Πολλαπλώς στιγματισμένες παραμένουν οι εργάτριες του σεξ στη χώρα μας καθώς, αν και υφίστανται πολλές φορές σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση, δεν το καταγγέλλουν φοβούμενες ότι η εργασιακή τους κατάσταση και η επιβίωση θα χειροτερέψουν.
«Είναι γεγονός πως λόγω της στιγματικής αντίληψης ότι οι εκδιδόμενες γυναίκες δεν μπορούν να υποστούν σεξουαλική επίθεση, συνήθως σήμερα μένουν έξω από την εθνική συζήτηση γύρω από το Metoo. Το έργο τους ποινικοποιείται, κάτι που ενισχύει την ευαλωτότητά τους στη βία, άλλα εγκλήματα και μορφές εργασιακής εκμετάλλευσης», τονίζει η κοινωνική λειτουργός Πολυχρονία Ανέστη Κωνσταντινίδου στη διπλωματική της εργασία, με θέμα «Η κοινωνιολογική προσέγγιση της κακοποιητικής διάστασης των εργατριών του σεξ μέσω του πρίσματος μη κυβερνητικών οργανώσεων», στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού της στο Τμήμα Ιατρικής, Ιατροδικαστικής – Ψυχιατροδικαστικής με επιβλέποντα καθηγητή τον Δρ. Φώτιο Χατζηνικολάου. Στοιχεία από την εργασία της θα παρουσιάσει η κ. Κωνσταντινίδου στο «2o Συνέδριο Ιατροδικαστικής- Ψυχιατροδικαστικής», που αρχίζει αύριο στη Θεσσαλονίκη και πραγματοποιείται στο πλαίσιο του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών του ΑΠΘ, με τίτλο «Ιατροδικαστική-Ψυχιατροδικαστική», σε συνεργασία με την Ελληνική Ψυχιατροδικαστική Εταιρεία και τελεί υπό την αιγίδα του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου, της Σχολής Επιστημών Υγείας και του Τμήματος Ιατρικής του ΑΠΘ.
Όπως διευκρίνισε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Κωνσταντινίδου, η οποία εργάζεται στο Τμήμα Ψυχιατροδικαστικής του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης, επισκέφθηκε κρατικές υπηρεσίες και οργανώσεις που δέχονται θύματα κακοποίησης, μίλησε με γιατρούς και δικηγόρους και διάβασε σχετικές έρευνες για το θέμα προκειμένου να εκπονήσει την μεταπτυχιακή της εργασία. Συμπερασματικά, διαπίστωσε ότι η βία την οποία υφίστανται οι εκδιδόμενες γυναίκες στους χώρους όπου παρέχουν τις υπηρεσίες τους είναι ιδιαίτερα υψηλή και σοβαρή και υπάρχει ανησυχία για την αναμενόμενη εμφάνιση νέων επεισοδίων βίας στο εγγύς μέλλον, ιδιαίτερα μεταξύ των μεταναστριών, τρανς ή φορέων HIV εκδιδόμενων γυναικών.
«Οι στάσεις του γενικού πληθυσμού και της αστυνομίας απέναντι στις γυναίκες που εκπορνεύονται, αντικατοπτρίζουν τις πεποιθήσεις για τη σεξουαλικότητα που αποκλίνουν από τις κανονιστικές οδηγίες, αυξάνοντας το στίγμα προς τις γυναίκες που παρέχουν σεξουαλικές υπηρεσίες. Ταυτόχρονα, χρησιμεύουν για τη νομιμοποίηση της βίας που ασκείται κατά αυτών», επισημαίνεται σχετικά.
Σύμφωνα με την κ. Κωνσταντινίδου, οι επιζώσες που αναζητούν ανακούφιση από τη βία που υφίστανται, καλούνται να κινήσουν διάφορες διακριτές και συχνά μακροχρόνιες νομικές διαδικασίες, ενώ, εκτός από την κουλτούρα της σιωπής που χαρακτηρίζει το πρόβλημα, οι γυναίκες που είναι αρκετά τολμηρές να καταγγείλουν ένα περιστατικό βίας, στην πορεία απογοητεύονται. «Οι καταγγελίες των εκδιδόμενων γυναικών είναι σημαντικό να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο σεβασμό που θα δινόταν σε οποιαδήποτε άλλα θύματα εγκληματικών πράξεων και οι καταγγελίες να εξετάζονται και να διερευνώνται χωρίς κυρώσεις σε αυτά τα θύματα βίας», τονίζει.
Σημειώνει, τέλος, ότι για να διασφαλιστεί ότι οι εκδιδόμενες γυναίκες αντιμετωπίζονται με αξιοπρέπεια, είναι σημαντικό για τους υποστηρικτές, τους παρόχους υπηρεσιών και τις κοινοτικές οργανώσεις να γίνουν παραγωγικοί εταίροι με την αστυνομία μέσω εκστρατειών εκπαίδευσης και ευαισθητοποίησης της κοινωνίας.
Στόχος του «2oυ Συνεδρίου Ιατροδικαστικής – Ψυχιατροδικαστικής» που αρχίζει αύριο και ολοκληρώνεται στις 14 Απριλίου, στο ξενοδοχείο «Electra Palace», είναι να προσεγγίσει επίκαιρα ζητήματα που απασχολούν τη σύγχρονη κοινωνία και συχνά προβληματίζουν ως προς τον τρόπο διαχείρισής τους. Στις εργασίες του Συνεδρίου θα συμμετάσχουν ιατροί πολλών ειδικοτήτων, νομικοί, δικαστικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί και εκπρόσωποι από σώματα ασφαλείας.