Η νομιμοποίηση ή διοικητική τακτοποίηση μεταναστών, ανεξάρτητα από την ορολογία που χρησιμοποιείται στο δημόσιο λόγο, αναφέρεται σε μια διαδικασία απόδοσης νόμιμου καθεστώτος διαμονής σε διάφορες κατηγορίες πολιτών τρίτων χωρών, οι οποίοι ζουν και εργάζονται παράτυπα στη χώρα μας ή έχουν απωλέσει τη νομιμότητα της διαμονής τους.
Βασίλειος Κερασιώτης*
Δυνατότητα νόμιμης μετανάστευσης στην Ελλάδα υφίσταται για πολύ συγκεκριμένες κατηγορίες πολιτών τρίτων χωρών (πχ golden visa) και σίγουρα όχι για την ευρεία μάζα πολιτών που διαβιούν στη χώρα μας και οι οποίοι, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, έχουν εισέλθει στην επικράτεια χωρίς νόμιμη θεώρηση εισόδου. Σύμφωνα με την Οδηγία Επιστροφών (ν.3907/2011), τα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν τη δυνατότητα είτε να επιστρέψουν έναν παράτυπο μετανάστη είτε να του/της παράσχουν τίτλο διαμονής. Έτσι, νομιμοποιώντας τους παράτυπους μετανάστες, η Ελλάδα απλώς χρησιμοποιεί τη διακριτική της ευχέρεια βάσει της Οδηγίας για την Επιστροφή. Εξάλλου οι 3 Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις (ΚΥΑ) για την μετάκληση που εκδόθηκαν τον Φεβρουάριο του 2017[1], τον Φεβρουάριο του 2019[2] και τον Φεβρουάριο του 2021[3] καθώς και οι συμπληρωματικές αυτών, δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες σε ανθρώπινο δυναμικό της ελληνικής οικονομίας ούτε όμως λαμβάνουν υπόψη το πραγματικό μέγεθος της απασχόλησης μεταναστών εργατών σε αυτήν. Οι αριθμοί πχ εργατών γης που προβλέπονταν για την πλειονότητα των Περιφερειακών Ενοτήτων (ΠΕ) ήταν αρχικά μηδενικοί ή πολύ μικροί. Ακόμη και στην πιο πρόσφατη ΚΥΑ οι ανώτατοι αριθμοί σε πολλές περιπτώσεις δεν αναλογούν στους μεγάλους πληθυσμούς εργατών γης που εντοπίζονται σε διάφορες ΠΕ.
Κατά τη διάρκεια του 2023 εφαρμόστηκε στην ελληνική έννομη τάξη μια καινοτόμος διαδικασία, το μνημόνιο συνεργασίας Ελλάδας-Μπαγκλαντές (ν. 4959/2022), το οποίο προβλέπει, ανάμεσα σε άλλα, τη διοικητική τακτοποίηση, ήτοι νομιμοποίηση του καθεστώτος διαμονής όλων των ευρισκόμενων προ της 9.2.2022 (ημερομηνία υπογραφής της διμερούς συμφωνίας στη Ντάκα), χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα στη χώρα μας πολιτών Μπαγκλαντές. Η εν λόγω νομοθεσία που ίσχυσε ως το τέλος του 2023 έθεσε σε διαδικασία νομιμοποίησης διαμονής περί τους 11,000 παράτυπα εργαζόμενους, κυρίως στην αγροτική οικονομία, φιλοδοξώντας ταυτόχρονα να τερματίσει τα φαινόμενα εκμετάλλευσης που αποκαλύφθηκαν από την απόφαση-σταθμό του ΕΔΔΑ «CHOWDHURY AND OTHERS vs GREECE»(2017), τη γνωστή υπόθεση της Μανωλάδας. Η διμερής συμφωνία με το Μπαγκλαντές αποτέλεσε την πρώτη προσπάθεια άσκησης μεταναστευτικής πολιτικής μετά από πολλά χρόνια. Κι αυτό διότι εισήγαγε μια νέα άδεια διαμονής, η οποία βασίστηκε στο πραγματικό γεγονός της απασχόλησης αυτών των ανθρώπων στην αγορά εργασίας. Ο μηχανισμός για την απόδοση νόμιμου καθεστώτος διαμονής βασίστηκε σε μια σχετικά απλή διαδικασία υπεύθυνης δήλωσης προσφοράς εργασίας (job offer) από τους νυν ή μελλοντικούς εργοδότες τους, καθόσον δε νοείται νόμιμη εργασία χωρίς νόμιμη διαμονή. Παρά τη μη ομοιόμορφη εφαρμογή του από πλευράς αποκεντρωμένης διοίκησης, για πρώτη φορά, ένα αρκετά μεγάλο κομμάτι πληθυσμού πολιτών Μπαγκλαντές και δη στην περιοχή της Μανωλάδας που συγκεντρώνει περίπου 7,000 εργάτες γης είναι αυτή τη δεδομένη χρονική στιγμή νόμιμο ή υπό διαδικασίας νομιμοποίησης.
Ίσως το μόνο αρνητικό της εν λόγω συμφωνίας ήταν το εθνικό της πρόσημο, καθώς δικαιούχοι είναι μόνο οι πολίτες Μπαγκλαντές. Όπως ήταν αναπόδραστο και, παρά το γεγονός ότι αποτέλεσε το πρελούδιο για την αλλαγή στη μεταναστευτική πολιτική της χώρας, η συμφωνία από μόνη της δεν αρκούσε για να καλυφθούν τα κενά σε εργατικά χέρια στην ελληνική κοινωνία και οικονομία. Κατ’ αποτέλεσμα εισήχθη και άρχισε πρόσφατα να εφαρμόζεται το άρ. 193 του ν. 5078/2023,το οποίο δίνει σταδιακά τη δυνατότητα να νομιμοποιηθούν και να εισέλθουν στη νόμιμη αγορά εργασίας όσοι, ανεξαρτήτως εθνικότητας, έχουν εισέλθει στη χώρα ως 31.21.2021,με δεδομένο ότι η ηλεκτρονική πλατφόρμα υποβολής αιτήσεων για τη διαδικασία θα μείνει ανοικτή ως 31.12.2024 (κατά τα πρότυπα του ν. 4959/2022 που αφορούσε ειδικά υπηκόους Μπαγκλαντές και έληξε την 31.12.2023)
Κύρια χαρακτηριστικά της είναι:
-Η προϋπόθεση τρίχρονης προηγούμενης διαμονής στη χώρα και βεβαίωσης εργοδότη ότι το άτομο πρόκειται να εργαστεί σε αυτόν.
-Η δυνατότητα αιτήσεων για χορήγηση αυτής της άδειας διαμονής καθόλη τη διάρκεια του 2024.
-H παροχή βεβαίωσης κατάθεσης μετά την αίτηση της άδειας, που λειτουργεί ως προσωρινός τίτλος διαμονής και δίνει δικαίωμα σε εργασία, ασφάλιση, ΑΜΚΑ κ.ο.κ.
-Η παροχή άδειας διαμονής και άλλα μέλη της οικογένειας του αιτούντος (σύζυγο και παιδιά) που δεν πληρούν την προηγούμενη τριετία στη χώρα και την εργασία.
-Η τρίχρονη διάρκεια της άδειας.
-Η μετέπειτα ανανέωσή της σε οποιοδήποτε άλλο τύπο άδειας διαμονής, το δικαίωμα δηλαδή συνέχισης της διαμονής στη χώρα και μελλοντικής πρόσβασης στο καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος και στο δικαίωμα ελληνικής ιθαγένειας
Η τακτοποίηση των εργαζομένων χωρίς έγγραφα δύναται να τους φέρει στην επίσημη οικονομία, αυξάνοντας τα φορολογικά έσοδα και την οικονομική παραγωγικότητα. Από πλευράς προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μπορεί να παρέχει στους εργαζόμενους χωρίς έγγραφα νομική προστασία, πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και βελτιωμένες συνθήκες εργασίας: Τα νόμιμα έγγραφα δίνουν σαφώς περισσότερες επιλογές για κοινωνική ένταξη και μείωση της εκμετάλλευσης των ευάλωτων εργαζομένων.
Είναι αυτή η διακηρυγμένη βούληση της Πολιτείας σε νομοθετικό επίπεδο αρκετή ώστε να γίνουν πραγματικότητα τα παραπάνω; Κατά τη διοικητική διαδικασία εφαρμογής της νέας νομοθεσίας θα πρέπει να ληφθούν υπόψιν διάφοροι παράγοντες, η δε ομοιόμορφη εφαρμογή από τις υπηρεσίες μιας στάσης των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων κρίνεται ως εκ των ων ουκ άνευ, προκειμένου να εκδοθούν οι άδειες διαμονής. Επιπλέον η εφαρμογή από τους εργοδότες είναι προϋπόθεση για να λειτουργήσει η νομοθεσία στην πράξη. Κατά συνέπεια η ανεξάρτητη αρχή του ΣΕΠΕ, θα πρέπει να εντατικοποιήσει τους ελέγχους σε κακόπιστους εργοδότες για αδήλωτη εργασία, καθώς πλέον υπάρχει νομικό πλαίσιο και δε νοείται νόμιμη απασχόληση χωρίς ασφάλιση.
Τα πρώτα δείγματα εφαρμογής της πρώτης και αρκετά απλούστερης, εν συγκρίσει με το άρ. 193 του ν. 5078/2023 διαδικασίας νομιμοποίησης του μνημονίου Ελλάδος- Μπαγκλαντές (ν. 4959/2022) δεν ήταν διόλου ενθαρρυντικά. Οι διάφορες υπηρεσίες αλλοδαπών ανά την επικράτεια ερμηνεύουν το νόμο κατά το δοκούν, οδηγώντας σε ανεπιεική αποτελέσματα. Το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της contra legem εφαρμογής είναι η απαίτηση προσκόμισης μισθωτηρίου συμβολαίου στο όνομα του αλλοδαπού κατά τη στιγμή της αίτησης (!), προκειμένου η υπηρεσία να εδράσει την κατά τόπο αρμοδιότητά της να εξετάσει την αίτηση, ενώ ο ίδιος ο Κώδικας Μετανάστευσης απαγορεύει ρητά, στις γενικές του διατάξεις, τη σύναψη μισθώσεως σε αλλοδαπούς χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα! Ακόμη χειρότερα, η εν λόγω γραφειοκρατική απαίτηση, πέρα από άνευ λόγου καθυστερήσεις, δημιουργεί ένα διοικητικό φαύλο κύκλο, καθώς πολλοί αλλοδαποί συμπολίτες μας πέφτουν θύματα κυκλωμάτων που τους εφοδιάζουν με μισθωτήρια συμβόλαια τα οποία δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του νόμου. Ιδιαίτερη μνεία χρήζει στο σημείο αυτό το δρακόντειο άρθρο 20 του ν. 5038/2023 το οποίο απαγορεύει για 5 χρόνια τη νομιμοποίηση σε όσους έχουν χρησιμοποιήσει ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες σε κατά καιρούς προσπάθειες τους να αποκτήσουν άδειας διαμονής. Έχει ιδιαίτερη σημασία να σημειώσουμε ότι, όπως προκύπτει από το σώμα της με αριθ. πρωτ. 24621/ 22-01-/2024 εγκυκλίου της Γενικής Γραμματείας Μεταναστευτικής Πολιτικής, «Πολίτης τρίτης χώρας, ο οποίος είχε υποβάλει μετά την 1.4.2023 αίτημα για τη χορήγηση άδειας διαμονής και το αίτημα του απορρίπτεται διότι «χρησιμοποιήθηκαν ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες, πλαστά ή παραποιημένα έγγραφα ή διαπράχθηκε με οποιονδήποτε τρόπο απάτη ή ότι χρησιμοποιήθηκαν άλλα παράνομα μέσα» σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 20 του ν. 5038/2023, δεν υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 193, δεδομένου ότι ισχύει ο πενταετής (5) περιορισμός για την υποβολή εκ νέου αίτησης για τη χορήγηση άδειας διαμονής». Περαιτέρω διάφορα προβλήματα δύναται να δημιουργηθούν σχετικά με την απόδειξη της συνεχούς και αδιάλειπτης τριετούς διαμονής στη χώρα, προκειμένου να υπαχθούν στη διαδικασία. Συχνά οι αποκεντρωμένες διοικήσεις ουδόλως εστιάζουν στην ουσία του ζητήματος και τείνουν να αποκλείουν κάποια έγγραφα βεβαίας χρονολογίας, παρά την ενδεικτική και όχι περιοριστική αναφορά τους στην εγκύκλιο του νόμου, ενώ είναι γνωστό τοις πάσι ότι οι ‘’χωρίς χαρτιά» συχνά δε φέρουν κανενός είδους χαρτιά! Συνεπεία των ανωτέρω, οι νέες διατάξεις δε φαίνεται να ερμηνεύονται υπό το φως της νομιμοποίησης που διέπει το πνεύμα του νέου νόμου. Αρνητικό, επίσης, αντίκτυπο, δύναται να επιφέρει και τυχόν αλλαγή σε ονοματεπωνυμικά στοιχεία σε προηγούμενο αίτημα ασύλου του αλλοδαπού, σε σχέση με το εθνικό του διαβατήριο. Είναι γνωστό ότι το αίτημα ασύλου υπήρξε για πολλά χρόνια ο μόνος τρόπος για πρόσβαση, έστω και για περιορισμένο χρονικό διάστημα, σε δικαιώματα και αποτελεί, διαχρονικά, τη γέφυρα μεταξύ διεθνούς προστασίας και νόμιμης μετανάστευσης. Τα ανωτέρω παραδείγματα καταχρηστικών απορρίψεων εκ μέρους της διοίκησης δυστυχώς είναι σε θέση να θέσουν εκποδών μια μεγάλη μερίδα πληθυσμού και η ευρεία νομιμοποίηση που εισάγεται με το άρ.193 να αφορά τελικά έναν πολύ μικρότερο αριθμό από αυτόν που υπολογίζεται, να γεννήσει ακυρωτικές διαφορές στα δικαστήρια και τελικά να καταστεί κενό γράμμα.
Βασίλειος Κερασιώτης
Δικηγόρος παρ αρείω πάγω
Νομικός παραστάτης “chowdury and others vs Greece”
[1] ΚΥΑ 4872/105/2017 Καθορισμός ανώτατου αριθμού αδειών διαμονής για εργασία πολιτών τρίτων χωρών για τα έτη 2017 και 2018.
[2] ΚΥΑ 8480/289/2019 Καθορισμός ανώτατου αριθμού αδειών διαμονής για εργασία πολιτών τρίτων χωρών για τα έτη 2019 και 2020.
[3] ΚΥΑ 5269/139/2021 Καθορισμός ανώτατου αριθμού αδειών διαμονής για εργασία πολιτών τρίτων χωρών για τα έτη 2021 και 2022.