στα αρνητικά μαθησιακά αποτελέσματα.
- Στο σύστημα πρόσβασης στην ανώτατη εκπαίδευση που έχει ακρωτηριάσει την ανώτερη δευτεροβάθμια (Λύκειο) και έχει απορρυθμίσει το σύνολο του συστήματος.
- Στον όγκο και στο βαθμό δυσκολίας της ύλης που, σε συνδυασμό με τον εντεινόμενο εξεταστικοκεντρικό χαρακτήρα του συστήματος, αποβάλλουν κάθε χρόνο χιλιάδες παιδιά από τη μαθησιακή διαδικασία.
- Στο προβληματικό σύστημα επιλογής, στην ελλιπέστατη επιμόρφωση και στους πολύ χαμηλούς βαθμούς παιδαγωγικής αυτονομίας των εκπαιδευτικών.
- Στην σαρωτική υποβάθμιση του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού
- Στην γήρανση του εκπαιδευτικού προσωπικού.
Ολη η μελέτη του κλαδικού ινστιτούτου της ΟΙΕΛΕ
Ο διαγωνισμός αξιολόγησης μαθητών PISA έχει κρίσιμες αδυναμίες που έχουν επισημανθεί από διεθνείς επιστημονικούς φορείς. Για το λόγο αυτό η ΟΙΕΛΕ και το ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ έχουν ήδη ξεκινήσει την επεξεργασία σημείων αποτίμησης της ποιότητας του εκπαιδευτικού συστήματος που λαμβάνουν υπόψη κρίσιμους κοινωνικούς δείκτες και ιδιαιτερότητες που ο συγκεκριμένος διαγωνισμός υποτιμά.
Τα, δε, συμπεράσματα που εξήχθησαν λόγω των κακών αποτελεσμάτων των μαθητών που φοιτούν σε ελληνικά σχολεία, δημόσια και ιδιωτικά, δεν είναι καινοφανή. Έχουν αναπτυχθεί εδώ και δεκαετίες στο δημόσιο διάλογο από πολιτικούς φορείς και συλλογικότητες, όμως δεν έχουν αξιοποιηθεί από τους κυβερνώντες διαχρονικά. Δυστυχώς, οι μόνες φωνές που ακούγονται ισχυρά στο δημόσιο διάλογο είναι αυτές της διαπόμπευσης εκπαιδευτικών και μαθητών (των πιο σκληρά εργαζόμενων μαθητών στην Ε.Ε.).
Η άποψή μας, την οποία θα τεκμηριώσουμε αναλυτικότερα, είναι σαφής. Το μεγαλύτερο βάρος των ευθυνών για τις βαρύτατες παθογένειες του εκπαιδευτικού συστήματος φέρει η εφαρμοζόμενη εκπαιδευτική πολιτική τις τελευταίες δεκαετίες. Θεωρούμε πως έχει έρθει η στιγμή η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας να αναλάβει την ευθύνη για την επανεκκίνηση του Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία με τη συμμετοχή όλων των φορέων και συλλογικοτήτων που συγκροτούν την εκπαιδευτική κοινότητα.
Τις πταίει;
Είναι βέβαιο πως η επιχείρηση ψηλάφησης των αιτιών των αποτυχιών του εκπαιδευτικού μας συστήματος δεν είναι εύκολη. Η «νόσος» είναι πολυπαραγοντική και συχνά παγιωμένες βεβαιότητες και αγκυλώσεις (που όλες οι πλευρές έχουμε) δυσκολεύουν στην εξαγωγή κατά το δυνατόν αντικειμενικών συμπερασμάτων. Συνοπτικά όμως, και βασιζόμενοι στην ερευνητική εργασία της ΟΙΕΛΕ και του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ, μπορούμε να αναφέρουμε τα ακόλουθα:
Εκπαιδευτική πολιτική
- Η νομοθέτηση στον τομέα της εκπαίδευσης γίνεται χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό παραβιάζοντας και την αρχή της διαβούλευσης και την αρχή της καλής νομοθέτησης, που αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση μιας δίκαιης και αποτελεσματικής λειτουργίας της πολιτείας. Πληθώρα νόμων, προσθηκών, τροπολογιών του Υπουργείου Παιδείας υπερβολικών σε έκταση, συχνά με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, όπως και παραπομπές πλήθους κρίσιμων αποφάσεων σε Υπουργικές αποφάσεις, καθιστούν το νομοθετικό πλαίσιο της εκπαίδευσης δαιδαλώδες και στην πράξη ακατάληπτο για τους εκπαιδευτικούς και στον πολίτη. Οι όποιες μεταρρυθμίσεις δεν αντιμετωπίζουν την εκπαίδευση ως σύστημα, αλλά ως άθροισμα μερών.
- Ο μεγάλος ασθενής της ελληνικής εκπαίδευσης είναι τα αναλυτικά προγράμματα και το εξ αυτών παραγόμενο εκπαιδευτικό υλικό. Είναι πλέον επιτακτική η ανάγκη αξιολόγησης, αναδιαμόρφωσης, εκσυγχρονισμού των προγραμμάτων σπουδών, του περιεχομένου των μαθησιακών αντικείμενων, των διδακτικών υλικών και εγχειριδίων και ευρύτερα του υποστηρικτικού εκπαιδευτικού υλικού με πρόβλεψη επικαιροποίησης και ψηφιακής αξιοποίησης τους ανά πενταετία. Η ατελής και πρόχειρη δουλειά που γίνεται στο εκπαιδευτικό μας σύστημα πιστοποιείται και από το γεγονός ότι προχωρούμε στον σχεδιασμό νέων εγχειριδίων χωρίς σημαντικές διαφοροποιήσεις στο πρόγραμμα σπουδών.
- Οι δαπάνες της γενικής κυβέρνησης για εκπαίδευση στην Ελλάδα διαχρονικά υπολείπονται σημαντικά του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Τόσο το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, όσο και ο Τακτικός Προϋπολογισμός του Υπουργείου Παιδείας οριακά καλύπτουν τη λειτουργία του συστήματος. Ιδιαίτερα την περίοδο 2008-2018, και οι δύο πηγές χρηματοδότησης καταγράφουν πρωτοφανείς μειώσεις. Αξίζει να σημειωθεί ωστόσο η καταγραφόμενη αύξηση των δημόσιων δαπανών για έρευνα & ανάπτυξη (R&D) στην εκπαίδευση.
- Διαχρονικά (και κυρίως την περίοδο 2010-2018) καταγράφεται σημαντικό πρόβλημα στις κτηριακές υποδομές (συντήρηση, εκσυγχρονισμός, και ανέγερση νέων μονάδων), στον εργαστηριακό εξοπλισμό, στην υλικοτεχνική υποδομή, και στις δαπάνες για απαραίτητα αναλώσιμα υλικά εργαστηρίων και μονάδων σε όλες τις βαθμίδες, υποβαθμίδες και τύπους μονάδων στο σύστημα. Επειδή κάποιοι στο δημόσιο διάλογο λοιδόρησαν τη σημασία των υποδομών στα μαθησιακά αποτελέσματα, επισυνάπτουμε σχετικά συμπεράσματα από την Ετήσια Έκθεση του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ του 2015:
- Οι μαθητές στο 20% των σχολείων (ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ε.Ε.) αναφέρουν ότι η έλλειψη/ ανεπάρκεια των συστημάτων θέρμανσης/ ψύξης & φωτισμού επηρεάζει σημαντικά την εκπαιδευτική διαδικασία.
- Σχεδόν 4 στους 10 μαθητές θεωρούν ότι η κτηριακή ανεπάρκεια επηρεάζει σημαντικά την εκπαιδευτική διαδικασία
- Το σύστημα πρόσβασης στην ανώτατη εκπαίδευση μέσω των Πανελλαδικών Εξετάσεων έχει ακρωτηριάσει την ανώτερη δευτεροβάθμια (Λύκειο), αφαιρώντας της τον παιδαγωγικό χαρακτήρα της εκπαιδευτικής μονάδας και έχοντας μετατρέψει το ρόλο της σε αυτόν ενός προπαρασκευαστικού εξεταστικού κέντρου. Οι συνέπειες, όμως, του στρεβλού, αν και διαφανούς, αυτού συστήματος, διαχέονται σε ολόκληρο το εκπαιδευτικό σύστημα που δεν είναι προσανατολισμένο στην αγωγή και στον πολιτισμό αλλά στη φορμαλιστική λογική της παραγωγής υποψήφιων για το πανεπιστήμιο.
- Ο όγκος και ο βαθμός δυσκολίας της ύλης, σε συνδυασμό με τον εντεινόμενο εξεταστικοκεντρικό χαρακτήρα του συστήματος, αποβάλλουν κάθε χρόνο χιλιάδες παιδιά από τη μαθησιακή διαδικασία και οδηγούν πολλά από αυτά στην απόγνωση, στην άρνηση και σταδιακά στην παιδαγωγική και κοινωνική περιθωριοποίηση.
- Η ύλη επικεντρώνει σε δύο βασικά αντικείμενα (γλώσσα και μαθηματικά) αγνοώντας τις καλές τέχνες, τις δεξιότητες ζωής, τα soft skills κ.λπ.
- Σημαντική απόδειξη της δυσλειτουργίας του εκπαιδευτικού συστήματος, της «ακαδημαϊκολαγνείας» αλλά και της αγωνιώδους προσπάθειας των μαθητών να ανταποκριθούν στις συνεχώς αυξανόμενες απαιτήσεις των προγραμμάτων σπουδών, είναι το γεγονός ότι οι δαπάνες των νοικοκυριών για ιδιωτικές υπηρεσίες εκπαίδευσης στην Ελλάδα διαχρονικά υπερέχουν ιδιαίτερα σημαντικά του ευρωπαϊκού μέσου όρου και κυρίως αφορούν στην εξωσχολική υποστήριξη των μαθητών. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η 4η θέση στην Ε.Ε. για ιδιωτικές δαπάνες εκπαίδευσης (περίπου 3,1 δις το χρόνο) είναι αντιστρόφως ανάλογη (και διόλου άσχετη) με την 25η θέση (στις 27) στην Ε.Ε. στις συνολικές δαπάνες της κυβέρνησης για την Παιδεία.
Εκπαιδευτικοί:
- Η επιλογή των εκπαιδευτικών είτε παλαιότερα μέσω της επετηρίδας είτε σήμερα μέσω ενός συστήματος που προωθεί ένα ανελέητο κυνηγητό προσόντων επί πληρωμή, δεν υπακούει στις σύγχρονες ανάγκες της εκπαίδευσης. Η ΟΙΕΛΕ έχει προτείνει ένα αναλυτικό σύστημα επιλογής εκπαιδευτικών που προβλέπει, μεταξύ άλλων, τη ριζική αναμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών των παιδαγωγικών τμημάτων και των καθηγητικών σχολών με έμφαση στην πρακτική άσκηση και την πλήρη αναδιαμόρφωση του τρόπου κτήσης της παιδαγωγικής επάρκειας.
- Το εκπαιδευτικό σύστημα δεν έχει αναπτύξει ένα αξιόπιστο σύστημα εισαγωγικής επιμόρφωσης, επιστημονικής επικαιροποίησης, και ανάπτυξης-ενδυνάμωσης του εκπαιδευτικού, εργαστηριακού, ειδικού επιστημονικού και λοιπού προσωπικού στις μονάδες της Προσχολικής, Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας (Γενικής και Ειδικής) εκπαίδευσης.
- Τα αναλυτικά προγράμματα και τα σχολικά εγχειρίδια δεν επιτρέπουν ιδιαίτερη ευελιξία στους εκπαιδευτικούς. Είναι κρίσιμο να αναγνωριστούν στους εκπαιδευτικούς σαφείς και κατοχυρωμένοι βαθμοί ελευθερίας στην προαγωγή του εκπαιδευτικού έργου.
- Το επάγγελμα του εκπαιδευτικού έχει υποστεί σαρωτική υποβάθμιση. Ο Έλληνας εκπαιδευτικός είναι κακοπληρωμένος και ηθικά εξουθενωμένος, αποτελώντας το σάκο του μποξ πολιτικών, ΜΜΕ και γονέων. Η αυξανόμενη γραφειοκρατία μειώνει τον πραγματικό χρόνο μαθήματος. Στην δε ιδιωτική εκπαίδευση έχουμε ένα πρωτοφανές κύμα αποχωρήσεων, κυρίως λόγω της επιδείνωσης των εργασιακών σχέσεων και της υπερεκμετάλλευσης των εκπαιδευτικών από παρανομούσες διοικήσεις ορισμένων ιδιωτικών σχολείων (πάνω από 2000 παραιτήσεις την τελευταία τριετία). Τα περιστατικά bullying από μαθητές και γονείς εναντίον εκπαιδευτικών πολλαπλασιάζονται κάθε χρόνο. Διόλου τυχαία ο αριθμός των αιτήσεων υποψήφιων στις Πανελλαδικές εξετάσεις για τα Παιδαγωγικά Τμήματα και τις καθηγητικές σχολές μειώνονται.
- Διαχρονικά (και κυρίως την περίοδο 2010-2018) καταγράφεται σημαντική γήρανση του εκπαιδευτικού και λοιπού διοικητικού και εργαστηριακού προσωπικού σε όλες της βαθμίδες της εκπαίδευσης. Επιπλέον, αναλογική γήρανση καταγράφεται και στον πληθυσμό των αναπληρωτών εκπαιδευτικών, ο αριθμός των οποίων αναγνωρίζεται πλέον από το Υπουργείο Παιδείας ότι έχει υπερβεί τις 40.000 (Προσχολική- Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια εκπαίδευση).
Τρεις παρατηρήσεις:
Ο ρόλος των γονέων: Οι γονείς αποτελούν σημαντικό και οργανικό κομμάτι της εκπαιδευτικής κοινότητας. Δυστυχώς, όμως, η απόπειρα τμήματος των γονέων να εμπλακούν άμεσα στην εκπαιδευτική διαδικασία είτε για τη διαμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών είτε για να επιτύχουν καλύτερη αντιμετώπιση των τέκνων τους, κυρίως βαθμολογικά, είτε από άγχος για την σχολική επιτυχία/αποτυχία των παιδιών, προκαλεί ισχυρές πιέσεις στα σχολεία και εν γένει στο σύστημα. Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με δεκάδες καταγγελίες συναδέλφων μας, σε πολλές περιπτώσεις είναι οι γονείς που ζητούν την εντατικοποίηση της διδασκαλίας και τον πολλαπλασιασμό της δουλειάς των παιδιών τους για το σπίτι.
Η διαφορά στις επιδόσεις των παιδιών σε δημόσια και ιδιωτικά σχολεία. Είναι αξιέπαινη η προσπάθεια των συναδέλφων μας να παρέχουν τις ποιοτικότερες δυνατές υπηρεσίες στους μαθητές μας. Η υλικοτεχνική υποδομή πολλών ιδιωτικών σχολείων, αλλά και η δυνατότητα μεγαλύτερης παιδαγωγικής αυτονομίας βοηθούν. Ωστόσο, θα πρέπει να υπάρξει στάθμιση της διαφοράς στις επιδόσεις σε σχέση με τους δείκτες οικονομικής και κοινωνικής ανισότητας για να έχουμε την πλήρη εικόνα. Επίσης, θα ενίσχυε περισσότερο την ποιότητα της εκπαίδευσης ένα καλύτερο, πιο δίκαιο εργασιακό περιβάλλον και η αποφυγή της μάστιγας της υπερεντατικοποίησης που εξαντλεί τους εκπαιδευτικούς και τους οδηγεί σε μαζική παραίτηση από τα ιδιωτικά σχολεία.
Η πανδημία. Πολλοί μελετητές συμφωνούν ότι η πανδημία και οι συνέπειές της επιδείνωσαν τα μαθησιακά αποτελέσματα. Όμως, η χαμηλή επίδοση των Ελλήνων μαθητών (σε σύγκριση με τους μαθητές άλλων χωρών που είχαν ανάλογα προβλήματα να αντιμετωπίσουν, λόγω της υγειονομικής κρίσης) μπορεί να οφείλεται στην λανθασμένη παιδαγωγική στρατηγική που ακολουθήθηκε. Η ιδεοληπτική και επικοινωνιακού χαρακτήρα εφαρμογή αποκλειστικά σχεδόν σύγχρονης τηλεκπαίδευσης αντί του μικτού συστήματος σύγχρονης και ασύγχρονης που εφαρμόστηκε σε προηγμένες εκπαιδευτικά χώρες, εγκλώβισε δεκάδες χιλιάδες μαθητές σε οθόνες υπολογιστών καθημερινά και για πολλές ώρες, προκαλώντας μεγάλη παιδαγωγική και ψυχοσυναισθηματική βλάβη, τις συνέπειες της οποίας ακόμη δεν έχουμε πλήρως προσδιορίσει.
Εν κατακλείδι:
Το εκπαιδευτικό σύστημα, ως προς τη διαχρονική λειτουργία του, εμφανίζεται:
- αναποτελεσματικό στο να διασφαλίσει ισότιμα και κατ’ αντιστοιχία κριτήρια ποιότητας στη λειτουργία όλων των τύπων μονάδων/ιδρυμάτων στις βαθμίδες του,
- αδύναμο να αντιμετωπίσει με σχέδιο έκτακτες κοινωνικές και εκπαιδευτικές προκλήσεις, ώστε να μην τρέχει πίσω από τα γεγονότα (βλ. καμπάνια σχολικού εκφοβισμού, μέτρα προστασίας των μονάδων στην πανδημία Covid19, προσαρμογή εκπαιδευτικής λειτουργίας σε περιβάλλον τηλεκπαίδευσης κ.α.), και
- φοβικό στην υιοθέτηση (γενίκευση) κάθε καινοτομίας στην οποία πειραματίστηκε και αξιολόγησε ως θετική
Στην ουσία, το εκπαιδευτικό μας σύστημα τόσο στην κατακόρυφη όσο και στην οριζόντια ανάπτυξη του επικεντρώνεται στη μεταφορά: «της μέγιστης δυνατής πληροφορίας ανά μονάδα χρόνου, στη μικρότερη δυνατή ηλικία, κι όποιος τα καταφέρει». Αυτή η άρρητη παθογόνος διαστροφή του συστήματος, ακυρώνει το παιδαγωγικό πλαίσιο αναφοράς της σχολικής κοινότητας, και συμβάλει στη διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, υποτιμώντας τις γεωγραφικές, μορφωτικές, αναπτυξιακές και άλλες ιδιαιτερότητες των μικρών τοπικών κοινωνιών.
Είναι, επομένως, κρίσιμο η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας να επιδείξει γενναιότητα και να ανοίξει την πύλη του διαλόγου. Αν τούτο συμβεί, ευχόμαστε να αποδεχθούν την πρόσκλησή της όλοι οι φορείς του χώρου της Παιδείας. Θα είναι καταστροφικό, αν συνεχίσουμε να θυσιάζουμε γενεές νέων ανθρώπων στο βωμό ενός νοσηρού και αποτυχημένου συστήματος, να συντελούμε εν γνώσει μας στο μεγαλύτερο brain waste της εγχώριας ιστορίας της χώρας.
Πηγή: Alfavita