Ενόψει του νέου νομοσχεδίου περί ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων στη χώρα μας, το οποίο προσπαθεί να αντιγράψει εκπαιδευτικά μοντέλα του εξωτερικού, κυρίως των ΗΠΑ και κάποιων Ευρωπαϊκών χωρών, καλό θα ήταν να γνωρίζουμε κάποια στοιχεία που αφορούν στις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις αυτών των μοντέλων καθώς και τα σχετικά ερωτήματα που προκύπτουν.
Της Ροδούλας Τσιότσιου
Η ζοφερή οικονομική κατάσταση των πανεπιστημίων
Καθώς το 2023 πλησιάζει στο τέλος του, πολλά πανεπιστήμια στις ΗΠΑ – τόσο δημόσια όσο και ιδιωτικά – συμβιβάζονται με ένα ζοφερό οικονομικό μέλλον που τα έκανε είτε να ανακοινώσουν το κλείσιμό τους (π.χ. Holy Names University, Καλιφόρνια και το Cazenovia College, Νέα Υόρκη) είτε να προειδοποιήσουν ότι αντιμετωπίζουν επικείμενο κίνδυνο (το Birmingham-Southern College στην Αλαμπάμα, έχει ζητήσει 37,5 εκατομμύρια δολάρια από δημόσιους πόρους για να παραμείνει ανοικτό). Περισσότερα από 50 δημόσια και ιδιωτικά πανεπιστήμια έκλεισαν ή συγχωνεύτηκαν το χρονικό διάστημα 2015-2020 και οι ειδικοί αναμένουν να δουν περισσότερα να κλείνουν τα επόμενα ακαδημαϊκά έτη. Σύμφωνα με την μελέτη, The Hechinger Report (2020), από τα 2264 πανεπιστήμια που συμμετείχαν σε αυτή, περισσότερα από 500 είχαν δύο και περισσότερους οικονομικούς δείκτες με αρνητικό πρόσημο. Ακόμα κι αν κάποια από αυτά τα πανεπιστήμια καταφέρουν να παραμείνουν ανοιχτά, μπορεί να χρειαστεί να κάνουν βαθιές περικοπές, κάτι που θα μπορούσε τελικά να βλάψει τους/τις φοιτητές/ήτριες καθώς πολλά πανεπιστήμια προχωρούν σε σημαντική μείωση των ακαδημαϊκών τους προγραμμάτων και απολύσεις προσωπικού. Για παράδειγμα, το 2022, το Πανεπιστήμιο του New Jersey City ανακοίνωσε μεγάλες μειώσεις προϋπολογισμού ενώ η μείωση των ακαδημαϊκών του προγραμμάτων έφτασε στο 37%. Το Henderson State University στο Άρκανσας αντιμετώπισε δημοσιονομικό έλλειμμα 12,5 εκατομμυρίων δολαρίων και μακροπρόθεσμο χρέος 78 εκατομμυρίων δολαρίων με αποτέλεσμα να κλείσει δεκάδες ακαδημαϊκά προγράμματα και να απολύσει διοικητικό και διδακτικό προσωπικό.
Την αρνητική κατάσταση στα πανεπιστήμια των ΗΠΑ επιβεβαιώνει και η Fitch Ratings η οποία προέβλεψε επιδείνωση του πιστωτικού περιβάλλοντος για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση στα δημόσια οικονομικά των ΗΠΑ το 2024 σε σχέση με το 2023 και το 2022. Ανάλογη είναι και η κατάσταση στο Ηνωμένο Βασίλειο όπου 30-40% των πανεπιστημίων αντιμετωπίζουν σημαντικά οικονομικά προβλήματα. Οι βασικοί παράγοντες που επηρεάζουν τον κλάδο, όπως ο πληθωρισμός, η εργασία και η πίεση των μισθών, καθώς και γενικά οι μειωμένες εγγραφές οδηγούν σε αυτό το κλίμα. Εν ολίγοις, εκτός από τα πιο εξέχοντα εκπαιδευτικά ιδρύματα στις ΗΠΑ, και παρά την ομοσπονδιακή βοήθεια κατά την πανδημία, πολλά ιδιωτικά και δημόσια κολέγια θα βρεθούν σε μια μάχη να παραμείνουν φερέγγυα.
Ερωτήματα: Σε μια τέτοια ζοφερή οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η τριτοβάθμια εκπαίδευση διεθνώς, ποια είναι η σκοπιμότητα ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα; Ποια πανεπιστήμια θα κάνουν παραρτήματα και ποιες θα είναι οι επενδύσεις τους στην Ελλάδα; Πως θα διαμοιράζονται τα έσοδά τους; Ποια θα είναι, αν θα υπάρχουν, τα έσοδα από τη λειτουργία τους για το ελληνικό δημόσιο; Πως οι κοινοπραξίες Funds με πανεπιστήμια του εξωτερικού θα επιφέρουν έσοδα στο ελληνικό κράτος; Θα υποχρεούνται από τον νέο νόμο να επενδύουν ποσοστό των εσόδων τους στο πανεπιστήμιο/παράρτημα στην Ελλάδα; Ποιο θα είναι αυτό το ποσοστό και πως θα προκύπτει; Πως θα αντιμετωπίζεται η οικονομική τους αφερεγγυότητα ή δυστοκία; Ποιος θα πληρώνει τα χρέη τους αν προκύψουν;
Οι οικονομικές επιπτώσεις από την πλευρά των φοιτητών/τριών
Επειδή στις ΗΠΑ η φοίτηση σε δημόσια και ιδιωτικά πανεπιστήμια απαιτεί την πληρωμή διδάκτρων, είναι συχνό το φαινόμενο του δανεισμού των φοιτητών/τριών ή/και των οικογενειών τους. Σύμφωνα με το Forbes (2021) το φοιτητικό χρέος δανεισμού στις ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 144% από το 2007 με 45 εκατομμύρια φοιτητές/ήτριες να χρωστούν 1.7 τρισεκατομμύρια δολάρια. Αιτίες αύξησης του φοιτητικού χρέους δανεισμού είναι α) η αυξημένη δυνατότητα παροχής φοιτητικών δανείων, β) η μικρότερη κρατική υποστήριξη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, και γ) ειδικά φοιτητικά δάνεια τα οποία είναι πολύ εύκολο να ληφθούν.
Ταυτόχρονα, τα πανεπιστήμια έχουν αυξήσει τα δίδακτρα τους επειδή γνωρίζουν ότι οι φοιτητές/ήτριες θα πληρώσουν το αυξημένο κόστος αρκεί να αποκτήσουν πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ως αποτέλεσμα, οι φοιτητές/ήτριες βασίζονται περισσότερο σε ομοσπονδιακά φοιτητικά δάνεια και ιδιωτικά δάνεια για να χρηματοδοτήσουν την εκπαίδευσή τους. Κολλέγια και πανεπιστήμια κακής ποιότητας, όπως ορισμένα κερδοσκοπικά πανεπιστήμια με χαμηλή απόδοση, εξακολουθούν να έχουν πρόσβαση σε ομοσπονδιακά φοιτητικά δάνεια. Αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι δεν παρέχεται εκπαίδευση υψηλής ποιότητας. Εάν οι δανειολήπτες φοιτητικών δανείων σε αυτά τα πανεπιστήμια δεν μπορούν να αποπληρώσουν φοιτητικά δάνεια, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση φέρει το οικονομικό κόστος.
Χωρίς μεταρρύθμιση, οι δανειολήπτες φοιτητικών δανείων και οι οικογένειές τους θα συνεχίσουν να πλήττονται από χρέη φοιτητικών δανείων και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ θα είναι οικονομικά υπεύθυνη εάν οι δανειολήπτες φοιτητικών δανείων αθετήσουν τα φοιτητικά τους δάνεια. Η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει ήδη ακυρώσει σχεδόν 32 δισεκατομμύρια δολάρια από το ανεξόφλητο ομοσπονδιακό φοιτητικό χρέος των 1,7 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, επεκτείνοντας τα υπάρχοντα προγράμματα σε εργαζόμενους του δημόσιου τομέα, δανειολήπτες με ειδικές ανάγκες και φοιτητές/ήτριες που εξαπάτησαν τα κερδοσκοπικά κολέγια/πανεπιστήμα. Το χρέος του πανεπιστημίου είναι ένα από τα πιο σημαντικά οικονομικά βάρη που αντιμετωπίζουν οι νέοι σήμερα στις ΗΠΑ. Σχεδόν οι μισοί από τους/ις φοιτητές/ήτριες που λαμβάνουν δάνεια για το πανεπιστήμιο δεν τελειώνουν μέσα σε έξι χρόνια τις σπουδές τους.
Ερωτήματα: Πως θα πληρώσουν οι φοιτητές/ήτριες χαμηλών οικονομικών στρωμάτων στην Ελλάδα τα δίδακτρα στα ιδιωτικά πανεπιστήμια; Θα δημιουργηθούν ειδικά φοιτητικά δάνεια; Ποιος θα αναλάβει το οικονομικό κόστος των δανείων αυτών σε περίπτωση που δεν υπάρχει η δυνατότητα αποπληρωμής τους; Ποιος θα αναλαμβάνει την αποπληρωμή των δανείων σε περίπτωση που κάποιο ιδιωτικό πανεπιστήμιο κλείσει ή κηρύξει πτώχευση;
Οι κοινωνικές επιπτώσεις των ιδιωτικών πανεπιστημίων
Σύμφωνα με έρευνες, οι φοιτητές/ήτριες είναι η μεγαλύτερη κατηγορία ανθρώπων που εμπλέκεται στην πρακτική της «σεξουαλικής χορηγίας», μιας μορφής πορνείας όπου αντί για χρήματα δίνονται δώρα και υλικά αγαθά με αντάλλαγμα το σεξ. Το υψηλό κόστος ζωής κατά τη διάρκεια των σπουδών μπορεί είναι πολύ επαχθές για έναν οικογενειακό προϋπολογισμό. Χαμηλές υποτροφίες σε συνδυασμό με τα ωράρια των μαθημάτων αποτελούν δυσμενείς συνθήκες για την ανάληψη εργασίας πλήρους απασχόλησης και έχουν ωθήσει τους νέους στον κόσμο του «σεξουαλικού επιχειρείν» (Gardian, 2010). ‘Ερευνα στην Πολωνία έδειξε ότι σε ένα δείγμα 1877 φοιτητών/ητριών, 321 άτομα (17,2%) εκπορνευόταν και 195 άτομα (10,4%) λάμβανε δώρα ως αντάλλαγμα για προσφορά σεξ – σεξουαλική χορηγία (Wylęgły, 2019). Η ίδια έρευνα έδειξε ότι υπάρχει μια ισχυρή συσχέτιση μεταξύ της φοιτητικής πορνείας και της δύσκολης οικογενειακής οικονομικής κατάστασης. Φαίνεται ότι τα άτομα που είναι επιρρεπή στην πορνεία μεγάλωσαν σε φτωχές οικογένειες, όπου οι γονείς δεν μπορούσαν να αντεπεξέλθουν σε όλες τις υλικές ανάγκες των παιδιών τους. Πρόσφατη αντίστοιχη έρευνα στην Γερμανία έδειξε ότι το 5,2 του δείγματος (227 φοιτητές/ήτριες από ένα δείγμα 4386) εκπορνευόταν και ο κυριότερος λόγος ήταν οικονομικός (35,7%) (Ernst et al., 2021).
Στις ΗΠΑ φοιτητές/ήτριες χαμηλού εισοδήματος με υψηλούς βαθμούς στο λύκειο έχουν σχεδόν 20 τοις εκατό λιγότερες πιθανότητες να εγγραφούν στο πανεπιστήμιο από τους/ις εύπορους/ες φοιτητές/ήτριες με χαμηλές βαθμολογίες. Στην αναφορά Unequal Colleges in the Age of Disparity, ο Charles Clotfelter τεκμηρίωσε την «αναδιαλογή πελατών» προς τα πάνω και προς τα κάτω στα πανεπιστήμια των ΗΠΑ. Στα ελίτ ιδιωτικά πανεπιστήμια, το μέσο οικογενειακό εισόδημα των φοιτητών έχει «αυξηθεί πάνω από το εθνικό μέσο» ενώ οι φοιτητές/ήτριες που φοιτούν σε κολέγια/πανεπιστήμια με λιγότερους πόρους υστερούν όλο και περισσότερο. Τα κορυφαία πανεπιστήμια της Αμερικής βοηθούν τους ως επί το πλείστον εύπορους φοιτητές/ήτριες τους να συγκεντρώσουν ακόμη περισσότερο πλούτο, επιρροή και δύναμη, ενώ πάρα πολλοί που φοιτούν σε ιδρύματα χαμηλότερου κύρους επιβαρύνονται από χρέη και αγωνίζονται να αποφοιτήσουν.
Αυτά είναι ενδεικτικά στοιχεία ενός εκπαιδευτικού συστήματος που διαστρωματώνεται σε βάθος ολοένα και περισσότερο. Αν η τριτοβάθμια εκπαίδευση κάποτε βοήθησε στη μείωση των ανισοτήτων, τώρα με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια πολύ συχνά τις συντηρεί και τις ενισχύει.
Ερωτήματα: Τελικά τι θέλουμε να επιτύχουμε με την ίδρυση των ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα; Την αύξηση των ανισοτήτων, την οικονομική, και αξιακή εξαθλίωση της ελληνικής κοινωνίας;
Αν αναλογιστούμε το αυξημένο κόστος των διδάκτρων στα ιδιωτικά πανεπιστήμια, το αυξημένο κόστος φοιτητικής στέγασης (αυξήθηκε κατά 35% το 2022), το ότι το 28,3% του πληθυσμού της Ελλάδας βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, το μειωμένο μέσο ετήσιο εισόδημα των νοικοκυριών (17.089 Ευρώ), τον αυξανόμενο πληθωρισμό και υψηλό κόστος διαβίωσης, η χρονική στιγμή ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων σε μια κοινωνία η οποία έχει εξαθλιωθεί οικονομικά είναι όχι μόνο άστοχη αλλά και εγκληματική.
Συνεπώς, αντί να αντιγράφουμε αποτυχημένα μοντέλα εκπαίδευσης (ήδη ο νόμος 4957/ 2022 για τα ΑΕΙ ο οποίος προσπάθησε να αντιγράψει μοντέλα διοίκησης τους από το εξωτερικό όχι μόνο απέτυχε αλλά περιόρισε σε μεγάλο βαθμό τις δημοκρατικές τους διαδικασίες), καλό θα ήταν να προσπαθήσουμε να βελτιώσουμε και να υποστηρίξουμε το υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα. Η μη ύπαρξη ιδιωτικών πανεπιστημίων δεν αποτελεί πρόβλημα σήμερα για την ελληνική κοινωνία του μεγάλου πληθωρισμού και μειωμένου μέσου εισοδήματος.
Αν μας ενδιαφέρει πραγματικά η τριτοβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα ζητήματα όπως η έλλειψη ακαδημαϊκής ελευθερίας (η χώρα μας είναι τελευταία στην κατάταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση μαζί με την Πολωνία με σκορ 0.78 το 2021 από 0.87 το 2011), η καλύτερη διαχείριση των πόρων και η μείωση της γραφειοκρατίας των δημόσιων πανεπιστημίων, και η έλλειψη τεχνολογικής εκπαίδευσης η οποία έχει δημιουργήσει σημαντικά κενά στην αγορά εργασίας, αποτελούν κάποιους από τους τομείς στους οποίους θα πρέπει να δοθεί άμεση προσοχή και να γίνουν διαρθρωτικές αλλαγές.
* H Ροδούλα Τσιότσου είναι καθηγήτρια, Τμήμα Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων Πανεπιστήμιο Μακεδονίας
πηγή: Ναυτεμπορική