Όπως είθισται, λίγο πριν από το άνοιγμα των θερινών κινηματογράφων πέφτει και το ενδιαφέρον των καινούργιων ταινιών.
Έτσι, γι’ αυτή την εβδομάδα έχουν προγραμματιστεί έξι πρεμιέρες, σχετικά περιορισμένου ενδιαφέροντος, με εξαίρεση το γνωστό και πετυχημένο επικό φραντσάιζ «Το Βασίλειο του Πλανήτη των Πιθήκων», που αν και αδύναμο σε σχέση με τα προηγούμενα, θα βρει πιθανότατα το δικό του κοινό.
Ένα κάποιο βλέμμα αξίζει και η σάτιρα «Club Zero» της Τζέσικα Χάουσνερ, ενώ το ιαπωνικό animation «Detective Conan: To Μαύρο Υποβρύχιο» μας έρχεται με τις καλύτερες συστάσεις.
Club Zero
(“ Club Zero”) Θρίλερ, αυστριακής και διεθνούς συμπαραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Τζέσικα Χάουσνερ, με τους Μία Βασικόβσκα, Ξένια Ντεβριέντ, Σαμ Χορ, Σίτσε Μπάμπετ Κνούτσεν, Έλσα Ζιμπερστάιν κα.
Ένα σοβαρό ζήτημα, όπως είναι αυτό της διατροφής, που αναμένεται να στοιχίσει σε εκατομμύρια ζωές, λόγω της εκβιομηχάνισης και επεξεργασίας των προϊόντων, αλλά και των κακών συνηθειών, για γρήγορα και ανθυγιεινά γεύματα, για μια μερίδα του κόσμου έχει μεταβληθεί σε μία υστερία, ενδεχομένως πιο επικίνδυνη και από τα δηλητηριώδη «καλούδια» που πωλούνται ελεύθερα παντού.
Η Τζέσικα Χάουσνερ, έπειτα από το φουτουριστικό «Λουλούδι της Ευτυχίας», καταπιάνεται με την τελευταίας κοπής διατροφική τρέλα, εκτοξεύοντας τα βέλη της κριτικής της στους πιστούς – κατά βάση μέλη μιας σύγχρονης μπουρζουαζίας – της υγιεινής διατροφής, που έχουν αντικαταστήσει την όποια θρησκεία με την αγιότητα του μαρουλιού και της φακής.
Ωστόσο, η Χάουσνερ, με τη νέα της ταινία, που προβλήθηκε και στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Καννών, δείχνει να χάνει την ευστοχία της και τη δυναμική των πρώτων ταινιών της («Προσκύνημα στη Λούρδη», «Τρελή Αγάπη»), πελαγοδρομώντας σε μία σάτιρα, χωρίς συγκεκριμένο στόχο.
Σε ένα ακριβό ιδιωτικό σχολείο, τα παιδιά των πλουσίων οικογενειών, λίγο πολύ παραμελημένα από τους γονείς τους, προσπαθούν να ξεπεράσουν τα ψυχολογικά τους προβλήματα. Εκεί καταφτάνει μια νέα δασκάλα, για τη διατροφή, η οποία υποστηρίζει ότι το σώμα δεν χρειάζεται μεγάλες ποσότητες τροφής για να λειτουργεί. Στην πραγματικότητα, όμως, ο στόχος της είναι να μάθει η ανθρωπότητα να ζει χωρίς φαγητό και οι μαθητές της να γίνουν μέλη του «Club Zero», μιας ιδεατής κοινότητας εκλεκτών που επιβιώνουν δίχως να καταναλώνουν τροφή. Πολύ γρήγορα, η δασκάλα, θα κερδίσει την εμπιστοσύνη των ανασφαλών μαθητών της, υιοθετώντας τα πιστεύω της, ενώ οι αδιάφοροι γονείς θα αργήσουν να συνειδητοποιήσουν τους κινδύνους που κρύβουν οι πεποιθήσεις της.
Η ταινία από την αρχή, ξεκινά με μία ειρωνική διάθεση, με μια κάρτα που προειδοποιεί ότι το φιλμ «περιέχει σκηνές που απεικονίζουν διατροφικές διαταραχές», αλλά πολύ γρήγορα η Χάουσνερ δείχνει να της ξεφεύγει το μείζον και να πασαλείβει θέματα για τις εμμονές των πλουσίων, τις ψυχολογικές διαταραχές του σύγχρονου δυτικού κόσμου, την ίδια στιγμή που εκατομμύρια άνθρωποι στερούνται ένα πιάτο φαΐ, αλλά και τη γοητεία που ασκεί το νέο φρούτο της εποχής, οι σύγχρονοι προφήτες της ευζωίας.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα της ταινίας, ωστόσο, είναι η επιφανειακή προσέγγιση, η ανάδειξη του προφανούς, χωρίς να διεισδύει βαθύτερα, να αγγίζει την ουσία του προβλήματος, για έναν κόσμο που το εξωτερικό περίβλημα είναι σημαντικότερο από το περιεχόμενο και είναι έτοιμος να χρυσοπληρώσει ακόμη και ένα άδειο πιάτο.
Η σατιρική διάθεση της Χάουσνερ μοιάζει σκόρπια, χάνεται πίσω από στιλιζαρισμένες εικόνες και αφήνει μία γεύση, όπως και τα άδεια πιάτα που προτείνει η δασκάλα διατροφής.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Σε ένα ακριβό ιδιωτικό σχολείο, μια νεαρή δασκάλα αναλαμβάνει να αλλάξει προς το καλύτερο τις διατροφικές συνήθειες των μαθητών με ένα πρωτοποριακό σεμινάριο «ενσυνείδητης διατροφής». Καθώς οι τακτικές της γίνονται ολοένα και πιο ακραίες, με αποτέλεσμα οι απόψεις της να θυμίζουν πλέον περισσότερο αρχηγό αίρεσης παρά διατροφολόγου, η υγεία των παιδιών αρχίζει να κλονίζεται επικίνδυνα με απρόβλεπτες συνέπειες.
Το Βασίλειο του Πλανήτη των Πιθήκων
(“ Kingdom of the Planet of the Apes”) Περιπέτεια φαντασίας, αμερικάνικης παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Γουές Μπολ, με τους Όουεν Τιγκ, Φρέγια Άλαν, Κέβιν Ντουράντ κα.
Το γνωστό φραντσάιζ επιστρέφει εκεί που το άφησε η αναγεννημένη τριλογία, που ολοκληρώθηκε το 2017, με τον «Πλανήτη των Πιθήκων: Η Σύγκρουση», σε μία ακόμη χορταστική και εύπεπτη περιπέτεια, που σέβεται την μπλοκμπάστερ καταγωγή της.
Παραδίδοντας τη σκηνοθεσία από τον έμπειρο και ικανότατο Ματ Ριβς στον Γουές Μπολ του «Λαβύρινθου» και στον σεναριογράφο Τζος Φρίντμαν, η 20th Century Studios ποντάρει στην ισχυρή φήμη και το πέρασμα του φραντσάιζ στο νεανικό κοινό, για μια εξασφαλισμένη οικονομική επιτυχία, παρότι δείχνει ως ένα βαθμό εξαντλημένο το θέμα της, αποδεικνύοντας ότι η ένδεια ιδεών και σεναρίων στο Χόλιγουντ, ορισμένες φορές φέρνει απόγνωση και τον πνιγμένο να πιάνεται από τα μαλλιά του.
Σχεδόν 300 χρόνια μετά τα γεγονότα του «Πλανήτη των Πιθήκων: Η Σύγκρουση» (όπου οι πίθηκοι δέχονται την επίθεση των ανθρώπων) οι πολιτισμοί των πιθήκων έχουν αναδυθεί από την όαση που τους είχε οδηγήσει ο Σίζαρ, ενώ οι άνθρωποι έχουν υποχωρήσει σε μία άγρια, πρωτόγονη κατάσταση. Όταν ο αρχηγός των πιθήκων, Πρόξιμους Σίζαρ, διαστρέφει τις διδασκαλίες του Σίζαρ για να υποδουλώσει άλλες φυλές, ο Νόα, ένας κοινός χιμπατζής, ξεκινά ένα οδυνηρό ταξίδι μαζί με έναν νεαρό άνθρωπο, τον Νόβα, για να καθορίσει το μέλλον των πιθήκων και των ανθρώπων.
Στο νέο κεφάλαιο υπάρχει, από τη μια, η αντιστροφή του ρόλου κακών – καλών, καθώς οι άνθρωποι βρίσκονται στη θέση των θυμάτων και οι πίθηκοι, με αρχηγό τον Πρόξιμους Σίζαρ στο ρόλο των δυναστών και απ’ την άλλη ένα διφορούμενο και υπεραπλουστευμένο μήνυμα για τον κίνδυνο που μπορεί να έρθει από τη διαστρέβλωση των διδασκαλιών και ορισμένες ψυχροπολεμικές ιδέες, θυμίζοντας άλλες εποχές.
Ακόμη όμως και αν προσπεράσει κάποιος αυτή τη διακριτική μετάδοση των ψυχροπολεμικών ιδεών από το Χόλιγουντ, είναι δύσκολο να χωνέψει για μια ακόμη φορά την επανάληψη όλων των μοτίβων του φραντσάιζ, τις συνταγές που ακολουθούνται ως ξεπατικωτούρα και τα κλισέ μιας περιπέτειας, που έχει να αναδείξει μία περιπετειώδη ένταση, ορισμένες σκηνές δράσης και τις ψηφιακές δυνατότητες, που δεν χτυπούν στο μάτι και εντάσσονται αρμονικά στο φυσικό περιβάλλον της Αυστραλίας, όπου γυρίστηκε και το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Χρόνια μετά τη βασιλεία του Σίζαρ οι πίθηκοι είναι το κυρίαρχο είδος και ζουν αρμονικά μεταξύ τους, ενώ οι άνθρωποι ζουν περιορισμένοι και κρυμμένοι. Καθώς ένας νέος τυραννικός ηγέτης χτίζει την αυτοκρατορία του, ένας νεαρός πίθηκος ξεκινά ένα οδυνηρό ταξίδι που θα τον κάνει να αμφισβητήσει όλα όσα γνώριζε για το παρελθόν.
The Big Father
(“ The Big Father») Δραματική σάτιρα, ελληνικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Στραγαλινού, με τους Νίκο Παντελίδη, Έλενα Τυρέα, Νοέμη Βασιλειάδου, Χριστίνα Μπρέκου, Χρήστο Ζαχάρωφ, Κωστή Σαββιδάκη, Γιώργο Γιαννόπουλο κα.
Επίκαιρη σάτιρα της εποχής μας, με μαύρο χιούμορ, από τον Κωνσταντίνο Στραγαλινό, στην πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, που επιλέχθηκε να συμμετάσχει στο διεθνές διαγωνιστικό τμήμα του 36ου Πανοράματος Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου και σε αρκετά άλλα φεστιβάλ.
Η ταινία προσπαθεί να συνδυάσει το κοινωνικό δράμα, με τη σάτιρα και το μαύρο χιούμορ, μέσα από τους χαρακτήρες μίας ελληνικής οικογένειας και να αναδείξει τα προβλήματα από τη μακρά οικονομική κρίση, τον εγκλεισμό και τις συνέπειες που έφερε η covid, αλλά και διαχρονικά ζητήματα όπως την πατριαρχία, τη χειραγώγηση μέσω της τηλεόρασης, τον εθισμό που προκαλούν πλέον των reality show, αλλά και την ενδοοικογενειακή βία.
Ο Άγγελος, σκηνοθέτης στο επάγγελμα, θέλει να πραγματοποιήσει το όραμά του για την δημιουργία της νέας του ταινίας, συλλαμβάνοντας μια παράξενη ιδέα. Αποφασίζει να γυρίσει την ταινία του στο ίδιο του το σπίτι, που κινδυνεύει με κατάσχεση από τις τράπεζες, τοποθετώντας τον εαυτό του, τη γυναίκα του και τα τρία παιδιά του στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Ένας διεφθαρμένος παραγωγός, σε συνεργασία με έναν ανερχόμενο όμιλο επιχειρήσεων, εκμεταλλεύονται την οικονομική δυσχέρεια του Άγγελου, με σκοπό την προώθηση εταιρικών προϊόντων και την τοποθέτησή τους μέσα στο έργο. Τα παιδιά μετατρέπονται σε πειραματόζωα που συνεχώς δοκιμάζουν νέα προϊόντα, υποτίθεται για τις ανάγκες της μυθοπλασίας. Ο Άγγελος αρχίζει να κινηματογραφεί αλλόκοτες σκηνές που εκθέτουν τον ίδιο και την οικογένειά του, παίρνοντας σταδιακά έναν δρόμο χωρίς επιστροφή…
Για μια ακόμη φορά, σε μια ελληνική παραγωγή, οι καλές προθέσεις και ορισμένες ενδιαφέρουσες ιδέες δεν περνούν πάντα στην οθόνη, καθώς το βαρυφορτωμένο σενάριο γλιστράει από τον πυρήνα του βασικού θέματος, που δεν είναι άλλο από το μέχρι πού μπορεί να φτάσει ένας άνθρωπος, θυσιάζοντας τις αξίες του, για να σωθεί ο ίδιος και κατ’ επέκταση το σπίτι του.
Ο σκηνοθέτης, στην προσπάθειά του να σπάσει την εικονική πραγματικότητα των σύγχρονων κοινωνιών, θα καταφέρει ως ένα σημείο να σκιαγραφήσει ορισμένα κωμικοτραγικά γεγονότα και καταστάσεις, αλλά και πώς ένας άνθρωπος, έπειτα από τα αλλεπάλληλα χαστούκια της ζωής και τον εγκλεισμό, θα φανερώσει την τρέλα που έκρυβε πίσω από ένα φυσιολογικό προσωπείο. Κάτι που συνειδητοποιούμε, είναι η αλήθεια, καθημερινά πλέον, με τα πολλά περιστατικά βίας ή και αλλοπρόσαλλης συμπεριφοράς. Κάτι που βλέπουμε και στον κεντρικό ήρωα, σε συνδυασμό με τα κόμπλεξ μεγαλείου και ναρκισσισμού που κουβαλά.
Το φιλμ, ωστόσο, ορισμένες φορές δείχνει να χάνει την πορεία του, με τα πολλά μπες βγες από το κοινωνικό δράμα στη σάτιρα και από την κωμωδία στον τρόμο, ενώ και οι βασικοί χαρακτήρες δεν πείθουν και δείχνουν αδούλευτοι.
Με δυο λόγια, ακόμη μία ενδιαφέρουσα προσπάθεια, που μένει στα μισά από τις εμφανείς αδυναμίες της ταινίας. Ας κρατήσουμε, τουλάχιστον, την παρατήρηση ότι ο «μεγάλος αδελφός» αναβαθμίζεται σε «μεγάλο πατέρα».
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η περιπέτεια ενός οικογενειάρχη και σκηνοθέτη στο επάγγελμα, ο οποίος στην προσπάθειά του να σώσει το σπίτι του από τις τράπεζες, καταλήγει να μετατρέψει τη ζωή του και αυτή της οικογένειάς του σε ριάλιτι σόου.
Sobibor
(“ Sobibor”) Ιστορικό πολεμικό δράμα, ρωσικής παραγωγής του 2018, σε σκηνοθεσία Κονσταντίν Χαμπένσκι, με τους Κονσταντίν Χαμπένσκι, Μαρία Κοζεβνίκοβα, Κριστόφ Λαμπέρ, Βόλφγκανγκ Τσέρνι κα.
Βασισμένη σε ένα αληθινό γεγονός του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τη μοναδική πετυχημένη απόπειρα εξέγερσης και απόδρασης από ναζιστικό στρατόπεδο εξόντωσης, η ταινία του Ρώσου ηθοποιού Κονσταντίν Χαμπένσκι σίγουρα έχει το ενδιαφέρον της και την ιστορική της αξία.
Σε αυτή την πρώτη του ταινία, ο Χαμπένσκι δείχνει, από τα πρώτα του πλάνα, ότι δεν έχει την πείρα, παρά τις όποιες φιλότιμες προσπάθειές του, να πάει ένα βήμα παραπέρα από την καταγραφή των γεγονότων, που βεβαίως είναι εντυπωσιακά και ειδικά με την εξέγερση, που μοιάζει ως μια εξέλιξη σχεδόν απίστευτη. Η ταινία που έκανε πρεμιέρα το 2018 και μάλιστα προβλήθηκε και στη Ρωσική πρεσβεία στην Ουάσινγκτον αποσπώντας θετικά σχόλια από Αμερικάνους και Ισραηλινούς, έρχεται με καθυστέρηση έξι χρόνων στη χώρα μας, ενώ μέχρι στιγμής το ιστορικό γεγονός έχει μεταφερθεί μόνο σε μία βρετανική τηλεταινία του 1987.
Τον Οκτώβριο του 1943, ο ανθυπολοχαγός του σοβιετικού στρατού Αλεξάντρ Πετσέρσκι συνελήφθη και κατέληξε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Σομπιμπόρ στην Πολωνία, μαζί με Εβραίους, που πίστευαν ότι είχαν γλυτώσει τα χειρότερα από άλλα διαβόητα στρατόπεδα εξόντωσης και έχοντας την πεποίθηση ότι θα ήταν χρήσιμοι ως άνθρωποι που γνώριζαν από διάφορες εργασίες. Η κατάσταση στο Σομπιμπόρ, όμως, ήταν το ίδιο και χειρότερη από άλλα στρατόπεδα, πολλές γυναίκες σχεδόν αμέσως θανατώθηκαν από δηλητηριώδη αέρια, υπό την επίβλεψη του σαδιστή διοικητή του στρατοπέδου. Η καθημερινή αποτρόπαια βίαιη συμπεριφορά των Γερμανών, που αντιμετώπιζαν τους κρατούμενους σαν ζώα, η παραφροσύνη της γερμανικής ανωτερότητας και οι δολοφονίες έβαλαν πολύ γρήγορα την ιδέα στον Πατσέρσκι για μια εξέγερση, παρότι είχε ελάχιστες ελπίδες.
Ο Χαμπένσκι, έχοντας το προνόμιο μίας δυνατής ιστορίας και μάλιστα αληθινής, θα πέσει θύμα της απειρίας του και της διάθεσής του να μας εντυπωσιάσει. Αφενός δεν μπορεί να ισορροπήσει μεταξύ ενός δράματος, μίας ανείπωτης τραγωδίας και της φρίκης που προκαλούν οι τερατώδεις ναζιστές και μίας αγωνιώδους περιπέτειας και αφετέρου δείχνει ότι προσπαθεί να χωρέσει στην ταινία του, όλες τις ιδέες που έχει για το συγκεκριμένο είδος, σε ύφος και φόρμα, την οποία εμπλουτίζει ακόμη και με μια λυρική διάθεση ή σκηνές που παραπέμπουν στο σοβιετικό σινεμά. Δείχνοντας πολλές φορές αμήχανος, η ταινία του μοιάζει περισσότερο με κατασκευή από υλικά, που πολλές φορές έχουν δοξάσει τις ταινίες απόδρασης ή τα αντιπολεμικά δράματα της ναζιστικής εποχής, αλλά δεν μπορούν να συνδεθούν αποτελεσματικά μεταξύ τους. Και επιπλέον δημιουργεί μια αίσθηση ότι αρκετές απ’ τις επιλογές του είναι λαθεμένες. Πολλές φορές μία καλογυρισμένη του σκηνή ακολουθείται από μία εντελώς αποτυχημένη, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που η αφήγηση δείχνει αποσπασματική και οι χαρακτήρες είναι αντιφατικοί και ουδόλως πειστικοί.
Έτσι, το μόνο που απομένει είναι το ιστορικό γεγονός, που εκτός από αξιοθαύμαστο είναι και αξιοπερίεργο, ενώ και οι ερμηνείες δεν βοηθούν ιδιαίτερα, καθώς πολλοί απ’ τους κρατούμενους από πρόβατα μετατρέπονται ανεξήγητα σε λέοντες και οι Γερμανοί, μέσα στη αρρωστημένη τρέλα τους, φτάνουν στα όρια της καρικατούρας.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Τον Οκτώβριο του 1943, ο ανθυπολοχαγός του σοβιετικού στρατού Αλεξάντρ Πετσέρσκι συνελήφθη και κατέληξε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Σομπιμπόρ στην Πολωνία, και μέσα σε μόλις τρεις εβδομάδες κατάφερε να σχεδιάσει μια διεθνή εξέγερση κρατουμένων από χώρες της Δυτικής Ευρώπης και την Πολωνία, τη μοναδική επιτυχημένη εξέγερση στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των ναζί.
Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:
Επιστροφή στην Εποχή των Δεινοσαύρων
(“ Timescape”) Οικογενειακή περιπέτεια φαντασίας, καναδικής παραγωγής του 2022, σε σκηνοθεσία του ελληνικής καταγωγής Αριστομένη Τσίρμπα, που απευθύνεται κυρίως σε προσχολικής ηλικίας παιδιά. Εντελώς αδιάφορη και κλισέ οικογενειακή περιπέτεια με δεινόσαυρους, προχειρογραμμένο σενάριο, μέτρια ψηφιακά εφέ και ανύπαρκτες ερμηνείες. Δυο παιδιά που βρίσκουν στο δάσος ένα μυστηριώδες διαστημόπλοιο και προσπαθούν να το εξερευνήσουν θα βρεθούν αναπάντεχα σε ένα ταξίδι πίσω στο χρόνο και στην εποχή των δεινοσαύρων. Η ταινία προβάλλεται μεταγλωττισμένη στα ελληνικά.
Detective Conan: To Μαύρο Υποβρύχιο
(“ Meitantei Konan Kurogane no Sabumarin”) Δυστοπική ιαπωνική χειροποίητη ταινία κινουμένων σχεδίων (2023), από τον μάστορα του είδους Γιουζούρου Τατσικάβα. Αν και είναι η 26η ταινία με ήρωα τον ντετέκτιβ Κόναν στη μεγάλη οθόνη, είναι η πρώτη που έρχεται στην Ελλάδα – ίσως γιατί είναι και η πλέον επικερδής απ’ όλες, με ρεκόρ εισιτηρίων και πάνω από 100 εκατομμύρια δολάρια έσοδα. Μια εγκληματική οργάνωση σχεδιάζει επίθεση σε μια υποβρύχια εγκατάσταση της Ιντερπόλ, όπου σύντομα θα παρουσιασθεί ένα προηγμένο σύστημα τεχνητής νοημοσύνης και ο ντετέκτιβ Κόναν και η παρέα του είναι οι μόνοι που μπορούν να αποτρέψουν την οργάνωση από την απόκτηση πολύτιμων πληροφοριών.
Πηγή: ΑΠΕ – Χάρης Αναγνωστάκης