Γράφει η Μανουσία Κυπραίου
Κοινωνιολόγος- Κοιν. Ψυχολόγος – MSc Ψυχοθεραπεύτρια Ενηλίκων, Παιδιών και εφήβων
O ηλικιακός «κατήφορος» της νεανικής παραβατικότητας συνεχίζεται, με το περιστατικό του άγριου ξυλοδαρμού της 14χρονης από συμμαθήτριες της και την πρόσφατη είδηση της σεξουαλικής κακοποίησης ενός 5χρονου από συμμαθητές του εντός του νηπιαγωγείου, να το επιβεβαιώνουν.
Επίσης, εντύπωση προκαλεί και το φαινόμενο του αμέτοχου παρατηρητή (bystander effect) – ακόμα και σε περιπτώσεις εκδήλωσης νεανικής βίας-, όπου τα άτομα είναι λιγότερο πιθανό να βοηθήσουν ή να παρέμβουν σε μία παραβιαστική συνθήκη και λαμβάνουν τον ρόλο των θεατών είτε όντας και φυσικά παρόντες είτε ως τηλε-θεατές οπτικοακουστικού υλικού. Αυτό το φαινόμενο του αμέτοχου παρατηρητή φαίνεται να αυξάνεται και είναι ανησυχητικό. Επιπλέον, στην νεανική παραβατικότητα παρατηρούμε μια παραδοξότητα που έγκειται στο γεγονός ότι παιδιά/ έφηβοι που ανήκουν στην ίδια ηλικιακή ομάδα, με παρόμοιες αγωνίες, αναπτυξιακά άγχη, από την πρώιμη ή/και όψιμη αναπτυξιακή τους πορεία οργανώνουν ακραίες βίαιες επιθέσεις για να εξευτελίσουν, να πληγώσουν, να κακοποιήσουν συνομήλικούς τους.
Πως νεαρά παιδιά επιτίθενται με απίστευτη βιαιότητα σε συνομήλικους; Τα κίνητρα άραγε αυτών των παραβατικών συμπεριφορών ανηλίκων είναι ότι το θύμα είναι καλύτερος μαθητής, έχει πιο σύγχρονα κινητό, είναι πιο ήσυχο, πιο πειθαρχημένο, πιο μικρόσωμο, είναι διαφορετικής θρησκευτικής, εθνικιστικής ή κοινωνικής καταγωγής; Το φαινόμενο της παιδικής παραβατικότητας είναι μόνο θέμα κινήτρων; Τι οδηγεί μια ομάδα ανηλίκων να επιτεθεί με οργή απέναντι σε άλλα παιδιά με την επιθυμία να τα εξοντώσουν ηθικά, συναισθηματικά, λεκτικά, σωματικά. Επιθετικές συμπεριφορές ανηλίκων με σκοπό να υποτάξουν το θύμα στις δικές τους επιθυμίες είναι συχνά το αποτέλεσμα των καλυμμένων καταστάσεων εντός των οικογενειών, που δεν έχουν ανιχνευθεί και δεν έχουν αντιμετωπιστεί σε προηγούμενα χρόνια, και παρεμποδίζουν όλο και περισσότερο τη δυνατότητα παιδιών και εφήβων να λειτουργούν συμπονετικά και να δημιουργούν υγιής σχέσεις. Mία επιθετική συμπεριφορά ενός παιδιού, από μια ψυχαναλυτική οπτική μπορεί να είναι μια εκδραμάτιση προκειμένου το υποκείμενο παιδί να απαλλαχθεί από την ανυπόφορη ψυχική πραγματικότητα ή μια μιμητική συμπεριφορά μιας πράξης ή συνθήκης που έχει βιώσει. Ένα τραυματικό γεγονός, μια κακοποίηση, ή μια ιδιαίτερα αγχωτική κατάσταση, μια καταστροφική άμυνα, μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη μιας τέτοιας συμπεριφοράς.
Σε πολλούς εφήβους, η κατάχρηση ουσιών, η συμμετοχή σε ομάδες ανηλίκων με αποκλίνουσα συμπεριφορά ή και οργανωμένες ομάδας ανηλίκων (συμμορίες) είναι ένα αποτέλεσμα ή ένα σύμπτωμα που λειτουργεί ως έκφραση της εξέγερσης του εφήβου ή μιας προσπάθειας να αντιμετωπιστούν επώδυνα συναισθήματα. Η αποκλίνουσα συμπεριφορά παιδιών και εφήβων συγκαλύπτει συχνά τις δυσλειτουργίες του οικογενειακού συστήματος. Πράγματι, καθοριστικό ρόλο στην εμφάνιση παραβατικής συμπεριφοράς στους εφήβους διαδραματίζει το οικογενειακό πλαίσιο.
Ο απορριπτικός και ανασφαλής γονεϊκός δεσμός οδηγεί σε προβλήματα συμπεριφοράς στο παιδί και πιθανόν να εξελιχθεί σε παραβατική συμπεριφορά στην εφηβική και ενήλικη ζωή. Η έλλειψη της επαρκούς επίβλεψης από τους γονείς ή τα γονεϊκά τους πρόσωπα συχνά οδηγεί τα παιδιά σε επιθετική συμπεριφορά, έλλειψη ορίων, ανεπαρκή ενσυναίσθηση και επικίνδυνες επιλογές.
Η νεανική παραβατικότητα φυσικά δεν είναι μόνο ζήτημα δυσλειτουργικών οικογενειακών σχέσεων γονιών-παιδιών, είναι ένα φαινόμενο πολυπαραγοντικό και πολυσύνθετο. Ο ρόλος του σχολείου είναι επίσης κομβικός, καθώς η ουσιώδης αποστολή του είναι η κοινωνική ένταξη του παιδιού και όχι αποκλειστικά η μετάδοση της γνώσης. Ο χώρος που θα μάθει στους μαθητές τρόπους που θα ενεργούν αφομοιώνοντας κοινωνικούς ρόλους, κανόνες, κοινωνικές δεξιότητες και ένα σύστημα αξιών που θα τους εξασφαλίσει την προσαρμογή τους στο κοινωνικό περιβάλλον. Συχνά, και το ίδιο το σχολείο δεν καταφέρνει να επιτελέσει αποτελεσματικά αυτή την αποστολή του. Οι περιβαλλοντικοί παράγοντας επιδρούν και αυτοί στην εσωτερική ψυχική πραγματικότητα των παιδιών. Τα παιδιά έχουν αλληλεπίδραση με το εξωτερικό περιβάλλον, της παρέες συνομηλίκων, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το κοινωνικό-οικονομικό πλαίσιο (ανεργία, κρίση, επιθέσεις, πόλεμοι κ.ά). Ένα εξωτερικό περιβάλλον που βιώνεται ως εχθρικό, χαοτικό ή/και αμφιθυμικό δυσκολεύει τα παιδιά προκειμένου να μπορέσουν να ανταποκριθούν σε αυτό, να αναγνωριστούν, να διαφοροποιηθούν, να δομήσουν το «εγώ» τους. Πολύ συχνά τα αμυντικά εργαλεία που χρησιμοποιούν παιδιά και έφηβοι για να αντιμετωπίσουν την εξωτερική πραγματικότητα είναι η άρνηση, η επίθεση, η απώθηση, για την ικανότητα ανοχής του άγχους – χωρίς να υποβαθμίσουμε και το ρόλο των ιδιοσυγκρασιακών – χαρακτηρολογικών στοιχείων που φέρει ένα παιδί. Οι ψυχικές και κοινωνικές καταστάσεις που βιώνει ένα παιδί, σήμερα, είναι συχνά επώδυνες και το κατακερματίζουν ψυχικά. Σε ευρήματα της πανελλαδικής έρευνας το 2022-2023 της Πρωτοβουλίας για την Ψυχική Υγεία Παιδιών και Εφήβων έχει διαπιστωθεί ότι οι πιο συχνές ψυχικές καταστάσεις/διαταραχές ανάμεσα στα παιδιά και τους εφήβους είναι: η ελλειμματική προσοχή/υπερκινητικότητα, το άγχος, η εναντιωματική συμπεριφορά, η κατάθλιψη και ο εκφοβισμός (bullying). Στοιχεία της έρευνας έδειξαν ότι το 5-13% παιδιών και εφήβων παρουσιάζουν προβλήματα συμπεριφοράς, ενώ το 8-16% βιώνουν συμπτώματα που απαιτούν εκτίμηση από ειδικό. Ωστόσο, σε θέματα που αφορούν στα ψυχικά προβλήματα υπάρχει ακόμα το «στίγμα» της ψυχικής ασθένειας. Ενώ οι γονείς συχνά αναγνωρίζουν πως το παιδί/έφηβος έχει δυσκολίες που σχετίζονται με την ψυχική υγεία, μόνο ένα μικρό ποσοστό θα απευθυνθεί σε κάποιον ειδικό για το παιδί του. Άλλωστε πολλοί γονείς έχουν την πεποίθηση ότι τα ψυχικά προβλήματα μπορεί να τα ξεπεράσει κανείς δίνοντας τον αγώνα μόνος του και θα τα καταφέρει αν είναι δυνατός. Εξάλλου, είναι γεγονός ότι οι περισσότεροι ανήλικοι έχουν αμφιβολίες στο να αναγνωρίσουν δυσκολίες και προβλήματα που αφορούν στην ψυχική υγεία όταν αφορούν τους ίδιους. Συχνά δεν είναι βέβαιοι αν η βοήθεια από κάποιον ειδικό θα τους κάνει να νιώσουν καλύτερα, ενώ πολλά παιδιά και έφηβοι ντρέπονται να πουν ότι επισκέπτονται κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας. Θα λέγαμε ότι το στίγμα που έχει να κάνει με ψυχικά προβλήματα εξακολουθεί να υπάρχει στην ελληνική κοινωνία.
Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι τα αυξημένα συναισθηματικά και ψυχοκοινωνικά προβλήματα παιδιών και εφήβων απαιτούν και την απαραίτητη αποτελεσματική παρέμβαση και από την πολιτεία. Το παιδί, λόγω της φυσικής και διανοητικής τους ανωριµότητας, χρειάζεται ειδική προστασία και µέριµνα. Έτσι άλλωστε περιγράφεται στον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωµένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού. Οι αποτελεσματικές προληπτικές παρεμβάσεις προς την κατεύθυνση της ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων αποτελούν απαραίτητο και ικανό παράγοντα για την βοήθεια όλων των παιδιών προς την ομαλή ένταξη τους στον κόσμο των ενηλίκων. Ξεκινώντας από τις αρμόδιες δομές όπως π.χ. διεπιστημονικά κέντρα αξιολόγησης, συμβουλευτικής και υποστήριξης, που θα λειτουργούν αποτελεσματικά και με εξειδικευμένο προσωπικό, προκειμένου η αναγνώριση των προβλημάτων των παιδιών και οι παρεμβάσεις τους να είναι άμεσες. Έως τις βελτιωμένες υπηρεσίες συμβουλευτικής εντός του εκπαιδευτικού πλαισίου και την τακτική επιμόρφωση των καθηγητών.
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε όλοι μας ότι τα παιδιά και οι έφηβοι θα πρέπει να προετοιμαστούν πλήρως για να ζήσουν µια ατομική ζωή στην κοινωνία και να ανατραφούν μέσα σε ένα πλαίσιο ασφάλειας, αποδοχής, ειδικότερα σε ένα περιβάλλον αξιοπρέπειας, ανοχής, ελευθερίας, ισότητας και αλληλεγγύης.