Της Αν Άπλμπομ*
Η δημοκρατία διαβρώνεται διαρκώς. Σε πολλές σημαντικές δημοκρατίες υπάρχουν ισχυρά αυταρχικά κινήματα, με κόμματα και ηγέτες που δεν ασκούν απλώς κριτική, αλλά τάσσονται υπέρ της αλλαγής του πολιτικού συστήματος με όρους που παραβιάζουν τους κανόνες του παιχνιδιού. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ορισμένοι κύκλοι του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος οραματίζονται την «άλωση του Κράτους», θέλουν δηλαδή να θέσουν τους θεσμούς στην υπηρεσία ενός συγκεκριμένου κόμματος ή κινήματος.
Δεν πιστεύω βέβαια ότι οι ΗΠΑ μετατρέπονται σε φασιστικό κράτος. Η εικόνα που έχουμε για τα αυταρχικά καθεστώτα είναι απηρχαιωμένη, μας έρχεται στο μυαλό ο Χίτλερ ή ο Πούτιν. Όμως οι δημοκρατίες αποτυγχάνουν όταν κάποιος που κερδίζει νομίμως τις εκλογές αρχίζει να διαλύει τους θεσμούς. Το είδαμε στη Βενεζουέλα, στην Ουγγαρία, στην Τουρκία. Δεν πιστεύω ότι μπορεί κάποιος να αλώσει τους θεσμούς στις ΗΠΑ όπως σε μια μικρή χώρα σαν την Ουγγαρία. Υπάρχει όμως ένα μικρό μέρος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος που θέλει να το κάνει, κι αυτό προκαλεί χάος.
Αντί να διεισδύσει η δημοκρατία στις δικτατορίες, συνέβη το αντίθετο: διείσδυσε ο αντιφιλελευθερισμός στις δημοκρατίες. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκαν η τεχνολογία, η προπαγάνδα και φυσικά χρήματα. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα την τελευταία δεκαετία, από την προπαγάνδα της Ρωσίας στον δημοκρατικό κόσμο μέχρι τη διείσδυση κινεζικών κεφαλαίων στην Αφρική ή την Ασία. Την ίδια στιγμή, οι δικτάτορες αλληλοβοηθούνται για να παραμένουν στην εξουσία. Υπάρχει λοιπόν μια ισχυρή ιδεολογική μάχη κατά των οικουμενικών δικαιωμάτων.
Ο Πούτιν κατάφερε η Ρωσία, που πορευόταν προς την ευημερία και το άνοιγμα, να γίνει πιο κλειστή, πιο αυταρχική, πιο φτωχή. Η ζωή των Ρώσων επιδεινώθηκε, ο πόλεμος στην Ουκρανία στοίχισε τη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων.
Για να αλλάξουν όλα αυτά, θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να καταλάβουμε τι συμβαίνει. Πολλοί στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ δεν θέλουν να το κάνουν ούτε να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο συναλλάσσονται με τους δικτάτορες. Πρέπει να αλλάξει η νομοθεσία που επιτρέπει το ξέπλυμα χρήματος, το κρύψιμο των χρημάτων των αυταρχικών καθεστώτων πίσω από τις οικονομίες μας. Πρέπει να μετατραπεί ο διαδικτυακός κόσμος σε κάτι συγκρίσιμο με τη δημοκρατία.
Πολλοί αναρωτιούνται γιατί ενισχύεται η ακροδεξιά. Ένας λόγος είναι η εκστρατεία της Ρωσίας -και όχι μόνο της Ρωσίας- υπέρ του εξτρεμιστικού λόγου και της εξτρεμιστικής ιδεολογίας σε κάθε δημοκρατική χώρα. Ένας άλλος λόγος είναι οι βαθιές αλλαγές στο κοινωνικό, το δημογραφικό, το οικονομικό πεδίο. Το περίεργο είναι ότι η απογοήτευση από τη δημοκρατία που παρατηρείται σε πολλές περιοχές δεν έχει οικονομική εξήγηση: σε οποιαδήποτε χώρα της Ανατολικής Ευρώπης ζουν καλύτερα απ’ ό,τι πριν από 40 χρόνια. Επίσης, οι διαφορές ανάμεσα στις συνθήκες διαβίωσης των Ανατολικοευρωπαίων και των Δυτικοευρωπαίων δεν είναι τόσο μεγάλες. Ο κόσμος απογοητεύεται περισσότερο από τη νεωτερικότητα.
Το πρόβλημα με τη Μέση Ανατολή είναι η διπλή παραβίαση της αυτοκρατορίας του νόμου. Από τη μια πλευρά έχουμε τον Νετανιάχου που έχει ξεπεράσει όλες τις κόκκινες γραμμές στον πόλεμο κατά της Χαμάς κι από την άλλη πλευρά έχουμε τη Χαμάς με τη Χεζμπολάχ, δύο τρομοκρατικές οργανώσεις που διαπράττουν ωμότητες εδώ και δεκαετίες. Δεν υπάρχει ανάλογη σύγκρουση. Η σύγκρουση της Ρωσίας με την Ουκρανία είναι ακόμη σημαντικότερη, επηρεάζει ευθέως τις ευρωπαϊκές αξίες.
Υπάρχει κίνδυνος να θριαμβεύσουν οι αυταρχικοί ηγέτες; Ναι, υπάρχει. Ο στόχος τους είναι να δημιουργήσουν έναν κόσμο όπου θα κάνουν ό,τι θέλουν. Ήδη στις χώρες τους δρουν χωρίς έλεγχο ή αντίμετρα. Θέλουν να κάνουν το ίδιο σε όλο τον κόσμο. Κι αρχίζουν να το καταφέρνουν.
Όσο για την ιδεολογία, άνθρωποι σαν τον Τραμπ ή τον Μασκ δεν έχουν καμιά, το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι τα χρήματα. Ο Πούτιν, αντιθέτως, έχει ιδεολογία, που σχετίζεται με μια εθνικιστική εκδίκηση. Το Ιράν επίσης, όπως και η Βενεζουέλα. Η διαφορετική ιδεολογία όμως δεν εμποδίζει τους αυταρχικούς ηγέτες να συνεργάζονται. Αυτό που βλέπουμε είναι μια σύγκρουση ιδεών: από τη μια είναι τα κράτη που στηρίζονται στο κράτος δικαίου κι από την άλλη εκείνα που το καταπατούν.
(*) H Αν Άπλμπομ είναι Αμερικανίδα ιστορικός
(Πηγή: συνέντευξη στην El País)