Ο γερμανικός τύπος εκφράζει φόβους για επέκταση του πολέμου, πέρα από τα μέτωπα της Μέσης Ανατολής και της Ουκρανίας. Σχόλιο για τις πολιτικές εξελίξεις στη Γαλλία.
Η Süddeutsche Zeitung παρατηρεί ότι «όσον αφορά την Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, στην Ευρώπη υπάρχουν δύο σχολές σκέψεις. Η πρώτη βλέπει τον πόλεμο ως δράση και αντίδραση, ως στρατιωτική απάντηση σε πολιτικά προβλήματα που συσσωρεύονταν επί δεκαετίες και για τα οποία φέρουν λίγο-πολύ ίσα μερίδια ευθύνης αυτός που επιτίθεται, αυτοί που δέχονται επίθεση, αλλά και τρίτες χώρες- αν μη τι άλλο οι ΗΠΑ. (…) Υπό αυτή την οπτική γωνία η επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία ήταν μία αντιπαθής, αλλά κατανοητή αντίδραση στην προς Ανατολάς διεύρυνση του ΝΑΤΟ και τη δήθεν επιθετική προέλαση της Δύσης σε μία ζώνη επιρροής της Μόσχας. Οι επιθέσεις ισλαμιστικών τρομοκρατικών ομάδων εναντίον του Ισραήλ, η καταιγίδα πυραύλων από το Ιράν- όλα αυτά δεν είναι παρά διαδοχικά βήματα κλιμάκωσης στη διαμάχη Εβραίων και μουσουλμάνων για ένα κομμάτι γης, η οποία κατά τα φαινόμενα δεν έχει τέλος, ούτε επιδέχεται λύση».
«Υπάρχει όμως και μία δεύτερη σχολή σκέψης για όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή» σημειώνει η εφημερίδα του Μονάχου. «Σύμφωνα με αυτή, ακόμη και αν οι πόλεμοι επηρεάζονται από τα προβλήματα του παρελθόντος, δεν συνιστούν μεμονωμένες αντιδράσεις με μοναδικά πολιτικά και γεωγραφικά χαρακτηριστικά, αλλά αποτελούν τμήμα μίας ευρύτερης επίθεσης παγκοσμίων διαστάσεων, την οποία έχουν ξεκινήσει οι δικτατορίες, ο άξονας Ρωσίας-Ιράν-Κίνας, εναντίον της δημοκρατικής, φιλελεύθερης Δύσης» (…)
«Είναι πειστικό αυτό;» διερωτάται ο σχολιαστής. «Σε κάθε περίπτωση, δεν είμαστε παρανοϊκοί όταν βλέπουμε ότι ιρανικά ντρόουνς χτυπούν ουκρανικά νοσοκομεία, ότι η λιβανική Χεζμπολάχ που υποστηρίζεται από το Ιράν εξοπλίζεται από τη Ρωσία μέσω Συρίας, ότι η Κίνα στηρίζει τον πόλεμο της Ρωσίας εισάγοντας το πετρέλαιό της και προμηθεύοντάς την με αγαθά, στα οποία έχουν επιβληθεί κυρώσεις» (…) «Εάν ο στόχος των δικτατόρων στη Μόσχα, την Τεχεράνη και το Πεκίνο είναι να καταστρέψουν τη δημοκρατική Δύση και τους θεσμούς της, τότε το διακύβευμα είναι πιο σημαντικό από μερικά τετραγωνικά χιλιόμετρα στο Ντονμπάς ή στην Ανατολική Μεσόγειο. Τότε είναι υπαρξιακή η απειλή για την Ευρώπη».
Ο ρόλος των ΗΠΑ
Από την πλευρά της η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt εστιάζει στις ευθύνες της Δύσης και εκφράζει την ανησυχία της για την απροθυμία των ΗΠΑ να παρέμβουν μετά τις τελευταίες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή: «Ο Νετανιάχου έχει ανακοινώσει ότι το Ιράν θα πληρώσει ένα βαρύ αντίτιμο. Οι ΗΠΑ δεν προσπαθούν καν να κατευνάσουν τα πνεύματα. Μάλιστα ο Τζέικ Σάλιβαν, σύμβουλος Εθνικής ασφαλείας του Μπάιντεν, δηλώνει ότι θα έχει σοβαρές συνέπειες η ιρανική επίθεση. Θέλουν πράγματι πόλεμο με το Ιράν οι ΗΠΑ; Αυτό ακριβώς θέλουν οι σκληροπυρηνικοί στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Φαντασιώνονται μία νέα τάξη πραγμάτων στη Μέση Ανατολή. (…) Έφτασε η ώρα να αναλογιστεί ο Μπάιντεν πώς θέλει να τον θυμάται η Ιστορία: Ως τον πρόεδρο που έβαλε τέλος στον πόλεμο ή ως εκείνον που έβλεπε απαθής την Αμερική να ολισθαίνει στον πόλεμο;»
Γαλλία, μία «διαλυμένη Δημοκρατία»
Τις πολιτικές εξελίξεις στη Γαλλία σχολιάζει η Tageszeitung (taz) του Βερολίνου, μετά τις προγραμματικές δηλώσεις του νέου πρωθυπουργού Μισέλ Μπαρνιέ στην Εθνοσυνέλευση. Σε σχόλιο με τίτλο «Η διαλυμένη Δημοκρατία» διαβάζουμε, μεταξύ άλλων: «Η περίεργη κυβέρνηση Μπαρνιέ αντανακλά την κρίση των θεσμών στη Γαλλία. Ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έχει συγκεντρώσει όλη την εξουσία σε ένα αξίωμα, που ούτως ή άλλως διαθέτει μία ανησυχητική πληθώρα αρμοδιοτήτων. Ο Γάλλος πρόεδρος μπορεί να διαλύσει τη Βουλή και επιπλέον να ορίσει πρωθυπουργό της αρεσκείας του».
Η εφημερίδα του Βερολίνου υπενθυμίζει ότι ο Σαρλ ντε Γκωλ είχε καθιερώσει στην Ε’ Γαλλική Δημοκρατία το αξίωμα του προέδρου με ενισχυμένες εξουσίες, λόγω της πολιτικής κρίσης που επικρατούσε στον απόηχο του πολέμου της Αλγερίας. Ωστόσο «αυτός ο πόλεμος τελείωσε πριν από 60 χρόνια, το Σύνταγμα δεν ταιριάζει στη σημερινή εποχή. Και όχι μόνο αυτό, αλλά το Σύνταγμα της Ε’ Δημοκρατίας ενισχύει ακόμη περισσότερο την ήδη ορατή αποξένωση ανάμεσα στο κράτος και το εκλογικό σώμα».
Πηγή: DW